Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Η Αριστερά που θέλουμε

Κυριακή, Οκτωβρίου 20, 2013
Η Αριστερά που θέλουμε
Η Ευρωπαϊκή Αριστερά, με την ανακήρυξη του A. Τσίπρα ως υποψηφίου της για την θέση του Προέδρου της Κομισιόν, ανακοίνωσε μεταξύ άλλων ότι “φιλοδοξεί να στείλει μήνυμα πως η στρατηγική της λιτότητας μπορεί να ηττηθεί”.
Λιτότητα, εντός του χρηματοοικονομικού συστήματος, όπως όλοι γνωρίζουμε και βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, σημαίνει συρρίκνωση της οικονομίας, των εισοδημάτων, περιορισμός των οικονομικών πόρων, του χρήματος που κυκλοφορεί, γεγονός που οδηγεί στην μείωση της κατανάλωσης.

Αυτή την πολιτική φιλοδοξεί, όπως υποστηρίζει, να ανατρέψει η Αριστερά, η ελληνική, η ευρωπαϊκή, η παγκόσμια.

Τα πολιτικά ζητήματα που ανακύπτουν είναι δύο:

1. Με ποιους αναπτυξιακούς τρόπους θα βγάλει η Αριστερά την οικονομία από την ύφεση; Με αποανάπτυξη, με ανάπτυξη της σμίκρυνσης και του σεβασμού στο οικοσύστημα ή με την ήδη εδώ και δεκαετίες γνωστή πολιτική “ανάπτυξης”, στο όνομα όμως των λαών αυτή τη φορά και όχι στο όνομα των πολυεθνικών και του κεφαλαίου;

Δυστυχώς τίποτε δεν με κάνει να πιστεύω ότι θα αλλάξει η στρατηγική της “ανάπτυξης” παγκοσμίως. Οι (κεντρο)αριστερές κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής που, π.χ, καταστρέφουν και απομυζούν τον Αμαζόνιο για να εισπράξουν χρήμα και να το διανείμουν στον φτωχό λαό τους, δείχνουν ποιον δρόμο τραβάει η παγκόσμια Αριστερά.

2. Λιτότητα και πτώση της κατανάλωσης εντός του χρηματοοικονομικού συστήματος σημαίνουν ανάσα για το ευρύτερο σύστημα, το οποίο μας περιέχει όλους και δεν είναι άλλο από το μοναδικό αυθύπαρκτο σύστημα, το Οικοσύστημα. Λιγότερη κατανάλωση προϊόντων δηλαδή, σημαίνει λιγότερη κατανάλωση φυσικών πόρων. Αυτό θέλει να ανατρέψει η ελληνική, η ευρωπαϊκή και παγκόσμια Αριστερά; Να επαναφέρει την κατανάλωση των φυσικών πόρων σε υψηλά επίπεδα; Και μάλιστα από καταναλωτές οι οποίοι δεν αναπληρώνουν τίποτε από αυτά που καταναλώνουν; Αυτό είναι Αριστερό όραμα για τον πλανήτη άραγε; Να συνεχίσει να φουσκώνει το καταναλωτικό σύστημα μέχρι αυτό να υποκαταστήσει το οικοσύστημα; Να συνεχίσει να πιέζει, να καταστρέφει, να απομυζά το οικοσύστημα με την “ανάπτυξη” του συστήματος;

Δυστυχώς η ελληνική, η ευρωπαϊκή και η παγκόσμια Αριστερά είναι ακόμη πολύ πιο πίσω από τα Κινήματα των Πολιτών που έχουν ήδη σκεφτεί, φιλοσοφήσει και πράξει αναλόγως για το ζήτημα όχι μόνον της εξοικονόμησης, αλλά και της αναπλήρωσης πλέον των φυσικών πόρων.

Η αριστερή πολιτική ιδεολογία γεννήθηκε και αναπτύχθηκε εντός του καπιταλισμού και δεν μπορεί, όπως φαίνεται, να ξεφύγει από τα όρια που της έθεσε το σύστημα που τη γέννησε, είναι μια παραδοσιακή Αριστερά, δεν έχει φτάσει ακόμη στο σημείο να γίνει ένα σύγχρονο πολιτικό Κίνημα οικουμενικό, όχι πανανθρώπινο διότι δεν κατοικούν μόνον άνθρωποι αυτόν τον πλανήτη. Δεν έχει καταφέρει να θέσει, ούτε ίσως έχει διανοηθεί ακόμη, το βασικότερο σύγχρονο πολιτικό πρόβλημα του πλανήτη, που δεν είναι άλλο από το ότι κατοικείται από μια ανθρωπότητα, η οποία βαδίζει ολοταχώς προς το αδιέξοδο, ροκανίζοντας μέρα τη μέρα τους φυσικούς του πόρους με τρόπους μη αναστρέψιμους, με αποτέλεσμα να (εξ)αφανίζει δια παντός χιλιάδες είδη ζωής, μαζί και ανθρώπινης, οδηγούμενη έτσι σε ένα φρικιαστικό άμεσο μέλλον κατά το οποίο όσα χρήματα κι αν έχει καταφέρει να παράξει η χρηματοοικονομική φούσκα του καπιταλισμού, αυτά θα είναι απλά κουπόνια δίχως αξία, αφού δεν θα έχουν κανένα αντίκρυσμα σε φυσικούς πόρους και προϊόντα, οι άνθρωποι δε θα προσπαθούν να ζήσουν τρώγοντας αυτά τα τυπωμένα χαρτονομίσματα, τα οποία συν τοις άλλοις είναι και άνοστα.

Οι ανά τον πλανήτη αριστεροί άνθρωποι θέτουν πλέον φωναχτά τα ερωτήματα και τα αιτήματά τους:

Πού είναι η Αριστερά της διαίσθησης, της ενόρασης, της φιλοσοφίας, των συναισθημάτων, του ενδιαφέροντος για τη ζωή συνολικά, για το οικοσύστημα, για τον πλανήτη ολόκληρο; Πού είναι η Αριστερά που έχει απεγκλωβιστεί από το χρηματοοικονομικό ψευδοπεριβάλλον, που έχει απελευθερωθεί από τα πλαστά διλήμματα τύπου “λιτότητα-ανάπτυξη”, που θα ξαναθέσει στο ύψος τους τις απαξιωμένες από τον καπιταλισμό αξίες, που θα διεκδικήσει να ξαναγίνουν οι φυσικοί πόροι αγαθά κοινοκτημοσύνης όλων των πλασμάτων του οικοσυστήματος, που θα διδάξει στις ερχόμενες γενιές το ευτελές του χρήματος και την πραγματική σημασία και ορισμό του πλούτου και της φτώχειας.
Μια τέτοια Οικουμενική Αριστερά έχουμε ανάγκη. Όχι πια την παραδοσιακή, την εντός ορίων, όρων και ορισμών καπιταλισμο, Αριστερά. Αυτήν την έχει προσπεράσει η εποχή μας.

Του Γ. Μακριδάκη

-----------------------
Πηγή:thepressproject

Ευαίσθητοι χορηγοί στρατιωτικών παρελάσεων…

Κυριακή, Οκτωβρίου 20, 2013
Ευαίσθητοι χορηγοί στρατιωτικών παρελάσεων…
Τελικά, δεν είναι μόνο ο όμιλος Βαρδινογιάννη ο πρόθυμος χορηγός των στρατιωτικών παρελάσεων. Υπάρχουν άλλοι πέντε επιχειρηματίες που εκδήλωσαν την πρόθεσή τους να συνδράμουν οικονομικά για να ξαναδούμε τανκς και πολεμικά αεροπλάνα στις παρελάσεις. Ο υπουργός Άμυνας, που αποκάλυψε την ξαφνική προθυμία των άλλων πέντε, δεν μπήκε στον κόπο να μας δώσει και ονόματα. Μας έδωσε όμως έναν παραλληλισμό, μια σύγκριση κατά κάποιο τρόπο. Τους παρομοίασε περίπου με τους ευεργέτες Ζάππα και Μπενάκη. Ενδιαφέρον. Εκείνο που θα είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον, θα ήταν αν απαντιόταν και ένα άλλο ερώτημα. Όχι απαραίτητα από τον υπουργό, αλλά ενδεχομένως από τους πρόθυμους χορηγούς στρατιωτικών παρελάσεων, από αυτούς που ενθουσιάστηκαν από την πρωτοβουλία τους, αλλά ίσως και από την κοινωνία ολόκληρη. Γιατί ένας/μία με μεγάλη οικονομική επιφάνεια επιλέγει να πληρώνει βενζίνες και γενικά καύσιμα για τανκς και αεροπλάνα που θα παρελάσουν σε μια επέτειο και δεν ρίχνει μια ματιά γύρω του;

Ενδεχομένως, βέβαια, ο περίγυρος ενός πλούσιου να μην περιλαμβάνει εικόνες σαν κι αυτές που εισπράττουμε όλοι καθημερινά. Αστεγους, φτωχούς, ανήμπορους, απελπισμένους που πολλαπλασιάζονται με φοβερά γρήγορους ρυθμούς. Και όχι μόνο στις παραδοσιακά υποβαθμισμένες περιοχές, αλλά και εκεί που σε κοντινές εποχές φιλοξενούσαν μεσαία εισοδήματα.

Ωστόσο, τα μέσα ενημέρωσης καταγράφουν σχεδόν καθημερινά όσα συμβαίνουν. Και κατά διαβολική σύμπτωση, τις ημέρες που καταγραφόταν η περίφημη χορηγία για τις παρελάσεις (η οποία παρεμπιπτόντως, παρ’ ότι τουλάχιστον πρωτοφανής για τα ελληνικά, ευρωπαϊκά και ενδεχομένως παγκόσμια χρονικά, κατά πώς φαίνεται δεν σχολιάστηκε αρνητικά ούτε από τα περισσότερα μέσα, ούτε από τα πολιτικά κόμματα, των αριστερών συμπεριλαμβανομένων –γιατί άραγε;), ο Δήμος της Αθήνας έδινε στοιχεία για τους άστεγους της πόλης. Και αυτά τα στοιχεία δεν μπορεί να μην έπεσαν στα μάτια κάποιων… χορηγών.

Μου φαίνεται αδύνατο να μην πληροφορήθηκαν πως οι άστεγοι πολλαπλασιάζονται, πως ανήκουν κυρίως στις λεγόμενες παραγωγικές ηλικίες (26-55 χρόνων), πως στερούνται τις βασικές συνθήκες υγιεινής, πως κατά κύριο λόγο αποτελούν θύματα της οικονομικής κρίσης, πως δεν υπάρχει καμιά προοπτική γι’ αυτούς. Προοπτική για στοιχειωδώς αξιοπρεπή βελτίωση της σκληρής καθημερινότητάς τους.

Θα τα είδαν όλα αυτά, δεν μπορεί. Ακόμα και οι έχοντες και κατέχοντες έχουν έναν τρόπο, έστω από μακριά, να μαθαίνουν τι γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο, στην πραγματική ζωή. Κι όμως, οι μεγάλοι χορηγοί αυτού του τόπου κάνουν τις δικές τους επιλογές και ιεραρχήσεις.

Προτιμούν να δίνουν κάποια χρήματα σε βενζίνες και κηροζίνες για στρατιωτικές παρελάσεις. Αραγε, ο Ζάππας και ο Μπενάκης, τους οποίους επικαλέστηκε ο υπουργός, κάτι τέτοιο θα έκαναν; Ο Αβραμόπουλος ίσως έχει μια καλή απάντηση.

Τις υπόλοιπες απαντήσεις μάλλον θα πρέπει να τις βρούμε μόνοι μας. Εμείς, τα κόμματα, οι φορείς, οι εκπρόσωποι θεσμών και δεν ξέρω ποιος άλλος. Πρέπει να ψαχτούμε λίγο, να αναζητήσουμε ιεραρχήσεις, ανάγκες, επιλογές. Τι ακριβώς θέλουμε σ’ αυτήν τη χώρα; Εμείς, αλλά και τα κόμματα που μας εκπροσωπούν, όσους εκπροσωπούν. Και η αναζήτηση αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με τον παραλληλισμό που προαναφέρουμε. Ναι, είναι εντυπωσιακό να προτιμούν καύσιμα για στρατιωτικά οχήματα, από στήριξη κάποιων που έχουν ανάγκη, αλλά δεν πρόκειται παρά για έναν παραλληλισμό που έτυχε χρονικά να συμπέσει τις ίδιες ημέρες. Ωστόσο, δεν είναι παρά ένα καλό παράδειγμα για να σκεφτούμε λίγο παραπάνω.

Αφορμή αποτέλεσε ο παραλληλισμός των δύο γεγονότων που συνέβησαν σε σχεδόν παράλληλο χρόνο. Βασικά, αφορμή για αυτογνωσία. Να αναρωτηθούμε, για παράδειγμα, γιατί πρέπει να επιμένουμε στις παρελάσεις, και μάλιστα επιδοτούμενες από οικονομικούς χορηγούς. Τονώνεται κάποιο φρόνημα, ανυψώνεται κάποιο ηθικό, επανέρχονται αναγκαίες ιστορικές μνήμες ή ισχύει άραγε αυτό που είπε και ο περίφημος Αβραμόπουλος, ότι «οι πολίτες πλήρωσαν γι’ αυτά τα πολεμικά οχήματα και θέλουν να τα βλέπουν»; Και αν πράγματι υπάρχουν πολλοί πολίτες που θέλουν να βλέπουν άρματα, οι ίδιοι πολίτες δεν θέλουν να μη βλέπουν εικόνες ανέχειας δίπλα τους, εικόνες που αποκτούν δραματικό χαρακτήρα;

Ρητορικά φυσικά τα ερωτήματα, δεν περιμένουν απάντηση. Και να περίμεναν, φοβάμαι πως η απάντηση προσωπικά θα με απογοήτευε…

Του Γιάννη Παντελάκη

-------------------
Πηγή:fsyn

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Σκέψεις με αφορμή δηλώσεις ανθρώπων της τέχνης

Τρίτη, Οκτωβρίου 15, 2013
Σκέψεις με αφορμή δηλώσεις ανθρώπων της τέχνης
«Τους βαρούν με τα πολυβόλα [τους κομμουνάρους]. Όταν άκουσα τον χαρμόσυνο ήχο, αισθάνθηκα ανακούφιση», Εντμόντ ντε Γκονκούρ. «Βρώμικα κολάρα, σκούφοι φρυγικοί, εκτροφείς σαλιγκαριών, σωτήρες του λαού, ξεπεσμένοι, ανίκανοι, τεμπέληδες. Γιατί οι εργάτες ανακατεύονται με την πολιτική;», Αλφονς Ντοτέ.

«Στην ανωριμότητα του εργάτη υπάρχει η ανάγκη μιας κυβέρνησης σοφών μανδαρίνων», έγραφε ο Φλομπέρ που χαρακτήριζε τους εργάτες κάφρους, ενώ ο Εμίλ Ζολά χαρακτήριζε το αιματοκύλισμα του λαού του Παρισιού «αποτρόπαια αναγκαιότητα». Αλλά και αυτός ακόμα ο Βίκτωρ Ουγκό κατέκρινε τους κομμουνάρους για τη βίαιη πρακτική τους, που όπως πίστευε προερχόταν από την αγραμματοσύνη τους, ενώ ο Θεόφιλος Γκοτιέ διαμαρτυρόταν πως είναι δυνατόν το Παρίσι να τρομοκρατείται από κάποιους κατάδικους. Είναι οι ίδιοι συγγραφείς που έγραψαν τους «Άθλιους», το «Ζερμινάλ» και τη «Μαντάμ Μποβαρί».

Κική Δημουλά, Πέτρος Μάρκαρης, Απόστολος Δοξιάδης, Διονύσης Σαββόπουλος, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Λένα Διβάνη, Χρήστος Χωμενίδης, Σώτη Τριανταφύλλου, Θανάσης Χειμωνάς, Πέτρος Τατσόπουλος, Σωκράτης Μάλαμας και άλλοι άνθρωποι της τέχνης ήλθαν το τελευταίο διάστημα στην επικαιρότητα για δηλώσεις ή πράξεις τους.  Σχόλια πολλά και ανταπαντήσεις που αφορούσαν κυρίως στην ερμηνεία των δηλώσεων ή πράξεών τους. 

Μα τι κάνουν οι καλλιτέχνες αυτές τις κρίσιμες ώρες; Γιατί δεν μιλούν; Γιατί δεν βγαίνουν μπροστά;

Αλλά αντί για εύκολες απαντήσεις ας γυρίσουμε πάλι λίγο πίσω. Γιατί ο Σεφέρης δεν αποκήρυσσε τη χούντα τα δυο πρώτα χρόνια της; Γιατί ο Μίκης έγινε υπουργός της Ν.Δ και ο Μικρούτσικος υπουργός του ΠΑΣΟΚ; Πως ο δημιουργός της «πλατείας» και της «παράγκας» έγινε κολαούζος του συστήματος; Πως εξηγείται η στάση του Τσιτσάνη στην κατοχή; Γιατί ο Μπιθικώτσης τραγούδησε τον ύμνο της χούντας; Πως εξηγείται πως ο Βαμβακάρης ήταν οπαδός του Βασιλιά; Ποια εξήγηση θα μπορούσε να δοθεί στο ότι ο Θ. Αγγελόπουλος, ο δημιουργός ότι πιο αριστερού και ριζοσπαστικού έχει δώσει η τέχνη μετά τη μεταπολίτευση (και όχι μόνο στη χώρα μας),  εξυμνούσε τον  εκσυγχρονισμό του Σημίτη, ή στη δήλωσή του αμέσως μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 πως η λύση είναι η εθνική ενότητα, ενώ την ίδια χρονιά έκανε τη «Σκόνη του χρόνου»;

Είναι δυνατόν ένα έργο τέχνης να αυτονομηθεί από το δημιουργό του; Ή αντίστροφα μπορεί οι γενικότερες απόψεις του δημιουργού να έρχονται σε αντίθεση με το περιεχόμενο του έργου του; Και αν ναι, μήπως αυτό αποτελεί μια ειδική περίπτωση, μια εξαίρεση στον κανόνα; Ποιός είναι ο κανόνας και ποια η εξαίρεση;

Είναι αλήθεια πως η απαρχή κάθε έργου τέχνης βρίσκεται σε κάποιο προσωπικό ζήτημα - πρόβλημα που βασανίζει τον δημιουργό και απαιτεί έκφραση, διέξοδο, λύτρωση. Πρόβλημα όμως που για να γίνει τέχνη πρέπει να μεταπλαστεί με τα  εκφραστικά μέσα και την αντίστοιχη γλώσσα της και να ανυψωθεί κατά το δυνατό στο επίπεδο του καθολικού – οικουμενικού. Για να επιτευχθεί όμως αυτό απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αλληλεπίδραση με το περιβάλλον του, με τις κοινωνικές αντιθέσεις και τις αγωνίες των καιρών, αλλιώς η τέχνη είναι ναρκισσιστική, τέχνη αυνανισμός.

Θα μπορούσαμε συνοπτικά να επισημάνουμε πως ενώ το έργο τέχνης είναι προϊόν αλληλεπίδρασης των εσωτερικών αντιφάσεων του δημιουργού με τις αντιθέσεις της κοινωνίας, αντίθετα η πολιτική τοποθέτηση ενός δημιουργού, ως πολίτη, καθορίζεται κατ’ αρχήν από τα συμφέροντα του, από τη θέση του στην κοινωνία.

Ποια όμως είναι η θέση των δημιουργών - καλλιτεχνών μέσα στην κοινωνία;

Και εδώ βέβαια η απάντηση δεν εύκολη, αλλά είναι σύνθετη και πολύπλοκη. Ούτε ανήκουν σε κάποια συγκεκριμένη τάξη, ούτε όμως και διαχέονται σε όλες τις τάξεις και στρώματα. Ούτε ακόμα θα μπορούσαν να καταταχτούν σε κάποιο συγκεκριμένο κοινωνικό στρώμα, όπως πχ η διανόηση.

Αν εξαιρέσουμε την ερασιτεχνική δημιουργία, η τέχνη που αποτελεί συνέχεια - τομή του παγκόσμιου πολιτισμού, που λαμβάνει υπόψη της ότι πολυτιμότερο έχει επιζήσει στο πέρασμα των χρόνων, η τέχνη λοιπόν αυτή, που κάποιοι την ονόμασαν αληθινή και άλλοι υψηλή τέχνη, απαιτεί κόπο και χρόνο που δεν χωρά στο καθημερινό ωράριο της εργατικής τάξης.

Στο σημείο αυτό να επικαλεστούμε την ομοφωνία των κλασσικών, πως ο καταμερισμός εργασίας στον καπιταλισμό, δεν αφήνει δυνατότητες για ανάπτυξη προλεταριακής τέχνης και ότι της εργατικής τάξης δεν της αξίζει ο αποκλεισμός της από την πρόσβαση στην υψηλή τέχνη και η ενασχόληση της με την υποκουλτούρα που προορίζει γι’ αυτήν η πολιτιστική βιομηχανία. Αυτό όμως δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση και υποτίμηση της ερασιτεχνικής δημιουργίας, που αντίθετα οφείλουμε να την ενθαρρύνουμε, να την ενισχύουμε και να προβάλλουμε, ιδιαίτερα όταν αυτή αποτελεί συλλογική προσπάθεια των «από κάτω».

Με δεδομένο λοιπόν πως ο καλλιτέχνης προσπαθεί να βρει τρόπους και μέσα για να μπορεί να είναι δημιουργός - στο βαθμό που η ενασχόληση του με την τέχνη δεν είναι χόμπι, αλλά ζωτική ανάγκη - προκρίνουμε με το κίνδυνο της απλούστευσης την εξής κατηγοριοποίηση:

Στην πρώτη κατηγορία θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τους δημιουργούς που έχουν σταθερό εισόδημα χωρίς να εργάζονται, ανεξάρτητο από το καλλιτεχνικό τους έργο, οπότε μπορούν να αφιερώνονται αναπόσπαστα στο έργο τους.
Στη δεύτερη κατηγορία τους δημιουργούς που όντας στελέχη της πολιτιστικής βιομηχανίας ή και στελέχη οργανισμών και επιτροπών του κρατικού μηχανισμού, μπορούν αξιοποιώντας τη θέση τους και να ασχολούνται με την τέχνη τους, αλλά και κυρίως να βρίσκουν την αναγκαία χρηματοδότηση και προβολή του έργου τους.

Στην τρίτη κατηγορία οι δημιουργοί που με επιλογή τους υποαπασχολούνται, αφενός για να εξοικονομούν τα προς το ζην και αφετέρου να απελευθερώνουν τον αναγκαίο χρόνο που απαιτεί  η τέχνη τους.

Τέλος οι ελάχιστοι δημιουργοί που έχουν την τύχη να ζουν αποκλειστικά από το καλλιτεχνικό τους έργο.

Κάτω από αυτό το πρίσμα θα μπορούσαμε να κρίνουμε και να κατακρίνουμε, μα και να εξηγήσουμε κάθε μια ξεχωριστά, τις δηλώσεις των ανθρώπων της τέχνης που ήρθαν στο φως της επικαιρότητας έχοντας σαν κριτήριο κυρίως όχι το έργο τους, αλλά την κοινωνική θέση τους και τα όρια ή τις απαιτήσεις που αυτή θέτει. Και σε συνθήκες ολόπλευρης κρίσης του συστήματος τα όρια στενεύουν και οι απαιτήσεις αυξάνονται και τότε ο καλλιτέχνης θα πρέπει να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Και εμείς δεν πρέπει να κρατήσουμε τόσο, το ότι η ιστορία απέδειξε ότι οι περισσότεροι πηγαίνουν με την τάξη τους, αλλά το ότι υπήρχαν και δημιουργοί  που επέλεξαν το δρόμο της συμπόρευσης με τους αγώνες του λαού με  αντίτιμο διώξεις, φυλακίσεις και εξορίες.

Και βέβαια από την άλλη μεριά έχουμε περιπτώσεις όπου ενώ ο δημιουργός δεν κάνει το μεγάλο άλμα, το έργο του αλληλεπιδρώντας με τις κοινωνικές αντιθέσεις και τις πολιτικές εξελίξεις της περιόδου αυτονομείται από το δημιουργό του, τον ξεπερνά και επανοηματοδοτείται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το «Άξιον εστί» του  Οδυσσέα Ελύτη, που με την ώθηση της μουσικής του Μίκη, αναβαπτίστηκε μέσα στους λαϊκούς αγώνες σε λαϊκή υμνωδία.

Και μια σημείωση ως επίλογο. Είναι στιγμές στην ιστορία όπου η έννοια του ωραίου επαναδιαπραγματεύεται. Και στις μεγάλες ανατάσεις του λαϊκού κινήματος, ορισμένες στιγμές μιας διαδήλωσης μπορεί να αξίζουν (και καλλιτεχνικά) περισσότερο από τη θέαση ενός πίνακα στην αίθουσα ενός μουσείου.
Αναφορές:
Εφημερίδα «Εποχή» : Ν. Σεβαστάκης «Συγγραφείς και κομμούνα. Ο λόγος της απόρριψης».
Εφημερίδα «Ριζοσπάστης»: «Αφιέρωμα στην παρισινή Κομμούνα: Τέχνη και Παρισινή Κομμούνα».



Βασίλης Τσιράκης

----------------------------
Πηγή:aristeroblog

Ή θα συμμορφωθείς ή θα συμμορφωθείς. Αυτές είναι οι επιλογές σου. Τρώγε το φαΐ σου, αγάπα το κελί σου, δες πολύ τιβί.

Τρίτη, Οκτωβρίου 15, 2013

να συμμορφωθείς

Ή θα συμμορφωθείς ή θα συμμορφωθείς. Αυτές είναι οι επιλογές σου. Τρώγε το φαΐ σου, αγάπα το κελί σου, δες πολύ τιβί.Αφού ο Κεδίκογλου είπε ότι η κυβέρνηση τσάκισε το φασισμό, αφού ο Πρετεντέρης είπε ότι εξαρθρώθηκε η χ.α., τότε μάλλον πρέπει να νιώθουμε πιο ήρεμοι. Αφού ο Μιχελάκης είπε ότι έχουμε δημοκρατία και άρα δεν μπορούμε να βρίσκουμε αναλογίες σε περιόδους που η αντίδραση θα μπορούσε να είναι δικαιολογημένη και νομιμοποιημένη, τότε μάλλον θα πρέπει να βάλουμε την εξάρθρωση (την ποιά;) των αβγών, τη μαρφίν και τις σκουριές στο ίδιο καλάθι. Εδώ έχουμε δημοκρατία, οπότε, το ερώτημα επανέρχεται: καταδικάζετε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται; Παρακαλώ απαντήστε με μια λέξη. Η λάθος απάντηση προκαλεί την αυτόματη κατάταξη στο στρατόπεδο των ακραίων και άρα υπόπτων και άρα καλύτερα να περάσετε μια βόλτα απ’ το τμήμα της γειτονιάς σας.
*
Έγραφε ο Ελεφάντης ότι ο φασισμός είναι μια ιδεολογία που επιδιώκει να επιβάλλει τις αρχές της παντού: (μεταξύ άλλων) την στρατιωτικοποίηση της εργασίας.
*
Οι ίδιοι άνθρωποι που κάνουν την εξίσωση αβγών – «ακροαριστεράς», χρησιμοποιώντας ως συνδετικό κρίκο τη «βία», λέγοντας πως το αντιμνημονιακό πνεύμα έφερε το φασισμό, είναι και αυτοί που συνεργάζονται με ρατσιστές και ακροδεξιούς (μιλάω για μεγάλο μέρος της ΝΔ) προκειμένου να λειτουργήσει το μνημόνιο. Ο Μπίστης έσταζε μέλι στο προταγκον.γρ για τον Βορίδη (αυτόν που δήλωνε κραδαίνοντας το ρόπαλο: βία στη βία των μαρξιστών) λέγοντας ότι ως προς το μεταναστευτικό διαφέρουν κάπως οι απόψεις τους, αλλά οκ ας μην είμαστε πλεονέκτες.
Η διαφωνία της κεντροαριστεράς με την ακροδεξιά ως προς το μεταναστευτικό ευτυχώς μετά από ώριμες πολιτικές συζητήσεις, νηφάλιο διάλογο και συναινετική διάθεση κατέληξε ευτυχώς σε ένα συμβιβασμό και γέννησε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Γεγονός που μας γεμίζει περηφάνια για τον πολιτικό πολιτισμό του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Κατά τ’ άλλα, ο Μπίστης και οι λοιποί κεντροαριστεροί θεωρούν ότι οι αντιμνημονιακές διαμαρτυρίες έφεραν το φασισμό. Απ’ τις μούτζες στην εμπορία όπλων. Λογικότατο.
Περίπου σα να λέμε ότι οι σπαρτακιστές έφεραν τον Χίτλερ με τις τρελές ιδέες τους ή ότι οι αναρχικοί είναι υπεύθυνοι για τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου γιατί μισούσαν τους μπάτσους.
*
Έτσι οι περίφημοι κεντροαριστεροί υπογράφουν το ένα μετά το άλλο ασαφές και αόριστο κείμενο, με επικλήσεις στην επικείμενη ανάπτυξη. Ποτέ δε μας λένε όμως τί εννοούν όταν λένε ανάπτυξη.
Γιατί σκέφτομαι ότι η ανάπτυξη την εποχή των μνημονίων δε σημαίνει τίποτα άλλο παρά στρατιωτικοποίηση της εργασίας. Με άλλα λόγια, ελαστική ή εκ περιτροπής απασχόληση, εξαφανισμένες αποζημιώσεις, κατάργηση του δικαιώματος στην απεργία, πολιτικές επιστρατεύσεις, εξορύξεις χρυσού, απευθείας αναθέσεις και άνθιση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας η οποία συνοψίζεται σε επιχειρηματίες τύπου Μελισσανίδη. Υπ’ αυτή την έννοια τα έργα των αβγών στο Πέραμα ή στα κατά τόπους γραφεία ευρέσεως εργασίας (και αλλού*) καθιστούν τα αβγά ένα ολοκληρωτικά μνημονιακό κόμμα.
*
Αλλά η μνημονιακή Ελλάδα, η Ελλάδα μετά το Καστελόριζο, που θα έλεγε κι ο ολντ, είναι κυρίως η ιστορίας μιας αλλαγής παραδείγματος ή καλύτερα ανθρωπότυπου. Δηλαδή η στρατιωτικοποίηση της εργασίας, το κατεξοχήν μνημονιακό κατόρθωμα, κατά τη γνώμη μου δεν έχει να κάνει με κάποια απόπειρα συσσώρευσης κεφαλαίου ή ασφάλισης περαιτέρω κερδών. Έχει να κάνει με μια νέα υποταγή, η οποία παίρνει τη μορφή της πίστης σε ένα συλλογικό φαντασιακό που ως ευτυχία εννοεί την ανασφάλιστη εργασία με 360€ χωρίς ωράριο. Το δικαίωμα στην απεργία αυτοκαταργείται , ενώ το δικαίωμα της καταστολής περιλαμβάνει πια μια νέα τεράστια γκάμα, από τις προληπτικές προσαγωγές μέχρι το ξεχείλωμα του όρου τρομοκρατία.
*
Με άλλα λόγια όχι μόνο δεν υπάρχει πια κοινωνία, αλλά ούτε καν τα ίδια τα άτομα που την απαρτίζουν. (Και) αυτό το νόημα έχουν οι επιθέσεις των ένστολων στα Εξάρχεια. Όχι μόνο δεν επιτρέπεται η διαφορετική κουλτούρα, η αμφισβήτηση του κυρίαρχου παραδείγματος, αλλά θα καταστέλλονται σκληρά τόσο οι καθεαυτό πολιτικές και κοινωνικές διεκδικήσεις, όσο και οι ίδιες σου οι βόλτες, τα στέκια, η καθημερινή συνύπαρξη και οι καταλήψεις άχρηστων και άδειων κτιρίων. (Η δήλωση: καλύτερα άχρηστα και έρημα, παρά γεμάτα από εκείνη τη ζωή που εμπεριέχει την πιο ουσιαστική κριτική στις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχόμενου, οι οποίες πλέον θα ρυθμίζουν και τις πιο λεπτές πτυχές της επιβίωσης).
Ή θα συμμορφωθείς ή θα συμμορφωθείς. Αυτές είναι οι επιλογές σου. Τρώγε το φαΐ σου, αγάπα το κελί σου, δες πολύ τιβί.
*
Υπ’ αυτή την έννοια, καθετί που σε πρώτη σκέψη μπορεί να μην είναι επαναστατικό, αλλά εντέλει δυναμιτίζει τη συλλογική κατάθλιψη ή την τυφλή πίστη στον κομφορμισμό και την κορεκτίλα, μπορεί υπό προϋποθέσεις (και κάποιο αλκοόλ ίσως) να προκαλέσει συγκίνηση.
Ο τύπος που ράβει κοστούμια από άμφια και παίζει κλαρίνο στην πλατεία Εξαρχείων υπαινίσσεται (ερήμην του πιθανώς και άρα ακόμη πιο ειλικρινώς) ότι το να είσαι περίεργος, ανάποδος και έξω απ’ τις περιγραφές του αποδεκτού με βάση τον Πάγκαλο ή την Τριανταφύλλου, είναι πια μια προσωπική υποχρέωση που κι αν κάποτε στοιχίζει ακριβά, προκαλεί κύματα ανυπολόγιστης ψυχικής γαλήνης.
Κάνοντας ένα μικρό (ή μεγάλο) λογικό άλμα, σκέφτομαι ότι το να αντιστέκεσαι με όποιον τρόπο μπορείς στη λογική του There is no alternative, στο δεν γίνεται τίποτα, όλα είναι προαποφασισμένα (κατά το η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού που σου υποδεικνύουν οι άλλοι, ποιοί άλλοι; αυτοί που κοιτάζουν ανέμελοι την εξουθένωσή σου, βάζοντας συνήθως και κάτι στην άκρη) είναι μια σπουδαία, παρηγορητική και γενναιόδωρη πράξη. Το να αμφισβητείς τη νέα ελλάδα, όπως μπορείς, αποδεικνύεται η πιο σπουδαία ποίηση της εποχής μας, η πιο υψηλή δημιουργία, αυτό που μετατρέπει την αναξιοπρέπεια σε γενναιότητα και τον καθημερινό ζόφο σε ζωή.

---------------------
Πηγή:tovytio

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

ΚΑΜΜΙΑ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ! Του Γεώργου Μ.Σαρηγιάννη

Κυριακή, Οκτωβρίου 13, 2013
ΚΑΜΜΙΑ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ! Του Γεώργου Μ.Σαρηγιάννη
ΚΑΜΜΙΑ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΣΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ! 

Γεώργιος Μ.Σαρηγιάννης, 
ομότιμος καθηγητής 
Ε.Μ.Πολυτεχνείου

Τώρα που κορυφώνεται η σύγκρουση Πανεπιστημίων-Κυβέρνησης, εντείνονται και οι πιέσεις τόσο από την Κυβέρνηση, όσο και δυστυχώς και από μέσα από τα Πανεπιστήμια για συμβιβαστικές και ήπιες λύσεις. Η Κυβέρνηση απειλεί –προς το παρόν- με εισαγγελείς, ίσως αύριο και με είσοδο αστυνομικών δυνάμεων, ενώ μέσα από τα Πανεπιστήμια ακούγονται τάχα μετριοπαθείς φωνές. Οι φωνές αυτές, επαναλαμβάνουν τα τετριμμένα στις παρόμοιες περιπτώσεις (θα χαθεί το εξάμηνο, τα καημένα τα παιδιά που είναι από επαρχία χάνονται στο χάος, οι υποψήφιοι μεταπτυχιακοί που έχουν κλείσει θέσεις στο εξωτερικό δεν μπορούν να τελειώσουν τις εξετάσεις τους και άλλα γνωστά). 

Σ’ αυτές προστέθηκαν και επιχειρήματα του αντιπρύτανη του ΕΜΠ καθηγητή κ. Αβαριτσιώτη που μας φέρνουν σαράντα χρόνια πίσω: χωρίς Γραμματείες δεν μπορούν να δοθούν βεβαιώσεις εγγραφών για ανανέωση της αναβολής κατάταξης στον στρατό και θα στρατευτούν οι φοιτητές μας. Ως επιχείρημα μπορεί να μας εκνευρίζει ή να μας λυπεί, ακριβώς διότι ως πράξη το ζήσαμε επί Χούντας με την άρση της αναβολής φοιτητών μας που μετείχαν είτε στην Αντι-ΕΦΕΕ είτε σε άλλες αντιστασιακές πράξεις, μόνο που κάποιοι (και ο κ.Αντιπρύτανης) ξεχνούν ότι αυτές οι ενέργειες οδήγησαν στην Νομική την Ανοιξη και στο Πολυτεχνείο το Φθινόπωρο του 1973.

Δύο σημεία θέλω να τονίσω : 

Πρώτο, γιατί άραγε από τα δεκαεφτά εν συνόλω Υπουργεία το μαχαίρι των απολύσεων έπεσε στο Υγείας και στο Παιδείας;; Και ακόμη από τις υπηρεσίες του «ευρύτερου δημόσιου τομέα», γιατί οι απολύσεις γίνονται στην Δημόσια Τηλεόραση και στις βιομηχανίες πολεμικού υλικού;;; 

Νομίζω ότι η απάντηση είναι κοινή και για αυτά αλλά και για εκείνα που θα ακολουθήσουν: πρόκειται για τομείς όπου το ιδιωτικό Κεφάλαιο προσβλέπει μεγάλα κέρδη, και συγκεκριμένα 

• στην Παιδεία περιμένουν σαν τα κοράκια οι σχολάρχες να ιδρύσουν επιτέλους τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια (δεν τα κατάφερε το Γιωργάκι, ελπίζουν όμως στην σημερινή Κυβέρνηση)
• στην Υγεία οι τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες προσδοκούν αθρόα την σύναψη ιδιωτικής ασφάλισης και παράλληλα οι επιχειρηματίες του κλάδου θα ιδρύσουν και άλλα ιδιωτικά Νοσοκομεία αυξάνοντας και τα κέρδη τους στα ήδη υπάρχοντα –για την Υγεία και την μόρφωση των παιδιών, η κάθε οικογένεια κάνει ό,τι μπορεί μειώνοντας στο ελάχιστο το επίπεδο διαβίωσης.
• Η αντικατάσταση της Δημόσιας Τηλεόρασης από ιδιωτική, εξυπηρετεί τόσο την πολιτική (ιδιώτες είναι, κάνουν ό,τι θέλουν και δεν μπορούμε να τους ελέγξουμε ! ), όσο και το κέρδος των ιδιωτών καναλαρχών που θα αρπάξουν τις διαφημίσεις, τις συχνότητες και την «ακροαματικότητα». 
• Όσο για το πολεμικό υλικό, τα μονοπώλια της Ντασσώ, της Ζήμενς και της Λόκχηντ χρόνια περιμένουν την διάλυση της ΕΒΟ –δεν είναι καιρός να χάνουν πελάτες… 

Και δεύτερο, ο αγώνας είναι και μονόδρομος αλλά και επικίνδυνο να ξεστρατίσει. Αυτό σημαίνει ότι η παραμικρή υποχώρηση, μέσα από φαινομενικά μικροσυμβιβασμούς και ελπίδες ότι θα απολυθεί ο γείτονας και όχι εγώ, θα οδηγήσει σε καθολική ήττα. 

Δεν υπάρχουν συμβιβασμοί και ο κάθε διάλογος οδηγεί σταδιακά στην τελική υποχώρηση. Μην ελπίζουμε ότι με τον διάλογο θα απολυθούν λιγότεροι, ή θα επαναπροσληφθούν περισσότεροι, και τι θα πει λιγότεροι ή περισσότεροι, (πάντα με την ελπίδα ότι θα είναι «ο άλλος»);;; Ο δρόμος είναι ένας μόνον : να ανακληθεί η ΚΥΑ, και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την ενότητα, την σταθερότητα στον στόχο (ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΑ) και μακριά από αρχικά φαινομενικά τάχα ευνοϊκές υποχωρήσεις, που οδηγούν νομοτελειακά στην πλήρη εφαρμογή της ΚΥΑ. Δεν θα μπουν εισαγγελείς, δεν θα μπει η αστυνομία, δεν θα δοθούν οι λίστες. ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ.

-----------------------
Πηγή:https://www.facebook.com/ArchNtua/posts/1426350034253436

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

Προς τις Πρυτανικές Αρχές: Η σιωπή δεν είναι πάντα χρυσός!

Παρασκευή, Οκτωβρίου 11, 2013
του Πέτρου Ροδακινιά
του Πέτρου Ροδακινιά
Έχουμε θυμό και οργή. Εμείς οι αγωνιζόμενοι Διοικητικοί υπάλληλοι του Π.Θ., είμαστε οργισμένοι και σφόδρα θυμωμένοι, με την αδράνεια -ή μήπως μεθόδευση- των πρυτανικών αρχών, να μας αγνοούν επιδεικτικά και να μας αφήνουν στο έλεος της παραπληροφόρησης, σχετικά με το τι τελικά απέστειλαν στο Υπουργείο. Δεν παραπληροφορούν μόνο εμάς, αφήνουν τα κυβερνητικά ΜΜΕ, την τοπική κοινωνία, αλλά και τους συναδέλφους των άλλων πληττόμενων πανεπιστημίων, να πιστεύουν ότι μάλλον στείλαμε τις "λίστες". Δεν σέβονται τον αγώνα μας -5 βδομάδες ήδη-, την αγωνία μας για το αν θα' χουμε δουλειά αύριο, για το αν θα' χουμε καν μέλλον στη ζωή μας.

Χθες, πήραμε ομόφωνα απόφαση στη Γ. Συνέλευση, να στείλουμε επιστολή στις Πρυτανικές αρχές για να λάβουν επιτέλους θέση στην μεθοδευμένη παραπληροφόρηση του Υπουργείου και των διάφορων ΜΜΕ και να μας ενημερώσουν επίσημα, τι ακριβώς έχουν αποστείλει στο Υπουργείο. Να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν με το ποιο κατηγορηματικό τρόπο τα διαδιδόμενα για το ότι είμαστε στα λίγα πανεπιστήμια που αποστείλαμε τη "λίστα". Σήμερα πληροφορηθήκαμε το σωστό αίτημα του πρώην Πρύτανη κ. Γουργουλιάνη προς τις Πρυτανικές Αρχές, που ζητά άμεσα να του κοινοποιηθεί η αλληλογραφία με το Υπουργείο Παιδείας. Αν ο κ. Γουργουλιάνης -και σωστά- έχει μια φορά έννομο συμφέρον, τότε εμείς, που πληττόμαστε άμεσα, έχουμε εκατό φορές έννομο συμφέρον, να μας κοινοποιηθεί επιτέλους η αλληλογραφία και να λάμψει η αλήθεια.

Κάνουμε ακόμη μια φορά έκκληση στις Πρυτανικές Αρχές, πείτε μας γραπτά και επίσημα, τι ακριβώς αποστείλατε. Πάρτε επιτέλους θέση απέναντι στα μυθεύματα των τοπικών και λοιπών ΜΜΕ και πείτε την αλήθεια: είστε στο πλευρό μας ή εγκρίνετε τις μεθοδεύσεις του Υπουργείου.

Η σιωπή δεν είναι πάντα χρυσός!


#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

στην υγειά σου άρχοντα ή ποιος εξέθρεψε τον φασισμό στον τόπο μας

Πέμπτη, Οκτωβρίου 10, 2013
Η λέξη λοιπόν είναι απελπισία. Αλλά αυτή είναι μια μονόχνοτη, υπεραπλουστευτική, εσωστρεφής οπτική του κόσμου. (Εσωστρεφής: να μια λέξη που μας έμαθε η πασοκαρία, τα χρόνια εκεί γύρω στο 2000, που το πρόβλημα των κυβερνήσεων συνοψιζόταν στο ότι ήταν πολύ εσωστρεφείς). Ας κοιτάξουμε λοιπόν για λίγο, όχι το δρόμο και τους διπλανούς μας, αλλά την περίφημη οθόνη που φωλιάζει στα σαλόνια όλης της χώρας. Εκεί, η λέξη δεν είναι απελπισία. Εκεί, η λέξη είναι ξεφτίλα.
Έχουμε κουραστεί να διαβάζουμε και να ακούμε ότι για τα όσα συμβαίνουν σήμερα (Τί συμβαίνει σήμερα: ΠΑΣΟΚΝΔ: έξαρση της βίας – έτσι γενικά και αόριστα), φταίει η πλατεία Συντάγματος, οι αγανακτισμένοι, η κουλτούρα της ανομίας (ότι δηλαδή οι άνθρωποι που δεν ξέρουν πως λέγεται ο Krugman, μελετούν Durkheim). Έχουμε κουραστεί να ακούμε πως ανομία είναι το διπλοπαρκάρισμα, ότι δεν κόψαμε απόδειξη ή ότι μιλήσαμε στον ενικό στο όργανο. Και όλα αυτά μάλιστα εμπίπτουν στην κουλτούρα της αριστεράς, της μεταπολίτευσης κλπ.
st
δύο ελληνικές σημαίες, μία προτομή, δύο κούπες με στάμπα φασιστικής οργάνωσης, ο τρυφερός δημοσιογράφος και ένας καλός κύριος από τη Γούβα
Αυτά όλα, λέει, εξέθρεψαν το τέρας. Αυτά έφεραν τον φασισμό στον τόπο μας. Οι μούντζες και τα γκράφιτι και η κλειστή Πανεπιστημίου από 20 άτομα. Δεν έφεραν τον φασισμό οι δημοσιογράφοι που φώναζαν τη Σκορδέλη μέρα παρά μέρα να μιλήσει για το «μεταναστευτικό πρόβλημα» και την «ασφυξία» του κέντρου. Δεν ήξεραν τι ήταν η Σκορδέλη, ήξεραν όμως ότι υπάρχει φοβερό μεταναστευτικό πρόβλημα και ότι οι κάτοικοι (οι ποιοί;) δεν αντέχουν άλλο. Δεν ήξεραν ότι τα ΜΑΤ και τα αβγά συνεργάζονται, βασανίζουν ντόπιους και μετανάστες, επιτρέπουν μαχαιρώματα κλπ. Ήξεραν όμως ότι οι κουκουλοφόροι καίνε τις περιουσίες του κοσμάκη. Δεν ήξεραν ότι εφοπλιστές (όπως λένε τα ίδια τους τα τωρινά δημοσιεύματα) χρηματοδοτούν τα αβγά. Ήξεραν όμως να μας παρουσιάζουν τα γκομενικά του τάδε αβγού και ήξεραν να κάνουν πολιτισμένο διάλογο στα τηλεπαράθυρα. Δεν ήξερε ο Ευαγγελάτος και ο Σρόιτερ ότι κλέβουν τους μετανάστες, ότι τους εκβιάζουν ή ότι είναι νταβατζήδες. Αλλά ήξεραν να κάνουν βόλτα με το Χρυσοχοΐδη και να λένε ότι τα παιδιά καθάρισαν την πλατεία. Δεν ήξεραν ότι έχουν όπλα. Ήξεραν μόνο ότι σε αυτούς τα αβγά φέρονταν με το σεις και με το σας. Αυτό αρκούσε.
karolos
μετριοπάθεια, πολιτισμένος διάλογος, γιορτή της δημοκρατίας.
Σημασία έχει ότι το φασισμό τον έφεραν οι πλατείες το ‘11. Δεν τον έφερε ας πούμε η αντιμεταναστευτική λύσσα, πχ. εκείνου του φοβερού κυβερνητικού στελέχους που μετά από επίθεση αβγών σε ένα κουρείο στο Μενίδι αν δεν κάνω λάθος, έκανε ερώτηση στον Υπουργό για να μάθει αν είναι νόμιμος και έχει χαρτιά ο χτυπημένος κουρέας. Ο φασισμός είναι αποτέλεσμα των κραυγών κατά του μνημονίου. Δεν τον έφερε ας πούμε η επιχειρηματική ευφυΐα της Μανωλάδας και αυτός που αλυσοδένει στη Σαλαμίνα. Τίποτα απ’ όλα αυτά. Η συνέλευση της πλατείας Συντάγματος και οι διαδηλωτές φταίνε προσωπικά για το ότι τα αβγά είναι βουλευτές. Τί κι αν στο Εφετείο πετούσαν πέτρες στους μετανάστες μαζί με τα ΜΑΤ; Τι κι αν στο Χυτήριο μας μιλούσαν για αλβανικές κωλοτρυπίδες; Τι κι αν έσπαγαν live πάγκους σε λαϊκές (με κίνητρα καθαρά εμπορικά, μην ξεχνιόμαστε); Όλα αυτά τα έκαναν επειδή τους το επέτρεπαν οι αγανακτισμένοι κι όχι επειδή ακόμη και τότε οι δημοσιογράφοι μιλούσαν για σοβαρή ΧΑ ή προσέφεραν συμβουλές ότι θα πρέπει να κάνουν κάτι για να μην τους πιάνουν στο στόμα οι άλλοι. Όλα αυτά τα έκαναν τα αβγά εξαιτίας των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων και όχι επειδή οι βουλευτές κάθονταν και έκαναν κουβεντούλα στα πάνελ, χαϊδεύονταν με τους μπάτσους που λίγα λεπτά νωρίτερα τραμπούκιζαν παρέα με τα αβγά ή αποδέχονταν ότι μπορεί να πέσει καμιά σφαλιάρα, δεν έγινε και τίποτα, δεν χρειάζεται άρση ασυλίας.
Ξεφτίλα είναι η λέξη. Κι ακόμη κι αυτή, η ξεφτίλα, δεν μπορεί να περιγράψει τον δημοσιογράφο που έχει το θράσος να ξεστομίσει «άδικο» παίρνοντας συνέντευξη απ’ τους γονείς του μαχαιρωμένου Φύσσα.
v
ο θρίαμβος της κοινής λογικής, ο μίστερ πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας, η ελπίδα της συντηρητικής παράταξης
Ο δημοσιογράφος που χαριεντίστηκε με τον Βορίδη, (ξέρετε αυτόν τον ακτιβιστή της δεξιάς), ο άνθρωπος που έκανε τη χαλαρή κουβεντούλα με τον αρχηγό των αβγών, ψελλίζει τώρα πως είναι «άδικο».
Μπορεί να ζοριζόμαστε, να μας βγαίνει η κάθε μέρα απ’ τη μύτη, αλλά δεν ζούμε σε κάποιο μακρινό πλανήτη που αντί για οξυγόνο κυκλοφορεί το αέριο της λήθης. Τα θυμόμαστε όλα μια χαρά. Και ξέρουμε ότι ο φασισμός δεν είναι ένα άσχετο γεγονός, μια μόδα που ξεπήδησε απ’ το πουθενά, αλλά είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας, την οποία τροφοδότησε για διαφορετικούς πιθανώς λόγους, αλλά πάντως τροφοδότησε συστηματικά η πολιτική και μιντιακή ελίτ (ελίτ να την κάνουν ο θεός και ο αλλάχ δηλαδή).
Γι’ αυτό αφήστε κατά μέρος τις αναλύσεις περί κουλτούρας και ανομίας, και κοιτάξτε να σβήσετε – αν γίνεται, αν μπορείτε – ότι προλαβαίνετε απ’ τα αρχεία σας. Μπας και κάποτε καταφέρετε να σας ξεχάσει η ιστορία.
------------------------
Πηγή:tovytio

Η λαθροχειρία του αλγορίθμου και η αναστάτωση στα πανεπιστήμια

Πέμπτη, Οκτωβρίου 10, 2013
Η λαθροχειρία του αλγορίθμου και η αναστάτωση στα πανεπιστήμια
Και όμως είναι δυνατόν!!! Στην Ελλάδα των μνημονίων, στη χώρα που κάθε μέρα η δημοκρατία πάει περίπατο, στη χώρα που η εξουσία ακούει διάλογο και βγάζει… σπυράκια…, στη χώρα που όλοι μιλάνε και κανένας δεν ακούει τον άλλον, δηλαδή κατά το κοινώς και καφενειακώς λεγόμενο, ξύνουν τα… απαυτά τους… μπορεί διάφορες σκοπιμότητες να κυριαρχήσουν με τρόπο προκλητικό… γι’ αυτό άλλωστε δεν αναλαμβάνει κανένας τις ευθύνες.

Ποιος θα το πίστευε λοιπόν ότι ένας αλγόριθμος (!) τον οποίο αρχικά έδωσε το υπουργείο Παιδείας για να γίνει η αξιολόγηση… δομών και προσωπικού του διοικητικού προσωπικού, θα γινόταν η αφορμή να προκύψει μεγάλο έλλειμμα προσωπικού και το κατά τα άλλα «συνεπές» υπουργείο να αναγκαστεί μέσω συμβούλου του υπουργού να κάνει λαθροχειρία αλγορίθμου για να βγάλει ότι υπάρχει μεγάλο έλλειμμα (εννοεί προφανώς πλεόνασμα ***) προσωπικού, προς δόξα της επιστημονικής δεοντολογίας και την πολιτικής εντιμότητας…

Κάπως έτσι λοιπόν ξεκίνησε ο μεγάλος θόρυβος για τη διαθεσιμότητα 1.345 διοικητικών υπαλλήλων από 8 ΑΕΙ της χώρας (μόνο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών τίθενται σε διαθεσιμότητα 498 από 1.300) και βέβαια, όπως είναι γνωστό, η ενέργεια αυτή του υπουργείου Παιδείας έχει οδηγήσει σε αντιδράσεις και σε αναστολή λειτουργίας των ΑΕΙ.

Να δούμε, λοιπόν, τι έκαναν τα πανεπιστήμια, ποιος έδωσε τον αρχικό αλγόριθμο για να προσδιοριστεί το διοικητικό προσωπικό που χρειάζεται σε κάθε ένα ΑΕΙ και βέβαια ποιος… πονηράτζας έκανε τη λαθροχειρία, άλλαξε τον αλγόριθμο και έβαλε έναν με μεγάλη επιστημονική ακρίβεια (εδώ γελάνε οι πάντες… ενώ κανονικά θα έπρεπε να βλαστημάνε…) προκειμένου να πετύχει να βγάλει ότι στο διοικητικό προσωπικό των πανεπιστημίων αυτών περισσεύουν 1.345 άτομα!!!!

Ας δούμε τώρα τι έγινε και ποια είναι η αλήθεια και ποια τα ψέματα που κυκλοφορούν προκειμένου η κυβέρνηση να δικαιολογήσει τις αθλιότητες για τη συμπλήρωση των… μελλοθάνατων υπαλλήλων ώστε να ικανοποιηθεί και να καλμάρει η τρόικα (!) που ζητούσε κεφάλια εργαζομένων!!!
Έχουμε λοιπόν και λέμε:

• Δεν είναι αλήθεια ότι τα ΑΕΙ αρνήθηκαν να αξιολογήσουν τις ανάγκες τους σε διοικητικό προσωπικό. Αντίθετα, όλα τις προσδιόρισαν με βάση τις κατευθύνσεις και τον αλγόριθμο που είχε δώσει το υπουργείο Παιδείας. Όλα σχεδόν κατέληξαν ότι τους λείπει προσωπικό, γεγονός που επαληθεύεται από το γεγονός ότι η αναλογία διοικητικών υπαλλήλων προς μέλη ΔΕΠ σε όλα τα πανεπιστήμια του εξωτερικού είναι υψηλότερη σε σχέση με τα ελληνικά από 3 έως και 6 φορές.

• Τα ΑΕΙ είχαν κάνει τους υπολογισμούς τους χωρίς τον ξενοδόχο… ή μάλλον τον χασάπη, που στην περίπτωση αυτήν ήταν το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης του Κ. Μητσοτάκη, τα οποία κατασκεύασαν έναν αλγόριθμο που κατέληγε σε αντίθετα αποτελέσματα για 8 ΑΕΙ.

• Ο αλγόριθμος κατασκευάστηκε ώστε να δώσει τον μαγικό αριθμό των 1.345 διοικητικών υπαλλήλων που η κυβέρνηση είχε δεσμευθεί ότι θα τεθούν σε διαθεσιμότητα. Με άλλα λόγια, πρώτα δόθηκε ο αριθμός από το υπουργείο Παιδείας στον Κ. Μητσοτάκη (και από εκεί στην τρόικα) και μετά καταρτίστηκε ο αλγόριθμος που θα έδινε τον αριθμό!!!

• Ο αλγόριθμος λέγεται ότι προετοιμάστηκε από έναν άτυπο σύμβουλο του υπουργού Παιδείας, ονόματι Λάσκαρη, που έχει προκαλέσει πλήθος διαμαρτυριών και αποριών για τον ρόλο του μέσα στο υπουργείο Παιδείας – και βέβαια δεν είναι τυχαία η κατάθεση (1.8.2013) μηνυτήριας αγωγής από την Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας σε βάρος του για αντιποίηση αρχής.

• Τι κάνει όμως ο αλγόριθμος; Λαμβάνει κυρίως υπόψη του τα τμήματα που έχει κάθε ΑΕΙ και στη συνέχεια αντιστοιχίζει – με βάση κάποιο ατεκμηρίωτο και χωρίς διεθνές προηγούμενο αριθμητικό κριτήριο – τον αριθμό των διοικητικών υπαλλήλων που αντιστοιχούν σε κάθε ΑΕΙ. Παραβλέπει, κατά συνέπεια, ότι το Πανεπιστήμιο Αθηνών, για παράδειγμα, λειτουργεί πανεπιστημιακές κλινικές (66 τον αριθμό), 174 εργαστήρια, 32 βιβλιοθήκες εκ των οποίων οι 8 κεντρικές, 10 Μουσεία για την υποστήριξη του εκπαιδευτικού έργου, 3 φοιτητικές εστίες με συνολικό δυναμικό άνω των 2.500 φοιτητών, διεύθυνση που χειρίζεται τεράστιο αριθμό κληροδοτημάτων κ.ά. Πρόκειται δηλαδή για μια τεράστια διεθνή πρωτοτυπία που μόνο η μνημονιακή κυβέρνηση θα σκεφτόταν.

• Και πάλι θα περίμενε κανείς ότι η εφαρμογή του αλγορίθμου θα οδηγούσε σε ισότιμα αποτελέσματα για όλα τα πανεπιστήμια και ΤΕΙ, δηλαδή σε μία σταθερή ποσοστιαία αναλογία του αριθμού των διοικητικών υπαλλήλων προς τον αριθμό των μελών ΔΕΠ. Όμως ενώ η αναλογία των διοικητικών υπαλλήλων προς τα μέλη ΔΕΠ διαμορφώθηκε σε 0,43 για το Πανεπιστήμιο Αθηνών και σε 0,28 για το ΑΠΘ, εντούτοις στο ΕΜΠ είναι 0,9, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών 0,78, στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο 0,99, στο Πολυτεχνείο Κρήτης 1,28, στο ΤΕΙ Πειραιά 1,2 και στο ΤΕΙ Θεσσαλονίκης 1,57. Κατά συνέπεια, ο περίφημος αλγόριθμος του υπ. Παιδείας εφαρμόσθηκε άνισα και για αυτόν τον λόγο δεν παρουσιάζονται αναλυτικά η δομή του και τα αποτελέσματά του ανά ΑΕΙ.

• Να πούμε ότι ο Σύλλογος Διοικητικών Υπαλλήλων του Πανεπιστημίου Αθηνών κατήγγειλε την προκλητική μεταχείριση που επιφυλάχθηκε υπέρ των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του Πειραιά (!) από το υπουργείο Παιδείας… Η αναλογία μετά τον αλγόριθμο για το Πανεπιστήμιο Πειραιά μαζί με το ΤΕΙ Πειραιά είναι 0,86, δηλαδή διπλάσια του Πανεπιστημίου Αθηνών.

• Τέλος, το υπουργείο Παιδείας αγνόησε επιδεικτικά τις επισημάνσεις και προτάσεις των αρμόδιων Αρχών, δηλαδή της (ανεξάρτητης) Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας (ΑΔΙΠ) και της Μονάδας Διασφάλισης Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ). Ο λόγος είναι προφανής: αν ληφθούν υπόψη οι προτάσεις των Αρχών αυτών, τα αποτελέσματα του αλγορίθμου ανατρέπονται. Και μαζί ανατρέπεται η υπόσχεση προς την τρόικα για 1.345 διαθέσιμους από τα ΑΕΙ.

Και οι 1.345 διοικητικοί υπάλληλοι λοιπόν… Στην ποδιά της τρόικας… σφάζονται παλικάρια.

----------------------
Πηγή:topontiki
*** Διόρθωση δική μου

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Πανεπιστήμιο της κοινωνίας

Τετάρτη, Οκτωβρίου 09, 2013
 των διδασκόντων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Κώστα Γαβρόγλου, Κύρκου Δοξιάδη, Μάκη Κουζέλη, Μιχάλη Σπουρδαλάκη

Η σκόνη
Πολλή σκόνη γύρω μας σήμερα, γύρω από το πανεπιστήμιο· δύσκολο να το δει κανείς καθαρά. Η σκόνη δεν λέει να κατακαθίσει. Τη δημιούργησε η κυβέρνηση με την επιχείρηση κατεδάφισής του. Η σκόνη, όμως, μπορεί και να είναι παραπέτασμα που αποκρύπτει διεργασίες σε εξέλιξη ή και να τη σηκώνει μια κινητοποίηση που τώρα μόλις σκαλίζει διερευνητικά το έδαφος. Τη σκόνη την εισπνέει όλη η πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά και όλοι οι γύρω της. Κάνει την ατμόσφαιρα αποπνικτική, δεν αφήνει κανέναν να αναπνεύσει αλλά και προστατεύει όσους είναι λαθρεπιβάτες στο πανεπιστήμιο, όσους το έχουν ως πάρεργο. Αυτό που σηκώνει τη σκόνη δεν είναι μόνο τα συντρίμμια των προπυλαίων, αλλά ήδη κομμάτια του κυρίως ναού, αυτού που ήταν και είναι πανεπιστήμιο: του θεσμού που παράγει  γνώση και καλλιεργεί την κριτική, μορφώνει πολίτες δημοκρατικούς και με κρίση, δοκιμάζει και ελέγχει θεωρίες και εφαρμογές, τροφοδοτεί την κοινωνία με προϊόντα έρευνας και στελέχη ικανά για την εξασφάλιση ανάπτυξης και κοινωνικής προόδου.
Αυτός ο θεσμός, με αυτά τα κοινωνικά και επιστημολογικά χαρακτηριστικά, είναι που βάλλεται από τις πολιτικές αλόγιστης περικοπής της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων, υφαρπαγής των περιουσιών τους, απόλυσης των στελεχών τους, αλλά και ριζικής ανατροπής του καθεστώτος τροφοδότησής τους μέσω ενός λυκείου που μετατρέπει τη γνώση πλήρως σε εξεταστικό παραπροϊόν. Η κατεδάφιση του πανεπιστημίου τα τελευταία χρόνια δεν είναι αποτέλεσμα «λαθών» και «παραβλέψεων», αλλά συνειδητές επιλογές πολιτικών και συγκεκριμένων πανεπιστημιακών να υλοποιήσουν τις πιο έξαλλες φαντασιώσεις τους, τα πιο επιθετικά σχέδια, τις πιο χρεοκοπημένες νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Στόχος τους το ξερίζωμα ενός δημόσιου θεσμού που παράγει και μεταδίδει γνώση σε άτομα που έχουν το δικαίωμα να την αποκτήσουν δωρεάν. Σύμμαχοί τους, μια χούφτα πανεπιστημιακοί.
Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, βέβαια, αυτό. Το είχαν διαλαλήσει στη Βουλή πολλοί, στη φιέστα υπερψήφισης του νόμου Διαμαντοπούλου. Είναι η ώρα της ήττας της Αριστεράς, της μεταπολίτευσης, και το νέο πανεπιστήμιο αυτό εκφράζει, έλεγαν και ξανάλεγαν οι εισηγητές. Κουβέντα οι συνταγματολόγοι της υπεύθυνης παρέμβασης, κουβέντα οι «αριστεροί της ευθύνης», κουβέντα οι κυβερνητικοί του ΠΑΣΟΚ – κρυφή χαρά γεμάτοι όσοι έμειναν σιωπηλοί, μιας και αυτή ήταν η επιθυμία τους. Στόχος όλων να βγάλει το σκασμό η μεταπολίτευση, αυτή που, παρά τα όσα στραβά, τους ανέδειξε κοινωνικά και πολιτικά, αλλά τώρα τους είναι εμπόδιο. 
Απορίες
Ζώντας αυτή την κατάσταση, αναρωτιέται κανείς πού είναι οι φοιτητές. Γιατί ένα τόσο δυναμικό κομμάτι της κοινωνίας δεν ξεσηκώνεται, δεν εξοργίζεται όταν συγκεκριμένες πολιτικές του στερούν όνειρα, προοπτικές και το καταδικάζουν να συναινέσει σε μία συντηρητικοποίηση της καθημερινότητας του.
Πού είναι, αλήθεια, οι φοιτητές για να θέσουν το ερώτημα τι συνιστά δημοκρατία σήμερα στο πανεπιστήμιο, να την υπερασπιστούν και να τη βαθύνουν, διερευνώντας νέους τρόπους συλλογικών αποφάσεων και δράσεων;
Πού είναι, όμως, και οι διδάσκοντες; Όχι εκείνοι που ελεεινολογούν και μετατρέπουν κάθε αρνητικό στον μικρόκοσμό τους σε παραδειγματική περίπτωση, ούτε  εκείνοι που στρουθοκαμηλίζουν για όσα κάνει η κυβέρνηση, ούτε  εκείνοι –και είναι τώρα πια πολλοί– που είναι ή ήταν διορισμένοι σε διάφορες κυβερνητικές θέσεις και, ενώ έχουν χάσει κάθε επαφή με τα του πανεπιστημίου, εμφανίζονται τώρα ως σωτήρες του. Πού είναι οι άλλοι διδάσκοντες; Όσοι και όσες μόνοι ή σε μικρές ομάδες έχουν αποφασίσει να εργάζονται κάτω από εξοντωτικές συνθήκες και με γνώμονα να προσφέρουν όσο περισσότερα μπορούν και να κρατήσουν ζωντανό ό,τι πιο δημοκρατικό και απελευθερωτικό έχει κατακτηθεί στο πανεπιστήμιο; Τους έχει, και αυτούς, παραλύσει ο φόβος; Έχουν χάσει κάθε εμπιστοσύνη στις συλλογικές προσπάθειες; Είναι η σιωπή τους μια στάση κριτικής στις άστοχες επιλογές της δικής μας Αριστεράς και των δικών μας αριστερών; Όλα μαζί; Αυτή η αδράνεια πρέπει να προβληματίσει όλους μας, χωρίς να οδηγηθούμε σε εύκολες και βολικές απαντήσεις.
Ευτυχώς, υπάρχουν οι διοικητικοί. Κατάφεραν να υπερβούν τις δικές τους αγκυλώσεις και να προβάλουν όχι μόνο ένα αγωνιστικό και ενωτικό «παρών», αλλά και να αναδείξουν τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει το πανεπιστήμιο στο σύνολό του.
 Αποδόμηση
Το συνολικό εγχείρημα κατεδάφισης του πανεπιστημίου οδηγεί στην ακύρωση των διδασκόντων. Ό,τι απομείνει από το γκρέμισμα δύσκολα θα παράγει γνώση με επίγνωση των συνεπειών της, εφόσον η διαδικασία παραγωγής της δεν θα υφίσταται τον κριτικό έλεγχο όσων εργάζονται γι’ αυτήν ή τη δοκιμάζουν στην προσπάθειά τους να την οικειοποιηθούν μαθαίνοντας. Το έργο των διδασκόντων γίνεται αργά αλλά σταθερά διεκπεραιωτικό, έργο εντολοδόχων. Και βέβαια ανάλογα διαμορφώνεται και το περιεχόμενο αυτού του έργου, απλή αναπαραγωγή ήδη υφιστάμενων πληροφοριών, εξού και επιμηκύνεται ή περιορίζεται χωρίς δυσκολία. Οι ίδιοι οι διδάσκοντες φαίνεται πως αποδέχτηκαν άλλωστε μάλλον εύκολα ότι δεν χρειάζεται να συζητούν, να διαμορφώνουν γνώμη, να ανταλλάσσουν επιχειρήματα, αν κρίνει κανείς από την περιορισμένη αντίσταση στις διαδικασίες ηλεκτρονικής ψήφου που επέβαλε η ανάδειξη των συμβουλίων. Η κρίση αντιπροσώπευσης στα πανεπιστήμια, η κρίση δημοκρατίας στην καθημερινή του λειτουργία, η αποδιάρθρωση των συλλογικών οργάνων εκδηλώθηκαν με την επίθεση που δέχονται οι εκπρόσωποι των πανεπιστημιακών, όπως στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης όπου εκλεγμένοι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι διώκονται ποινικά επειδή εκτελούσαν τις αυτονόητες υποχρεώσεις τους.
Η κυβερνητική πολιτική θεωρεί δυνάμει άχρηστους τους πανεπιστημιακούς δασκάλους. Πολλούς, πάρα πολλούς, όσους εργάζονταν με σύμβαση, τους έχει ήδη εκδιώξει. Άλλους τόσους το υπουργείο απλώς δεν τους διορίζει κι ας έχουν εκλεγεί ήδη εδώ και χρόνια, αφήνοντας το σώμα των πανεπιστημιακών να γερνάει μέχρι τη φυσική του κατάληξη, όταν οι υψηλής στάθμης νέοι επιστήμονες και ερευνητές (οι καλύτερα μορφωμένοι που έβγαλε ποτέ η χώρα) καταδικάζονται σε ανεργία, στρέφονται σε άλλες εργασίες ή στο εξωτερικό.           
Με ευθύνη πολλών μέσα στα ιδρύματα υπάρχει μια ολοένα αυξανόμενη τάση για εκμετάλλευση της απλήρωτης εργασίας όλων εκείνων των νέων ανθρώπων που δεν έχουν άλλη ευκαιρία να ασκήσουν διδακτικά και ερευνητικά αυτό που έμαθαν, με το καθεστώς αυτό να διαιωνίζεται μέσα από μια αμφιλεγόμενη υπόσχεση απόκτησης «προσόντων» για  μια ενδεχόμενα μονιμότερη σχέση τους με το πανεπιστήμιο.
Η αύξηση των ωρών διδασκαλίας απλώς προετοιμάζει την ιδεολογική νομιμοποίηση της επερχόμενης απόλυσης μέσω καταργήσεων και συγχωνεύσεων που θα «αποδείξουν» πως η δουλειά γίνεται και με πολύ λιγότερο προσωπικό, χωρίς «δασκάλους». Γίνεται μάλιστα τόσο καλά, που μια χαρά μπορούν να την αναλάβουν και ιδιώτες, «προσφέροντας» στα νοικοκυριά της εξαθλίωσης φτηνή κατάρτιση σε δεξιότητες απαραίτητες για την αγορά. Και μπορούν μάλιστα να την αναλάβουν εύκολα τώρα που φθηναίνει, που όλο και λιγότερο προσωπικό, όλο και πιο συρρικνωμένη υποδομή απαιτεί.
Νέα Γνώση
Οφείλουμε, δουλειά μας είναι άλλωστε –αυτή είναι η δουλειά μας!–, να σκεφτούμε γιατί μια τέτοια εξέλιξη, και μάλιστα με τέτοια σπουδή και καταστροφική εμμονή, είναι δυνατή. Να σκεφτούμε γιατί κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, και μάλιστα οι ηγεμονικές, επενδύουν στην κατάργηση του πανεπιστημίου, στην υποκατάστασή του από έναν επιμορφωτικό θεσμό περιορισμένης αρμοδιότητας. Να σκεφτούμε γιατί δεν είναι πια κοινωνικά απαραίτητη η παραγωγή νέας γνώσης, και γιατί η συζήτηση γύρω από την οικονομικά πρόσφορη γνώση σχετίζεται σχεδόν αποκλειστικά με την «καινοτομία». Και το κυνήγι μιας αδιευκρίνιστης και σχεδόν μεταφυσικής έννοιας, της «καινοτομίας», κοντεύει να αποτελέσει τον μοναδικό στόχο της ερευνητικής δραστηριότητας. Μπορεί να φαίνεται εύκολο να φανταστούμε γιατί αυτές οι δυνάμεις δεν θέλουν την κριτική και αυτόνομη σκέψη, δεν συμπαθούν τον λόγο (αυτόν που με έμφαση ονομάζουμε «ορθό»), την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και επιχειρημάτων, τη δημοκρατική συνθήκη αντιλογίας – αυτά πράγματι εκπροσωπεί ή μάλλον αυτά είναι το πανεπιστήμιο.
Αλλά και εμείς δεν κατορθώσαμε να συγκροτήσουμε μια συνεπή κριτική ενάντια στα ιδεολογήματα περί «κοινωνίας της γνώσης», τα οποία προβλήθηκαν ως η πανάκεια που θα εξασφάλιζε την κοινωνική ευημερία. Δεν καταλάβαμε έγκαιρα ότι η «κοινωνία της γνώσης» ήταν ένα λάκτισμα για να αλλάξουν άρδην όλοι οι θεσμοί και οι διαδικασίες παραγωγής γνώσης, και να γίνει η χρηματοδοτούμενη έρευνα, ανεξάρτητα από τα αποτελέσματά της, ανεξάρτητα από τις ώρες απασχόλησης όσων την επιτελούν, η μόνη, τελικά, «έγκυρη» έρευνα. Ως κριτήριο αριστείας έχει καθιερωθεί η δυνατότητα να «φέρνει» κανείς χρήματα και προγράμματα στο πανεπιστήμιο. Κανέναν σχεδόν «αρμόδιο» δεν ενδιαφέρει η ουσία και τα αποτελέσματα αυτών των διεργασιών.
Και δεν εκπλήσσει, πράγματι, που οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της σαρωτικής απαξίωσης, περιθωριοποίησης και καταστροφικής επίθεσης. Από την κριτική ζουν, στη χειραφέτηση των πολιτών και στον εκδημοκρατισμό των κοινωνικών σχέσεων αποσκοπούν, πολιτισμός είναι το υλικό τους και οι νεωτερικές αρχές της ελευθερίας, της ισότητας και της αδελφοσύνης ο γνώμονας οργάνωσης και ανάπτυξής τους. Δεν εξυπηρετούν, επομένως, τις στρατηγικές δυνάμεων που θέλουν να περιορίσουν τη δημοκρατία και τους θεσμικούς της όρους, θεωρούν (επενδυτική, όχι μόνο οικονομικά) «ευκαιρία» τον περιορισμό της αυτόνομης κρίσης και της λογικής επιλογής, των συλλογικών διαδικασιών συζήτησης και αναζήτησης, όλων εκείνων που θέλουν να πιστεύουν και να πιστέψουμε και οι υπόλοιποι πως η Ιστορία τελείωσε, πως δεν υπάρχουν εναλλακτικές, πως τώρα πια διαχειριζόμαστε τα υπάρχοντα και δεν ψάχνουμε για νέες λύσεις, νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης, επικοινωνίας, πολιτισμικής ανάπτυξης.
Και βέβαια αυτό δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα, που απλώς βρέθηκε στη θέση να μπορεί να της επιβληθεί ένα τέτοιο «Τέλος της Ιστορίας» σχετικά ανώδυνα για εκείνους που της το επιβάλλουν. Η επίθεση ενάντια σε αυτούς τους πανεπιστημιακούς κλάδους είναι ευρωπαϊκό και παγκόσμιο φαινόμενο. Η ένταση, το βάθος αλλά και ο βάρβαρος τρόπος αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα, ενταγμένη στην τροπή που έχει δοθεί στην οικονομική και πολιτική κρίση. Στο κάτω κάτω, η ευκολία της εισαγωγής προϊόντων μπορεί να ισχύσει και για την ελάχιστη απαραίτητη κοινωνικο-επιστημονική γνώση· ας παράγουν άλλοι ό,τι χρειαζόμαστε σε πολιτισμό, πολιτικό και κοινωνικό σχεδιασμό και αντίστοιχα πρότυπα οργάνωσης.
Ξέρουμε ήδη ότι η μετακίνηση που επιτρέπει τη συρρίκνωση του πανεπιστημίου σε ένα ελιτίστικο σχήμα δήθεν αριστείας, χωρίς ισχυρή κοινωνική αμφισβήτηση, δεν είναι άλλη από τη δοκιμασμένη πλέον «σχολειοποίηση» των προπτυχιακών σπουδών που απευθύνονται στη μεγάλη μάζα των φοιτητών, με παράλληλο κλείσιμο (και διά των υψηλών διδάκτρων) των μεταπτυχιακών. Το σήμερα του ελληνικού πανεπιστημίου με αυτή τη μετακίνηση έχει κυρίως να κάνει και με τις συνέπειές της.
Ασχήμιες
Σίγουρα αυτό που γκρεμίζεται δεν είναι ένα αριστούργημα αρχιτεκτονικής. Το συνηθέστερο, πειστικότερο και ισχυρότερο επιχείρημα όσων σήμερα κλοτσάνε με μένος ό,τι έχει μείνει ακόμα όρθιο από το πανεπιστημιακό οικοδόμημα είναι το παρελθόν του, η ασκήμια του, η δυσλειτουργικότητα και αναποτελεσματικότητά του, το αταίριαστο της μορφής του με ό,τι προσφέρθηκε ως «εκσυγχρονισμός» της ελληνικής κοινωνίας.
Η ένταση αυτής της εκδικητικής μανίας μπορεί να εξηγηθεί μονάχα ως αντίδραση για όλα τα καλά που έχει κάνει το ελληνικό πανεπιστήμιο. Είναι πολλά, και το καθένα αποτελεί και μία ρήξη με παλιές και βολικές συνήθειες: η συστηματική καθιέρωση πολλών κλάδων των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, ερευνητικές δραστηριότητες εφάμιλλες με αυτές των πραγματικών ομάδων αριστείας διεθνώς, εξαιρετικοί φοιτητές που λαμβάνουν τις πιο απαιτητικές υποτροφίες, συγγραφή υψηλότατου επιπέδου μονογραφιών και διδακτικών συγγραμμάτων, υποδειγματικές μεταφράσεις, διεθνείς συνεργασίες που έχουν συμβάλει με εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στους πανεπιστημιακούς προϋπολογισμούς από πανεπιστημιακούς που δεν αγνόησαν καθόλου τις άλλες υποχρεώσεις τους στο πανεπιστήμιο, πρότυπες διδασκαλίες και, βέβαια, παραγωγή ενός τεράστιου αριθμού εξαιρετικά υψηλού επιπέδου διδακτόρων με ένα έργο εντυπωσιακό για την ποιότητά του.
Βέβαια, το χτεσινό πανεπιστήμιο δεν ήταν με κανένα τρόπο αγγελικά πλασμένο· κάποιες από τις όψεις του μάλλον διαβολικά χαρακτηριστικά είχαν. Όση (πράγματι αβυσσαλέα) απόσταση κι αν το χώριζε από τον μεσαίωνα της έδρας και της απόλυτης καθηγητικής αυθαιρεσίας, δεν έπαψε να αποτελεί εκτροφείο διαπλοκής μεταξύ καθηγητών και διοικητικών, μεταξύ πανεπιστημιακών και παραγόντων της πολιτικής και της οικονομίας, μεταξύ (φοιτητικών) παρατάξεων και (εκλεγμένων!) αρχών, μεταξύ καθηγητών αθέμιτα αλληλοϋποστηριζόμενων σε κρίσεις και εξελίξεις, σε διεκδίκηση ερευνητικών κονδυλίων ή και σε «απλή» εξαπάτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Από όλα είχε. Είχε φοιτητοπατέρες, είχε καθηγητές που στέλνανε τους υποψήφιους διδάκτορες να κάνουν το μάθημά τους ή πήγαιναν στα περιφερειακά στη χάση και στη φέξη, είχε προσωπικό που ελάχιστα βρισκόταν στη θέση του και πήρε τη θέση λόγω συγγένειας ή συναλλαγής, είχε καμιά φορά και λογοκλόπους ή αβέβαιης εγκυρότητας τίτλους, μέχρι και υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος είχε. Όχι πως όλα αυτά χαρακτήριζαν το πανεπιστήμιο. Ούτε κυρίως τέτοιο ήταν ούτε μόνο εκεί συνέβαιναν τα παραπάνω στη δικομματικά οριζόμενη Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών. Αυτά τα ξέρουμε όλοι όσοι το ζήσαμε από κοντά, και βέβαια τα ξέρουν πρώτοι και καλύτεροι εκείνοι που συστηματικά εξέθρεψαν τα αποστήματα για να αναφέρονται σήμερα, που οι καιροί γυρίσανε, στο πανεπιστήμιο ως «έκτρωμα».
Αν όμως κάτι σφραγίζει το χτεσινό πανεπιστήμιο και το καθιστά κραυγαλέα παρωχημένο είναι οι συνέπειες του τρόπου επιλογής των φοιτητών του. Πρόκειται για το πανεπιστήμιο που πολλοί από τους φοιτητές του σπουδάζουνε ό,τι σπουδάζουνε εν πολλοίς τυχαία. Κάνουν φιλοσοφία ενώ θέλανε να γίνουν δικηγόροι, σπουδάζουν κτηνιατρική αν και δεν ανέχονται τα ζώα, γίνονται δάσκαλοι χωρίς να αγαπάνε τη δουλειά αυτή επειδή ταιριάζανε οι μονάδες που πήραν. Φοιτούν απλώς για να τελειώσουν, να πάρουν το χαρτί και μετά να πάνε να μάθουν αλλού αυτό που ήθελαν πάντα. Τους φοιτητές αυτής της κατηγορίας δικαιολογημένα δεν τους νοιάζει ποιος διδάσκει τι και πώς, ούτε καν αν το διδάσκει, φτάνει να μπορούν «να το δώσουν». Και διόλου δεν φταίνε αυτοί για αυτό. Μπορεί να έχει κάποια λογική ο περιορισμός των θέσεων σε κάποιες σπουδές και σε κάποιες ειδικότητες και επομένως η πρόβλεψη ενός μηχανισμού επιλογής, δεν έχει όμως καμιά λογική η σαρωτική λειτουργία ενός μηχανισμού που σε στέλνει απλώς όπου χωράς, ανεξάρτητα από το ενδιαφέρον, το ταλέντο, την ευαισθησία, τα αληθινά διαβάσματά σου. Και μέσα από τη συντήρηση αυτού του συστήματος, όλες οι κυβερνήσεις μετά τη μεταπολίτευση κατάφεραν να ακυρώσουν το λύκειο, να το μετατρέψουν σε εξεταστικό κέντρο, να ενισχύσουν την παραπαιδεία, υπονομεύοντας με αυτό τον τρόπο έναν ακόμη από τους θεσμούς που στηρίζουν τη δημοκρατία.
Και άρα;
Από τα παραπάνω γίνεται, πιστεύουμε, φανερό σε ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθούμε και πόσο επείγον είναι αυτό. Τίποτα δεν θα έχει μείνει σε λίγο όρθιο, ικανό να αντισταθεί στη διάλυση, στην επιθετική εγκατάλειψη της γνώσης και της μάθησης στους εμπόρους, στην αδιαφορία της κοινωνίας αλλά και των ίδιων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας που θα έχουν πλέον απαυδήσει ή και απελπιστεί. Η αντίσταση στη λαίλαπα δεν είναι, δεν μπορεί αλλά και δεν πρέπει να είναι δύναμη συντήρησης. Ο επαναπροσδιορισμός του πανεπιστημίου ως χώρου αυθεντικής έρευνας και ανάπτυξης γνώσης και παιδείας απαιτεί στις σημερινές συνθήκες κοινωνικής συρρίκνωσης ένα νέο πανεπιστήμιο: πιο συλλογικό, πιο συμμετοχικό, πιο ανοικτό στην κοινωνία, πιο δημοκρατικό, πιο κριτικό σε ό,τι παράγει, πιο δυναμικό στις προς τα έξω πρωτοβουλίες του. Το πανεπιστήμιο (πρέπει να) ανήκει σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Γι’ αυτό και οι άμεσες κινήσεις αντίστασης είναι ευδιάκριτες: είμαστε υποχρεωμένοι να ξαναφέρουμε το πανεπιστήμιο στην πρώτη γραμμή της μάχης για δημοκρατική κοινωνία, να φέρουμε το πανεπιστήμιο στην κοινωνία και την κοινωνία στο πανεπιστήμιο. Χωρίς να κουκουλώνουμε τις αθλιότητες αλλά και χωρίς να υποβαθμίζουμε τις τόσο σημαντικές κατακτήσεις του. Η έρευνα αλλά και η διδασκαλία θα πρέπει να έχει ως πρώτο της αντικείμενο, ως κοινό της αλλά και ως εντολοδόχο της αυτή την κοινωνία της κρίσης.
Όσο ακόμα υφίσταται η «ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας» του άρθρου 16 δικαιούμαστε αλλά είμαστε και υποχρεωμένοι να αποδώσουμε στην κοινωνία ό,τι της οφείλουμε, να απευθυνθούμε σε αυτήν. Κοινωνικό πανεπιστήμιο.

------------------------
Πηγή: enthemata

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.