Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Αλαμπουρνέζικα, η γλώσσα των κουλτουριάρηδων - Του Ντίνου Χριστιανόπουλου

Πέμπτη, Νοεμβρίου 27, 2014
Αλαμπουρνέζικα, η γλώσσα των κουλτουριάρηδων - Του Ντίνου Χριστιανόπουλου
Ένα εξαιρετικό κείμενο, γραμμένο με τον μοναδικό τρόπο του Ντίνου Χριστιανόπουλου.

Κουλτουριάρηδες είναι οι διανοούμενοι που δίνουν μεγαλύτερη σημασία στη γνώση και την πληροφόρηση και λιγότερη στο αίσθημα και το βίωμα. Ότι έμαθαν ή δεν έμαθαν έχει γι' αυτούς μεγαλύτερη αξία από τη σκέψη. Κουλτουριάρηδες βρίσκονται σ' όλες τις εποχές.

Στην αρχαία Ελλάδα τους κοροϊδεύει πολύ άσχημα ο Αριστοφάνης επειδή χρησιμοποιούσαν πάντα καινούριες και παράξενες λέξεις για να ξιπάσουν τον κόσμο. Και οι σοφιστές ήταν ένα είδος κουλτουριάρηδων της εποχής τους, γιατί έδωσαν πολλή σημασία στη γνώση και όχι στη σωστή κρίση.

Αλλά και παλαιότερα όταν λέγαμε «οι διανοούμενοι» ή «οι άνθρωποι των γραμμάτων» νιώθαμε κάτι σαν δυσφορία και ενόχληση, γιατί καταλαβαίναμε ότι αυτοί οι άνθρωποι είχαν ξεφύγει πολύ από τη ζωή εν ονόματι δήθεν της τέχνης. Αυτοί νομίζανε ότι, επειδή ήτανε άνθρωποι των γραμμάτων, έπρεπε να μιλούν με ειδικό λεξιλόγιο, να καταλαβαίνονται μεταξύ τους, κι ας μην τους καταλαβαίνουν οι άλλοι.

Σε τελική ανάλυση, οι κουλτουριάρηδες είναι ψευτομορφωμένοι. Μόνο ένας ψευτομορφωμένος μπορεί να χρησιμοποιεί λεξιλόγιο που ξιπάζει και ξαφνιάζει, ή να μεταχειρίζεται ωραίες λέξεις και φράσεις για να κάνει εντύπωση, ενώ καταβάθος δεν κατέχει τη γλώσσα και δεν την χρησιμοποιεί σωστά.

Αυτό που σήμερα αποκαλούμε γλώσσα των κουλτουριάρηδων, είναι ένα κουρκούτι από νεόκοπες λέξεις, από ξένες αμετάφραστες λέξεις και από λέξεις παρμένες από διάφορες επιστήμες, λ.χ. «η μεταστοιχείωση της ντεμί νομενκλατούρας».

Μ' ένα τέτοιο κουρκούτι στο τέλος δε βγάζουν νόημα ούτε αυτοί, ούτε φυσικά κι εμείς. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη λέξη «δομή» που αναφέρεται στον χώρο, ενώ η λέξη «διαδικασία» αναφέρεται στον χρόνο. Τι θα λέγατε όμως αν ξαφνικά διαβάζατε «δομικές διαδικασίες» ή «διαδικαστικές δομές»;

Ρωτήθηκαν κάποιοι να τις εξηγήσουν, μα δεν μπόρεσε κανείς. Γιατί όπως καταλαβαίνετε, πρόκειται για μπαρούφες. Τι μπορεί λοιπόν να σημαίνουν οι δύο αυτές φράσεις, όταν στην καθεμία το επίθετο αναιρεί το ουσιαστικό; Αλλά τι θα λέγατε αν αυτή η φράση γινόταν ολόκληρη πρόταση;

Διαβάστε λοιπόν: «Όταν οι δομικές διαδικασίες λειτουργούν ανασταλτικά μέσα στον χώρο του μεταμοντέρνου...». Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς σ' αυτή τη φράση; Πρώτα πρώτα πόσοι ξέρουν τον όρο «μεταμοντέρνο»; Κι έπειτα, τι ακριβώς συμβαίνει μέσα στον χώρο του «μεταμοντέρνου», εάν λειτουργήσουν ή δε λειτουργήσουν οι «δομικές διαδικασίες»;

Αυτά είναι ακατανόητα και γι' αυτόν που τα γράφει και γι' αυτόν που τα διαβάζει. Είναι αλαμπουρνέζικα. Και σκεφτείτε ότι σαν κι αυτή τη φράση υπάρχουν χιλιάδες, που επαληθεύουν τα τρία χαρακτηριστικά των κουλτουριάρηδων: Πρώτον ότι δεν γνωρίζουν καλά τις λέξεις και τις έννοιές τους (κάποιος έγραφε τη λέξη «ενδιαίτημα» και εννούσε «ένδυμα»!), δεύτερον θέλουν να ξιπάσουν τους άλλους με διάφορες ακαταλαβίστικες λέξεις και τρίτον, δεν έχουν χωνέψει καλά αυτό που λένε.

Χώρια που δεν τα καταφέρνουν ούτε και με το συντακτικό και μπερδεύονται. Βέβαια το μπέρδεμα υπάρχει πρώτα στο μυαλό. Πάντως μ' αυτά και μ' αυτά, καταφέρνουν να κομπλεξάρουν πολλούς, και καμιά φορά όλους, ενώ συντελούν στο να πάει η γλώσσα μας κατά διαόλου.

θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, ότι αφού αποδεχόμαστε την ερμητική γραφή ορισμένων ποιητών, γιατί να μην αποδεχτούμε και τον δυσνόητο τρόπο γραφής των κουλτουριάρηδων; Από μία άποψη, κι ο ποιητής θα έπρεπε, οποιαδήποτε τεχνοτροπία κι αν ακολουθεί, να γράφει κατά τρόπο κατανοητό, για να μπορεί ο αναγνώστης να τον καταλαβαίνει.

Γιατί, τι να την κάνουμε την οποιαδήποτε ποίηση, όταν έχει κοπεί η γέφυρα της επικοινωνίας; Τι να τα κάνουμε τα ερμητικά ποιήματα, όταν δεν τα καταλαβαίνει κανείς; Κι αφού δεν μας λένε τίποτε, πως είναι δυνατόν να μας συγκινήσουν;

Βέβαια ο ποιητής έχει τη δικαιολογία ότι γράφει για να εκφράσει τον εαυτό του, αν και πάλι θα μπορούσε να πει κανείς ότι ένας ποιητής που εκφράζεται ερήμην του αναγνώστη, τι σόι ποιητής είναι; Και αν ο σουρεαλισμός στην πρώτη φράση το παραξύλωσε, τι να πούμε για τους σημερινούς σουρεαλιστές της αρπακόλας, που γράφουν ότι τους κατέβει; Πάντως ο στοχαστής, επειδή δεν έχει καν τη δικαιολογία της έμπνευσης κι επειδή ο στόχος του είναι η συζήτηση με τον αναγνώστη, δεν θα έπρεπε να είναι ακαταλόγιστος σαν τους μοντέρνους ποιητές.

Κάποιοι ισχυρίζονται πως έτσι εμπλουτίζεται η γλώσσα μας, ενώ η απλότητα και η σαφήνεια διατηρούν τη γλώσσα στάσιμη. Αν όμως ο εμπλουτισμός της γλώσσας, γίνεται αιτία για να θριαμβεύσει η ακατανοησία, μήπως θα έπρεπε να προτιμήσουμε κάποιες φυλές τις Αφρικής που συνεννοούνται μόνο με τριακόσιες λέξεις;

Η αιτία του φαινομένου αυτού, οφείλεται όχι μόνο στην ημιμάθεια των περισσότερων κουλτουριάρηδων αλλά και στον εγωισμό τους. Δε θα μπορέσουν ποτέ οι άνθρωποι αυτοί να ακούνε περισσότερο απ' όσο μιλάνε, να σκέφτονται περισσότερο απ' όσο γράφουν, και να περνούν κάθε πληροφορία από το κόσκινο της κρίσης.

Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να είναι ταπεινός, να μη νομίζει πως αυτός τα ξέρει όλα και κανείς άλλος. Να μη λέει διαρκώς «εγώ νομίζω», «εγώ πιστεύω», «έχω τη γνώμη», και τα συναφή.Μέσα σ' αυτό το βραχυκύκλωμα ημιμάθειας και εγωισμού, χωρούνε αριστεροί και δεξιοί, εφημερίδες και τηλεόραση, και ορθόδοξοι και νεο-ορθόδοξοι.

Κάποτε ένας κομμουνιστής πιπίλιζε τον Μαρξ και τελικά αποδείχτηκε πως δεν είχε διαβάσει ούτε μια σελίδα από το «Κεφάλαιο». Και πόσοι χριστιανοί δεν έχουν μεσάνυχτα από το ευαγγέλιο; Κι αφήστε εκείνους που δεν διαβάζουν λογοτεχνία, αλλά μόνο τις βιβλιοπαρουσιάσεις, κι έτσι είναι σαν να τα έχουν διαβάσει όλα!

Ας αφήσουμε όμως την πολλή θεωρία κι ας δούμε ένα παράδειγμα κουλτουριάρη. Ας δούμε λ.χ. ένα τεχνοκριτικό σημείωμα που αναφέρεται στη ζωγραφική ενός σπουδαίου καλλιτέχνη. Απολαύστε λοιπόν κριτική ζωγραφικής:

«Η χρονικότητα -στον τάδε ζωγράφο- είναι ψευδαίσθηση, απάτη, διάσπαση, εξαλλαγή, διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου, κατακερματισμός και αλλοτρίωση, γι' αυτό κύριο μέλημά του είναι να την εξοστρακίσει αναζητώντας την πρωτογένεια μιας νέας ονοματοθεσίας, μιας ιδιωματικής μορφής, που θα του επιτρέψει την αναδόμηση (βάι, βάι, βάι, κι εδώ αναδόμηση), ενός κόσμου όπου μέσα του, ερωτικά συγκλίνουν τα πάντα, ικανοποιούνται, αποκαθίσταται».

Καταλάβατε τίποτα ή νιώθετε ανεπαρκείς;

Το πιο πιθανό είναι να μην καταλάβατε τίποτα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είστε ανεπαρκείς. Ανεπαρκείς είναι αυτοί που γράφουν τέτοια πράγματα. Αλλά ας αρχίσουμε το ψείρισμα. Πρόκειται ουσιαστικά για μία και μόνη πρόταση. Στην αρχή δίνει την εντύπωση, πως αν το διαβάσεις προσεκτικά, θα βγάλεις κάποιο νόημα. Γελιέσαι, γιατί όσο προχωράς, ακόμη κι εκείνο που υποτίθεται κατάλαβες στην αρχή, ξεχνιέται. Η «χρονικότητα» λοιπόν για τον ζωγράφο μας, είναι «ψευδαίσθηση».

Λογικά, η χρονικότητα πρέπει να έχει σχέση με την έννοια του χρόνου. Τώρα πως ο χρόνος γίνεται χρονικότητα, αυτό είναι ένα από τα μυστήρια των κουλτουριάρηδων. Εδώ έχουμε ένα συγκεκριμένο έργο, ζωγραφιές, υλικά, τεχνοτροπίες, και μόνο στη χρονικότητα βρήκες να σκαλώσεις;

Έστω. Ο χρόνος λοιπόν για τον ζωγράφο μας είναι «ψευδαίσθηση». Είναι όμως και «απάτη». Πως μπορούν αυτά τα δύο να σταθούν πλάι πλάι; Δηλαδή, αν ο χρόνος τον εξαπατά, τότε πως μπορεί ο χρόνος να είναι ψευδαίσθηση; Ακολουθεί η «διάσπαση». Ο χρόνος δηλαδή, πρώτα τον εξαπατάει και τον κοροϊδεύει και ύστερα τον αναγκάζει να διασπαστεί; Και ποιο είναι το υποκείμενο; Διασπάται ο ζωγράφος ή ο ίδιος ο χρόνος είναι διασπασμένος;

Τι από τα δύο συμβαίνει; Ακολουθεί η «εξαλλαγή». Τι σημαίνει εξαλλαγή; Είναι ιατρικός όρος που σημαίνει την μεταβολή των καλοηθών νεοπλασμάτων σε κακοήθη. Δηλαδή ο χρόνος είναι καρκίνος; Καλό κι αυτό: Αμ τότε πως ο καρκίνος είναι ψευδαίσθηση; Παρακάτω γράφει: «διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου».

Η φράση ταιριάζει σε φιλοσοφική πραγματεία, όχι σε τεχνοκριτικό σημείωμα. Το κάθε ουσιαστικό απ' αυτά που είδαμε ως τώρα δεν ταιριάζει με το διπλανό του, αλλά το ένα αναιρεί το άλλο. Προχωρώντας, διαβάζουμε «κατακερματισμός και αλλοτρίωση». Ενώ η προηγούμενη φρασούλα «διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου», είναι παρμένη από την φιλοσοφία, το «κατακερματισμός και αλλοτρίωση» ανήκει στο σύγχρονο λεξιλόγιο των κουλτουριάρηδων.

Συνοψίζοντας: Η χρονικότητα του τάδε ζωγράφου είναι 1) ψευδαίσθηση, 2) απάτη, 3) διάσπαση, 4) εξαλλαγή, 5) διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου, 6) κατακερματισμός, 7) αλλοτρίωση.

Κατάλαβε φαίνεται η συγγραφέας ότι μας μπούκωσε αρκετά και σταμάτησε εδώ τον κατάλογο, για να προχωρήσει σε κάποιες επεξηγήσεις: «γι' αυτό κύριο μέλημά του είναι να την εξοστρακίσει». Το «την» αναφέρεται βέβαια στην χρονικότητα, θα μπορούσε όμως ν' αναφέρεται και σε οποιοδήποτε ουσιαστικό θηλυκού γένους που αναφέρθηκε πιο πάνω, όπως την ψευδαίσθηση, την απάτη, την εξαλλαγή.

Καταλαβαίνετε λοιπόν τι σύγχυση δημιουργείται όταν κάποιος δεν ελέγχει τα λόγια του; Θέλει να πει ότι ο ζωγράφος προσπαθεί να βγάλει τον χρόνο έξω από το έργο του και για να το πει αυτό αυτό, μας αράδιασε του κόσμου τα αφηρημένα ουσιαστικά. Πως όμως θα το κάνει αυτό (να εξοστρακίσει τη χρονικότητα);

«Αναζητώντας την πρωτογένεια μιας νέας ονοματοθεσίας». Τι σημαίνει άραγε η λέξη «πρωτογένεια»; Μήπως θα πει το πρώτο γένος; Η πρώτη γέννηση; Η πρώτη φάση της ζωής του ανθρώπου; Αλλά εκείνο που είναι για γέλια, είναι η «νέα ονοματοθεσία». Τι θέλει να πει η ποιήτρια, ότι να εξοστρακίσει ο ζωγράφος τον χρόνο από τους πίνακές του, δίνει νέα ονομασία στα πράγματα; Γιατί μιλούμε βέβαια, για ζωγράφο. Και στη ζωγραφική, τι πάει να πει «ονοματοθεσία»; Και ποια είναι η νέα ονοματοθεσία και τι σχέση έχει με την πρωτογένεια, με τη διάσπαση του χρόνου και μ' όλα τ' άλλα που μας είπε παραπάνω;

Και δεν σταματά εδώ, αλλά συνεχίζει: Μέλημα του ζωγράφου είναι να εξοστρακίσει τη χρονικότητα, αναζητώντας, εκτός από την πρωτογένεια μιας νέας ονοματοθεσίας, και την πρωτογένεια μιας «ιδιωματικής γραφής». Αυτό το τελευταίο, παραδόξως φαίνεται κάπως κατανοητό. Υποθετικά πάντα, η ιδιωματική μορφή, είναι μια δική του τεχνοτροπία που αποδίδει το δικό του πρόσωπο ή έστω το ιδίωμα. Κι αυτό το απλό πράγμα, δηλαδή το να βρει ο ζωγράφος το προσωπικό του ύφος, το κάνει μόνο και μόνο για να εξοστρακίσει τον χρόνο; Μυστήρια πράγματα συμβαίνουν στον χώρο της τέχνης κι ακόμα πιο μυστήρια στον χώρο της κριτικής...

Προσέξτε όμως να δείτε, ότι αυτή η ιδιωματική μορφή θα εκκολάψει στην τεχνοκριτικό, πολλά πράγματα παρακάτω: «...μιας ιδιωματικής μορφής, που θα του επιτρέψει την αναδόμηση, ενός κόσμου όπου μέσα του, ερωτικά συγκλίνουν τα πάντα, ικανοποιούνται, αποκαθίσταται».

Εδώ μπαίνει και το ερωτικό στοιχείο. Έτσι, πρωτού τελειώσει το τεχνοκριτικό σημείωμα της κυρίας αυτής, εμείς θα έχουμε γνωρίσει και το πρόβλημα του έρωτα του καλλιτέχνη μας. Αν καταλάβαμε λοιπόν σωστά, ο ζωγράφος προσπαθεί να εξοστρακίσει τον χρόνο, που είναι ένα σωρό πράγματα -αυτά τα περνάμε στο ντούκου- κι αυτό το κάνει αναζητώντας την προσωπική του έκφραση για να ξαναδημιουργήσει (η αναδόμηση που λέγαμε) τον κόσμο και να πετύχει και στον έρωτα, θαρρείς πως ο έρωτας δεν έχει σχέση με τον χρόνο. Βλέπετε λοιπόν, ότι αυτή κουλτουριάρα, με το να θέλει να πει πολλά, τελικά δεν λέει τίποτα;

Το «αφιέρωμα» στα αλαμπουρνέζικα των κουλτουριάρηδων, θα κλείσει με ένα ακόμα μικρό δείγμα της «κουλτούρας» τους. Δεν θα γίνει κάποια ανάλυση, όπως στο προηγούμενο κείμενο. Πάρτε το ως «άσκηση» για το σπίτι και πέστε και σε μας τι καταλάβατε:

«Ο ελλαδικός άνθρωπος στην Ορθοδοξία διατυπώνει τον αρνητικό του νόστο ως «ζώο θεούμενο», μέσα από τον διάλογο του Εγώ του με το Άλλο, ως Ανταρσία ενάντια σε ένα Είναι δίχως Πρόσωπο, αφηγείται το καθολικό του βίωμα, τη διαδικασία ενσάρκωσης στο Εγώ του, την πρόσκτηση, με ενοποιό τον εαυτό του, του διάχυτου και απρόσωπου ως την έλευση του γίγνεσθαι που μετουσιώνεται τώρα, μέσα από την ιστορία του, την διάρκεια της Πράξης του, στο Εσύ και το Εμείς του Εκκαθολικευόμενου Εγώ του...

Ο χριστιανικός άνθρωπος εγκολπώνει το Άλλο στο εκκαθολικευμένο του Εγώ, στο Εσύ και στο Εμείς, «ζωντανό σώμα του Θεού», εκκλησία του. Το Άλλο γίνεται έτσι Εσύ για να θριαμβεύσει ως Εμείς μέσα σε ένα Εγώ μεγαλωμένο δυνάμει στο άπειρο, Έρωτας ως Πράξη του Εσύ έξω από τον Καιρό, και ιστορία ως Πράξη του Εμείς, ενσαρκωμένος Καιρός, συμπίπτουν σε μια δισυπόστατη υφή ενός γίγνεσθαι που εκφράζεται στο Πρόσωπο, στην Παρουσία του Ανθρώπου ως ερωτικής σχέσεως, ως αγαπητικής πράξης».

(Περιοδικό «Αντί», αρ. 239, σελ. 20-21, 1983)

Κείμενα σαν τα παραπάνω, δίνουν το κακό παράδειγμα στη χρήση της γλώσσας, στους νέους που τα διαβάζουν. Η νεότερη γενιά που ψευτομορφώνεται με τέτοια κείμενα, θα γράφει ακόμα χειρότερα και οι παρατηρήσεις της θα είναι και χειρότερες και πιο γελοίες. Ο Στρατής Δούκας έλεγε χαρακτηριστικά, ότι με την λογοτεχνία σήμερα ασχολούνται αποκλειστικά οι άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από γλώσσα. Τα κακά επομένως είναι δύο:

1) Η διαφθορά των νέων που θα εκφράζονται χειρότερα στο μέλλον.
2) Η διαφθορά της ίδιας της γλώσσας που κι αυτή θα γίνει θολή και νερόβραστη.

Παλαιότερα, κάποιος καθηγητής γλωσσολογίας έλεγε: «Μακριά από τους μορφωμένους!» κι αυτό που έλεγε εκείνος ο αγαθός άνθρωπος, ισχύει εκατό φορές περισσότερο για τους σύγχρονους κουλτουριάρηδες που ούτε τη γλώσσα ξέρουν και ούτε έχουν οργανωμένη σκέψη.

Για όσους συναισθάνονται αυτή την εξαχρείωση της γλώσσας και θλίβονται κατάκαρδα για όλη αυτή την κατάντια, η λύση είναι μία: Να προσέχουμε πολύ τα λόγια μας κι ακόμα περισσότερο τα γραπτά μας. Κάθε τι που λέμε να το σκεφτόμαστε, και προπάντων πρέπει να γράφουμε κατανοητά. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να διαβάζουμε κλασικά κείμενα της λογοτεχνίας μας, που έχουν σωστή και ζωντανή γλώσσα κι επίσης να στήνουμε αυτί στις κουβέντες του λαού.

Ο Σολωμός πήγαινε στις ταβέρνες της Κέρκυρας για ν' ακούσει πρόσφυγες από την Κρήτη που τραγουδούσαν μαντινάδες. Ο Καβάφης πήγαινε στα καφενεία και τα φαρμακεία της ελληνικής παροικίας της Αλεξάνδρειας κι έστηνε αυτί για να τσακώσει καμιά ζωντανή ελληνική φράση.

Ενώ εμείς, σήμερα διαμορφώνουμε τη γλώσσα μας από τις εφημερίδες, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, και χώρια που δεν μας μένει καιρός ούτε να σκεφτούμε, ούτε να χωνέψουμε αυτά που βλέπουμε κι ακούμε. Πάντως, ούτε το να στήνουμε αυτί αρκεί. Χρειάζεται και κάτι ακόμα: Να ασκούμαστε στο γράψιμο. Και η άσκηση γραφής, κρατάει μια ζωή...

Πηγή: Το κείμενο είναι του συγγραφέα Ντίνου Χριστιανόπουλου και αποτελεί διασκευασμένο απόσπασμα από συζήτηση με τον επίσης συγγραφέα Περικλή Σφυρίδη («Αλαμπουρνέζικα ή η γλώσσα των σημερινών κουλτουριάρηδων», πρώτη έκδοση 1990).

---------------

Οι Podemos και ο θείος τους - Του Γιάννη Μακριδάκη

Πέμπτη, Νοεμβρίου 27, 2014
Οι Podemos και ο θείος τους - Του Γιάννη Μακριδάκη

Έχουμε λοιπόν μία Αριστερά αποπροσανατολισμένη, παρωχημένη, ανίκανη και απρόθυμη να δει, να σκεφτεί και να δράσει οικουμενικά, πολιτευόμενη μονάχα συστημικά εξ ενστίκτου επιβίωσης, μια Αριστερά σε μεγάλη κρίση ταυτότητας και συνείδησης δηλαδή, κρίση απολύτως εμφανή σε όλες τις εκφάνσεις του πολιτικού μας βίου.
Διαβάζοντας χθες το άρθρο του Καρακούση στο Βήμα  για την μεγάλη κρίση της δεξιάς παράταξης δεν μπόρεσα να μην αναλογιστώ την ανάλογη μεγάλη κρίση της Αριστεράς. Η οποία μεταλλάχθηκε όπως ήταν φυσικό κι αυτή κατόπιν του αποπροσανατολισμού της κοινωνίας, σε συστημική Αριστερά, με την έννοια ότι είναι εγκλωβισμένη εντός των ορίων του χρηματοοικονομικού συστήματος, αποδέχεται πλήρως τους ορισμούς και τις αξίες του, πολιτεύεται δε με στόχο την συντήρηση και την επιβίωσή του και αυτό είναι πασιφανές κυρίως τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης αλλά και απολύτως (φυσιο)λογικό αφού οι άνθρωποι οι οποίοι την αποτελούν είναι οι ίδιοι προσωπικά απολύτως εγκλωβισμένοι στο σύστημα ως καταναλωτές.

Έχουμε λοιπόν κατά το πλείστον μία Αριστερά καταναλωτών γαλουχημένων να επιβιώνουν κυκλοφορώντας το χρήμα, μη ικανών να επιβιώσουν απεκδυόμενοι την ιδιότητά τους ως γρανάζια του συστήματος που ζει και ανασαίνει από την κυκλοφορία του, μη γνωριζόντων και μη διανοουμένων καν πολλών από αυτών ότι υπάρχει και άλλος τρόπος ζωής και θεώρησης του κόσμου, με άλλα ιδανικά, αξίες και ορισμούς. Μία Αριστερά η οποία και λόγω ακριβώς αυτής της σύνθεσης της πλειονότητας των μελών της, άνοιξε τις αγκάλες της από ένστικτο αυτοσυντήρησης συστημικής σε κάθε καρυδιάς καρύδι μετά από την καταβαράθρωση του παραδοσιακού δικομματισμού και ενσωμάτωσε πάντες τους κομματικά ορφανούς ρηχούς, αδαείς, αμόρφωτους, ιδιοτελείς, επενδυτές σε πολυεθνικές του θανάτου, καιροσκόπους πολιτικάντηδες και διάφορους άλλους τύπους, οι οποίοι, εκτός των άλλων, λόγω και του ότι θεωρούν τον εαυτό τους σπουδαίο, καίγονται, όπως αποδεικνύουν περίτρανα οι βλακώδεις κατά καιρούς δηλώσεις τους, τις οποίες ηλιθιωδώς κατόπιν διευκρινίζουν απανωτά, να πραγματοποιηθεί ο διακαής τους πόθος για αλλαγή πολιτικής φρουράς (και μόνον) και (επ)άνοδό τους στα οφίτσια.

Το άλλο βεβαίως μέρος της Αριστεράς, η εσωτερική της μειονότητα που ανέχεται όλους αυτούς, αποτελεί και αυτό μίαν ακόμη πίκρα. Διότι στην πλειονότητά τους είναι παρωχημένα πλέον πολιτικά όντα, δίχως οικουμενικότητα στοχαστική, ένα κράμα καταναλωτή και παλαιο-σοσιαλιστή, μπερδεμένου απόλυτα, ως είναι φυσικό, ανάμεσα στις αλληλοσυγκρουόμενές του ιδιότητες, εξ ου και οι πολιτικές που προτείνουν είναι παρωχημένες εκτός από αποδεδειγμένα αδιέξοδες, π.χ για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας προτείνουν εκβιομηχάνιση, επαναφορά δηλαδή στην αποτυχημένη πεπατημένη του παγκοσμίου συστήματος η οποία μας έφερε ως ανθρωπότητα μέχρι εδώ, πρεσβεύουν δηλαδή το πισωγύρισμα του χρόνου και τίποτε παραπάνω.

Έχουμε λοιπόν μία Αριστερά αποπροσανατολισμένη, παρωχημένη, ανίκανη και απρόθυμη να δει, να σκεφτεί και να δράσει οικουμενικά , πολιτευόμενη μονάχα συστημικά εξ ενστίκτου επιβίωσης, μια Αριστερά σε μεγάλη κρίση ταυτότητας και συνείδησης δηλαδή, κρίση απολύτως εμφανή σε όλες τις εκφάνσεις του πολιτικού μας βίου, μια Αριστερά εκπροσωπούμενη, τουλάχιστον στις θέσεις των πρωτοκλασάτων στελεχών αυτής, από ανθρώπους οι οποίοι θα έπρεπε να τελούν πλέον υπό πολιτική απόσυρση λόγω ηλικίας τουλάχιστον, αντ' αυτού όμως κατέχουν θέσεις σημαντικές και επηρεάζουν με την συντηρίλα που αποπνέει ένας άνθρωπος της τρίτης ηλικίας τους νεώτερους και την πορεία του χώρου, έχουμε μία Αριστερά ιδεολογικά μεν ρηχή, ανεπαρκή και αραχνιασμένη, εμφανισιακά δε επηρεασμένη, μιμούμενη και απολύτως ομοιάζουσα με την συντηρητική δεξιά δίχως γραβάτα.

Εξ ου και στις πρόσφατες φωτογραφίες από την Ισπανία, ο Αλέξης δίπλα στους Podemos έμοιαζε, λόγω εμφάνισης και γλώσσας του κορμιού του, όπως σχολίασε εύστοχα μία καλή μου φίλη, σαν να ήταν ο Έλληνας θείος τους που ήρθε απ' τα παλιά.

----------
[Πηγή]

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Ο καλός κύριος Φορτσάκης κι εμείς (με έμφαση στο δεύτερο) - Του Σπύρου Γεωργάτου

Σάββατο, Νοεμβρίου 22, 2014
Ο καλός κύριος Φορτσάκης κι εμείς (με έμφαση στο δεύτερο)
Ανάστατο το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετά το «κλείδωμα» της Πρυτανείας, τα ΜΑΤ, τις συλλήψεις, την ανοίκεια επίθεση σε βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου κι εκείνο το αλλιώτικο ύφος που παραπέμπει σε άλλους καιρούς και άλλα ήθη, ο καλός κύριος Φορτσάκης θέλει τώρα να καταργήσει τους φοιτητικούς συλλόγους και να «κυβερνά» μέσω ηλεκτρονικών δημοψηφισμάτων. Σημεία των μνημονιακών καιρών, όπου οι συλλογικές διαδικασίες εξοβελίζονται, τα συλλογικά όργανα υποκαθίστανται από εικονίδια και ψηφία κι όποιος δεν συμμορφώνεται προσάγεται για τα περαιτέρω. Θα μπορούσε κανείς να κουνήσει με απογοήτευση το κεφάλι κατατάσσοντας όλα αυτά τα περιστατικά αυτά στον φάκελο «έργα και ημέρες ακραίως ακραίων». Δεν δραπετεύουμε όμως τόσο εύκολα με ένα «αι χάσου». Πώς και γιατί εξελέγη αυτός ο άνθρωπος Πρύτανης σε ένα ιστορικό Πανεπιστήμιο και μάλιστα με άνετη πλειοψηφία; Ανεξάρτητα από τα ευτράπελα με τις προ-επιλογές υποψηφίων και τα Συμβούλια που διοικούν για λογαριασμό της κυβέρνησης το Πανεπιστήμιο, κάποιοι –και μάλιστα πολλοί- τον επέλεξαν. Για να το δούμε λοιπόν αυτό με όσο γίνεται πιο καθαρό μάτι.

Το φαινόμενο του «φθίνοντος λόγου»

Τα τελευταία χρόνια, μεγαλο μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας (τόσο καθηγητές όσο και φοιτητές) φαίνεται να προσαρμόζεται πλαστικά στην εκάστοτε κυβερνητική πολιτική. Τα αριθμητικά δεδομένα των πρόσφατων εκλογών για την εκλογή μελών των Συμβουλίων Ιδρύματος και πρυτανικών αρχών δείχνουν ανάγλυφα το εξής: ενώ το 1/3 περίπου των μελών του διδακτικού-ερευνητικού προσωπικού  αντιστέκονται στις μεθοδεύσεις του Υπουργείου (π.χ., ηλεκτρονική ψηφοφορία, προ-επιλογή υποψηφίων από τα Συμβούλια Ιδρύματος), τα υπόλοιπα 2/3 προσαρμόζονται ανάλογα με τις συνθήκες και τελικά συμμορφώνονται σε όσα προβλέπει ο νόμος Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου. Ποσοστό κατά πολύ μικρότερο των 2/3 συμμετέχει στις εκλογές των συλλόγων του διδακτικού-ερευνητικού προσωπικού, ενώ ένα ακόμη μικρότερο ποσοστό, περίπου το 1/10, δίνει το παρόν στις γενικές συνελεύσεις των συλλόγων και τις απεργιακές κινητοποιήσεις. Αυτό το «φαινόμενο του φθίνοντος λόγου», είναι αποκαλυπτικό.

Φυσιολογικά, θα περίμενε κανείς τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας να είναι συσπειρωμένα γύρω από τους συλλόγους τους και να κινητοποιούνται αγωνιστικά για θέματα που τους αφορούν άμεσα όπως η φοιτητική μέριμνα, οι μισθολογικές περικοπές, οι εξελίξεις, οι διορισμοί και οι συνθήκες εργασίας που επικρατούν στους εκπαιδευτικούς και τους ερευνητικούς χώρους. Βέβαια, το πάτημα ενός πλήκτρου στην ηλεκτρονική ψηφοφορία είναι μια στάση λιγότερο απαιτητική από την ενεργό συμμετοχή στις συλλογικές διαδικασίες. Αν το σκεφτούμε όμως καλύτερα, θα διαπιστώσουμε ότι όσο εύκολη είναι η «υπακοή» πατώντας ένα πλήκτρο στην ηλεκτρονική ψηφοφορία, άλλο τόσο θα ήταν και η «ανυπακοή» αν αποφάσιζε κανείς να μην το πατήσει. Για αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε μια εναλλακτική ερμηνεία που ίσως εξηγεί καλύτερα τη φαινομενικά παθητική στάση μεγάλης μερίδας πανεπιστημιακών.

Μια βάσιμη ερμηνεία είναι ότι οι συνδικαλιστικές ενώσεις στο Πανεπιστήμιο (με εξαίρεση ίσως τα σωματεία των διοικητικών υπαλλήλων που κινήθηκαν με διαφορετικό τρόπο την τελευταία περίοδο) ασχολούνται ελάχιστα με θέματα εργασιακής φύσεως και προβλήματα που έχουν σχέση με την καθημερινότητα του Πανεπιστημίου. Το ίδιο ισχύει και για τους (αποδεκατισμένους) φοιτητικούς συλλόγους. Και αυτό συμβαίνει διότι την υπεράσπιση των «συνδικαλιστικού» και των «κλαδικού» τύπου αιτημάτων την έχουν αναλάβει εργολαβικά τα θεσμικά όργανα, όπως οι Πρόεδροι των Τμημάτων και οι πρυτανικές αρχές οι οποίες, αντί να επικεντρώνονται σε θέματα θεσμικού χαρακτήρα, πολλές φορές συμπεριφέρονται ως «πάτρονες» που προστατεύουν επιλεκτικά μερίδες της κοινότητας οι οποίες αποτελούν την «πελατεία» (clientele) της διοίκησης.

Επομένως, η συμπεριφορά μεγάλης μερίδας πανεπιστημιακών που εκλέγουν «τον λάθος άνθρωπο» δεν είναι καθόλου «παράδοξη» ή «ανεξήγητη». Εξηγείται από το γεγονός ότι εκτεταμένα πελατειακά δίκτυα λυμαίνονται το Πανεπιστήμιο και διαχειρίζονται όχι μόνο συμβολικό κεφάλαιο, αλλά και συγκεκριμένα υλικά προνόμια, δηλαδή θέσεις εργασίας, πρόσθετες αμοιβές, επιλεκτική πρόσβαση σε κοινοτικά κονδύλια, κλπ.

Για να το διατυπώσω διαφορετικά: στο σημερινό Πανεπιστήμιο εξελίσσεται ένα περίεργο φαινόμενο «αντιποίησης αρμοδιοτήτων»: με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα θεσμικά όργανα (πρυτανικές αρχές, πρόεδροι, κλπ)  συμπεριφέρονται ως διαμεσολαβητές που προωθούν κατά βάση συντεχνιακά αιτήματα και εξασφαλίζουν «προστασία» στο lobby τους, ενώ οι συνδικαλιστικές ενώσεις, οι σύλλογοι,  συμπεριφέρονται λίγο-πολύ ως πολιτικές παρατάξεις που με έναν μαξιμαλιστικό ή καταγγελτικό τρόπο προσφέρουν ένα κάποιο άλλοθι -σε όσους βέβαια το χρειάζονται.

Το μόνο forum στο οποίο γίνεται μια στοιχειώδης συζήτηση για θέματα θεσμικής φύσεως και γενικότερης ακαδημαϊκής σημασίας είναι το υπερ-όργανο της συνόδου των πρυτάνεων, που δεν αποτελεί βέβαια «σύνθεση» των Συγκλήτων, αλλά μια λίγο-πολύ αυτόνομη ομάδα «παραγόντων» που κινείται με τον δικό της τρόπο ανάμεσα στο Πανεπιστήμιο και το Υπουργείο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κυριαρχεί η στρεβλή αντιπροσώπευση και ο απροκάλυπτος παραγοντισμός.

Το υπόβαθρο των πελατειακών σχέσεων

Οι πελατειακές σχέσεις στο Πανεπιστήμιο –όπως και σε άλλα τμήματα του δημόσιου τομέα- δεν είναι μια «ατέλεια» ή μια «υποστροφή» προς ένα καθεστώς φεουδαρχικού τύπου με πάτρονες και προστατευόμενους που οφείλεται σε «πολιτισμική υστέρηση», αλλά ένας συγκεκριμένος τρόπος συνάρθρωσης τυπικών κανόνων και άτυπων «παραδόσεων» που συνεργαστικά αναπαράγουν την κυρίαρχη ιδεολογία. Αυτός ο τρόπος συνάρθρωσης δεν είναι βέβαια ο μόνος δυνατός. Γιατί όπως βλέπουμε αυτές τις ημέρες από τα γεγονότα στο ΕΚΠΑ, υπάρχει και ο εναλλακτικός τρόπος χειρισμού και «διαπαιδαγώγισης» της «πελατείας» μέσω του αυταρχισμού και της προσφυγής στην κρατική καταστολή.

Από πού προκύπτουν και πού στηρίζονται οι πελατειακές σχέσεις στο Πανεπιστήμιο; Με δεδομένη τη σημασία που έχει η απουσία ακαδημαικής παράδοσης στα ελληνικά πανεπιστημιακά πράγματα, τρεις άλλες συνθήκες δημιουργούν τις προυποθέσεις για την ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων. Πρώτον, η καταστρατήγηση του αυτοδιοίκητου και οι αλληλεξαρτήσεις της κεντρικής γραφειοκρατίας (Υπουργείο) με τις πρυτανικές αρχές και άλλους «παράγοντες». Δεύτερον, η εργασιακή επισφάλεια (ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις χαμηλές καθηγητικές βαθμίδες και το επί συμβάσει προσωπικό). Και τρίτον, η συστηματική υποχρηματοδότηση στην έρευνα και την εκπαίδευση που έχει εφαρμοστεί τις δυο τελευταίες δεκαετίες.

Στη μνημονιακή περίοδο, η δημόσια επένδυση για την Παιδεία έφτασε σε οριακό σημείο (είμαστε 27οι στους 28 σε ευρωπαικό επίπεδο), με συνέπεια τη μη αντιστρεπτή απώλεια πολλών υποδομών και την ηθική/ψυχολογική φθορά του ανθρώπινου δυναμικού, που πλέον αναζητεί λύσεις στην πρακτική της «διευκολυνόμενης» ανέλιξης, της ετεροαπασχόλησης, της αποχής από την εργασία (absenteeism) ή τη μετανάστευση. Η υποχρηματοδότηση δεν καθιστά (μόνο) ατελέσφορη την προσπάθεια που καταβάλλεται στο εκπαιδευτικό και το ερευνητικό επίπεδο, αλλά και ανατροφοδοτεί άλλα φαινόμενα όπως την συστηματική διαστρέβλωση των όποιων κανόνων και των ελεγκτικών μηχανισμών σε ό,τι αφορά την αποτίμηση του παραγόμενου εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου. Όταν όλοι γνωρίζουν ότι «με αυτά τα μέσα δουλειά δε γίνεται», είναι φυσικό να ελαστικοποιούνται ή να παραμορφώνονται όλοι οι κανόνες –συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν στην εργασιακή συνέπεια και το ακαδημαϊκό ήθος. Προφανέστατα, η ανεπάρκεια μέσων και πόρων που προκύπτουν από την υποχρηματοδότηση «εκλογικεύει» και νομιμοποιεί επίσης την εισαγωγή κερδοσκοπικών κριτηρίων στις εκπαιδευτικές λειτουργίες καθιστώντας «αυτονόητη» την ιδιωτικοποίηση. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η διολίσθηση στην υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων θέσεων είναι πολύ εύκολη.

Ακόμη και αν μεταβληθεί το πολιτικό σκηνικό στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές, αυτή η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει από τη μία μέρα στην άλλη. Το αντίθετο θα συμβεί: εάν μια άλλη κυβέρνηση επιχειρήσει να εισαγάγει ένα πιο δημοκρατικό, αλλά και πιο ορθολογικό, κανονιστικό πλαίσιο, είναι ενδεχόμενο η «απάθεια» μιας μεγάλης μερίδας μελών του διδακτικού-ερευνητικού προσωπικού να μετατραπεί σε «μαχητική διεκδίκηση» των απολεσθέντων εικονικών ή υλικών προνομίων τους. Εάν λοιπόν το ζητούμενο είναι η παραγωγική κινητοποίηση της κοινότητας και η συγκεκριμενοποίηση ενός νέου Οράματος, οι δυνάμεις που εκπροσωπούν την ακαδημαϊκότητα και την ανανέωση του Πανεπιστημίου θα πρέπει να εφεύρουν νέους τρόπους επικοινωνίας με το σύνολο της κοινότητας και να εισηγηθούν ένα νέο πλέγμα μέτρων. Αυτό δεν μπορεί να γίνει εύκολα παρά μόνο μέσω «πυρήνων ποιότητας» (δηλαδή μειοψηφιών), που μπορούν να ερεθίσουν ξανά τα ακαδημαϊκά αντανακλαστικά παράγοντας πρωτότυπες επεξεργασίες και προγραμματικό λόγο. Αυτή η εκτίμηση μπορεί να ξενίζει και να ακούγεται «αριστοκρατική», αλλά, πώς να το κάνουμε, αντικατοπτρίζει μια πραγματικότητα και αντιστοιχεί σε μια πραγματική ανάγκη.

Προς αναζήτηση Νέων Δομών

Ένα υπόδειγμα «αντι-δομής», ή καλύτερα «ενδιάμεσης δομής», που ενεργοποιήθηκε στο ελληνικό Πανεπιστήμιο από το 1976 ως τις αρχές του ’80, δηλαδή σε μια κρίσιμη περίοδο της μεταπολίτευσης, ήταν ο «Πανεπιστημιακός Όμιλος». Ο Όμιλος -όπως μπορεί να θυμούνται οι γηραιότεροι - ήταν μια ένωση προσώπων με 80 περίπου μέλη από όλη την επικράτεια, στην πλειοψηφία τους καθηγητές των ΑΕΙ με σημαντικό επιστημονικό έργο και αντιστασιακές περγαμηνές στην περίοδο της δικτατορίας. Είχε «κεντροαριστερό» πολιτικό στίγμα που εκτείνονταν από το «ηρωικό» ΠΑΣΟΚ μέχρι το ΚΚΕεσ και τις παρυφές του (μεταπολιτευτικού) ΚΚΕ. 


Η ιδρυτική διακήρυξη του Πανεπιστημιακού Ομίλου περιελάμβανε τέσσερις στόχους:

1. Να περιγραφούν τα εκπαιδευτικά προβλήματα στην πραγματική τους διάσταση (ιστορική, κοινωνική, οικονομική, πολιτισμική).
2. Να διατυπωθούν επιστημονικά κατοχυρωμένες προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.
3. Να ξεπεραστεί η τεχνοκρατική αντίληψη για τον ρόλο της Επιστήμης στη σύγχρονη ζωή, ώστε οι έλληνες επιστήμονες να στοιχίσουν τη γνώση τους προς τα ευρύτερα προβλήματα του ελληνικού χώρου και
4. Να καθοριστούν οι στόχοι της εκπαίδευσης έτσι ώστε η αλλαγή να θέσει την Παιδεία πραγματικά στην υπηρεσία του λαού.


Παρά την προοδευτική στοχοθεσία του, ο Πανεπιστημιακός Όμιλος είχε συγκεκριμένα όρια και έναν κάποιο «ακαδημαικό συντηρητισμό» που δεν κατόρθωσε να υπερβεί όταν το πανεπιστημιακό κίνημα έθεσε επί τάπητος το πρόβλημα του ενιαίου φορέα διδασκόντων και της συνδιοίκησης στο τέλος της δεκαετίας του ‘70. Παρόλα αυτά, οι παρεμβάσεις του, ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια μετά τη δημιουργία του, υπήρξαν καίριες και υποβοήθησαν τη συγκρότηση ενός εκπαιδευτικού μετώπου, που τελικά κατόρθωσε να επιβάλει τις θέσεις του και να επιτύχει την αλλαγή του νόμου-πλαισίου το 1982.

Ένα ανάλογο Όργανο, μια «ενδιάμεση δομή» αυτού του τύπου, προσιδιάζει ίσως στις σημερινές συνθήκες. Βέβαια, το Πανεπιστήμιο δεν χρειάζεται αυτή τη φορά «μεγαλοσχήμονες», ιδίως τώρα που οι άνθρωποι «με προσωπικές και επώδυνες εμπειρίες από την ηρωική εποχή» -όπως λέει ο Δ. Μαρωνίτης- σιγά-σιγά αφυπηρετούν και αποστρατεύονται. Εκείνο που χρειαζεται είναι ένα μέτωπο πανεπιστημιακών που διαθέτουν αδιαμφισβήτητο ακαδημαϊκό κύρος και αναγνωρισιμότητα, αλλά δεν ανήκουν στη χωρεία των «μεγαλοπαραγόντων» και των «παρατρεχάμενων» του εκάστοτε Υπουργείου –ακόμα και αν αυτό το Υπουργείο είναι μέρος μιας «προοδευτικής» κυβέρνησης. Επιπλέον, χρειάζεται ένα «χώρος» με αίσθηση κοινωνικής ευθύνης, πολιτική εγρήγορση και επίγνωση των συσχετισμών, αλλά εντελώς απαλλαγμένος από μικρο-παραταξιακές δεσμεύσεις και ιδεολογικό πουριτανισμό. Το κυριότερο: χρειάζεται ένα Όργανο που έχει διαρρήξει τα δεσμά μιας «μικρομεσαίας» παράδοσης και έχει χωρίς περιστροφές υιοθετήσει ως κύριο «αλγόριθμο» της ανάλυσής του την ακαδημαϊκότητα, δηλαδή την πίστη στην αυταξία της Παιδείας, τη στράτευση στην «Ιδέα του Πανεπιστημίου» και τη χωρίς υποσημειώσεις αποδοχή της Κριτικής μέσα σε μια διαδικασία παραγωγικής αμφισβήτησης.

Με τί θα μπορούσε να καταπιαστεί ένας νέος Πανεπιστημιακός Όμιλος στην παρούσα συγκυρία; Πρώτα απ’ όλα με τα λεγόμενα μεγάλα θέματα όπως η χρηματοδότηση, η αξιολόγηση και το θεσμικό πλαίσιο της ανώτατης εκπαίδευσης. Μέσα σε κάθε ένα από αυτά τα θέματα υπάρχουν «γκρίζες ζώνες» που δεν είναι καθόλου αυτονόητο πώς πρέπει κανείς να τις διαβεί. Τί ακριβώς σημαίνει «αυτοδιοίκητο» στην περίπτωση της «δημόσιας, δωρεάν Παιδείας»; Τί διακρίνει την πλήρη «απελευθέρωση» (deregulation) της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την πλήρη εγκατάλειψη του Πανεπιστημίου από τον διακριτικό δημόσιο έλεγχο με σεβασμό της αυτονομίας των ΑΕΙ; Ποια ακριβώς είναι τα θεσμικά μέτρα που θωρακίζουν τα ΑΕΙ απέναντι στους κερδοσκόπους και την ιδιωτικοποιήση; Πώς θα μπορούσε να αξιοποιηθεί μια πιθανή αύξηση της δημόσιας επένδυσης για την Παιδεία και πώς θα αντιμετωπιστεί σε αυτή την περίπτωση το διαχρονικό αίτημα του ... «δώσε και σε μένα μπάρμπα»; Χρειαζόμαστε κάποιας μορφής απολογισμό και αξιολόγηση προσώπων και δομών; Σε τί θα διέφερε μια «χρηστή» και «χρήσιμη» ΑΔΙΠ από την ΑΔΙΠ που υπάρχει σήμερα; Για τις συνέργειες και την οριζόντια δικτύωση τί λέμε; Έχει νόημα η έννοια των «πόλων», δηλαδή των clusters που απαρτίζονται από περισσότερα του ενός Πανεπιστήμια και μοιράζονται χώρους και (ενδεχομένως) προσωπικό; Εξοικονομούνται πόροι με αυτόν τον τρόπο και εξασφαλίζονται κρίσιμες μάζες; Πώς διοικούνται τέτοιες οντότητες; Κοντολογίς, τί πάει να πει «ανατροπή» στο πεδίο της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας;

Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα διαφέρουν πάρα πολύ αν απαιτήσουμε, όπως αναφέρει στην ιδρυτική του διακήρυξη ο Πανεπιστημιακός Όμιλος,  επιστημονική τεκμηρίωση, ή εάν, αντίθετα, αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα του ακαδημαικού χώρου όπως μέχρι τώρα, με την ελαφρότητα του επιχειρήματος «αυτά είναι ψευδο-διλήμματα και επινοήσεις των νεοφιλελευθέρων». Ο προγραμματικός λόγος των ακαδημαικά και δημοκρατικά σκεπτόμενων δεν μπορεί παρά να είναι ένας λόγος αξιολογικά μεταρρυθμιστικός -και  σε αυτό τον βαθμό και το μέτρο ριζοσπαστικός. Αυτό, ας μη γελιόμαστε,  σημαίνει αξιολογικές αλλαγές σε όλα τα επίπεδα, τη χρηματοδότηση, το θεσμικό πλαίσιο, τις υποδομές.

Όσα γράφονται παραπάνω θα ήταν ίσως το καλύτερο «φάρμακο» και η επί της ουσίας απάντηση στον κύριο Φορτσάκη. Γιατί, όπως λέει και ο καλός συνάδελφός μου Γιάννης Παντής, η λέξη-κλειδί στην εποχή μας είναι «Αξιοπρέπεια». Θα προσέθετα ακόμη μια, με το ίδιο πρώτο συνθετικό: «Αξιοκρατία». 

Σπύρος Γεωργάτος

----------------
[Πηγή]

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

43 χρόνια μετά. Συνάντηση Συμμαθητών 2ου Γυμνασίου Αρρένων Βόλου 1971 στις 07.11.2014

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2014
43 χρόνια μετά. Συνάντηση Συμμαθητών 2ου Γυμνασίου Αρρένων Βόλου 1971 στις 07.11.2014
Στο κέντρο «Ηλίας», στο ρέμα της Άλλης Μεριάς, Παρασκευή βράδυ, 7 Νοεμβρίου 2014, παρόντες οι κ.κ.:

Αλεξίου Νίκος, Ανδρεαδάκης Γιώργος, Αντωνίου Κώστας, Αποστόλου Απόστολος, Βαγδούτης Γιάννης, Βαρδάλης Μανώλης, Βλαχάβας Γιώργος, Βολιώτης Βλάσης, Γκάνας Νίκος, Γκίκας Κώστας, Δημουλάς Κώστας (από την Αθήνα), Δουκαντζής Κώστας, Δούρας Νέστορας, Θεοδώρου Γιάννης, Θεοδώρου Παναγιώτης, Ιωάννου Σάκης, Καϊμάκης Αλέξης (από την Αθήνα), Καλλίας Ανδρέας, Καλλίας Παντελής, Καραχάλιος Στέφανος (από την Αθήνα), Κατσιόπουλος Τάσος, Κουτές Γιώργος, Μέκα Ρομπέρτο, Μέμτσας Πάρις, Μπακογιάννης Χαράλαμπος (από την Αθήνα), Μωραϊτόπουλος Απόστολος, Πανταζής Νίκος, Παπαχρήστος Νίκος, Παπουτσιδάκης Γιάννης, Παταβάλης Δημήτρης, Πατσαντάς Σωτήρης, Σδουκόπουλος Αποστόλης, Σκούρας Αγάλος, Σκυργιάννης Χαράλαμπος, Σούρλας Πέτρος, Σφυάκης Ανέστης, Σχορετσανίτης Κώστας (από τα Τρίκαλα), Τριανταφύλλου Σταύρος, Τσαούσης Δημήτρης, Τύμπας Γρηγόρης, Φιλιππιτζής Γιάννης, Φράγκος Γιάννης, Χιώτογλου Γιάννης, Χλέμπος Δημήτρης.

Παρόντες επίσης οι καθηγητές μας Κωνσταντίνος Αβραμίδης (μαθηματικός), Βασίλειος Κοτσμανίδης (θεολόγος), Απόστολος Παπαποστόλου (μαθηματικός), Κωνσταντίνος Σαρδέλλης (φυσικός), Ευστάθιος Τοπαλίδης (γυμναστής). Είχαν προσκληθεί ακόμη οι φιλόλογοι Ιωάννης Βουλγαρίδης, Βασίλειος Μπαλτάς, Ιωάννης Ντόβας, ο μαθηματικός Ιωάννης Λαμπράκης και ο γυμναστής Ιωάννης Τσιτσιγιάννης, που δεν μπόρεσαν τελικά να προσέλθουν.

Οριστικά απόντες συμμαθητές δεκατέσσερις: Μιχάλης Αδαμάκης, Χρήστος Αϋφαντής, Θόδωρος Καγιόπουλος, Νίκος Κουκουσέλης, Νίκος Κωνσταντινόπουλος, Αλέκος Κωνσταντίνου, Αποστόλης Κωφός, Φίλιππος Μακρυγιάννης, Βαγγέλης Μαργώνης, Μάνος Μπαλής, Χρήστος Παπαβασιλείου, Θέμης Πλατιάς, Σταύρος Σκουλής, Στέφανος Σχοινάς. Ένα λεπτό περισυλλογής, τόσο για τους συμμαθητές μας όσο και για τους καθηγητές μας που «έφυγαν» κι ένα ποσόν για τις ανάγκες του Κοινωνικού Φαρμακείου στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, στη μνήμη τους.

Η συνάντηση ξεκίνησε με έναν χαιρετισμό και την «Ωδή εις Σάμον» του Ανδρέα Κάλβου, για να μην ξεχνάμε ότι «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία», με την ανάγνωση του καταλόγου ζώντων και νεκρών, έναν χαιρετισμό από τον κ. Τοπαλίδη εκ μέρους των καθηγητών και την ανάγνωση ιδιαίτερα συγκινητικής επιστολής από τον Μητροπολίτη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κκ. Νεκτάριο, επίσης συμμαθητή μας με το κατά κόσμον όνομα Δημήτριος Ντόβας, σε μια παράγραφο της οποίας γράφεται «Η παιδεία που είχαμε την ευκαιρία να αποκτήσουμε εκείνα τα χρόνια υπήρξε κράμα πολλών και σημαντικών αρετών και πνευματικών αγαθών, Χαίρομαι που στην αποψινή συνάντηση είναι παρόντες και οι πολυσέβαστοι καθηγητές μας, αληθινοί διδάσκαλοι, οι οποίοι αφενός αγάπησαν πολύ τους μαθητές τους, αφετέρου η αγάπη τους εκφράστηκε με μόχθο, θυσία, αλλά και τον κόπο της μάθησης». Προσυπογράφουμε.

Ακολούθησαν η κουβεντούλα της παρέας, οι συζητήσεις με τους καθηγητές μας, το καλό φαγητό του Ηλία με το απαραίτητο κρασάκι, οι αναμνηστικές φωτογραφίες, κι ύστερα πήρε τον λόγο η τεχνολογία. Προβολή μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή δύο dvd παραγωγής Γιάννη Χιώτογλου, το ένα για το «τότε», από το 1965 έως το 1971, το άλλο για το «μετά», για τις συναντήσεις μας από το 1981 μέχρι το 2011. Ύστερα η κορύφωση: διαδικτυακή επικοινωνία με εικόνα και ήχο (μέσω skype) με τον Γιάννη Τσώκο στο Περού και τον Αντώνη Γκρέκα στην Γαλλία. Ασύλληπτα, αδιανόητα πράγματα μέχρι και πριν 5-6 χρόνια…

Στο τέλος, οι καθιερωμένες βραβεύσεις:

Καλύτερη φαλάκρα, παμψηφεί για τρίτη φορά (!) ο Σάκης Ιωάννου.

Πιο άσπρα μαλλιά, προτεινόμενοι Αλεξίου Νίκος, Κατσιόπουλος Τάσος, Μπακογιάννης Μπάμπης, Σκυργιάννης Μπάμπης, Σφυάκης Τάσος, με υψηλό ποσοστό νικητής ο Τάσος Κατσιόπουλος.

Πιο καλοδιατηρημένοι, προτεινόμενοι Αντωνίου Κώστας, Βαρδαλής Μανώλης, Τσαούσης Δημήτρης, σαν σκληρός ανταγωνισμός (10-19-15), νικητής ο Μανώλης.

Το έπαθλο των νικητών, ένα μπουκάλι τσίπουρο που ζεσταίνει την ψυχή.

Αντί για «κλασσική» τούρτα μια ωραία καρυδόπιτα με 43 κεράκια, που τα έσβησαν οι τέσσερις που ήρθαν από Αθήνα και Τρίκαλα ειδικά γι’ αυτήν την συνάντηση.

Η έκπληξη της βραδιάς, ένα εξαιρετικό κεραμικό αναμνηστικό, προσφορά του εξαιρετικού κεραμίστα συμμαθητή μας Νίκου Αλεξίου.

Και επειδή τα χρόνια περνάνε και οι μνήμη όσο να ‘ναι αδυνατίζει, ας θυμηθούμε με συντομία το «χρονικό» των συναντήσεων των αποφοίτων έτους 1971 από το 2ο Γυμνάσιο Αρρένων Βόλου:

1981       στην εβδομάδα μετά το Πάσχα 26.04.1981, 10ετία, συνάντηση στο «Ξενία» και συνέχεια στην ταβέρνα «Η Γωνιά», ακριβώς απέναντι, λίγοι οι συμμετέχοντες

1986       Μάιος ή Ιούνιος, συνάντηση στο εστιατόριο «Ρέμβη», στον Άναυρο, λίγοι οι συμμετέχοντες

1991       μάλλον Απρίλιος, συνάντηση στο κέντρο του ΝΟΒ, 57 συμμετέχοντες, ρεκόρ μέχρι και σήμερα

1996       Νοέμβριος, στου Μπακονικόλα, στις Αλυκές με πλήρη ορχήστρα, τον δικό μας Νίκο Παρθένη να τραγουδάει και όλους να χορεύουν (υπάρχουν ντοκουμέντα…), 52 συμμετέχοντες

2001       25 Μαΐου, 30ετία, στην ταβέρνα «Τα Παιδιά», στο Κατηχώρι με καταρρακτώδη βροχή, λαϊκοδημοτική ορχήστρα αλλά όχι μεγάλη διάθεση για χορό, από ένα τριαντάφυλλο για να το δώσουμε στις συμβίες μας (!), 56 συμμετέχοντες

2006       12 Μαΐου, στο κέντρο «Θεόφιλος», στο Δημαρχείο του Βόλου, το dvd απ’ τα νιάτα μας και οι κιθάρες του Γιάννη και του Μπάμπη, 43 συμμετέχοντες

2011       17 Ιουνίου, στο κέντρο «Καναράκι», ψηλά στην οδό Κύπρου, 40ετία με κιθάρες, τραγούδι και «ανεύρεση αγνοουμένου», απόφαση για ανά τριετία συναντήσεις και πρόσκληση καθηγητών στην επόμενη συνάντηση, 43 συμμετέχοντες

2014       7 Νοεμβρίου, βλέπε παραπάνω, 44 συμμετέχοντες

Όλοι εμείς, που είτε απλώς συμμετείχαμε είτε κάπως συμβάλαμε στα διάφορα οργανωτικά ζητήματα, οφείλουμε ιδιαίτερα να ευχαριστήσουμε τον Βλάση και τον Γιάννη, που ήταν η «ψυχή» και των οκτώ (8) μέχρι τώρα συναντήσεών μας, επί 33 συναπτά έτη!

Και η ιστορία συνεχίζεται. Να μας έχει ο Θεός γερούς, πάντα ν’ ανταμώνουμε.
~~~§§§~~~
(Δεν θέλω να περιμένω άλλο -μέχρι (ίσως) να κάνω κάτι δικό μου-, γι' αυτό και αναδημοσιεύω σήμερα αυτούσια την ανάρτηση από το μπλογκ του Μπάμπη Σκυργιάννη -είναι ήδη 1 βδομάδα παλιά!. Υπόσχομαι μελλοντικά, μόλις βρώ λίγο χρόνο, να κάνω μια ίσως συμπληρωματική ανάρτηση, με περισσότερες φωτογραφίες κλπ.)

------------

Οικοδόμος γράφει στη σέξι ΟΝΝΕΔίτισσα για το Πολυτεχνείο: Είσαι ανιστόρητη, αγράμματη και επιπόλαια

Πέμπτη, Νοεμβρίου 20, 2014
Η πρώτη λίστα με τους καταγεγραμμένους νεκρούς της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, όπως δόθηκε σε συνέντευξη Τύπου που διοργάνωσε ο υφυπουργός της Χούντας Σπύρος Ζουρνατζής στις 19 Νοεμβρίου 1973, από τον προϊστάμενο της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών Δημήτρη Καψάσκη. Αναφέρονται τα ονόματα των νεκρών που είχαν νεκροτομηθεί ως το απόγευμα της Κυριακής 18 Νοεμβρίου 1973.(βλέπε φωτο δίπλα από wikipedia)

 ~~~§§§~~~

Ο Ανδρέας Μαλεφάκης, ένας Χανιώτης οικοδόμος που ήταν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, απαντά με επιστολή του στην Έλλη Παπαγγελή, μέλος της ΟΝΝΕΔ και μοντέλο στο επάγγελμα, για τους ισχυρισμούς της πως εκείνο το βράδυ δεν υπήρξαν νεκροί. Τη χαρακτηρίζει, μάλιστα, ανιστόρητη, αγράμματη και επιπόλαια.

«Δεσποινίς Έλλη Παπαγγελή.

Διαβάζοντας αυτά που γράψατε για τους αγωνιστές του πολυτεχνείου σηκώθηκε η τρίχα μου κάγκελο που λέμε στην Κρήτη.

Λοιπόν κοπελιά,το ονομα μου είναι Ανδρέας Μαλεφάκης και τα παιδιά μου είναι στην ηλικία σου.

Επομένως, αυτά που έγραψες από κάπου τα διάβασες η κάποιοι σου τα υπαγόρευσαν.

Εγώ δεν ξέρω τα γράμματα που ξέρεις αλλά κρίμας αυτά που έμαθες γιατί πήγανε χαμένα.

Έχω να σου πω τούτο, ότι είσαι και απολίτικη ,ανιστόρητη, αγράμματη: Επιπόλαια.

Λοιπόν, άκου για να μαθαίνεις γιατί είσαι πολύ μικρή ακόμη και έχεις πολλά να μάθεις.

Ήμουν εργάτης στην οικοδομή στην Αθήνα, σε ηλικία δέκα επτά χρόνων, διότι κοπελιά μου έπρεπε να δουλέψω για να βοηθήσω την οικογένεια μου και τον εαυτό μου να επιβιώσουμε.

Για σχολειό δεν υπήρχε χρόνος .Το σχολειό μας ήταν το πεζοδρόμιο και η καθημερινή βιοπάλη. Δεν τα βρήκα όλα έτοιμα σαν και την πάρτη σου.

Οι οικοδόμοι ήταν ένας από τους πρώτους κλάδους εργαζομένων που βρεθήκαμε διπλά στους φοιτητές.

Από εκείνη τη μέρα έχουν περάσει σαράντα ένα χρόνια, ποτέ άλλοτε στην ζωή μου δεν τα έχω διηγηθεί η παινευτεί.

Αν τα λέω τώρα, κοπελιά, είναι γιατί αυτοί που υπηρετείς είναι οι καινούργιοι Δικτάτορες της Ελλάδος. Ξανά χούντα.

Οι περισσότεροι που ήμασταν μέσα στο πολυτεχνείο, ήμασταν χωρίς κομματικές ταυτότητες.

Πιστεύαμε, μόνο στην ιδεα της ελευθερίας και τίποτα άλλο. Για ένα καλύτερο αύριο.

Εγώ, μαζί άλλους μπήκαμε μέσα στο Πολυτεχνείο την Τετάρτη.

Μέσα και έξω ήταν γεμάτο από φοιτητές, οικοδόμους, απλούς πολίτες που όλοι είχαμε ένα στόχο.

Την ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΜΑΣ. ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.

Ο κόσμος απ’ εξω ήταν αλληλέγγυος προς εμάς.

Τα βράδυ μας έφερναν τρόφιμα και φάρμακα. Οι αστυνομικοί που ήταν ακροβολισμένοι στα γύρω τετράγωνα τους πυροβολούσαν στο ψαχνό.

Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν τον κόσμο να έλθει..

Έξω γινόταν μάχες, άκουγες πυροβολισμούς συνέχεια μα ειδικά τοις απογευματινές ώρες όπου ανέβαινε πολύς κόσμος.

Παρόλα αυτά ο κόσμος όλο και αυξανόταν.

Ποτέ δεν θα ξεχάσω την Πέμπτη το βραδύ ένα άτομο να πέφτει από πυροβολισμούς στο απέναντι τετράγωνο, έξω από την είσοδο του πολυτεχνείου.

Ποτέ δεν μάθαμε αν επέζησε η πέθανε.

Εικόνες φρίκης, αλλά και αγώνα όπου δεν περιγράφονται…

Σαράντα ένα χρόνια, τα κράτησα σαν ιερό κειμήλιο,μέσα μου.

(Που να το φανταστώ οτι θα ξανά ζήσω χούντα και κατοχή)

Φτάσαμε το βραδύ της Παρασκευής όπου, αργά είδαμε το άρμα, να έρχεται και καταλάβαμε ότι θα γινόταν εισβολή.

Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε σκαρφαλωμένοι πάνω στα κάγκελα.

Από νωρίς είχαμε τοποθετήσει μπροστά από την καγκελόπορτα τρία αμάξια πλευρικά, το ένα διπλά στο άλλο.

Δεν μας φόβιζε τίποτα. Το αίμα μας χόχλαζε. Φωνάζαμε να γνωστά συνθήματα: “Ψωμί, παιδεία, ελευθερία”.

Μιλούσαμε απευθείας στα αδέλφια μας τους φαντάρους.

Προσπαθούσαμε να τους πείσουμε να μην εκτελέσουν την διαταγή.

Τραγουδούσαμε τον εθνικό ύμνο.

(Ακούτε κοπέλια δεν είμαστε φασίστες ,είμαστε αγωνιστές, σαν και σας τώρα αλλά τραγουδούσαμε τον εθνικό μας ύμνο.)

Τελικά τα ξημερώματα πριν φέξει μπήκε το άρμα. Όλοι τραβηχτήκαμε πίσω. Παντού χαμός, πανδαιμόνιο.Τραυματίες, αίματα παντού.

Τα καπνογόνα μας έπνιγαν.

(Σαν και τώρα τους ΜΑΤΑΤΣΙΔΕΣ που πνίγουν κάθε μέρα τα παιδιά στους δρόμους το ιδιο αδίστακτοι, βασανιστές είσαστε σαν και αυτούς, τότε )

Τρέχαμε να σωθούμε από τους αφηνιασμένους αστυνομικούς

Μπήκαμε σε μια αίθουσα διδασκαλίας όπου κοπέλες έκλαιγαν σοκαρισμένες.

Σπάσαμε ένα τζάμι και τις βοηθήσαμε να φύγουν από τα πλαϊνά παράθυρα και μετά πηδήξαμε και εμείς.

Πλέον το πολυτεχνείο ήταν γεμάτο αστυνομικούς, πράκτορες. Ολα τα καλά τα παιδιά,ήταν μέσα.

Στούς δρόμους οι αστυνομικοί, έριχναν φωτοβολίδες και οποίον έβλεπαν να κινείται τον πυροβολούσαν, αμέσως .

Μπροστά μας έπεσε ένα παλικάρι, στο απέναντι τετράγωνο.

Αστυνομικοί με πολιτικά ή με στολές ήταν παντού. Χτυπούσαν αλύπητα και χωρίς εξαίρεση .

Ήταν χειρότεροι από τα Γερμανικά SS.

Τρέχαμε όλοι να σωθούμε

Βρεθήκαμε σε μια πολυκατοικία, όπου περίπου σαράντα άτομα, ανεβήκαμε την σκάλα και ζητούσαμε βοήθεια από τους πολίτες.

Οι άνθρωποι τρομοκρατημένοι δε μας άνοιγαν.

Ανεβήκαμε στο κλιμακοστάσιο.

Σε λίγο μια χαραμάδα φωτός βγαίνει από μια πόρτα. Eμφανίστηκε ένας μεσήλικας άνδρας και μας κάλεσε μέσα.

Μας ταΐσε ότι είχε, έστρωσε χάμω στα πατώματα κουβέρτες, χαλιά, για να ξαπλώσουμε .

Σε λίγο χτύπησε η πόρτα όπου την άνοιξε ο κύριος (Δεν θυμάμαι το όνομα του μετά από τόσα χρόνια.

Ας είναι καλά αν είναι ακόμα εν ζωή ) Είχε βάλει της πιτζάμες του και έκανε τον κοιμισμένο .

Για καλή μας τύχη έπιασαν οι εκκλήσεις του να μην ξυπνήσουν τα μωρά του. Έφυγαν αφού τους διαβεβαίωσε ότι δεν έπεσε στην αντίληψη του σπείρα αναρχικών”.

Το ξημέρωμα ένας – ένας , με την βοήθεια και την κάλυψη του ΚΥΡΙΟΥ αυτού , φύγαμε από την πολυκατοικία.

Στην πλατεία Κάνιγκος, μετά από λίγη ώρα, με συνέλαβαν τρεις άνδρες με πολιτικά. Με ανέκριναν. Μετά με οδήγησαν στο υπόγειο μιας πολυκατοικίας όπου είχε μετατραπεί σε κελί βασανιστηρίων. Με κάθισαν σε μια καρέκλα με καρφιά, με μαστίγωναν μ’ ένα αυτοσχέδιο γκλομπ όπου ήταν γεμάτο άμμο.

Για πολλές ώρες προσπαθούσαν να μου αποσπάσουν ονόματα παιδιών που ήμασταν μέσα.

Σαν απελπίστηκαν για να με ξεφτιλίσουν και να με ταπεινώσουν μου κούρεψαν το μισό μου κεφάλι με ξιφολόγχη…

Κοπελιά, άκου.

Οι απλοί αγωνιστές ποτέ δεν καπηλευτήκαμε τον αγώνα που δώσαμε για λευτεριά και Δημοκρατία.

Συνεχίσαμε τον αγώνα της επιβίωσης χωρίς ποτέ να ζητήσουμε ανταλλάγματα, η αναγνωρισιμότητα.

Ποτε δεν πήγαμε στα κομματικά τους μαγαζιά, να ζητήσουμε το ελάχιστο. Γιατί μάθαμε με την δική μας δύναμη να προσχωρούμε μπροστά, στην ζωη.

Ναι, κάποιοι το εκμεταλλεύτηκαν.

Δαμανάκη, Παπουτσής (Ποιος; Ο Παπουτσής! Που με εντολή του το 2011 επνιξε χιλιάδες διαδηλωτές στην Αθήνα με χημικά και ξύλο… Τρομάρα του, του αγωνιστή…), Λαλιώτης, Τζουμακας και τόσοι άλλοι που μετά ξέχασαν τα οραματα του αγώνα και το μόνο που ξέρανε και ξέρουν είναι να γεμίζουν τοις τσέπες τους με κλεμμένα χρήματα από τον κόπο και τον ιδρώτα του απλού λαού.

Τώρα, οι άλλοτε άσπονδοι φιλοι είναι συνεταιρακια, στην μίζα, στην λαμογιά, στην προδοσία.

Μαζί υπογράφουν το ξεπούλημα μιας περήφανης και πάμπλουτης χώρας, μόνο και μόνο για να αρπάξουν περισσότερα και να γλυτώσουν τα τομάρια τους.

Και εμείς, οι απλοί πολίτες κοιμόμαστε ακόμη και σήμερα είμαστε χωρισμένοι σε χίλια κομμάτια.

Κοπελιά,

Αυτοί που υπηρετείς μαζί με τους συνεταίρους τους τα Πασοκια μας προδώσαν και μας ξεπούλησαν.

Ξυπνάτε! Σταματήστε να σπέρνετε διχόνοια και μίσος! Όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες!

Τελειώνοντας, για να μην σου στερώ τον πολύτιμο χρόνο σου, γιατί θα θες να πας να ποστάρεις την κάλπικη ομορφιά σου, να μαζέψεις μερικά like να κολακεύσεις την ματαιοδοξία σου θα σου πω μόνο τούτο:

«Οι υψηλές θέσεις είναι σαν τα ψηλά βουνά που σε αυτά ανεβαίνουν οι αετοί και τα ερπετά»

Εσύ, από ότι κατάλαβα έχεις επιλέξει να ανεβαίνεις έρποντας και γλύφοντας..

“Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία η Χούντα δεν τέλειωσε το ’73»

Ανδρέας Μαλεφάκης

(H Eλλη Παπαγγελή, γνωστό μοντέλο από την καμπάνια για το πόσιμο κολλαγόνο, υπήρξε υποψήφια περιφερειακή σύμβουλος του Γιώργου Κουμουτσάκου, ο οποίος αποδοκίμασε έντονα τις δηλώσεις της.)

---------------
[Πηγή]

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Πολυτεχνείο ΄73: Θα είχε γίνει η εξέγερση αν δεν υπήρχαν κάποιοι που τους έλεγαν αλήτες;

Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2014
Πολυτεχνείο ΄73: Θα είχε γίνει η εξέγερση αν δεν υπήρχαν κάποιοι που τους έλεγαν αλήτες;
Έως τώρα, δεν μίλησα ποτέ δημοσίως για την εμπειρία μου αυτή, παρά το γεγονός ότι είχα πολλά να πω, όχι για τα προσωπικά μου βιώματα, αλλά κυρίως για το πώς "μια σπίθα μπορεί να ανάψει φωτιά σ' έναν κάμπο", αλλά και για τον καταλυτικό ρόλο κάποιων ανθρώπων που αντιλαμβάνονται τις ανάγκες της συγκυρίας και ανάβουν τη "σπίθα" την κατάλληλη στιγμή.

Είμαι βέβαιος, ότι ελάχιστοι γνωρίζουν το πώς και από ποιους ξεκίνησε η εξέγερση του Πολυτεχνείου. Παρακολουθούσα τις συζητήσεις για το Πολυτεχνείο σε κάθε επέτειο και διαπίστωνα κάθε φορά, ότι σε αυτό το πολύ κρίσιμο θέμα, όλοι οι συνομιλητές αποσιωπούσαν κάποια σημαντικά γεγονότα, ενώ τα είχαν ζήσει.

Κατά τη γνώμη μου, η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του Πολυτεχνείου στα κινήματα που επρόκειτο να επακολουθήσουν για τη δικαίωση των ανεκπλήρωτων στόχων του είναι ακριβώς αυτή: Το πώς ένα κίνημα που φαίνεται μειοψηφικό θα βρει την στιγμή και τον τρόπο να πάρει μαζί του και να κινητοποιήσει την πλειοψηφία της κοινής γνώμης.

Την αφορμή για να γράψω για πρώτη φορά αυτές τις σκέψεις μου, την πήρα από την αποστροφή του Πρωθυπουργού να χαρακτηρίσει "θρασίμια" (κυριολεκτικά "ψοφίμια" και μεταφορικά "θρασύδειλοι" ή "αναιδείς") τους φοιτητές του ΕΚΠΑ που αντέδρασαν στον αυταρχισμό του Πρύτανη Φορτσάκη. Δεν υπαινίσσομαι βεβαίως καμία αναλογία με το Πολυτεχνείο του '73. Μόνον για αφορμή μιλάω.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει πλέον μια παλλαϊκή αποδοχή. Πολλοί νομίζουν ότι η ίδια ή ανάλογη αποδοχή υπήρχε και τότε. Μύθος! Μπορεί στην φοιτητική κοινότητα να κυριαρχούσε η αντιχουντική άποψη και δραστηριότητα, αλλά παραέξω, στην κοινή γνώμη, επικρατούσαν άλλες αντιλήψεις, αν εξαιρέσουμε λίγους ανθρώπους που είχαν έμπρακτη αντιδικτατορική δράση και κάποιους ακόμη που "τολμούσαν" να τους στηρίζουν ψιθυριστά. Για τους υπόλοιπους, τους "νοικοκυραίους" και όλους αυτούς που "κοιτούσαν τη δουλειά τους", όσοι αγωνίζονταν κατά της χούντας ήταν "αλήτες", "αναρχοκομμουνιστές", κ.λπ. Στην καλύτερη περίπτωση είτε δεν έπαιρναν θέση είτε προτιμούσαν την απόλυτη σιωπή. Σημασία, λοιπόν, έχει να δούμε το πώς το Πολυτεχνείο ανέτρεψε την κατάσταση αυτή και οδήγησε ή ανάγκασε την κοινή γνώμη σε αυτή την εντυπωσιακή μεταστροφή, έστω και μετά την πτώση της χούντας. Θα χρειαστεί γι' αυτό να  χρησιμοποιήσω τα όσα έζησα την πρώτη μέρα της κατάληψης.

Είναι Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 1973 και έχουν προγραμματιστεί Γενικές Συνελεύσεις των φοιτητών σε όλες τις σχολές του Πολυτεχνείου, με μοναδικό θέμα την πρόταση για κατάληψη του Ιδρύματος, το οποίο εθεωρείτο καταλληλότερος χώρος από τη Νομική, στην οποία είχε προηγηθεί κατάληψη το Μάρτιο '73, η οποία είχε λήξει με αιματηρό τρόπο, μετά την εισβολή ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων, που "προσκάλεσε" ο τότε Πρύτανης του Πανεπιστημίου της Αθήνας, Κ. Τούντας.
Στο Πολυτεχνείο, εκείνη την περίοδο, κυρίαρχο ρόλο ανάμεσα στους οργανωμένους αντιδικτατορικούς φοιτητές, διαδραματίζουν δύο οργανώσεις της τότε παραδοσιακής αριστεράς (ΚΚΕ και ΚΚΕ εσ.), η αντιΕΦΕΕ - ΚΝΕ και ο "Ρήγας Φεραίος". Το κλίμα στην μεγάλη πλειονότητα των φοιτητών είναι υπέρ της κατάληψης.

Ξεκινάει η δική μας συνέλευση πανηγυρικά, γιατί στη ανάμεσά μας παρευρίσκονται και κάποιοι συμφοιτητές μας που έχουν "αποστρατευθεί", αφού προηγουμένως τους είχε εξαναγκάσει η χούντα να υπηρετήσουν πολύμηνη στρατιωτική θητεία, λόγω της αντιδικτατορικής τους δράσης. Προσωπικότητες "θρυλικές" τότε, για μας τους πρωτοετείς.

Ενώ, όλοι περιμένουμε μια απόφαση για κατάληψη, σύμφωνη με το κλίμα που υπήρχε, ακούμε με έκπληξη τους εκπροσώπους της ΚΝΕ και του Ρήγα να μας εξηγούν "γιατί οι συνθήκες δεν είναι ώριμες σήμερα για κατάληψη" αλλά και γιατί  "δεν πρέπει, στη φάση αυτή, να προβάλλουμε αιτήματα πτώσης της χούντας, αλλά μόνον φοιτητικά". Τις απόψεις αυτές ενισχύουν και οι συνάδελφοι που είχαν επιστρέψει από φαντάροι και που είχαν τον απόλυτο σεβασμό μας, όπως ήταν φυσικό.

Στη διάρκεια της συνέλευσης, επεμβαίνει ένας Κνίτης και καταγγέλλει, ότι στον προαύλιο χώρο του Πολυτεχνείου έχουν εισβάλει 350 αναρχικοί και προβοκάτορες που κατέφθασαν από τη Φυσικομαθηματική σχολή, οι οποίοι πετούν σε αστυνομικούς "νεράντζια με ξυραφάκια". Επεμβαίνουν ακόμα δύο συναδέλφισσες από τις σχολές Χημικών και Μεταλλειολόγων και μας ανακοινώνουν ότι η Συνέλευσή τους αποφάσισε να μην γίνει η κατάληψη και μας καλούν να πάρουμε την ίδια απόφαση.

Δεν θυμάμαι αν κάναμε ψηφοφορία. Ίσως δεν χρειάστηκε, γιατί η απόφαση φαινόταν ότι θα είχε συντριπτική πλειοψηφία. Αν έγινε, πάντως, είμαι βέβαιος ότι και εγώ ο ίδιος θα ψήφισα κατά της κατάληψης, επηρεασμένος από αυτούς που θεωρούσα  "ιερά τέρατα" ως πρωτοετής και παρά τις αρχικές μου διαθέσεις. Η συνέλευσή μας προχώρησε ακόμα περισσότερο. Αποφασίζει να βγούμε από την αίθουσα της συνέλευσης συγκροτημένοι σε αλυσίδες, ώστε να σπάσουμε πιο εύκολα τον κλοιό των "350" και να φύγουμε από το Πολυτεχνείο. Βγαίνοντας, μαθαίνουμε ότι οι πέντε από τις έξι σχολές του Πολυτεχνείου έχουν ψηφίσει κατά της κατάληψης (εξαίρεση η Αρχιτεκτονική). Πλησιάζοντας την μπροστινή πύλη, βλέπουμε ότι οι 350 "προβοκάτορες" είναι συμφοιτητές μας από τη Φυσικομαθηματική και δεν υπάρχουν ούτε νεράντζια, ούτε ξυραφάκια, ούτε πλέον αστυνομία. Οι "350" μας καλούν να παραμείνουμε στην κατάληψη.  Ως δια μαγείας οι αλυσίδες μας σπάνε και μένουμε μέσα όλοι, εκτός από τους τότε ηγέτες της ΚΝΕ και του "Ρήγα" που βγαίνουν και στέκονται αμήχανοι στο πεζοδρόμιο. Η κατάληψη, ώρα με την ώρα μαζικοποιείται με γρήγορο ρυθμό. Οι ηγέτες της ΚΝΕ και του Ρήγα αποχωρούν και επιστρέφουν λίγες ώρες μετά, έχοντας αποφασίσει να συμμετέχουν στην κατάληψη. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά σε όλους.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου κατόρθωσε να απονομιμοποιήσει τον ψευδεπίγραφο "εκδημοκρατισμό" του Μαρκεζίνη, ανάγκασε την κοινή γνώμη της χώρας να δει το απεχθές πρόσωπο της δικτατορίας και να πάρει θέση και ήταν ο καταλύτης της μεταγενέστερης πτώσης της χούντας. Έπρεπε να γίνει και έπρεπε να γίνει εκείνη τη στιγμή. Κι αυτό δεν οφείλεται στις "φωνές της λογικής" αλλά σε κάποιους που τους έλεγαν "αλήτες", "προβοκάτορες", ίσως και "θρασίμια".

Μερικές φορές, όμως, ο ρους της Ιστορίας αλλάζει από αυτούς. Και αυτή είναι μια από τις παρακαταθήκες που μας αφήνει το Πολυτεχνείο. Δεν φθάνουν πάντα οι πολιτικές αναλύσεις για να αλλάξεις οτιδήποτε στην κοινωνία. Πρέπει να βρίσκεις και το σωστό χρόνο που θα τολμήσεις ένα ποιοτικό άλμα. Και σήμερα, που οι υπόλοιποι, πλην της πτώσης της χούντας, στόχοι της εξέγερσης του Πολυτεχνείου (ψωμί, παιδεία, ελευθερία, εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική δικαιοσύνη) παραμένουν χωρίς δικαίωση, η παρακαταθήκη αυτή είναι πιο επίκαιρη και χρήσιμη από ποτέ.
Η δική μου σημερινή μαρτυρία, είναι μια οφειλόμενη -41 χρόνια τώρα- τιμή σε κάποιους που τους είπαν "αλήτες", "προβοκάτορες" ή "θρασίμια". Τους το όφειλα, όσο κι αν συνήθως διαφωνώ μαζί τους, όπως "διαφώνησα" και τότε.

του Νίκου Μιχαλίτση

-------------------
[Πηγή]

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Ποτάμι φοιτητών ενάντια στην αστυνομοκρατία των Φορσάκηδων...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 13, 2014
Χιλιάδες φοιτητές συμμετείχαν σήμερα το απόγευμα στην πορεία διαμαρτυρίας ενάντια για την χουντική απόφαση της αστυνομίας και του Φορτσάκη και Σια, να αποκλείσει τις πανεπιστημιακές σχολές στο κέντρο της Αθήνας. Η αστυνομοκρατία στα Πανεπιστήμια δεν θα περάσει. Αυτό που συνέβησαν σήμερα είναι ανήκουστα, η @Ellinofreneia θυμίζει ότι ο πρύτανης ΕΜΠ Κονοφάγος, μετέπειτα υπουργός ΝΔ, δεν επέτρεψε την είσοδο της αστυνομίας. Επί Χούντας αυτό, όχι σήμερα.


ΜΑΤ χτυπάνε φοιτητές στο Πολυτεχνείο και κάποιο με τσαγανό καταβρέχουν τα ΜΑΤ με λάστιχο| 13-11-2014








Ιδού οι 2 τραυματίες φοιτητές, τα "θρασίμια" του κ. Σαμαρά, μετά από την ανάλογη "περιποίηση" που είχαν από τα ΜΑΤ των Φορσάκηδων!


Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

LuxLeaks και κολύμπι στα σκατά - Του Άρη Δαβαράκη

Τετάρτη, Νοεμβρίου 12, 2014
LuxLeaks και κολύμπι στα σκατά - Του Άρη Δαβαράκη
Το μυαλό μου τα τελευταία 24ωρα γυρνάει συνεχώς γύρω από το ίδιο ερώτημα: Καλά τα LuxLeaks και αυτός ο θρασύτατος μεγαλοαπατεώνας ο Γιούνκερ  που έχει κάνει το Δουκάτο του μπουρδέλο κι’ έχει μαζέψει εκεί όλη την «φοροαποφυγή» (έτσι τη λέμε από προχθές την φοροδιαφυγή, δεν ξέρω γιατί) του «πολιτισμένου Δυτικού κόσμου» - από Google μέχρι EFG. Καλά η ντροπή της ντόπιας δημοσιογραφίας που για μια χούφτα ευρώ πετάει την είδηση κι’ αρπάζει τη διαφήμιση της Wind της Coca-Cola και της Eurobank και το βουλώνει από παντού, το ράβει με μαρκοβελόνα και χώνει το κεφάλι της στην άμμο σαν την στρουθοκάμηλο. Καλά η κυβέρνηση που δεν βγήκε ακόμα να πει «ορίστε ποιοι μας κουνάνε το δάχτυλο και μας λένε φοροφυγάδες, οι εξπέρ της απάτης, το Λουξεμβούργο και ο πρώην πρωθυπουργός του, ο Γιούνκερ, ο απατεώνας». Καλά η αξιωματική αντιπολίτευση που έχει ψαρώσει κι’ αυτή μέσα στην τόση φτηνή συνδιαλλαγή, δεν έχει και πείρα απ’ αυτά έτσι κι’ αλλιώς (ευτυχώς) και μας αφήνει ακάλυπτους χωρίς μια ισχυρή δήλωση που να ξεκαθαρίζει τη θέση της – να μας βοηθήσει και μας να ξέρουμε πώς να βαδίσουμε. Καλά όλα αυτά τα «σάπια» που έχουνε μπερδέψει τους ανθρώπους στο έπακρον και δεν ξέρουνε πια τι να σκεφτούνε, αν καταλάβανε καλά αυτά που διάβασαν σε ξένες εφημερίδες ή άκουσαν από διεθνείς τηλεοπτικούς σταθμούς (ή στο site του ThePressProject.gr  που τα γράφει όλα αναλυτικότατα αλλά πόσοι από τα δέκα εκατομμύρια θα φτάσουνε να πληκτρολογήσουνε www.thepressproject.gr για να ξεστραβωθούνε;) Καλά η ομερτά και το «βάστα με να σε βαστώ» πριν κατρακυλήσετε όλοι μαζί οι μαφιόζοι στα τάρταρα της μαύρης απαξίωσης και της ανυπαρξίας (που έτσι κι’ αλλοιώς σας περιμένει με ανοιχτές αγκάλες το συντομότερο δυνατόν). Καλά ο κυνισμός, καλά η χυδαιότητα, καλά το «νόμιμο άρα και ηθικό» που δεν το αποδεχτήκαμε από τους συνεργάτες του Κώστα Καραμανλή και ψηφίσαμε με 11% διαφορά τον ΓΑΠ και τώρα το καταπίνουμε αμάσητο ως εισαγόμενο από το Λουξεμβούργο – άρα «πολιτισμένο», «αποδεκτό», «μέσα στο παιχνίδι είναι όλα αυτά», «Ωχ μωρέ Άρη, είναι πολλά τα λεφτά, δεν καταλαβαίνεις εσύ από αυτά, εσύ ζεις στην κοσμάρα σου την very low budget- άρα χέσε μας και εμάς και τον Γιούνκερ ».

Να σας χέσω ευχαρίστως και σας και κυρίως τον Γιούνκερ – που αν υπήρχε ακόμα στην ανθρωπότητα λίγη τσίπα και δεν είχε κατρακυλήσει τόσο βαθειά στη μαύρη τρύπα ενός καπιταλισμού παγκοσμίων κανίβαλων υπανθρώπων, θα είχε (η ανθρωπότητα λέμε) κάποιες ή έστω κάποια (μία) ηγετική φωνή που θα έβγαινε και θα έλεγε «Ντροπή» - stop that madness, σας πήρανε είδηση σ’ όλη τη Γή καθίκια,  επανορθώστε αμέσως, βγείτε στις τηλεοράσεις, εξηγείστε, γιατί δεν πληρώνετε φόρους στις πατρίδες σας ρε ξεφτίλες και αφήνετε τα κράτη δίχως έσοδα και τους ζητάτε (ο ίδιος άνθρωπος ο κύριος Γιούνκερ, σε double face έκδοση) να κυνηγήσουνε τους φοροφυγάδες και να τσακίσουνε την φοροδιαφυγή και απαιτείτε μέτρα – την ώρα που εσείς είστε οι μεγάλοι καθηγητές της απάτης, από τα βρώμικα μυαλά σας έφτασε εδώ που έφτασε η ανθρωπότητα, τοξικά γουρούνια (τοξικά, όχι ταξικά –μην παρεξηγηθώ κιόλας).

Καλά όλα αυτά λοιπόν, είμαστε υποχρεωμένοι να τα ζούμε και να τα καταπίνουμε και να κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε για πολλά χρόνια, μέχρι να έρθει η στιγμή της αποκάλυψης του απόλυτου μαλάκα (για τον Γιούνκερ λέω) οπότε πια δεν μπορεί κανείς να μας απαγορέψει να θυμώσουμε και να ζητήσουμε από της ηγεσίες μας που πάνε για εκλογές, τον Μάρτιο, τον Μάϊο, το 16 – δεν έχει σημασία, ο χρόνος κυλάει γρήγορα – να θυμώσουνε και αυτές. Να θυμώσουνε και να τοποθετηθούνε απέναντι στο φαινόμενο και με την ευκαιρία αυτήν, την σπάνια, να ξεκινήσουνε έναν διάλογο με την κοινωνία, να την ρωτήσουνε προς τα πού θέλει να πάει, αν θέλει να συνεχίσει να κυλιέται στα γουρουνάδικα ( γουρουνάδικα, όχι γουναράδικα, μην παρεξηγηθώ κιόλας).

Ακούστε εδώ φίλοι κι’ αδέρφια (μανάδες, γέροι και παιδιά που λέει και το τραγούδι) πρέπει να βρούμε τρόπο εμείς οι πολίτες, με πορείες, με ψηφίσματα και υπογραφές, με πρωτοβουλίες διαδικτυακές,  με όποιον τρόπο μπορούμε, να δηλώσουμε απερίφραστα ότι δεν θέλουμε να ζούμε μέσα σ’ αυτήν ξεφτίλα και ότι θα στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις όποιους μας υποσχεθούν κοιτάζοντάς μας στα μάτια ότι θέλουν να χτίσουνε πάνω σ’ όλα αυτά τα τοξικά ερείπια μιαν άλλη κοινωνία, ανθρώπινη, δίκαιη, ελεύθερη-με νόμους και κανόνες κοινά αποδεκτούς. Ότι είναι καιρός για μια αναθεώρηση ριζική, ξεκινώντας από το άλφα – να επανακαθορίσουμε τα όριά μας και να οχυρώσουμε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούμε να ζούμε, να δημιουργούμε, να «επιχειρούμε» , να καλλιεργούμε, να διδάσκουμε και να μαθητεύουμε, να μεγαλώνουμε παιδιά και να μπορούμε, ο καθένας από το δικό του μονοπάτι, να αναζητήσουμε την ευτυχία που όλοι δικαιούμαστε από την ίδια την φύση και την ύπαρξή μας, την διασύνδεσή μας με το οικοσύστημα, το σύμπαν και το χάος, του οποίου είμαστε ολοζώντανοι φωτεινοί κρίκοι –μιας αλυσίδας που οι Γιούνκερ αυτού του κόσμου αγνοούν την ύπαρξή της.

Και να σας πω κάτι; Εγώ ήθελα την Ευρώπη γιατί πίστευα ότι θα μας αναβαθμίσει –ο ηλίθιος. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, τα τελευταία κυρίως χρόνια, επιθύμησα την Ελλάδα.

Και δεν με ενδιαφέρει αν θα πηγαίνω με διαβατήριο στο Δουκάτο του Γιούνκερ – ή όπου αλλού θέλω.

Αν εννοούσε αυτό ο Εθνάρχης Καραμανλής όταν «μας πέταξε στην Θάλασσα για να μάθουμε κολύμπι», αν εννοούσε να γίνουμε υπήκοοι διαφόρων Γιούνκερ, θάπρεπε να μας το έχει εξηγήσει καλύτερα.

Κολύμπι ξέρουμε – και πολύ καλό μάλιστα με τόση θάλασσα που μας χαϊδεύει από παντού.

Κολύμπι στα σκατά δεν ξέρουμε.

Και δεν θέλουμε  να μάθουμε.


-------------------

Όπως και στην Κατοχή, σήμερα οι άνθρωποι φοβούνται

Τετάρτη, Νοεμβρίου 12, 2014
Όπως και στην Κατοχή, σήμερα οι άνθρωποι φοβούνται. Και εκείνοι που τώρα είναι κλεισμένοι και άπραγοι στα σπίτια τους γιατί αισθάνονται ότι δεν υπάρχει διέξοδος, μοιάζουν με τους ανθρώπους που ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους την περίοδο της Κατοχής γιατί φοβόντουσαν μην σκοτωθούν. Στην Κατοχή, όμως, αυτοί που έβγαιναν από τα σπίτια τους και έμπαιναν στην Αντίσταση, είχαν χαμηλότερα επίπεδα φόβου από εκείνους που κλείνονταν και δεν συμμετείχαν σ' αυτήν, παρά το γεγονός ότι έβαζαν σε μεγαλύτερο κίνδυνο τη ζωή τους. Τι τους κρατούσε και τους έδινε δύναμη; Η αλληλεγγύη. Το ότι πολεμούσαν για ένα σκοπό [...]

Ο Αναπληρωτής Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Χαράλαμπος Πουλόπουλος, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για την κρίση, τον φόβο και τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, αλλά και την κοινωνική αλληλεγγύη και δικαιοσύνη, με αφορμή το νέο του βιβλίο.

Κρ.Π.: Το βιβλίο Κρίση, φόβος και διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής είναι μια πολιτική, ιστορική, κοινωνική, αλλά και επιστημονικά τεκμηριωμένη ματιά στις επιπτώσεις που είχε η λιτότητα στη ζωή των πολιτών, με έμφαση στη κοινωνική συνοχή. Τι σε οδήγησε να το γράψεις; 

Χ.Π.: Τα τελευταία χρόνια, από τότε που ξέσπασε στην Ελλάδα η κρίση, άρχισα να βλέπω φίλους και γνωστούς κάτω από μεγάλη πίεση, επειδή έχαναν τη δουλειά τους ή το εισόδημά τους μετά τις απανωτές μειώσεις μισθών. Έβλεπα ανθρώπους να αγωνίζονται και να αγωνιούν για το πώς θα ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους ή σε πολύ βασικές ανάγκες, πρωταρχικές για την επιβίωσή τους.

Συγχρόνως έβλεπα τους ίδιους ανθρώπους που μας είχαν οδηγήσει στην κρίση να εμφανίζονται ως σωτήρες, όπως και τους μηχανισμούς κατασκευής ενόχων και ενοχών, εργαλεία πολιτικού φόβου που πλήττουν την κοινωνική συνοχή.

Από την άλλη έβλεπα τα στοιχεία για τις επιπτώσεις της κρίσης στην ψυχική και σωματική υγεία αλλά και τα ποσοστά αύξησης των αυτοκτονιών, της φτώχειας και της αδυναμίας των ενηλίκων για αξιοπρεπή διαβίωση, όπως και των εγκαταλελειμμένων παιδιών από τις οικογένειες που πλέον δεν είναι σε θέση να τα αναθρέψουν.

Ξεκίνησα να γράφω σε επιστημονικά περιοδικά, εφημερίδες και ιστοσελίδες, ορισμένες φορές αρκετά θυμωμένα, προκειμένου να βρω μια ισορροπία. Ένιωθα ότι έπρεπε να ακουστεί η φωνή μου.

Δεν ήθελα να σιωπήσω, γιατί με τη σιωπή αυτή η κατάσταση με βάραινε ακόμη περισσότερο.

Πριν από ένα χρόνο, όταν πήγα στο Πανεπιστήμιο για να διδάξω και ανέλαβα ένα μάθημα για τις επιπτώσεις της κρίσης στην κοινωνία, ένιωσα επιτακτική την ανάγκη να γράψω και ένα βιβλίο γι' αυτό το θέμα.

Στην αρχή νόμιζα πώς ήξερα προς ποια κατεύθυνση έπρεπε να κινηθεί η ανάλυσή μου. Στην πορεία, όμως, συγκεντρώνοντας και τις έρευνες για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, κατάλαβα ότι το κυρίαρχο και κοινό στοιχείο σε καταστάσεις ανάλογες με αυτή που ζούμε σήμερα στη χώρα μας είναι αυτή η αίσθηση του φόβου.


Δεν είναι μόνο οι ορατές και μετρήσιμες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην κοινωνία –που είναι ούτως ή άλλως οδυνηρές σε πολλούς τομείς, στην ψυχική και σωματική υγεία, στη διατροφή, στη στέγαση, κ.λπ.  Αυτό που κυριαρχεί και διαποτίζει την ελληνική κοινωνία είναι η αίσθηση του φόβου, της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας για την επόμενη μέρα.

Ο φόβος και η ανασφάλεια του ενός εκατομμυρίου τουλάχιστον ανθρώπων που έχουν χάσει τη δουλειά τους, η αβεβαιότητα όσων εργάζονται με δραστικά μειωμένες αποδοχές, μην μπορώντας  να καλύψουν τα βασικά τους έξοδα και χωρίς να γνωρίζουν αν θα έχουν δουλειά την επόμενη μέρα.
Διδάσκοντας στο Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, είδα τους απόφοιτους κοινωνικούς λειτουργούς, που δουλειά τους θα ήταν να στηρίζουν τους πιο ευάλωτους σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, να αναζητούν και οι ίδιοι εις μάτην μια θέση στην αγορά εργασίας, εξαιτίας της συνεχούς συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους, ή να εργάζονται σε προσωρινές θέσεις με εξαντλητικά ωράρια και πολύ χαμηλό μισθό που δεν τους εξασφάλιζε ούτε τα στοιχειώδη.

Σε αυτούς τους προσωπικούς φόβους που έχουμε πλέον όλοι οι εργαζόμενοι, την αγωνία της επιβίωσης και το φόβο απώλειας της εργασίας και της οικονομικής θέσης, προστίθεται και ο φόβος απώλειας της αξιοπρέπειας.

Γιατί η δουλειά μας σχετίζεται με την αξιοπρέπειά μας. Όταν χάνω τη δουλειά μου, πλήττεται και η ταυτότητά μου. Θέλει πολύ μεγάλη δύναμη για να μπορέσω να κρατηθώ. Και πολλές φορές αυτός ο φόβος της οικονομικής και κοινωνικής θέσης, μπορεί να συνδέεται και με το φόβο της κατάρρευσης.
Άρα ο φόβος είναι γενικός και μας αφορά όλους, είτε γιατί ήδη υφιστάμεθα τις συνέπειες της κρίσης είτε γιατί νιώθουμε την απειλή ότι, σύντομα, αυτό που βλέπουμε γύρω μας θα το ζήσουμε και εμείς.
Επιπλέον, όλο αυτό το διάστημα, έβλεπα σε πολλούς ανθρώπους να αναδύονται και οι φόβοι απέναντι στους άλλους. Περιστατικά επιθετικότητας ή βίας απέναντι σε ανθρώπους διαφορετικούς, ξένους ή πιο αδύναμους κοινωνικά και προσωπικά, από πολίτες οι οποίοι, αδυνατώντας να επεξεργαστούν αυτό που συμβαίνει, εκδήλωναν με βίαιο τρόπο την επιθετικότητά τους. Αυτή είναι η περίπτωση των ρατσιστικών επιθέσεων που εκδηλώθηκαν όλο αυτό το διάστημα.
Έτσι τα τελευταία χρόνια ως κοινωνία συνδιαλεγόμαστε με τους φόβους. Φόβους προσωπικούς, συλλογικούς φόβους και πολιτικούς.
Πολιτικούς φόβους, μάλιστα, που κατασκευάζονται  συστηματικά  τα τελευταία χρόνια, καθώς η άσκηση της πολιτικής δομείται γύρω από την «παραγωγή» φόβων και την «προστασία» από αυτούς.
Για παράδειγμα ο φόβος της χρεωκοπίας, ο φόβος της πείνας, ο φόβος για τους ξένους, ο φόβος για τους οροθετικούς, ο φόβος για τους εξαρτημένους από ναρκωτικά. Οι πολιτικοί έχουν μεταμορφωθεί σε διαχειριστές φόβων, κατασκευασμένων ή υπαρκτών και ανύπαρκτων.

Οι σκέψεις αυτές με έκαναν να γράψω ένα βιβλίο για τις επιπτώσεις της κρίσης και για το πώς η κρίση συνδέεται με το φόβο, αλλά και για το τι θα μπορούσε ενδεχομένως να γίνει από και πέρα.

Κρ.Π.: Και πώς έφτασες να εστιάσεις στην απουσία της κοινωνικής συνοχής, μέσα από όλα αυτά; Δηλαδή να την αναδείξεις ως το σημαντικότερο θέμα;

Χ.Π.: Γιατί η κοινωνική συνοχή αφορά τη σχέση μεταξύ των ανθρώπων ή μεταξύ των ομάδων σε μια κοινωνία. Είναι η ποιότητα των σχέσεων. Κοινωνική συνοχή σημαίνει, πώς αντιλαμβάνομαι τον άλλον, πώς συνδέομαι με τον άλλον, πώς μοιράζομαι τα βιώματά μου μαζί του.

Όταν υπάρχει ο φόβος και όταν συμβαίνουν μια σειρά από αρνητικά γεγονότα στην κοινωνία, αυτή η συνοχή διαταράσσεται. Και ποια ήταν αυτά τα γεγονότα; Δεν ήταν μόνο οι επιπτώσεις της κρίσης. Ήταν περισσότερο η διαχείριση αυτών των επιπτώσεων. Ήταν η γενική πολιτική λιτότητας που επιλέχθηκε και κυρίως η πολιτική των περικοπών ειδικά για τις κοινωνικές δαπάνες. Με άλλα λόγια το δίχτυ κοινωνικής προστασίας άρχισε να σπάει.

Το δίχτυ κοινωνικής προστασίας είναι αυτό που ονομάζουμε κοινωνικό κράτος. Τα επιδόματα όπου μπορεί να στηριχτεί κάποιος σε αυτή τη δύσκολη περίοδο, η εξασφάλιση  στέγης και τροφής, η πρόσβαση στην υγεία, στην εκπαίδευση, στην κοινωνική φροντίδα κ.λπ.  Ενώ λοιπόν υπάρχει ανεργία και οι ανάγκες των πολιτών αυξάνονται, ταυτόχρονα καταρρέει και το κοινωνικό κράτος.
Επίσης μεγάλο πλήγμα δέχτηκαν οι εργαζόμενοι μέσα από τις αλλαγές στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.  Στο  όνομα της κρίσης ο καθένας έγινε έρμαιο ατομικών συμβάσεων και συμφωνιών.

Αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με το θυμό και τον φόβο για τους Άλλους, οδηγεί στη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής. Σε αυτές τις συνθήκες, ωστόσο, εμφανίζονται κάποιοι να επιδιώκουν μια ψεύτικη συνοχή μέσα στην κοινωνία, επινοώντας αποδιοπομπαίους τράγους.

Αυτό έγινε, όπως είπαμε, με τους μετανάστες, με τους εξαρτημένους. με τους οροθετικούς και αύριο μπορεί να γίνει με τους άνεργους και τους φτωχούς.
Είναι σημαντικό όμως να αντιληφθούμε ότι η κοινωνική συνοχή έχει διαρραγεί όχι τόσο λόγω της κρίσης, όσο λόγω της πολιτικής στρατηγικής που ακολουθήθηκε για τη διαχείρισή της.

Κρ.Π.: Πριν από την κρίση υπήρχε κοινωνική συνοχή; Επίσης στην Κατοχή που οι άνθρωποι οργανώθηκαν και έδρασαν με γνώμονα την αλληλεγγύη, είχαν να αντιμετωπίσουν έναν εξωτερικό εχθρό, ενώ σήμερα ο εχθρός μοιάζει να τον βλέπουν οι Έλληνες κυρίως στο εσωτερικό; Συνδέεται με την απουσία κοινωνικής συνοχής κάτι τέτοιο;

Χ.Π.: Δεν μπορούμε να πούμε ότι πριν από την κρίση ήταν ισχυρή η κοινωνική συνοχή, αλλά εδώ έχουμε δύο φόβους:

Έναν φόβο που έρχεται απ’ έξω και είναι ο φόβος των αγορών, δηλαδή οι απρόσωπες αλλά και υπαρκτές αγορές, που μπορεί να μας οδηγήσουν σε χρεωκοπία.

Και έχουμε και «κινδύνους» που έρχονται από το εσωτερικό, προσωποποιούνται και συνδέονται με ανθρώπους όπως είπαμε άστεγους, μετανάστες, άρρωστους ψυχικά ή σωματικά, οροθετικούς, και γενικά ανθρώπους που βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που συνθέτουν την ζωή τους.

Επιπλέον έχουμε έναν συλλογικό φόβο που προέρχεται από την Κατοχή, που είναι η πείνα, και είναι καταγεγραμμένος σε αυτό που λέμε συλλογική μνήμη. Πολλοί άνθρωποι φοβούνται μην τους συμβεί κάτι τέτοιο.

Όταν έχουμε εικόνες από ανθρώπους που ψάχνουν στα σκουπίδια για φαγητό, που κάνουν ουρές στα συσσίτια, που κοιμούνται σε παγκάκια και πεζοδρόμια, ενώ  συγχρόνως πολλαπλασιάζονται τα ενεχυροδανειστήρια, έρχονται στην επιφάνεια εικόνες της Κατοχής.

Όπως και στην Κατοχή, σήμερα οι άνθρωποι φοβούνται. Και εκείνοι που τώρα είναι κλεισμένοι και άπραγοι στα σπίτια τους γιατί αισθάνονται ότι δεν υπάρχει διέξοδος, μοιάζουν με τους ανθρώπους που ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους την περίοδο της Κατοχής γιατί φοβόντουσαν μην σκοτωθούν.
Στην Κατοχή, όμως, αυτοί που έβγαιναν από τα σπίτια τους και έμπαιναν στην Αντίσταση, είχαν χαμηλότερα επίπεδα φόβου από εκείνους που κλείνονταν και δεν συμμετείχαν σ' αυτήν, παρά το γεγονός ότι έβαζαν σε μεγαλύτερο κίνδυνο τη ζωή τους.

Τι τους κρατούσε και τους έδινε δύναμη; Η αλληλεγγύη. Το ότι πολεμούσαν για ένα σκοπό.
Εδώ, σήμερα, βλέπουμε τα τελευταία χρόνια περιορισμό της συλλογικής δράσης και της αλληλεγγύης και αύξηση της αβεβαιότητας και του φόβου. Αυτό μπορεί κυρίως να σχετίζεται με τα απανωτά χτυπήματα που έχουν δεχτεί οι άνθρωποι.
Υπάρχει μία έννοια –που την καταγράφω στο βιβλίο- η οποία λέγεται εσωτερικευμένη καταπίεση. Κάποιος που έχει βιώσει ένα σοκ, μετά από ένα γεγονός που είναι τραυματικό γι’ αυτόν, μπορεί να αισθάνεται φόβο, ντροπή, ενοχή, αυτό-υποτίμηση, μπορεί να αισθάνεται ότι δεν αξίζει, και ουσιαστικά παραμένει κλεισμένος στον εαυτό του και αδρανεί.
Αυτό είναι που έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Οι Έλληνες έχουν υποστεί απανωτά σοκ. Στην εργασία, στη φορολογία κ.λπ. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που μπορούσαν να προβλέψουν τι θα συμβεί τα επόμενα χρόνια από το 2009 και μετά. Θεωρούσαμε ότι ήταν μια παροδική κατάσταση -τουλάχιστον έτσι μας έλεγαν- και ότι θα βγούμε πολύ σύντομα από αυτήν. Ο Καραμανλής μίλαγε για «δύο χρόνια θυσίες» και ο Παπανδρέου έλεγε «λεφτά υπάρχουν».

Μετά από αυτά τα απανωτά σοκ, με τις στρατιές ανέργων που δημιουργήθηκαν μέσα σε 5 χρόνια –από το 7,7%  που ήταν η ανεργία το 2008 στο 27% το 2014. Με ένα εκατομμύριο ανέργους και 6,3 εκατομμύρια στα όρια ή κάτω από τα όρια της φτώχειας, πού βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή;
Επειδή δεν υπάρχει διέξοδος, ή φαίνεται να μην υπάρχει διέξοδος, και οι άνθρωποι νιώθουν απομονωμένοι, έχουν φτάσει στο σημείο να δέχονται άκριτα αυτά τους λέει ο θύτης!
Μοιάζει λίγο με το σύνδρομο της Στοκχόλμης. Δηλαδή, με την κατάσταση όπου  ένας απαγωγέας απομονώνει κάποιον/α για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, κακοποιώντας τον και στερώντας του την ελευθερία του.  Μετά από καιρό  με ό,τι και να δώσει στον όμηρο, που του το έχει ήδη στερήσει, τον κάνει να αισθάνεται ευγνωμοσύνη. Φτάσαμε λοιπόν σε ένα σημείο, μετά από τόσα χρόνια, τα ψίχουλα που μας προσφέρουν να τα εισπράττουμε ως μεγάλη προσφορά των θυτών.
Και εμφανίζονται οι ίδιοι άνθρωποι που μας οδήγησαν στην κρίση, οι θύτες, ως οι σωτήρες μας, αυτοί που θα μας βγάλουν από αυτήν, σε επίπεδο τουλάχιστον πολιτικής.

Για αυτό χρειάζεται κριτική στάση απέναντι σε αυτά που μας σερβίρονται ως μονόδρομος τα τελευταία χρόνια. Διότι, ακόμη και η διάσωση ή η επιτυχία της Ελλάδας, θα συνοδεύεται από εκατομμύρια θύματα.

Αυτός ήταν ο λόγος που έγραψα κι αυτό το βιβλίο.

Κρ.Π.: Πρέπει να σκουντάμε ο ένας τον άλλον για να μην παγώσουμε και …πεθάνουμε, από το χιόνι (μέτρα, φόβοι, απειλές) που πέφτει συνεχώς πάνω μας, όπως στα Όνειρα του Κουροσάβα; 

Χ.Π. Αυτό είναι σίγουρο. Κι αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να μπορέσουμε να βγούμε έξω, να μην μένουμε παθητικοί αποδέκτες της πληροφόρησης που σερβίρεται από την τηλεόραση, δέσμιοι της άποψης ότι δεν υπάρχει λύση, διότι ακόμα κι όταν φαίνεται ότι δεν υπάρχει λύση θα πρέπει να κινητοποιηθούμε και να την ανακαλύψουμε.
Λύση σίγουρα υπάρχει και δεν πρέπει να αφηνόμαστε ή να «αποκοιμιόμαστε», γιατί, μην ξεχνάμε, πολλές φορές τα μέτρα περνιούνται όταν εμείς «κοιμόμαστε» ή όταν κοιτάζουμε κάπου αλλού.
Χρειάζεται να έχουμε μία θετική στάση απέναντι στα πράγματα. Είναι θα έλεγα μία από τις πιο κρίσιμες περιόδους της Ιστορίας αυτής της χώρας, που μας βάζει να αναλογιστούμε ποιοι ευθύνονται και πώς φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση.

Εργαζόμενοι με προσόντα που έκαναν καλά τη δουλειά τους βρέθηκαν χωρίς δουλειά. Την  ίδια στιγμή αναπαράγονται στερεότυπα που λένε ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες, ενώ από έρευνες έχει γίνει γνωστό ότι οι Έλληνες είναι από τους πιο παραγωγικούς λαούς στον ιδιωτικό τομέα και εργάζονται περισσότερο και από τους Γερμανούς!

Άρα αυτή η αντίληψη τού «μαζί τα φάγαμε» δημιουργεί μία ενοχή που δεν μας επιτρέπει να αντιδράσουμε.

Το θέμα λοιπόν είναι να ξεχωρίσουμε ποιοι ευθύνονται γι’ αυτήν την κατάσταση. Εκείνοι που κερδοσκοπούσαν και πριν από την κρίση συνεχίζουν να κερδίζουν και μέσα στην κρίση. Η διαφορά είναι ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού έχει βρεθεί στο στόχαστρο, έχει βρεθεί σε μία κατάσταση μόνιμου και αυξανόμενου φόβου, που χρειάζεται να αντιμετωπιστεί από εμάς τους ίδιους, και όχι με λύσεις που θα έρθουν από επάνω.
Η σωτηρία δεν μπορεί να έρθει από τα πάνω. Μπορεί να έρθει από μικρές συλλογικότητες, από μικρές ή μεγάλες προσπάθειες, από συλλογική δράση και κοινωνική αλληλεγγύη. Η κοινωνική αλληλεγγύη είναι το κλειδί για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης.
Κρ.Π.: Και πώς μπορεί να δημιουργηθεί η κοινωνική αλληλεγγύη; Αναφέρεσαι το βιβλίο;

Χ.Π.: Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου αφορά την κοινωνική αλληλεγγύη, η οποία δεν είναι φιλανθρωπία. Η φιλανθρωπία βασίζεται στον οίκτο,  σε μια άνιση σχέση ανάμεσα στον δυνατό, τον ισχυρό που προσφέρει βοήθεια και  στον αδύναμο που την εισπράττει.
Η κοινωνική αλληλεγγύη είναι μια ισότιμη σχέση, και σχετίζεται με την κοινωνική δικαιοσύνη. Είμαι αλληλέγγυος, σημαίνει ότι δεν ψάχνω να βρω δουλειά για τον εαυτό μου εις βάρος κάποιου άλλου, αλλά  ότι προσπαθώ μαζί με τους άλλους να κάνουμε κάτι καλύτερο για όλους. Αυτό είναι ένα από τα νέα και θετικά στοιχεία που μπορεί να φέρει η κρίση. 
Επίσης στο βιβλίο αναλύεται η έννοια της συνηγορίας, δηλαδή της προάσπισης των κοινωνικών δικαιωμάτων, διότι βλέπουμε σήμερα να παραβιάζονται πολιτικά, κοινωνικά, εργασιακά δικαιώματα και χρειάζεται να σκεφτούμε ποιος είναι ο ρόλος μας στην προάσπιση των δικαιωμάτων και ιδίως των ομάδων που είναι οι πιο αδύναμες; Πώς μπορούμε να σταθούμε δίπλα τους και όχι απέναντί τους στοχοποιώντας τους.
Ωστόσο δεν προτείνω συγκεκριμένα μοντέλα ως λύση. Αυτό που ξέρω είναι ότι η  διερεύνηση των αιτιών, η κριτική ανάλυση αυτού που συμβαίνει, η μαχητική στάση απέναντι στα τεκταινόμενα, η αλληλεγγύη και η κοινωνική δικαιοσύνη είναι έννοιες που χρειάζεται να τις κάνουμε πράξη, όσο αδύναμοι κι αν αισθανόμαστε.
Κρ.Π.: Δηλαδή με έναν τρόπο να προτάξουμε όσο γίνεται το φως απέναντι από το σκοτάδι; Διότι βλέπουμε να γυρίζουμε εργασιακά, κοινωνικά, πολιτικά, ασφαλιστικά, οικονομικά, σχετικά και με τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και όχι μόνο, σε άλλες …σκοτεινές εποχές του παρελθόντος, σα να γυρίζει πίσω η ιστορία;

Χ.Π.: Γυρίζει η ιστορία πίσω, αλλά θα το πω λίγο διαφορετικά. Βλέπουμε ότι αυτή τη στιγμή να γυρίζουμε στον 18ο και στον 19ο αιώνα, κυρίως στον τομέα της κοινωνικής φροντίδας. Κλείνουν, δηλαδή, για παράδειγμα τα δημόσια ψυχιατρεία, που μπορεί να θεωρούνται από κάποιους το όνειδος για την Ελλάδα. Από την άλλη κατηγορούνται οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που ασχολούνται με την ψυχιατρική μεταρρύθμιση ως διεφθαρμένες που σπαταλούν το δημόσιο χρήμα. Ετσι οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη βρίσκονται στο κενό.

Βλέπουμε ότι ενώ οξύνονται τα προβλήματα, αυξάνονται οι επιχείρησεις – σκούπα, και πλήθος ανθρώπων οδογείται στα κέντρα κράτησης. Αυτό τι μας θυμίζει; Μας θυμίζει τα άσυλα του 18ου και του 19ου αιώνα, όπου είχαν μικροπαραβάτες, ανθρώπους με προβλήματα ψυχικής υγείας κ.λπ.
Όταν καταργούνται οι δομές της κοινωνικής φροντίδας και οι άνθρωποι που τις έχουν ανάγκη στοιβάζονται σε χωματερές πάμε δύο αιώνες πίσω.
Υπάρχει μία φράση στο βιβλίο του Σαρτρ «Κεκλεισμένων των θυρών», που λέει ότι «Η κόλασή μας είναι οι άλλοι», ότι ο καθένας μας δηλαδή είναι ο δήμιος του άλλου. Αυτό ακριβώς είναι που επιχειρούν να μας κάνουν να πιστέψουμε.

Όμως, θα πω κάτι που είπε η οκτάχρονη κόρη μου, ότι η κρίση και ο φόβος που μοιάζουν με σκοτάδι έχουν έναν εχθρό, την ελπίδα. Άρα αυτό που χρειάζεται να αναζητήσουμε είναι την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον, και για μας και για τους νέους ανθρώπους που αυτή τη στιγμή είναι κι αυτοί τα θύματα της κατάστασης.
Την ελπίδα για μια καλύτερη κοινωνία με τις αξίες της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, τις οποίες τις θεωρώ βασικές για τη λειτουργικότητα και τη συνοχή μιας κοινωνίας.
Κρ.Π.: Η παιδική κατασκευή του εξωφύλλου παραπέμπει στην έννοια της κοινωνικής συνοχής;  

Χ.Π.: Είναι μια κατασκευή με ξύσματα από μπογιές και μολύβια που έχουν κολληθεί πάνω σε ένα μουσαμά και σχηματίζουν μια καρδιά, που συμβολίζει την ενότητα, την αγάπη, την ευαλωτότητα -γιατί αυτή η κατασκευή είναι εύκολο να σπάσει- και έχει φτιαχτεί από κάτι που θεωρείται άχρηστο, που το πετάμε, αλλά που από αυτό δημιουργήθηκε κάτι όμορφο.

Κάποιος μπορεί να δει την αλληλεγγύη, την κοινωνική συνοχή, την ενότητα, αυτό το νιάξιμο στις σχέσεις που μπορεί όμως να διαρραγεί, και έχει γίνει από ανθρώπους που σήμερα μπορεί να θεωρούνται παρίες ή σκουπίδια της κοινωνίας, ωστόσο δημιουργούν κάτι όμορφο και αισιόδοξο όταν ενωθούν.-

-------------------
[ΠΗΓΗ]

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

Περίοδος τραγικής γελοιότητας - Του Γιάννη Μακριδάκη

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2014
Σε αυτή τη μεταβατική φάση της πορείας της προς την συνειδητότητα η ανθρωπότητα φαντάζει τραγικά γελοία. Διότι έχει μπλέξει πλήρως μέσα στις αντιφάσεις της, που αποδεικνύουν καθημερινά όχι μόνον ότι ο βασιλιάς είναι ολόγυμνος “το παίζει ντυμένος”, σφυρίζει δηλαδή αδιάφορα, δήθεν σαν να μην συμβαίνει τίποτε αλλά και ότι δεν υπάρχει “μικρός” για να το φωνάξει!!


Ας επικεντρωθούμε στην Ελλάδα:

1. Αυτές τις μέρες αποκαλύφθηκε ένα ακόμη διεθνές σκάνδαλο φοροαποφυγής μεγάλων εταιριών και πολυεθνικών, με συγκεκριμένες ελληνικές συνιστώσες και πιθανή διαπλοκή συγκεκριμένων κρατικών λειτουργών κατά την πρότερη φάση της καριέρας τους, όταν ήσαν στελέχη του ιδιωτικού τομέα, προτού δηλαδή αναλάβουν τις θέσεις τους στο δημόσιο, το οποίον φυσικά δεν έχουν σε καμίαν εκτίμηση ως φιλελεύθεροι, σπουδαγμένοι αμόρφωτοι και εραστές της πλήρους ιδιωτικοποίησης των πάντων, ακόμη και των φυσικών πόρων που, όπως έχουμε πει και γράψει πολλές φορές αποτελούν αγαθά κοινοκτημοσύνης όλων των πλασμάτων του οικοσυστήματος. Βεβαίως, καθ’ όλο το διάστημα το λεγόμενο ως “περίοδος οικονομικής κρίσης” έχουν αποκαλυφθεί και άλλα πολλά τέτοια παρόμοια σκάνδαλα όπως η υπόθεση “λίστα Λαγκαρντ”

2. Αποκαλύφθηκε επίσης ότι εκδότης και ιδιοκτήτης συγκροτήματος ΜΜΕ με, υποκριτική κατά την άποψή μου, αντιμνημονιακή ρητορική και με ρηχό πολιτικό λόγο όλα αυτά τα χρόνια, φέρεται να συμμετείχε σε συγκεκριμένα μικροπολιτικά, και όχι μόνο ίσως, παίγνια, παρέα με γνωστούς επιχειρηματίες – πολιτικάντηδες, στηρίζοντας έμπρακτα και για λόγους δικούς του το σύστημα.

3. Αποκαλύφθηκε επίσης για ακόμη μια φορά στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων των βίαιων ανακατατάξεων ότι οι περισσότεροι των ανθρώπων που φέρουν – είτε αυτοαποκαλούμενοι είτε αλληλοαποκαλούμενοι είτε βεβαίως εκλεγμένοι- κάποιους βαρείς κοινωνικά τίτλους επί του σαρκίου τους, όπως συγγραφείς, φιλόσοφοι, πρυτάνεις, βουλευτές, υπουργοί κ.α. και θεωρούν εαυτούς σπουδαίους και κεφάλαια για την ελληνική κοινωνία, άρα κατ’ επέκταση και για την ανθρωπότητα την οποίαν εκπροσωπούμε όλοι μας στην παρούσα φάση της, δεν είναι τίποτε απολύτως παραπάνω από χυδαίοι, μικρόψυχοι, ρηχοί τω πνεύμα, αμόρφωτοι, φθηνοί, αναξιοπρεπείς και χίλια μύρια όσα συνεπάγονται αυτών.

4. Αποκαλύφθηκε, τέλος, ότι οι περισσότεροι εκ των οποίων αγανακτούν και αντιτάσσονται πολιτικά με όλους τους παραπάνω είναι άμεσα εξαρτημένοι οικονομικά άρα και βιοποριστικά (αφού δεν μπορούν να ζήσουν δίχως χρήμα) από αυτούς που διαπλέκονται στην κορυφή, απεργάζονται και εφαρμόζουν όλες αυτές τις πολιτικές. Π.χ τα ΜΜΕ κουκουλώνουν τα σκάνδαλα διότι παίρνουν διαφήμιση. Στηρίζουν δηλαδή εμπράκτως το σύστημα που τους απομυζεί στο διηνεκές, αυτούς τους ιδίους (εδώ εδράζεται η ανοησία και η αναξιοπρέπειά τους) αλλά και όλη την κοινωνία (εδώ εδράζεται η χυδαιότητά τους) επειδή τους δίνει μια μπουκιά ψωμί στο σήμερα. Επίσης, για τον ίδιο λόγο, κάποιοι δημοσιογράφοι συνεχίζουν να κάνουν αξιοπρεπώς την δουλειά τους ενώ γνωρίζουν ότι εργάζονται για διαπλεκόμενους εκδότες και ιδιοκτήτες.  Τέλος, κάποιοι πολιτικοί, οικονομολόγοι και επίδοξοι πολιτικοί, όσοι δηλώνουν αντίθετοι με την χυδαία και ανάλγητη καταναλωτική πολιτική που εφαρμόζεται στο σύστημα, είναι αφενός ικανοποιημένοι οι περισσότεροι λόγω του ότι έχουν προσωπικά εξασφαλίσει προς το παρόν την υλική τους χόρταση μα και την πλήρωση της ματαιοδοξίας τους μέσα από το ισχύον σύστημα, αφετέρου δε είναι ακόμη, σχεδόν στο σύνολό τους, πάρα πολύ πίσω, σε σημείο να υποστηρίζουν ανοιχτά ως εναλλακτική λύση και ως πολιτική για μια νέα πορεία, την εκβιομηχάνιση της χώρας(!!!!!!), δηλαδή την εκ νέου πεπατημένη που μας έφερε ως εδώ ως ανθρωπότητα (κατ’ “επέκταση” και ως κράτος).

Το γελοίο λοιπόν του πράγματος εδράζεται σε όλες αυτές τις αντιφάσεις που έρχονται στο φως καθημερινά και ζητούν επιτακτικά να τις συνειδητοποιήσουμε, να συνειδητοποιηθούμε ως άνθρωποι επιτέλους. Να νιώσουμε ότι θεωρώντας τον εαυτό μας σπουδαίο και πάνω απ’ όλα τα άλλα πλάσματα και ξένο από τη φύση, εμπνευστήκαμε και βάλαμε σε λειτουργία ένα σύστημα το οποίο είναι ατελές ως σύλληψη του ατελούς μας νου και στο οποίο όμως έχουμε οι ίδιοι απολύτως παραδοθεί δίχως ούτε να το αμφισβητούμε, ούτε να μπορούμε πλέον να το καταργήσουμε δίχως να αυτοκαταργηθούμε μαζί του.

Όποιος ζει έξω από αυτό τον γόρδιο δεσμό μες στον οποίον βιώνει τις ημέρες και τις νύχτες της η ανθρωπότητα, το βλέπει ξεκάθαρα το τραγικό και το γελοίο του πράγματος. Η εικόνα του είναι ίδια απολύτως με την εικόνα γραβατωμένου παχύσαρκου σβέρκου που θεωρεί εαυτόν πολιτισμένο και προοδευμένο ενώ την ίδια στιγμή είναι πλήρως εξαρτημένος από τα κουπόνια του χρήματος, απομυζεί το οικοσύστημα χωρίς να έχει την νοητική ικανότητα ούτε καν να σκεφτεί τις πράξεις του και να τις συνδέσει με το αποτέλεσμά τους στον εαυτό του και στον πλανήτη, τρέφεται με περιττώματα, “ζει” με χημική υποστήριξη φαρμάκων και θεωρεί κάθε τι το φυσικό ως “γκουρμεδιά” αν είναι τροφή και ως “απόδραση” αν είναι στιγμή.

Αυτό το ον λοιπόν πιθανότατα ζει την τελευταία του περίοδο επί του πλανήτη. Διότι έτσι συμβαίνει με τους αναξιοπρεπείς. Όσο αισθάνονται το τέλος τους, τόσο πιο τραγικά γελοίοι γίνονται.

-------------
[ΠΗΓΗ}

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.