Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Αλήθειες και ψέματα για τη δραχμή

Κυριακή, Δεκεμβρίου 04, 2011
[Του Δημήτρη Καζάκη Οικονομολόγου – Αναλυτή]

Τι θα γίνει έτσι και επιστρέψου­με στη δραχμή; Προφανώς θα πέσει ο ουρανός να μας πλα­κώσει. Η Ελλάδα θα γίνει Αλβανία του Εμβέρ Χότζα, Βόρεια Κορέα του Κιμ Ιλ Σουνγκ, ή θα γυρίσουμε στη λίθινη εποχή. Ακριβώς δηλαδή όπως ήταν πριν αποκτήσουμε το ευρώ. Διό­τι, αν δεν με γελά η μνήμη μου, οι Έλ­ληνες πριν από το ευρώ κατοικούσαν στις σπηλιές και στα δέντρα, φορού­σαν δέρματα, ζεσταίνονταν με κοπρι­ές και έτρωγαν κουκουνάρια. Αφού ποιος δεχόταν τότε την ξεφτιλισμένη πληθωριστική δραχμούλα;
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικο­νομία επιβίωνε – με όλα τα προβλήματά της – πολύ καλύτερα εκτός ευρώ παρά με το «ισχυρό ευρώ». Είχε διε­θνείς σχέσεις και πριν από το ευρώ, και μάλιστα καλύτερες, με περισσότε­ρες χώρες, και πιο προσοδοφόρες. Και παρά το γεγονός ότι το εθνικό νόμι­σμα, δηλαδή τη δραχμή, τη μεταχειρί­ζονταν οι κυβερνήσεις με κύριο σκοπό να διευκολυνθεί η κερδοσκοπία και να αυξηθεί η λεγόμενη ανταγωνιστικότη­τα με διαρκείς υποτιμήσεις, τα αποτε­λέσματα ήταν τα εξής:
Τα εξωτερικά ελλείμματα της χώ­ρας ποτέ δεν έφτασαν στα ύψη που βρέθηκαν επί ευρώ. Μάλλον ήταν αδι­άφορη σ’ όλους όσοι εμπορεύονταν με τη χώρα η κατάσταση της δραχμούλας. Οι εξωτερικές σχέσεις της χώ­ρας ήταν σαφώς πιο εκτεταμένες και πιο πολύπλευρες απ’ ό,τι σήμερα που τρεις χώρες ελέγχουν ουσιαστικά το εξωτερικό εμπόριό της.
Παρά τον πληθωρισμό και τις διαρ­κείς υποτιμήσεις, οι εξωτερικοί όροι εμπορίου της χώρας ήταν πολύ καλύ­τεροι απ’ ό,τι τη δεκαετία του ευρώ. Το ίδιο και η εσωτερική αγοραστική δύναμη της οικονομίας.
Χάρη στη δραχμούλα το χρέος ήταν απολύτως διαχειρίσιμο και, παρά την εκτίναξή του επί Μητσοτάκη και Σημίτη, δεν μας οδήγησε σε χρεοκοπία. Κι ούτε θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στη σημερινή χρεοκοπία, όσο διατη­ρούσαμε τη δραχμή.
Αυτά είναι τα γεγονότα. Να θυμί­σουμε μόνο ότι από την υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολαρίου επί Μαρκεζίνη (1954), το εθνικό νόμισμα έχασε πάνω από 10 φορές την αξία του έως ότου μπήκαμε στο ευρώ. Στη μεταπολίτευση χάρη στις τρεις επίση­μες υποτιμήσεις και την τακτική της διολίσθησης, η δραχμή έχασε το 90% της αξίας της. Καταστράφηκε η οικο­νομία; Μήπως χρεοκόπησε και δεν το γνωρίζουμε; Χάθηκαν οι καταθέσεις; Εξαφανίστηκε το νόμισμα; Κατέρρευ­σαν οι εξωτερικές οικονομικές δο­σοληψίες; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Γιατί άραγε;
Επιπλέον, μήπως χρεοκόπησε ποτέ η Ελλάδα λόγω εθνικού νομίσματος; Ποτέ! Το 1893 η Ελλάδα χρεοκόπησε λόγω υπερδανεισμού σε χρυσό φρά­γκο, λόγω της ένταξης στη νομισματι­κή Λατινική Ένωση, η οποία διαφημί­στηκε και τότε ως ιδανική για φτηνά δάνεια προς το Δημόσιο. Το 1932 η Ελ­λάδα χρεοκόπησε λόγω χρυσής δραχ­μής και υπερδανεισμού σε χρυσές λί­ρες, μια και τότε ανήκε στη νομισματι­κή ένωση της χρυσής λίρας στερλίνας.
Δεν υπάρχει «διεθνής λύση»
Το ίδιο και αμέσως μετά την απε­λευθέρωση, όταν η Βρετανία επέβα­λε τη συμφωνία του Λονδίνου (1944) στην Ελλάδα, με βάση την οποία η χρυσή λίρα λειτουργούσε ως βασικό γενικό ισοδύναμο της ελληνικής οι­κονομίας. Έτσι φτάσαμε να στοιχίζει ένα καρβέλι ψωμί μερικά εκατομμύ­ρια δραχμές και ο μαυραγοριτισμός να σαρώνει. Αυτή η συμφωνία του Λονδίνου και η έκδοση κατόπιν της στρατιωτικής βρετανικής λίρας για το εσωτερικό της Ελλάδας, σηματοδότη­σε τη δεύτερη περίοδο της κατοχής, τη βρετανική κατοχή.
Οι παγκόσμιες κρίσεις του οικονο­μικού στερεώματος της αγοράς δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε διε­θνές επίπεδο. Εκτός κι αν αποζητάμε εμπόλεμες συρράξεις ανάμεσα στους ισχυρούς, με οικονομικούς ή πολιτι­κούς όρους. Μόνο έτσι ξέρει η παγκό­σμια αγορά να αναζητά διεθνείς λύ­σεις. Αυτό αποτελεί θέσφατο για όποι­ον έχει στοιχειωδώς μελετήσει τις με­γάλες περιόδους παγκόσμιας κρίσης από την εποχή της πρώτης Μεγάλης Ύφεσης του 1873-1896.
Η ανάγκη εθνικού νομίσματος, ει­δικά για τις πιο ασθενικές οικονομί­ες, γεννήθηκε ως αδήριτη ανάγκη αντιμετώπισης και θωράκισης των εθνικών οικονομιών από τις παγκό­σμιες κρίσεις και αναταράξεις των αγορών. Εντελώς ενδεικτικά μόνο, θα άξιζε τον κόπο να αναφέρουμε ότι ο Τζον Μέιναρτ Κέινς, που παπαγα­λίζουν ορισμένοι σύγχρονοι idiotus ignoramus με πανεπιστημιακούς τίτ­λους, όταν βρέθηκε σε μια ανάλογη παγκόσμια κρίση χρέους, τι πρότεινε; Όταν, μετά τον πρώτο παγκόσμιο πό­λεμο, όλα τα εμπόλεμα κράτη βρέθη­καν καταχρεωμένα, κυρίως προς τη μόνη χώρα - πιστωτή που είχε απο­μείνει, τις ΗΠΑ, ο Κέινς ξάφνιασε το αστικό κατεστημένο με δυο καίριες προτάσεις: Αφενός, ισχυρίστηκε ότι τα χρέη είναι αδύνατο να εξυπηρε­τηθούν και, προκειμένου να επιβά­λουν οι εξεγερμένοι λαοί τη διαγρα­φή τους, θα έπρεπε να πειστούν οι ΗΠΑ να προβούν αυτές σε διαγραφή των χρεωστικών τους απαιτήσεων. Αφετέρου, να καταργηθεί ο χρυσός κανόνας, οι σταθερές ισοτιμίες και το ιδιωτικά εκδιδόμενο χρήμα, και οι οικονομίες να μεταβούν τάχιστα σε εθνικό νόμισμα που εκδίδει το οικείο κράτος με βάση τις ανάγκες του.
Όταν τόλμησε να τα προτείνει αυτά για πρώτη φορά το 1920, αντιμετω­πίστηκε ως «γραφικός» και ανόητος από τους μεγάλους τραπεζίτες και χρηματιστές. Ο μεγαλοχρηματιστής Λέφινγουελ και συνεταίρος του Μόργκαν, όταν πρωτάκουσε τον Κέινς να προτείνει τόσο αιρετικές ιδέες, σχο­λίασε: «Ο Κέινς… φλερτάρει με περί­εργους θεούς και προτείνει να εγκα­ταλείψουμε για πάντα τον χρυσό κα­νόνα και να τον αντικαταστήσουμε με ένα “κατευθυνόμενο” νόμισμα… είναι καλύτερα να έχουμε κάποια σταθερά παρά να παραδώσουμε τις υποθέσεις μας στην ευφυΐα των δημοσιολογούντων οικονομολόγων και των πολιτικών…».
Εκεί βρισκόταν το κουμπί. Η αντικα­τάσταση του παγκόσμιου σταθερού νομίσματος με εθνικά «κατευθυνό­μενα» νομίσματα με βάση τις ανάγκες των εθνικών οικονομιών, περιόριζε δραστικά τον έλεγχο από τους μεγά­λους χρηματιστές και τραπεζίτες που λειτουργούσαν στην παγκόσμια αγο­ρά. Κι αυτό ήταν κάτι αδιανόητο. Τι θα συνέβαινε αν γινόταν κάτι τέτοιο; Οι ουρανοί θα άνοιγαν και θα κατέστρε­φαν τους ασεβείς! Μα είναι δυνατόν να λειτουργήσει η οικονομία χωρίς σταθερό νόμισμα με παγκόσμιο αντί­κρισμα; Θα εξαφανιστεί το διεθνές εμπόριο. Θα χαθούν οι αποταμιεύσεις και κανείς δεν θα θέλει να συναλλάσ­σεται με ένα πληθωριστικό εθνικό νό­μισμα, το οποίο το μόνο που θα κάνει θα είναι να υποτιμάται διαρκώς. Αυτά κι άλλα πολλά, σαν σήμερα, επικαλού­νταν όσοι θεωρούσαν τον Κέινς τρελό, γραφικό και ανόητο που προτείνει τέ­τοια πράγματα.
Βέβαια ο Κέινς πίστευε λανθασμένα ότι μπορεί να πείσει τις κυβερνή­σεις και κυρίως τις ΗΠΑ να το κάνουν από μόνες τους, πριν προλάβουν να τους το επιβάλουν οι λαοί. Όπως κά­ποιοι σήμερα πιστεύουν πως μπο­ρούν να πείσουν την Ε.Ε. και την ΕΚΤ να ασκήσουν άλλη πολιτική από αυτήν που ασκούν και να κρατήσουν άλλη στάση από αυτήν που κρατούν.
«Ισχυρό ευρώ» και πόλεμος
Το κλου της ιστορίας είναι ότι η κρί­ση του 1929 έφερε όλα αυτά που οι πολέμιοι του Κέινς χρέωναν ως δή­θεν αναπόφευκτες συνέπειες των προτάσεων για διαγραφή του χρέους και αποκατάσταση του εθνικού νομί­σματος. Οι λαοί εξεγέρθηκαν τελικά και οι ίδιοι που δεν ήθελαν με τίποτε να δουν να χάνονται τα χρηματιστικά κέρδη τους, έφεραν τον φασισμό και τον ναζισμό οδηγώντας τον κόσμο στο ολοκαύτωμα του Δευτέρου Παγκοσμί­ου Πολέμου.
Το ίδιο θα συμβεί και σήμερα, αν αφήσουμε τις ίδιες δυνάμεις της ανοι­χτής δικτατορίας του χρηματιστικού κεφαλαίου να επιμείνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους και στην κατο­χύρωση του «ισχυρού ευρώ». Κι αυτό ήδη συμβαίνει με τον διορισμό τρα­πεζιτών επικεφαλής δοτών κυβερνή­σεων, όπως έγινε στην Ελλάδα με τον κ. Λουκά Παπαδήμο και στην Ιταλία με τον κ. Μάριο Μόντι.
Η επινόηση του ευρώ
Ορισμένοι λένε ότι μπορεί η είσο­δος στο ευρώ να ήταν λάθος, αλλά τώ­ρα που μπήκαμε η έξοδος θα ήταν κα­ταστροφή. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανοησία από κάτι τέτοιο. Το ευρώ απο­τελεί μια χρηματοπιστωτική επινόηση που δεν βασίζεται, ούτε απηχεί την πραγματική οικονομία ακόμη και σε επίπεδο ευρωζώνης. Η σταθερότητα του ευρώ εξαρτάται όχι από την πραγ­ματική δυναμική της οικονομίας, αλλά από συγκεκριμένες αξιωματικές πολι­τικές παραδοχές, από ορισμένες υπο­θέσεις εργασίας: 1) Σταθερή νομισμα­τική κυκλοφορία, που δεν επιτρέπει την έκδοση πρόσθετου νομίσματος. 2) Χαμηλά επίπεδα χρέους και κρατικών ελλειμμάτων. 3) Συντονισμός οικονο­μικής και δημοσιονομικής πολιτικής.
Η οικονομία όμως δεν κινείται με βάση πολιτικές παραδοχές, και μάλι­στα αξιωματικού χαρακτήρα, αλλά με βάση την αντικειμενική κατάσταση των συναλλαγών και της παραγωγής στην πραγματική οικονομία. Κι αυτή η κατάσταση είναι πάντα κυμαινόμενη σε τέτοιον βαθμό που καμιά σταθε­ρά δεν μπορεί να λειτουργήσει. Όταν μια οικονομία είναι διαρκώς ελλειμ­ματική στο επίπεδο της παραγωγής και των συναλλαγών, όσο κι αν προ­σπαθεί είναι αδύνατο να τηρήσει τις όποιες παραδοχές και αξιώματα. Ό,τι κι αν κάνει.
Έτσι και με το ευρώ. Ένα νόμισμα που βασίζεται σε εξωπραγματικά αξιώματα, δεν μπορεί να διασωθεί ενισχύοντας τις υποθέσεις εργασίας πάνω στις οποίες στηρίχθηκε. Είναι αδύνατον. Όσο ενισχύονται οι αξιω­ματικές πολιτικές παραδοχές σε βά­ρος της πραγματικής κατάστασης της οικονομίας, τόσο περισσότερο θα σπέρνει τη χρεοκοπία, την καταστρο­φή και την ισοπέδωση. Σε βαθμό μά­λιστα πρωτάκουστο για τους λαούς της Ευρώπης.
Μέχρι εδώ το παραμύθι περί «λίθινης εποχής»
Επομένως η λίθινη εποχή δεν είναι ένα εν­δεχόμενο που συνδέεται με την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, αλλά με την ίδια την παραμονή στο ευρώ. Άλλωστε στη λίθινη εποχή ζουν ήδη οι πάνω από 1 εκατομμύριο άνεργοι της χώρας, αλλά και τα 4 εκατομμύρια εργαζόμενοι που βιώνουν μια κατάσταση όπου είτε βρίσκονται με δουλειά χωρίς μέλλον είτε με μέλλον χωρίς δου­λειά, όπως το 50% και πλέον της νέας γενιάς. Δεν συζητάμε βέβαια για την ανέχεια που έχει ενσκήψει στην πλειονότητα των ελληνικών νοι­κοκυριών. Οι συνθήκες μέσα στις οποίες ζει η μέση ελληνική οικογένεια μπορούν να συγκρι­θούν μόνο με την κατοχική και την πρώτη μετακατοχική περίοδο.
Κι επειδή η κατάσταση αυτή θα επιδεινωθεί σε βαθμό ανήκουστο, θα πρέπει να ρωτήσου­με πού βρίσκεται η «κόκκινη γραμμή». Πού πρέπει να φτάσουμε για να πούμε «φτάνει, ως εδώ»; Πόσοι από τους νέους μας πρέπει να με­ταναστεύσουν μαζικά γιατί δεν βρίσκουν ούτε δουλειά του ποδαριού; Πόσοι εργαζόμενοι και μικρομεσαίοι πρέπει να ζήσουν σε συνθήκες πείνας και εξαθλίωσης; Πόσοι από τους ηλικιωμένους πρέπει να πεθάνουν γιατί δεν έχουν ού­τε καν να πληρώσουν για τη θέρμανσή τους; Πό­σα άτομα με ειδικές ανάγκες πρέπει να ριχτούν στον Καιάδα γιατί καταργείται ακόμη και η πιο στοιχειώδης κοινωνική πρόνοια; Πόσοι θα πρέ­πει να αφήσουν την τελευταία τους αναπνοή σε κάποιο ράντζο ή στα χέρια των δικών τους, γιατί διαλύεται ακόμη και η πρωτοβάθμια Υγεία;
Είναι ή δεν είναι η λίθινη εποχή αυτή που ζουν σήμερα εκατομμύρια Έλληνες; Τι έχουν να φοβηθούν οι άνεργοι, οι κατεστραμμένοι επαγ­γελματίες και οι αφανισμένοι μικρομεσαίοι, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και οι εργαζόμενοι που ζουν κυριολεκτικά στο όριο; Τι έχουν να φοβηθούν όλοι αυτοί από την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα; Μη χάσουν τις (ανύπαρκτες) καταθέσεις τους; Μην και χάσουν ακόμη κι αυ­τά τα λίγα που τους έχουν απομείνει; Μόνο ένας ανόητος ή ένα τυπικό κομματικό στέλεχος μπο­ρεί να πιστεύει στα σοβαρά σήμερα ότι δεν οδη­γούμαστε με μαθηματική βεβαιότητα σε ολο­καύτωμα ενός ολόκληρου λαού προκειμένου να διατηρηθεί μια τυχάρπαστη κερδοσκοπική επι­νόηση των τραπεζιτών: το ευρώ.
Νέα αρχή να επιβάλει ο ελληνικός λαός
Με το εθνικό νόμισμα μπορεί να γίνει μια νέα αρχή προς το συμφέρον της μεγάλης πλειονότη­τας του λαού. Αρκεί να το επιβάλει ο ίδιος και όχι οι καταχτητές του και οι ντόπιοι δωσίλογοι. Με το εθνικό νόμισμα μπορεί να κερδίσει την ελευθε­ρία του από τους δυνάστες των αγορών και να δι­εκδικήσει την κυριαρχία του σ’ αυτόν τον τόπο. Κι αυτό είναι το ζουμί της όλης υπόθεσης.
Μπορεί ένας λαός σαν τον ελληνικό να σταθεί στα πόδια του και να προχωρήσει με ίδιες δυνά­μεις; Ή είναι καταδικασμένος να χρειάζεται πα­τερίτσες, προστάτες και νταβατζήδες; Αυτό είναι το δίλημμα που συνδέεται πρώτα και κύρια με το ζήτημα του εθνικού νομίσματος. Η τερατολογία που συνδέεται με την επιστροφή σε εθνικό νόμι­σμα συνδέεται με την ανάγκη ο λαός να πιστέψει ότι δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνος του, ότι, αν και κατοικεί σε μια από τις πιο ευλογημένες χώρες της Ευρώπης, δεν μπορεί να παραγάγει τί­ποτε, δεν έχει τα μέσα για να σταθεί όρθιος με τις δικές του δυνάμεις.
Δεν είναι καινούργια αυτή η προσπάθεια. Λίγο μετά τη ναζιστική κατοχή οι ίδιες δυνάμεις που υπηρέτησαν το καθεστώς κατοχής, πάσχιζαν να πείσουν τον Έλληνα ότι η ανεξαρτησία και η εθνι­κή κυριαρχία είναι ένας μύθος. Ο Γεώργιος Βλάχος της «Καθημερινής», συνεργάτης των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, έγραψε το 1958 ότι το σύνθη­μα της εθνικής ανεξαρτησίας είναι «κενό ουσίας πυροτέχνημα», ενώ ο διευθυντής του γνωστού συ­γκροτήματος Χρ. Λαμπράκης, που διέπρεψε στην κατοχή, έγραφε την ίδια χρονιά πως «η ανεξαρ­τησία στον σημερινό κόσμο είναι μια ουτοπία…». Στον χορό αυτού του νεοδωσιλογισμού και ονομα­στοί διανοούμενοι της εποχής, όπως ο κ. Γ. Θεοτοκάς, ο οποίος έγραφε ότι η «ιστορική αναγκαι­ότητα» οδηγεί στο ξεπέρασμα των εθνών και στη δημιουργία υπερεθνικών σχηματισμών, γιατί μόνο έτσι μπορεί «να αξιοποιηθεί εντελώς η σύγχρονη τεχνική» και να πραγματοποιηθεί η «σταθερή εξύ­ψωση του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου των λαϊκών μαζών του κόσμου».
Αυθυπαρξία ή υποτέλεια
Την εποχή εκείνη, με νωπές τις μνήμες των αγώνων κατά του καταχτητή – παλιού και νέου – για τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία, δεν περνού­σαν εύκολα οι ενδοτισμοί. Έτσι ο Ε. Παπανούτσος απαντώντας στον Θεοτοκά έγραφε: «Ομολογώ πως άμα βάζω στον νου μου πραγματοποιημέ­νο το καθεστώς που προφητεύει ο καλός φίλος με πιάνει φόβος. Μεγάλος φόβος… Ας θυμηθού­με ότι ο Χίτλερ προόριζε την Ελλάδα για τουρι­στικά ταξίδια και για καλλιέργεια της αγριόμεντας…». Πολύ σωστά ο κ. Παπανούτσος διαβλέ­πει τους κινδύνους που συνεπάγονται για την Ελ­λάδα τέτοιες «υπερεθνικές ενώσεις» και σωστά υπογραμμίζει πως η «εθνική μας προσωπικότη­τα, η πολιτική μας παράδοση, το πνεύμα και το ήθος του λαού μας… ένας μόνο σίγουρος τρόπος υπάρχει να διαφυλαχθούν: η αυθυπαρξία, το δι­καίωμα να διαθέτει κανείς τον εαυτό του όπως θέλει, να κυβερνάει αυτός το σπίτι του και όχι οι άλλοι – ας είναι και οι καλύτεροι φίλοι».
Αυθυπαρξία ενός λαού χωρίς οικονομική αυτο­δυναμία και εθνική ανεξαρτησία δεν μπορεί να υπάρξει κάτω από οποιοδήποτε καθεστώς. Και αφετηρία για μια τέτοια αυθυπαρξία αποτελεί η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 24-11-11)

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 1 ΔΕΚΕΜΒΡΗ

Κυριακή, Νοεμβρίου 27, 2011
ΚΑΛΟΥΜΕ ΟΛΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 1 ΔΕΚΕΜΒΡΗ

Αγαπητοί Συνάδελφοι,

Ενδυναμωμένοι α)από την μεγάλη συμμετοχή των μελών μας στην 2μερη γενική απεργία της 19-20 Οκτώβρη, β)από την πραγματικά τεράστια επιτυχία των εορταστικών εκδηλώσεων μνήμης για την 38η επέτειο του Πολυτεχνείου – που για πρώτη φορά στα χρονικά του Π.Θ. συνδιοργανώθηκε από κοινού από όλη την πανεπιστημιακή κοινότητα -, όπως επίσης και γ)από την πολύ μεγάλη συμμετοχή όλων μας, στην καθοριστικής σημασίας  παράστασή μας στο Πρυτανικό Συμβούλιο ενάντια στα σχέδια για εφεδρεία του συναδέλφου μας, την περασμένη εβδομάδα:το Δ.Σ. του Συλλόγου μας, σας καλεί σε μαζική συμμετοχή στην νέα γενική απεργία που έχει προκηρύξει για την Πέμπτη 1 Δεκέμβρη, η ΑΔΕΔΥ και η ΓΣΕΕ.

Συνάδελφοι, επαναλαμβάνουμε ότι γνωρίζουμε πολύ καλά, τον προβληματισμό που υπάρχει για το αν έχει κάποιο νόημα η απεργία μιας ακόμα ημέρας, ιδιαίτερα σήμερα μετά και την νέα μισθολογική μας αφαίμαξη, τα νέα χαράτσια κλπ. Δεν θέλουμε να κάνουμε ούτε συνδικαλιστική γυμναστική - όπως μερικοί νομίζουν - ούτε να κάνουμε κάτι, έτσι απλά για εκτόνωση.

Πιστεύουμε ότι αυτή η απεργία την Πέμπτη 1 του Δεκέμβρη, είναι καθοριστικής σημασίας, γιατί γίνεται πρώτη φορά ενάντια στην νέα εσωτερική, κατάμαυρη τρόικα (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ & ΛΑΟΣ) και των Τραπεζιτών του Παπαδήμου και της Goldman Sachs. καθώς και της εξωτερικής τρόικα (ΔΝΤ,ΕΕ & ΕΚΤ). Φθάσαμε έτσι στα μουλωχτά και απροκάλυπτα, μετά 38 χρόνια από τους αγώνες και τις θυσίες του Πολυτεχνείου - που μόλις γιορτάσαμε -, να μας διοικούν απριλιανά ακροδεξιά απομεινάρια σε αγαστή συνεργασία με τους ντόπιους και ξένους τραπεζίτες.

ΣΑΣ ΚΑΛΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΟΛΟΥΣ ΣΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ:

  • Για να εκφράσουμε δυναμικά την αντίθεσή μας στο μέτρο της εφεδρείας που οδηγεί ουσιαστικά στην ανεργία χιλιάδες συναδέλφους.
  • Να πούμε ΟΧΙ στην λεηλασία των εισοδημάτων μας με τις μισθολογικές περικοπές και τα φοροχαράτσια τους.
  • Για μια άλλη πολιτική που εξυπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα και όχι των μονοπωλίων του χρηματοπιστωτικού κατεστημένου, και των τραπεζιτών.



ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΣΤΙΣ ΠΟΡΕΙΕΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ ΜΑΣ

Ο ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ, Η ΤΡΙΜΕΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Κυριακή, Νοεμβρίου 27, 2011

Ο ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ, Η ΤΡΙΜΕΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Του ΑΡΗ ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΟΥ*
Χρειάστηκαν λίγα μόλις 24ωρα έως ότου δύο χώρες της Μεσογείου, η Ελλάδα και η Ιταλία, βρεθούν με ένα μη εκλεγμένο πρωθυπουργό, ο οποίος τυχαίνει να είναι και μέλος της περιβόητης Τριμερούς Επιτροπής – ενός πανίσχυρου λόμπι επιχειρηματιών, τραπεζιτών και πολιτικών. Πρόκειται, ίσως, για τη σημαντικότερη παρουσία που έχει πετύχει η Επιτροπή στη διεθνή σκηνή από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, όταν είχε σχεδόν απόλυτο έλεγχο στην κυβέρνηση Κάρτερ.
Η είδηση έκανε το γύρο του κόσμου και δεκάδες ιστοσελίδες παρουσίασαν αφιερώματα στη λεγόμενη Trilateral Commission – την Επιτροπή στην οποία συμμετέχουν, επίσης, ο Αλέξης Παπαχελάς και ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΒ, Οδυσσέας Κυριακόπουλος. Ποιο είναι, όμως, το πραγματικό προφίλ αυτής της Επιτροπής; Πού σταματά η αλήθεια και πού αρχίζουν οι θεωρίες συνωμοσίας; 
Η Τριμερής Επιτροπή δέχτηκε ιδιαίτερα σκληρή κριτική από τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας της, το 1973. Παρά το γεγονός ότι στο καταστατικό της παρουσιάζεται σαν μια ένωση ανθρώπων που εκφράζουν την ανάγκη συνεννόησης μεταξύ ΗΠΑ, Ευρώπης και Ιαπωνίας, η ταχύτατη διείσδυση της στον αμερικανικό μηχανισμό λήψης αποφάσεων έκανε πολλούς να μιλούν για ένα «επιχειρηματικό πραξικόπημα» στην καρδιά της Ουάσιγκτον.
Καθώς, όμως, η πλειονότητα όσων ασχολούνταν μαζί της προερχόταν είτε από το χώρο της φασίζουσας άκρας Δεξιάς είτε ανήκε σε ομάδες ανυπόστατων συνωμοσιολόγων, το αποτέλεσμα της κριτικής ήταν πολύ συχνά το αντίθετο από το αναμενόμενο. Η Τριμερής έμενε πρακτικά στο απυρόβλητο, καθώς όσοι τολμούσαν να εκφράσουν και την ελάχιστη ανησυχία για τη δράση της κατατάσσονταν αυτομάτως σε μία από τις δύο αυτές ομάδες.
Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί έγκριτοι ακαδημαϊκοί κατάφεραν να δουν μέσα από τον πυκνό καπνό των θεωριών συνωμοσίας τα πραγματικά χαρακτηριστικά της Trilateral – και το θέαμα ήταν άκρως ανησυχητικό. Μια από τις πρώτες εμπεριστατωμένες αναλύσεις έγινε ήδη από τη δεκαετία του ’70 από τον Νόαμ Τσόμσκι, ο οποίος γρήγορα αντιλήφθηκε ότι σχεδόν ολόκληρη η αμερικανική κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Κάρτερ, ήταν μέλη της Τριμερούς. Συγκεκριμένα, ο αντιπρόεδρος και οι υπουργοί Εξωτερικών, Άμυνας και Οικονομικών φιγουράριζαν στις λίστες της Trilateral, ενώ ο τότε διευθυντής της κατέλαβε τη θέση του συμβούλου εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Εντούτοις, η ύπαρξη και ο ρόλος που διαδραμάτιζε η Τριμερής στο εσωτερικό της κυβέρνησης Κάρτερ δεν έφταναν ποτέ στα μέσα ενημέρωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι η υπόθεση της Τριμερούς έλαβε το 1976 το «βραβείο» της «καλύτερα λογοκριμένης είδησης» – μια άτυπη διάκριση που δίνουν οργανώσεις για την προστασία της ελευθερίας του Τύπου.

Η «ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ» ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
H Τριμερής δημιουργήθηκε σε μια κρίσιμη περίοδο για το καπιταλιστικό σύστημα, εν μέσω της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του ’70, η οποία τερμάτισε την εκρηκτική μεταπολεμική ανάπτυξη. Κυρίαρχο χαρακτηριστικό για την οικονομία της εποχής ήταν η εδραίωση τριών κέντρων οικονομικής ισχύος: των ΗΠΑ, της Ευρώπης –με επίκεντρο τη Γερμανία– και της Ιαπωνίας. Αυτές οι τρεις «τεκτονικές πλάκες» του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος θα οδηγούνταν μακροπρόθεσμα σε προδιαγεγραμμένη σύγκρουση, προς το παρόν, όμως, είχαν κάθε συμφέρον να ενώσουν την οικονομική και κυ ρίως την πολιτική τους ισχύ απέναντι σε τρεις εχθρούς: τη Σοβιετική Ένωση, τις χώρες του Τρίτου Κόσμου, που είχαν απελευθερωθεί οριστικά από την αποικιοκρατία και αναζητούσαν νέα μοντέλα –συχνά μη καπιταλιστικής– ανάπτυξης, αλλά και το εργατικό δυναμικό στο εσωτερικό των οικονομικών μητροπόλεων της Δύσης.
Παρά την ψυχροπολεμική - αντισοβιετική ρητορική της εποχής, τα μέλη της Τριμερούς φαίνεται ότι ανησυχούσαν πολύ περισσότερο για τον «εσωτερικό εχθρό», δηλαδή για τη δύναμη που είχαν συγκεντρώσει τα εργατικά συνδικάτα την εποχή των «παχιών αγελάδων» της μεταπολεμικής ανάπτυξης. Αντιμέτωπες με μια βαθιά κρίση υπερσυσσώρευσης, οι οικονομικές ελίτ των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Ιαπωνίας γνώριζαν πολύ καλά ότι ο μοναδικός τρόπος για τη διατήρηση της κερδοφορίας τους ήταν η συμπίε ση των μισθών και η ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών εργασίας για εκατομμύρια εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο. Για να επιτευχθεί, όμως, αυτός ο στόχος, απαιτούνταν μια ολομέτωπη επίθεση όχι μόνο στη δύναμη των συνδικάτων, αλλά στην ίδια την έννοια της Δημοκρατίας. Όπως εξήγησε στα «Επίκαιρα» ο Γιώργος Βασσάλος, από την οργάνωση Corporate Europe Observatory (Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών), η Τριμερής «είχε ως ρητό στόχο τον περιορισμό των δημοκρατικών κατακτήσεων των λαών και την αύξηση της εξουσίας των εταιρειών». Ο κ. Βασσάλος, ο οποίος ερευνά εδώ και χρόνια τη δράση ισχυρών λόμπι στους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς αποφάσεων, έκρουσε από την πρώτη στιγμή των κώδωνα του κινδύνου για τη δράση της συγκεκριμένης επιτροπή, την οποία ο ίδιος εντάσσει στην κατηγορία των ισχυρότερων ομάδων πίεσης του πλανήτη. Στο ίδιο μήκος κύματος και η Αυστραλή ακαδημαϊκός Σάρον Μπέντερ, η οποία σημείωνε παλαιότερα ότι «η Trilateral Commission είναι ένα παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο δίκτυα εταιρειών μπορούν να εντάξουν υψηλά ιστάμενους σε κυβερνήσεις και δημόσιες διοι κήσεις μέσα σε συμμαχίες εναντίον της Δημοκρατίας. Η Τριμερής Επιτροπή δημιουργήθηκε για να «διαμορφώσει τη δημόσια πολιτική», σε μια εποχή που η Δημοκρατία έθετε εξοργιστικά εμπόδια στις πολυεθνικές». Η Τριμερής, άλλωστε, δεν χρειάζεται τους επικριτές της για να αποκαλύψει το βαθιά αντιδραστικό προσωπείο της. Ο ίδιος ο ιδρυτής της επιτροπής, Ντέιβιντ Ροκφέλερ, δήλωσε κάποτε στο περιοδικό Newsweek: «Οι επιχειρηματίες ζητούν τον περιορισμό της παρέμβασης των κυβερνήσεων. Κάποιος, όμως, θα πρέπει να καλύψει αυτό το κενό (εξουσίας) και, κατά την άποψή μου, οι επιχειρήσεις είναι ο φυσικός διεκδικητής γι’ αυτό το ρόλο».
Για τον Γιώργο Βασσάλο, η συγκεκριμένη φράση του Ροκφέλερ επιβεβαιώ νεται στην περίπτωση της Ελλάδας με την επιβολή ενός μη εκλεγμένου πρωθυπουργού από «πολυεθνικά αρπακτικά, που ασκούν έλεγχο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην κυρία Μέρκελ και στον κ. Σαρκοζί».
Ο ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Αυτό το βαθύ μίσος προς τη Δημοκρατία αποτυπώθηκε σε μια από τις πρώτες εκθέσεις της Τριμελούς Επιτροπής, η οποία έκτοτε αποτελεί ιερή βίβλο για όλα τα μέλη της ομάδας. Το κείμενο, με τίτλο «Η κρίση της Δημοκρατίας», υπέγραφαν τρεις διάσημοι ακαδημαϊκοί, ο Γάλλος Μισέλ Κροζιέ, ο Ιάπωνας Τοζί Γατανούκι και ο περίφημος Σάμιουελ Χάντινγκτον – γνωστοί ήδη από τη δεκαετία του ’70 για τις αντιδραστικές τους θέσεις. Αρκεί να σημειωθεί ότι ο Χάντινγκτον, πριν ασχοληθεί με την Τριμερή Επιτροπή, συνέτασσε εκθέσεις για το Βιετνάμ, στις οποίες πρότεινε στο Πεντάγωνο να πραγματοποιήσει μαζικούς βομβαρδισμούς αμάχων στην ύπαιθρο, ώστε να δημιουργηθεί μεταναστευτικό κύμα προς τις πόλεις, το οποίο θα αφάνιζε την παραγωγή και ολόκληρη την οικονομία της χώρας.
Στην έκθεσή τους, οι τρεις ακαδημαϊκοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για την «υπέρμετρη», όπως τη χαρακτήριζαν, Δημοκρατία που επικράτησε κατά τη δεκαετία του ’60 και παρέθεταν σειρά προτάσεων για το στραγγαλισμό της κοινωνικής και κυρίως της οικονομικής ισότητας. Όπως εύστοχα παρατηρούσε ο Νόαμ Τσόμσκι, οι ακαδημαϊκοί της Τριμερούς ουσιαστικά ακολουθούσαν το πρότυπο του Αμερικανού προέδρου Τζέιμς Μάντισον, ο οποίος επιχείρησε να αντιστρέψει τα επιχειρήματα του Αριστοτέλη για την ισότητα και τη Δημοκρατία. «Σε ένα από τα κλασικά προβλήματα της πολιτικής θεωρίας», εξηγούσε ο Τσόμσκι, «ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι εάν σε μια κοινωνία με μεγάλες ανισότητες δοθεί αναλογικό δικαίωμα ψήφου στους πολίτες, η πλειοψηφία θα επιβάλει τη λήψη μέτρων αναδιανομής του εισοδήματος προς όφελός της. Η λύση στο πρόβλημα, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ήταν να μειώσεις τις ανισότητες και με τον τρόπο αυτό να θωρακίσεις τη Δημοκρατία. Για τον Μάντισον, όμως –όπως και για τα μέλη της Τριμερούς Επιτροπής–, η λύση ήταν να περιορίσεις τη Δημοκρατία, έτσι ώστε να διαφυλάξεις την ισχύ των ολίγων και εύπορων». Οι θέσεις της Επιτροπής ουσιαστικά προετοίμαζαν το έδαφος για την επιβολή του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος εκείνη την περίοδο δοκιμαζόταν πειραματικά στη δικτατορία του Πινοτσέτ, στη Χιλή.
Η πολιτική δραστηριότητα των πολιτών, που είχε ενταθεί τη δεκαετία ’60, φάνταζε ως ανάθεμα για τους δια νοητές της Τριμερούς Επιτροπής, οι οποίοι ζητούσαν επιστροφή σε πα λαιό τερες μορφές πειθαρχίας και ελέγχου του πληθυσμού. «Η ισορροπία», σημείωνε με απέχθεια ο Χάντινγκτον, «μετατοπίστηκε από την κυβέρνηση προς την κοινωνία». Η τάση αυτή, την οποία οι τρεις ακαδημαϊκοί παρουσίαζαν σαν «ηθική κρίση», θα αποτελούσε εμπόδιο για τις κυβερνήσεις που ήθελαν να επιβάλουν σκληρά αντιλαϊκά μέτρα.
Μια από τις βασικές προτάσεις που κατέθεταν οι τρεις ακαδημαϊκοί για τον περιορισμό της «υπέρμετρης Δημοκρατίας» ήταν η δημιουργία κλίματος απάθειας και μη συμμετοχής στα κοινά («non involment») σε μεγάλες πληθυσμιακές ομάδες. Ως πρότυπο για τη διακυβέρνηση μιας χώρας παρουσιαζόταν ο πρόεδρος Τρούμαν, ο οποίος, όπως σημειώνεται, κατάφερνε να κυβερνά με τη βοήθεια «μιας μικρής ομάδας τραπεζιτών και δικηγόρων». Το όραμα των τριών αυτών ανθρώπων για τη Δημοκρατία, όπως εξηγούσε και ο Νόαμ Τσόμσκι, ήταν η επιστροφή στο πολιτικό σκηνικό της φεουδαρχίας.

Φυσικά, δεν είναι τυχαίο ότι στο πέρασμα των χρόνων από τους κόλπους της Τριμερούς Επιτροπής πέρασαν ορκισμένοι εχθροί της Δημοκρατίας αλλά και άνθρωποι που έχουν κατηγορηθεί για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Συγκεκριμένα, ο Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, που ενίσχυε τους μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν θέτοντας τις βάσεις για την άνοδο της ισλαμικής τρομοκρατίας, παραιτήθηκε από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια για να οργανώσει την Επιτροπή. Στο πλευρό του βρέθηκαν από την πρώτη στιγμή άνθρωποι όπως ο Ρόμπερτ Μπόουι (υποδιευθυντής της CIA και «δεξί χέρι» του τραπεζίτη Τζον ΜακΚλόι, που φρόντισε να αθωωθούν αρκετοί ναζιστές αξιωματικοί του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου), ο Μαξ Κονχ σταμ από το «Κλαμπ της Ρώμης» και σειρά στελεχών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και άλλων αμερικανικών υπουργείων και υπηρεσιών.
Η οικονομική κρίση και η συνακόλουθη πολιτική κατάρρευση που παρατηρείται σε χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά ακόμη και σε πρώην βιομηχανικά κέντρα, όπως η Ιταλία, φαίνεται ότι προσφέρουν πεδίον δόξης λαμπρόν για τις ιδεολογικές θεωρίες της Τριμερούς Επιτροπής. Το ερώτημα είναι τι θα συμβεί εάν τα μέλη της επιχειρήσουν να επιβάλουν και στην πράξη το εγχειρίδιο κατά της Δημοκρατίας που συνέταξαν ο Χάντινγκτον και οι συνεργάτες του.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" (17/11/2011).

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.