Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα Μωραϊτόπουλος. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα Μωραϊτόπουλος. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

'Η δεξιά τσέπη του ράσου', Βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 24, 2012
Η δεξιά τσέπη του ράσου του Γιάνη Μακριδάκη (ΕΚΔ. ΕΣΤΙΑ ΑΘΗΝΑ 2009 ΣΕΛ. 143)

Κάτι σαν πρόλογος

Ότι πιο όμορφο, λογοτεχνικό, νοσταλγικό, ευαίσθητο έχω διαβάσει φέτος, ήταν "Η δεξιά τσέπη του ράσου", το δεύτερο βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη.
Τον συγγραφέα γνώριζα ήδη σαν ευαίσθητο, ανήσυχο και προοδευτικό πολιτικό σχολιαστή από άρθρα του σε μπλογκς και είχα ήδη θετική άποψη γι' αυτόν. Ώσπου στην τελευταία συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης Εξωραϊστικής του Βόλου, μια φίλη μας συνέστησε τα 2 τελευταία του πονήματα, "Η δεξιά τσέπη του ράσου" και το βιβλίο "Η άλωση της Κωσταντίας", τα οποία και δανείστηκα. Όχι τυχαία, αλλά επειδή μου άρεσε ο πρωτότυπος τίτλος, πήρα και διάβασα το πρώτο. Μέσα σε μια μέρα το ρούφηξα όλο και το χάρηκα αφάνταστα.

Η υπόθεση του βιβλίου

Σ’ ένα ξεχασμένο κι απομακρυσμένο μοναστήρι σε κάποιο νησί του Αιγαίου ζει ένας μοναχός, ο Βικέντιος. Είναι μόνος του σ' ολόκληρο το μοναστήρι. Μόνη του συντροφιά είναι η σκυλίτσα του η Σίσσυ, που την υπεραγαπά. "Ο καλόγερος αυτός είναι υπόδειγμα της κατά Παπαδιαμάντη χριστιανορθόδοξης λαϊκής ευσέβειας. Αγαθός, αθώος, απέραντα ταπεινόφρων, πράος, με απλοϊκή αλλά βαθιά ριζωμένη θρησκευτική πίστη, με αγάπη για όλα τα πλάσματα του Θεού, έμψυχα και άψυχα. Τηρεί ευλαβικά τους κανόνες της μοναστικής ζωής, αλλ΄ αφήνεται και στις μικρές, άδολες εγκόσμιες χαρές- το αγνάντεμα της θάλασσας, τους περίπατους στην εξοχή γύρω από το μοναστήρι για το μάζεμα τριφυλλιών, την κουβέντα με τους σποραδικούς επισκέπτες του μοναστηριού και, φυσικά, την τρυφερή σχέση με τη σκυλίτσα Σίσσυ ή, αργότερα, με τα κουτάβια της" (γράφει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ στα Νέα).

Κάποια στιγμή μένει έγκυος η Σίσσυ και αφού γεννάει 3 κουτάβια πεθαίνει. Συμπτωματικά αυτό συμβαίνει την ίδια μέρα, το πρωί που πεθαίνει και ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Αυτό είναι και το καταπληκτικό εύρημα του Μακριδάκη εδώ, η σύμπτωση του θανάτου του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστόδουλου (ξημερώματα 28ης Ιανουαρίου 2008, που το μαθαίνει ο Βικέντιος από το ραδιοφωνάκι του), και του θανάτου της σκυλίτσας του Σίσσυς πάνω στη γέννα. Αφού ενταφιάζει την Σίσσυ κοντά στον ιστο της σημαίας, μετά κατεβάζει την σημαία μεσίστια, περισσότερο για την σκυλίτσα του, παρά για τον αρχιεπίσκοπο. Μετά, μέσα σε έντεκα ημέρες, δηλαδή όσες μεσολάβησαν από τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου μέχρι την ανακοίνωση του διαδόχου του, παίζεται το όλο δράμα στο μοναστήρι με τα 3 ορφανά κουταβάκια. Ουσιαστικά, όμως, η αφήγηση περιορίζεται στις επτά πρώτες ημέρες, συμπλέκοντας όσα συμβαίνουν στο χιώτικο μοναστήρι με τα τεκταινόμενα στην Εκκλησία της Ελλάδος: Τρεις οι επικρατέστεροι διάδοχοι του Αρχιεπισκόπου, τρία τα ορφανά κουτάβια που χαροπαλεύουν. Την ημέρα που η αρχιεπισκοπική σορός εκτίθεται για προσκύνημα, πεθαίνει το θηλυκό κουτάβι. Την ημέρα της κηδείας του Αρχιεπισκόπου, πεθαίνει το ένα από τα δύο αρσενικά. Την ημέρα της εκλογής του Ιερώνυμου, το τρίτο κουτάβι ανοίγει τα μάτια του και βαφτίζεται προς τιμήν του Ρώνυ.

Σχολιασμός

Εδώ έχουμε τον συγγραφέα να παίζει με τις αντιθέσεις: 
  • ένας μοναχός από τη μια, κι ένας αρχιεπίσκοπος από την άλλη. 
  • Η ταπεινή όψη της θρησκείας στη μορφή του αγαθού Βικέντιου από τη μιά και η δημόσια, επιβλητική της έκφραση (αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος), βαδίζουν παράλληλα,
  • την αμφιταλάντευση ανάμεσα στη θρησκευτική πίστη και την εκκοσμίκευσή της,
  • η σκληρή ζωή του μοναχισμού από τη μιά και η ανάγκη για συντροφικότητα από την άλλη,
  • ο αγώνας μεταξύ ζωής και θανάτου,
  • ο σιωπηλός πόνος, για ένα πλάσμα ταπεινό και άκακο όπως η μικρή σκυλίτσα, σε αντιδιαστολή με ένα δημόσιο πένθος, όπως αυτό του θανάτου του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου,
  • το δόσιμο χωρίς ανταπόδοση.
Θα περίμενε κανείς από τα παραπάνω, το βιβλίο να είναι γεμάτο από νουθεσίες και διδάγματα για μια καλύτερη ζωή. Τίποτα απ' αυτά δεν υπάρχει. Ο αναγνώστης πλημμυρίζεται από αφτιασίδωτο συναίσθημα, πληθώρα εικόνων και εντέλει ονειρικών καταστάσεων που τον συνεπαίρνουν. Γιατί και με απλά, απέριττα, φυσικά και καθημερινά "υλικά" μπορείς να "ζωγραφίσεις" μαγικές εικόνες και να δώσεις ζωή στην αφήγηση:
«Γονάτισε στα σανίδια και ακούμπησε το χέρι του στη σακουλιασμένη της κοιλίτσα. Ανάσα καμιά. Η καρδιά του τρεμόπαιξε μες στα στήθια. Εσκυψε βαθιά κι έχωσε το κεφάλι του μες στην ψαροκασέλα, ακούμπησε τ’ αυτί του στο κορμάκι της. Και τότε, έτσι γονατιστός, ανασηκώθηκε, κοίταξε τον ουρανό κι έβγαλε μια κραυγή ο δόλιος, που έσκισε πέρα για πέρα την παγερή βουή του βοριά. Σήκωσε τα χέρια ψηλά σε παράκληση κι έμεινε κάμποση ώρα εκεί ασάλευτος. Από τα μάτια του κυλούσανε καυτά ποτάμια κι η μύτη του άρχισε να πλημμυρίζει». Έτσι περιγράφει ο συγγραφέας τον αφόρητο πόνο και την οδύνη του μοναχού Βικέντιου για τον θάνατο όχι ενός ανθρώπου, αλλά για τη σκυλίτσα του, τη Σίσσυ, τη μόνη του συντροφιά του εδώ και χρόνια. 

Εκείνο όμως που θέλει να δείξει ο συγγραφέας δεν είναι τον πόνο του θανάτου ή την προσήλωση στην πίστη. Δείχνει τον αγώνα του μοναχού Βικέντιου που αφοσιώνεται στο να διασώσει τα τρία κουτάβια της Σίσσυς. Αγωνίζεται ψυχή τε και σώματι να καταφέρει να τα μεγαλώσει μέσα στις αντίξοες συνθήκες του κρύου, του παλιού μοναστηριού. Για να το καταφέρει, για να νιώθουν τη ζεστασιά του σώματος, ο Βικέντιος τα κουβαλάει τυλιγμένα σε μια κάλτσα στη δεξιά τσέπη του ράσου του στη διάρκεια της μέρας. «Εχωσε το χέρι του στην τσέπη και το ανασήκωσε, έβγαλε τα μπροστινά του ποδαράκια έξω και πέρασε το τσεπόχειλο κάτω από τις μασχαλίτσες του. Απόμεινε αυτό να, κρεμάμενο, με το κορμάκι του μέσα στην τσέπη και τα τυφλά ματάκια του κατάφατσα στον πρωινό ήλιο».
Γιατί το νόημα της ζωής είναι το τι διαλέγουμε να… φυλάμε και να προστατεύουμε μέσα στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου μας, στην ψυχή μας δηλαδή.

Επίλογος

Το βιβλίο αυτό αποτελεί για μένα καθαρά λογοτεχνικό γεγονός. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Ανυπομονώ να διαβάσω και άλλα βιβλία του Γιάννη Μακριδάκη, όπως το "Ανάμισης ντενεκές", το δε "Η άλωση της Κωσταντίας" το έχω δανειστεί ήδη.

O Γιάννης Μακριδάκης

O Γιάννης Μακριδάκης (akridaki@gmail.com) γεννήθηκε το 1971 στη Xίο και σπούδασε Mαθηματικά. Το 1997 ίδρυσε το Kέντρο Xιακών Mελετών Πελινναίο.

Για το βιβλίο του αυτό λέει στην Συνέντευξή του στην Κρυσταλία Πατούλη:
"Το ράσο είναι το χαϊδεμένο μου, γιατί εκτός των άλλων το έχει αγαπήσει πολύ ο κόσμος. Μου ξύπνησε μέσα μου το μοναστήρι που από μικρό παιδί μου άρεσε και με ενέπνεε όλη αυτή η φύση εκεί, και άρχισα να πηγαίνω κάθε μέρα επί τρεις μήνες και να μαζεύω ήχους, ομιλίες, λόγους, μυρωδιές, εικόνες για να γράψω το βιβλίο. Και όταν ένιωσα έτοιμος ότι έχω πολύ υλικό μαζέψει μέσα μου, αποσύρθηκα και πήγα και σκεφτόμουν ποια θα είναι η ιστορία που θα μπει για να τα συνδέσει όλα αυτά τα πράγματα που είχα μαζέψει, και ξαφνικά πέθανε ο Χριστόδουλος και μού δωσε τη φλασιά! Το ράσο είναι το βιβλίο, άλλωστε, που με έχει σημαδέψει σε σχέση με την εικόνα που έχουν για μένα οι αναγνώστες και σήμερα είναι στην 11η χιλιάδα ή στην 12η.

Στη… δεξιά τσέπη του ράσου του ο Μακριδάκης τι έχει φυλαγμένο; 

Την ψυχή μου φαντάζομαι ότι έχω φυλαγμένη εκεί. Την ψυχή μου, την αφέλειά μου και το πάθος μου. Αυτά, που δεν με αφήνουν να συμμορφωθώ με την κοινωνία. Που είμαι 40 χρονών και δεν θυμάμαι ποτέ να είδα μια διαφήμιση στην τηλεόραση και να είπα ότι με αφορά. Μα ποτέ. Τα ‘βλεπα όλα σαν ένας παρατηρητής που βλέπει πράγματα που αφορούν μόνο τους άλλους. Και όχι μόνο στις διαφημίσεις. Σε όλα. Λες και είμαι αλλού. Αυτό. Φυλάω τη μοναχικότητά μου. Ύμνος στη μοναχικότητα είναι το ράσο. Και στην αγνή αγάπη. Στην αγνή πίστη,"

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2012) Το ζουμί του πετεινού, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2011) Η άλωση της Κωσταντίας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2010) Ήλιος με δόντια, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2010) Λαγού μαλλί, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2010) Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι· όλοι, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2009) Η δεξιά τσέπη του ράσου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2008) Ανάμισης ντενεκές, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2007) 10.516 μέρες, Πελινναίο
(2006) Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι· όλοι, Πελινναίο



#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

-------------------------------


Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Με μεγάλη επιτυχία έγινε από την ΑΝΩΣΗ ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ ΒΟΛΟΥ η Διανομή διαμαρτυρίας στις 14/6/2014

Κυριακή, Ιουνίου 15, 2014
Ο καλός Θεός της ΆΝΩΣΗΣ μας προστάτεψε χθες (Σάββατο 14/6/2014), από το σημερινό αρκετά έντονο μπουρίνι, και με άψογη οργάνωση και ηλιόλουστο καιρό, κάναμε μια ακόμα επιτυχημένη διανομή περίπου 20 τόνων εξαιρετικής ποιότητας πατάτας Αχαΐας, σε πάνω από 600 οικογένειες, σε τιμή 0,385 €, σε συσκευασίες των 13 κιλών προς 5,0 € την κάθε μία.

Η χθεσινή διανομή είχε για μας και το κίνημά μας, μια ιδιαίτερη σημασία. Ήταν η αντίδρασή μας απέναντι στο νέο νόμο που προσπαθεί να περιορίσει την εμπορική δραστηριότητα των Παραγωγών της χώρας μας, να μπλοκάρει τη δράση του Κινήματος «Χωρίς Μεσάζοντες». Ήταν μέρος της πανελλήνιας διαμαρτυρίας από διάφορες πόλεις της Ελλάδας, με αίτημα την απόσυρση του νόμου που στερεί στους παραγωγούς το δικαίωμα της απευθείας διάθεσης των προϊόντων τους στους συμπολίτες μας. 

Σύμφωνα με το νόμο αυτόν που ψηφίστηκε στις 15 Μαΐου, γίνεται προσπάθεια να μπει φρένο στην εμπορική δραστηριότητα των παραγωγών, εμποδίζοντας τους να πουλήσουν οι ίδιοι τα προϊόντα τους σε πόλεις πάνω από 3.000 κατοίκους. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλα τα άρθρα σχετικά με την άδεια πλανόδιου υπαίθριου εμπορίου, έχει παραληφθεί επιμελώς η λέξη «παραγωγός». Όλοι οι παραγωγοί εξομοιώνονται με τους πωλητές, δηλαδή με εκείνους που μπορεί να μην παράγουν τίποτα.

Πέρα από τις νέες ρυθμίσεις, ο νέος νόμος καταργεί όλους τους ισχύοντες νόμους για το πλανόδιο υπαίθριο εμπόριο των Παραγωγών. Μεταξύ άλλων καταργείται το άρθρο 6 του Π.Δ. 254/2005, που προέβλεπε έκδοση άδειας άσκησης υπαίθριου εμπορίου αποκλειστικά σε ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ με ισχύ σε όλη την επικράτεια, για την πώληση γεωργικών, αμπελουργικών, κτηνοτροφικών, πτηνοτροφικών και μελισσοκομικών προϊόντων ιδίας παραγωγής.

Κάτω απ' αυτό το κλίμα, η ανταπόκριση του κόσμου μας έδωσε κουράγιο. Πολύ ήρθαν μόνο για να μας πουν λόγια συμπαράστασης, άλλοι για να φέρουν μόνο τηγανέλαιο ή καπάκια και να μας ευχαριστήσουν για το έργο που κάνουμε.

Τους διαβεβαιώνουμε όλους, πως η ΆΝΩΣΗ ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ ΒΟΛΟΥ και γενικά το κίνημα «Χωρίς Μεσάζοντες» σε όλη τη χώρα, δεν θα το σταματήσει κανένας νόμος και καμία δύναμη. Θα συνεχίσει απτόητο το έργο του, να βοηθάει τις φτωχές λαϊκές οικογένειες, κόντρα στους μεγαλέμπορους και τους κάθε λογής μεσάζοντες, προσφέροντας φτηνά, ποιοτικά ελληνικά προϊόντα και κάθε βοήθεια όπου αυτό είναι αναγκαίο. Θα συνεχίσουμε επίσης να βοηθάμε τους παραγωγούς, να συνεχίσουν να μπορούν να διαθέτουν οι ίδιοι τα προϊόντα τους κατευθείαν στον καταναλωτή και να μην γίνονται βορά στους κάθε λογής επιτήδειους μεσάζοντες - μεγαλέμπορους.

Ευχαριστούμε όλους για την συμπαράστασή σας. Θα σας ξαναδούμε στην επόμενη διανομή, το επόμενο μήνα. 

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

'Έχεις δίκιο είναι ο Αλντεμπαράν' - Η τελευταία συλλογή ποιημάτων του Γιάννη Τσίγκρα

Τετάρτη, Απριλίου 23, 2014
"Έχεις δίκιο είναι ο Αλντεμπαράν" Η τελευταία συλλογή ποιημάτων του Γιάννη Τσίγκρα
Μετά τη τελευταία συλλογή διηγημάτων με τίτλο "ΕΝΑ ΒΙΟΥ ΜΑΣΤΕΡ ΧΩΡΙΣ ΧΙΟΝΑΤΗ ΚΑΙ ΝΑΝΟΥΣ", ο πολύ γνωστός κι αγαπητός βολιώτης συγγραφέας και ποιητής Γιάννης Τσίγκρας, προχώρησε σε δεύτερη αυτοέκδοση βιβλίου του, και συγεκριμένα της τελευταίας συλλογής ποιημάτων του, με τίτλο "Έχεις δίκιο είναι ο Αλντεμπαράν".
(Ο υποφαινόμενος τον βοήθησε μόνο -χωρίς προηγούμενη εμπειρία είναι η αλήθεια- στην στοιχειοθέτηση, εκτύπωση και δημοσίευση των βιβλίων).

Μάλιστα και το βιβλίο αυτό με τίτλο "Έχεις δίκιο είναι ο Αλντεμπαράν", το διαθέτει ο συγγραφέας ελεύθερα για κατέβασμα σε όλους από εδώ.

(Το βιβλίο με τίτλο "ΕΝΑ ΒΙΟΥ ΜΑΣΤΕΡ ΧΩΡΙΣ ΧΙΟΝΑΤΗ ΚΑΙ ΝΑΝΟΥΣ", μπορείτε επίσης να το κατεβάσετε από εδώ).

Σήμερα αναδημοσιεύω -έτσι για γνωριμία- 2 από τα 54 ποιήματα της συλλογής, από τα πολλά που μου άρεσαν ιδιαίτερα.
 (Αποστόλης Μωραϊτόπουλος 23/4/2014)


******** 

ΔΕΚΑΕΤΙΑ 50




Εκείνα τα χρόνια η φτώχεια  περίσσευε



Τη μαζεύαμε, λοιπόν, σε πιάτα
Και τη μοιράζαμε στους γείτονες

Η κυραΛένη τρία σαλιγκάρια στο πιάτο, για μας
Και μεις σκέτες πικραλήθρες για την κυρία Αρετή
Κι αυτή, ένα Χριστουγεννιάτικο  Δέντρο
Στολισμένο με βώλους, τυλιγμένους  με χρυσόχαρτα
Για να το βλέπει όλος ο κόσμος-το' κανε χωρίς  έπαρση.

Τα θερινά απογεύματα, οι γριούλες έγνεθαν ποκάρια απ' το
Γειτονικό εργοστάσιο του Τζήμα και οι νεότερες έπλεκαν
Πολύχρωμες, μ'αυτά, φανέλες,για όλα τα παιδιά της γειτονιάς.

Ένα βράδυ πέρασε απ' τη γειτονιά  μας ο Χριστός
Ζήτησε ένα ποτήρι νερό και του  το'φεραν με προθυμία.

Εκείνος ευλόγησε και χάθηκε στο δειλινό.

Από τότε η φτώχεια  μας έσπασε σε άπειρα κομμάτια
Έτσι  που χάθηκε ή τη συνηθίσαμε.


 
******** 

ΕΤΣΙ ΗΤΑΝ




Με το  ξεσκόνισμα τόσων βλεμμάτων

Τα πράγματα  χάνουν την ικμάδα
Του συναισθήματος-
Όπως στα παλιά κάδρα
Θέλεις να πεις  «ο καημένος ο παππούς»
Και σου βγαίνει ένα  « έτσι ήταν λοιπόν».


Χρειάζεται φειδώ  και το αγκάλιασμα.



 

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015

Φίλοι και σύντροφοι σ'αυτές τις κρίσιμες εκλογές ας αφήσουμε την Υποκρισία κατά μέρος! - Του AMOR

Σάββατο, Ιανουαρίου 24, 2015
Φίλοι και σύντροφοι σ'αυτές τις κρίσιμες εκλογές ας αφήσουμε την Υποκρισία κατά μέρος! - Του AMOR
Έχω κουραστεί να διαβάζω κριτικές και μεγάλα λόγια από φίλους και συντρόφους του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για το πόσο αριστερός είναι ο Σύριζα, για το πως θα γίνει ένα νέο έστω καλύτερο ΠΑΣΟΚ, για τις κωλοτούμπες που έκανε (και κάνει) σε θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρώ κλπ. κλπ. Τους λέω, το 2012 που ήταν σωστότερος ο Σύριζα δεν τον ψήφισε ο κόσμος και ξαναψήφισε τους σαμαροβενιζέλους. 

Τότε είχε ο λαός να κάνει την Αλλαγή από επιλογή, τώρα θα κάνει την όποια επιλογή του, από Ανάγκη! 

Αυτός είναι ο λαός μας, σ' αυτή την κοινωνία ζούμε όλοι μας, δυστυχώς (ή ευτυχώς) δεν ισχύει το "όταν ο λαός δεν ψηφίζει σύμφωνα με τις απόψεις μας, ας αλλάξουμε τον λαό!". Προφανώς ο λαός δεν ήθελε εκείνο τον Σύριζα, τον ήθελε σαν τα μούτρα του, γιαλαντζί αριστερό, τι να κάνουμε...

Ήμαστε, νομίζω, πάντα άξιοι της τύχης μας, αυτή την αριστερά θέλουμε, αυτή την αριστερά φτιάχνουμε. Και ο Σύριζα έβαλε νερό στο κρασί του, συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις μας, υπέκυψε στα κελεύσματα των φόβων μας. 

Το σημαντικότερα επίδικα αυτών των εκλογών στις 25 του Γενάρη είναι τα εξής:
  • να ξεκουμπιστούν τα σαμαροβενιζελικά κρυφοφασισταριά από το πολιτικό μας γίγνεσθαι,
  • να σταματήσει η μνημονιακή λαίλαπα και επιτέλους να ανασάνει ο κόσμος,
  • να ξεβρακωθούν οι ποταμίσιοι, δημαρίτες, γαπίτες και Σία και να μπουν στον κάλαθο των αχρήστων,
  • να εξαφανιστεί η ναζιστική συμμορία και τέλος
  • να γίνει μια νέα αρχή με (έστω κάποιο) αριστερό πρόσημο, να αρχίσει ο κόσμος να ελπίζει ξανά, για το μέλλον του, για τα παιδιά του, για μια καλύτερη Παιδεία, Υγεία και μείωση της ανεργίας.
Λαμβάνοντας τα παραπάνω υπόψη και κάτω από την ασφυκτική προπαγάνδα σχεδόν όλων των ΜΜΕ και των πληρωμένων ψευτοδημοσιογράφων τους και κάτω από το σχεδόν καθημερινό σφυροκόπημα των ψευτοδημοσκοπήσεων, ο πολύς κόσμος έχει δυστυχώς ένα δίλημμα: Σύριζα ή σαμαροβενιζέλοι στην όποια εκδοχή τους! Έτσι είναι τα πράγματα, είτε το θέλουμε -εμείς της εκτός Σύριζα αριστεράς- είτε όχι. Ας αποφασίσουμε λοιπόν χωρίς ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ τι θέλουμε. 

Το να λέμε "θα ψηφίσω -όπως πάντα- ΚΚΕ, αλλά ελπίζω να βγει ο Σύριζα", είναι σκέτη Υποκρισία!

Το να λέμε "δεν μπορώ να ψηφίσω Σύριζα, ψηφίζω όπως πάντα ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά βέβαια δεν θέλω να ξαναβγούν οι σαμαροβενιζέλοι", είναι επίσης σκέτη Υποκρισία!

Το να λέμε όπως μια καλή φίλη στο φ/β "Πάντως όσο και να κάνουμε τους σοβαρούς κι εμείς οι ΑΝΤΑΡΣΥΟΙ -ΜΑΡΣΕΓΙΕΖΟΙ έχουμε τρελλή χαρά που θα ξωπεταχθεί σε 48 ώρες με κλωτσιές προς αγύριστο η συμμορία που μας ρούφηξε το αίμα τόσα χρόνια και μας ξεγάνωσε στη κυριολεξία !", είναι επίσης Υποκριτικό!

Προσωπικά αν είχα 2 ψήφους, ξέρω τι θα ψήφιζα, ΑΝΤΑΡΣΥΑ & Σύριζα! Έχω όμως μία ψήφο, γι' αυτό αυτή τη φορά -παρά τις πάρα πολλές αντιρρήσεις μου- θα ψηφίσω Σύριζα, και μάλιστα χωρίς τύψεις! Κι ας βγει αυτό μελλοντικά πως ήταν λάθος... Με λάθη προχωράει η ιστορία!

Επιτέλους, μια ζωή την έχουμε, δεν μπορούμε να επιλέγουμε να κάνουμε κάτι, όχι επειδή το πιστεύουμε πραγματικά, αλλά από υποχρέωση, η να μην επιλέγουμε κάτι επειδή δεν μας αντιπροσωπεύει 100%, ενώ αν επιλέξουμε το άλλο υπάρχει κίνδυνος να μην ωφελήσουμε το κοινωνικό σύνολο -για το οποίο τάχα μου αγωνιζόμαστε... 

Ο σωστός αριστερός είναι, για μένα, αυτός που ξέρει να κάνει συμβιβασμούς, όταν αυτό είναι για το συμφέρον όχι το δικό του, αλλά των πολλών!

Εύχομαι λοιπόν, καλό βόλι, με αυτοδύναμο Σύριζα και ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη Βουλή!


AMOR - #Απόστολος Μωραϊτόπουλος#


Διαβάστε αν θέλετε κι' αυτά:

Κουράστηκα και σας βαρέθηκα όλους! - Του AMOR 

Μισώ τους αδιάφορους - Του Antonio Gramsci

Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

Την Κυριακή μαυρίζουμε τον Μπέο, για να διορθώσουμε το κακό!

Τετάρτη, Μαΐου 21, 2014
Αλήθεια τα'χω χαμένα. Διαβάζω σήμερα στον τοπικό τύπο το πως ψήφισαν οι συμπολίτες μου και παθαίνω σύγκρυο. 

Έναν νονό της νύχτας και του ποδοσφαίρου, έναν υπόδικο για διάφορα αδικήματα, που είναι αναγκασμένος κάθε 1 και 15 του μήνα, να παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα, που του έχει απαγορευτεί η έξοδος στο εξωτερικό, που στις εξόδους και τις ομιλίες του "συνοδεύεται" από μια ντουζίνα μπράβους, που στο ψηφοδέλτιό του έχει περιλάβει όλα τα κατακάθια της Χρυσής Αυγής και της άκρας Δεξιάς, αυτόν λοιπόν τον τύπο, τον Μπέο, τον ψήφισαν 4 στους 10 ψηφοφόροι του Βόλου!. Στην Πορταριά δε και στη Μακρυνίτσα σχεδόν 5 στους 10. Το ίδιο και στην Αγριά. Μόνο η εργατομάνα Ν.Ιωνία άντεξε κάπως.

Το εξωφρενικό εδώ είναι, ό,τι από χθες, πολλοί φίλοι και γνωστοί, οι συνάδελφοι, γενικά η συντριπτική πλειοψηφία απ' αυτούς που έχω μιλήσει, έχουν δήθεν μείνει έκπληκτοι και πανικοβλημένοι, από το υψηλό του ποσοστό, κι από το "κακό" που μας βρήκε!. Θα τρελαθούμε εντελώς. Τότε ποιος τον ψήφισε, το άγιο πνεύμα; 

Έχουμε χάσει τον μπούσουλα, δεν έχουμε καν το θάρρος να παραδεχθούμε την μαλακία μας. Να πούμε ευθαρσώς, ναι τον ψήφισα γι'αυτόν κι εκείνο το λόγο. Να παραδεχτούμε ό,τι δεν γουστάρουμε να'μαστε ελεύθεροι, ό,τι θέλουμε τον "νταή", τον "δυνατό" να μας οδηγεί και να μας προστάζει... Ό,τι είμαστε φοβικοί και ραγιάδες και γαμημένοι νοικοκυραίοι της δεκάρας και της συντήρησης... Να παραδεχθούμε επιτέλους ό,τι κρύβουμε έναν μικρό φασίστα μέσα μας, μόνο που αισθανόμαστε αδύναμοι να τον κοινοποιήσουμε προς τα έξω. (Γιατί, στο σπίτι μας, στη γυναίκα μας, στον μετανάστη, εκεί που μας παίρνει, εκεί  δείχνουμε τον πραγματικό μας εαυτό...)

Εάν προσπαθήσω με τη λογική να εξηγήσω αυτή τη συμπεριφορά των συμπολιτών μου, όπως και αυτή των Πειραιωτών, ή αυτών που -μετά απ' όσα έγιναν γνωστά- ψήφισαν στην Αθήνα Κασιδιάρη και Παναγιώταρο, καταλήγω σε διανοητικό αδιέξοδο. 

Πως αποφασίζω να ψηφίσω κάποιον κατώτερό μου;
Έναν νονό της νύχτας;
Έναν εν δυνάμει δολοφόνο;
Έναν φασίστα και ναζί;
Ή έναν εφοπλιστή;

Η μόνη δυνατή εξήγηση που είναι δυνατό να δοθεί εδώ, είναι αυτή που προανέφερα, ό,τι αποφασίζω όχι με βάση το προσωπικό - κοινωνικό και ταξικό μου συμφέρον, αλλά, τυφλά εγωιστικά, με βάση τα κατώτερά μου ένστικτα, με το θυμικό μου, και τις φοβίες μου.

Αυτή όμως, είναι αντίδραση ραγιάδικη, και ανθρώπου με κόμπλεξ κατωτερότητας.

Θέλουν δήθεν να εκδικηθούν τον "κακό" πολιτικό κόσμο του Βόλου. Μα η Αριστερά δεν ήταν ποτέ στα πράγματα, γιατί την καταδικάζουν πριν την δοκιμάσουν; Γιατί μετά από 4 χρόνια μνημονίου, μετά από τόση ανεργία, φτώχεια, και εξευτελισμό, δεν αποφασίζουν να ψηφίσουν αριστερό υποψήφιο;Πότε θα το κάνουν άραγε, στη Δευτέρα Παρουσία;

Θα μπορούσα να γράψω σελίδες ακόμα, για το φαινόμενο Μπέου, δεν έχει όμως νόημα. 

Σημασία έχει τώρα να προσπαθήσουμε συλλογικά, μήπως με την ψήφο μας, την ερχόμενη Κυριακή, μπορέσουμε και σώσουμε την παρτίδα. 

Στα σοσιαλ μιντια, είδα χθες με χαρά κάλεσμα του γνωστού και αγαπητού Συγγραφέα Κώστα Ακρίβου, όπως επίσης και της πολύ καλής Δημοσιογράφου Ελένης Σταμούλη, οι οποίοι σχεδόν ταυτόχρονα, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και καλούν όλους σε επαγρύπνηση την Κυριακή, μπας και αποφύγουμε το μεγάλο κακό. 

Μακάρι να εισακουσθούν.


#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#


Σάββατο 18 Αυγούστου 2012

Εικόνα 360 μοιρών από τον πλανήτη Άρη

Σάββατο, Αυγούστου 18, 2012
Μια διαδραστική εφαρμογή από τη δεύτερη μέρα του Curiosity έδωσε στη δημοσιότητα η NASA. Το Rover της NASA συνεχίζει την εξερεύνηση του στα εδάφη του κόκκινου πλανήτη, στέλνοντας στη Γη εντυπωσιακές εικόνες.
Μέσω της συγκεκριμένης εφαρμογής, ο χρήστης μπορεί να δει μέσα από τα "μάτια" του Curiosity και να κάνει μια μικρή περιήγηση 360 μοιρών στην επιφάνεια του Άρη. Το Curiosity έκλεισε μια εβδομάδα ζωής στον Άρη και οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να σχηματίζουν μια πρώτη άποψη για την επιφάνεια του πλανήτη.
A view of Mars

Curiosity rover: Martian solar day 2 in New Mexico
  
Υπεύθυνος για τη διαδραστική εφαρμογή είναι ο φωτογράφος Andrew Bodrov, ο οποίος στην ουσία ένωσε φωτογραφίες της NASA και δημιούργησε τη δική του εκδοχή για τον άγνωστο πλανήτη στα πρότυπα του Google Street View.
Ο χρήστης καλείται να χρησιμοποιήσει τα βελάκια του πληκτρολογίου ή το ποντίκι του υπολογιστή του για να αρχίσει το "ταξίδι" στο διάστημα αλλά και για να μεταβεί σε άλλα σημεία της Γης που έχει επιλέξει η NASA και έχει απεικονίσει σε πλατφόρμα 360 μοιρών.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Εσθονός Andrew Bodrov κάνει κάτι τέτοιο. Στη λογική των 360 μοιρών, έχει ήδη απαθανατίσει πολλά σημεία και μνημεία του πλανήτη όπως οι πυραμίδες της Αιγύπτου.
Περισσότερες φωτογραφίες από τον Άρη, μπορείτε να δείτε εδώ

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
------------------
Πηγή:http://news247.gr

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Κάτι θα γίνει, θα δεις - Του Χρήστου Οικονόμου

Τετάρτη, Αυγούστου 08, 2012
Ο Χρήστος Οικονόμου γεννήθηκε το 1970, είναι πολιτικός συντάκτης στο «Εθνος» και το «Κάτι θα γίνει, θα δεις» είναι το δεύτερο βιβλίο του, με το οποίο μάλιστα πήρε και το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος - Νουβέλας. 
Περιλαμβάνει δεκαέξι ιστορίες - οργανωμένες έτσι που να επικοινωνούν μεταξύ τους, και διαδραματίζονται στη Δυτική Αθήνα και συγκεκριμένα στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές του ευρύτερου Πειραιά - Καμίνια, Νίκαια, Δραπετσώνα, στο φουγάρο της ΔΕΗ στο Κερατσίνι, εκεί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε κι ο ίδιος.

Όπως ο ίδιος υποστηρίξει σε συνέντευξή του, όταν δημοσίευσε το βιβλίο - το 2010 -, ήθελε να γράψει αποκλειστικά για τις χαμηλότερες εισοδηματικά κοινωνικές τάξεις, όχι για τη μεσαία τάξη. 
Εκείνο όμως που κατάφερε, ήταν να βάλει σε πρωταγωνιστικό ρόλο, για πρώτη φορά, τον απλό κόσμο της φτωχολογιάς και συγκεκριμένα το λούμπεν προλεταριάτο[1], να εκφράσει τον πόνο και τις αγωνίες του, την καθημερινή του βιοπάλη, τα συναισθήματά του και  το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται  μέσα στην γενικότερη κοινωνική και πολιτική κρίση των μνημονίων και της ανεργίας.

O όρος «φτωχολογιά» μπορεί να παραπλανήσει, γιατί παραπέμπει σε εικόνες εξαθλίωσης άλλων εποχών, από τις οποίες και προέρχεται. Οι ήρωες του Οικονόμου δεν ζουν σε τρώγλες ή χαμόσπιτα ή συστάδες δωματίων γύρω από φτωχικές αυλές αλλά σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, πολλοί από αυτούς έχουν ένα έστω φτηνό αυτοκίνητο, τσιτάρουν στίχους από ροκ συγκροτήματα μάλλον παρά από λαϊκά τραγούδια, βλέπουν τηλεόραση και ξέρουν μέσες άκρες τι συμβαίνει αλλού. Εργάτες, υπάλληλοι, μικροεπαγγελματίες, ό, τι και αν είναι, έχουν παραστάσεις ενός πλατύτερου κόσμου και «απολαμβάνουν» μια ελάχιστη, επισφαλή μικροαστική άνεση. Αλλά η φτώχεια τους γίνεται πραγματική και απόλυτη, από τη στιγμή που τους καταπλακώνει η ξαφνική ανεργία ή το βάρος των χρεών ή και τα δυο μαζί. [2]

Η ανάγνωση των πρώτων διηγημάτων σε κάνει να παγώσεις, αρνητικά και καταθλιπτικά συναισθήματα σε κατακλύζουν, τα βλέπεις όλα μαύρα. Αναρωτιέσαι είναι δυνατόν αυτά να είναι όλα αλήθεια; είναι δυνατόν να υπάρχει τόση φτώχεια, τόση πίκρα, τόση μιζέρια; Δεν υπάρχει πουθενά διέξοδο, κι όμως η ζωή συνεχίζεται, πιστεύοντας έτσι απλά "κάτι θα γίνει θα δείς"...!Απουσιάζει εντελώς το οποιοδήποτε πολιτικό υπόβαθρο: ο συγγραφέας αφήνει ελεύθερους τους πρωταγωνιστές των διηγημάτων του να εκφρασθούν όπως αυτοί μπορούν, χωρίς περιττές φιοριτούρες, χωρίς να φαίνεται ότι οι διάλογοι είναι απομαγνητοφωνημένοι. Τα διηγήματα τελειώνουν όπως τα δράματα των ανθρώπων αυτών και δεν έχουν κατάληξη, ούτε ευτυχή ούτε τραγική.Και η ζωή συνεχίζεται...

Ο Οικονόμου δεν υποδεικνύει ούτε, πολύ περισσότερο, προπαγανδίζει λύσεις. Δεν φλερτάρει με τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό ούτε υιοθετεί καταγγελτικούς τόνους. Δεν ενδίδει ούτε στιγμή στο μελό, από την άλλη όμως δεν επιδίδεται σ΄ έναν στεγνό, χειρουργικό νατουραλισμό. Τα διηγήματά του πάλλονται από μια διακριτική, αλλά άμεση και ζωηρή συμπάθεια για τα πάσχοντα πρόσωπά τους, συμπάθεια τόσο μεταδοτική ώστε θα μπορούσαμε να πούμε ότι έμμεσα εξασκούν πολιτική επίδραση. Γνωρίζουν και αξιοποιούν θαυμάσια τη δύναμη της μεταφοράς, γνωρίζουν όμως και τη δύναμη της σιωπής. Ο τρόπος που η γραφή του Οικονόμου χρησιμοποιεί τη σιωπή βρίσκει ένα ωραίο οπτικό αντίστοιχο στη σκηνή από το διήγημα «Πλακάτ με σκουπόξυλο» όπου ο πρωταγωνιστής, πνιγμένος στο πένθος και την οργή για τον χαμό ενός στενού φίλου του σ΄ ένα εργατικό ατύχημα, πηγαίνει και στέκεται έξω από το μοιραίο γιαπί κρατώντας υψωμένο ένα πρόχειρο πλακάτ που δεν γράφει τίποτα πάνω του: το άγραφο πλακάτ είναι μια διαμαρτυρία ηχηρότερη από οποιοδήποτε σύνθημα.[2]

Τελειώνοντας την ανάγνωση του τελευταίου διηγήματος, η πρωταγωνίστρια ψιθυρίζει  «Κομμάτι κομμάτι μου παίρνουν τον κόσμο μου»: μια νέα γυναίκα που ετοιμάζεται να αναζητήσει δουλειά σε ελληνική επιχείρηση στη Βουλγαρία, όταν η μονοκατοικία που νοικιάζει στην Ελευσίνα δίνεται αντιπαροχή.
Αυτή η φράση, λέει ο Οικονόμου, «εκφράζει με τον πιο καίριο τρόπο αυτό που αισθάνεται σήμερα η πλειονότητα των Ελλήνων»: ότι χάνει τις σταθερές της, ότι τη διαλύει η ανασφάλεια, την ισοπεδώνει η απόγνωση κι ότι έχει ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί σε ένα τοπίο που είναι πια ρευστό. «Ο κίνδυνος» που ελλοχεύει σε αυτήν την κατάσταση «είναι μεγάλος», σχολιάζει. «Ομως από την άλλη θα αναγκαστούμε εκ των πραγμάτων να ανοιχτούμε σε νέα πεδία.
Αυτή είναι και η μοναδική πρόκληση με την οποία αξίζει να έρθουμε αντιμέτωποι στην Ελλάδα σήμερα: να χαρτογραφήσουμε νέα εδάφη σε όλους τους τομείς του κοινού μας βίου, είτε πρόκειται για την παιδεία, είτε για την οικονομία, για τις κοινωνικές δομές ή για τον πολιτισμό».[3]

 Στο τέλος μένεις με μια πίκρα στο στόμα. Ένας κόμπος στο λαιμό σε πνίγει. Οι σκέψεις τρέχουν, το κεφάλι σου πάει να σπάσει. Αναρωτιέσαι συμβαίνουν τέτοια γεγονότα γύρω μου; Και τότε θυμάσαι... Θυμάσαι φίλους και γνωστούς που τελευταία έχασαν την δουλειά τους κι έχουν μείνει άνεργοι. Θυμάσαι αγαπημένα σου γερόντια των οποίων ελέω μνημονίου τους μειώθηκε η σύνταξη και δεν τους φθάνουν τα λεφτά για το πετρέλαιο. Θυμάσαι τον φίλο σου που ξενοίκιασε το διαμέρισμα και μετακόμισε στα πεθερικά του για οικονομία. Και σκέπτεσαι το επίπεδο των συζητήσεων στην παρέα, στην γειτονιά, στη δουλειά με τους συναδέλφους...Συζητήσεις του αέρα και του Φόβου, χωρίς προοπτική χωρίς διέξοδο, ίσα - ίσα για να πορευόμαστε, που λένε.


Κι όμως ο Οικονόμου έμμεσα κατορθώνει να μας μεταδώσει μια αληθινή αισιοδοξία μέσα απ' τα διηγήματά του που πηγάζει από τη βαθύτερη αξιοπρέπεια και περηφάνια των λαϊκών χαρακτήρων τους, από την ακατάβλητη θέλησή τους να προχωρήσουν, από την άρνησή τους να παραιτηθούν από τον εαυτό τους.


Για όλους αυτούς τους λόγους το βιβλίο αυτό είναι εξαιρετικά χρήσιμο, ιδιαίτερα στην δύσκολη εποχή που περνάμε. Αξίζει δε να σημειωθεί η οξυδέρκεια και προβλεψιμότητα του συγγραφέα, αν αναλογιστεί κανείς ότι το έγραψε στις απαρχές εφαρμογής του πρώτου μνημονίου το 2010 και είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρο παρά ποτέ!.

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
 
---------------------------------
[1] λούμπεν προλεταριάτο: μαρξιστικός όρος που περιγράφει το τμήμα του προλεταριάτου που λόγω της πλήρους εξαθλίωσής του βρίσκεται στο κοινωνικό περιθώριο και δεν έχει αναπτύξει ταξική συνείδηση (Βικιλεξικό)

Τρίτη 14 Αυγούστου 2012

Δεν ξέρω καν αν συζητάμε πια μεταξύ μας - Ημερολόγιο Δευτέρα 11/8/12

Τρίτη, Αυγούστου 14, 2012
Κοντεύει 2:00 η ώρα μετά τα μεσάνυχτα. Με τον φορητό έξω στην ταράτσα, με την δροσιά και τ' αστέρια από πάνω μου για συντροφιά. Πίσω μου φωτισμένο το Πήλιο ησυχάζει. Είμαι μόνος. Όπως και στην καθημερινή μου πραγματικότητα. Οι φίλοι τελευταία λιγόστεψαν επικινδύνως. Οι συνάδελφοι στο Πανεπιστήμιο - όσο υπάρχει δουλειά και μισθός - πέρα βρέχει, καθ' ένας στην κοσμάρα του! Απλά ζώ την εικονική μου πραγματικότητα νομίζοντας ότι μοιράζομαι τις σκέψεις και τις έγνοιες μου με τους "φιλους μου" στο Facebook & Twitter. Οποία πλάνη! Πραγματική όχι εικονική.

Κάνω αυτές τις σκέψεις, με αφορμή ένα εξαίσιο - και ταιριαστό για την περίπτωσή μου - άρθρο που διάβασα πριν λίγο στην "Καθημερινή" (την οποία από σπόντα αγόρασα την Κυριακή), του οποίου το μεγαλύτερο μέρος παραθέτω αυτούσιο:

Δεν ξέρω καν αν συζητάμε πια μεταξύ μας. Συναντιόμαστε, δεν αμφιβάλλω. Μιλάμε για την αφόρητη ζέστη, για τα επικείμενα νέα μέτρα, χρησιμοποιούμε ορολογία τρόικας και υπουργείου Οικονομικών (ισοδύναμα μέτρα, οριζόντιες περικοπές…), μετράμε τις απώλειες, περιγράφουμε στιγμές στο τραμ, το μετρό, το λεωφορείο. Μας διχάζει ή μας ενώνει η λαθρομετανάστευση και η αντιμετώπισή της, δηλώνουμε εξπέρ στην εξειδίκευση των μέτρων, ανησυχούμε για το δόγμα της Θράκης, ένας υφέρπων πατριωτισμός μας πνίγει, αλλά τίποτα το σπουδαίο, το ανατρεπτικό. Μιλάμε με στόμφο, αλλά και λίγο φόβο – ένα έμπειρο μάτι τον διακρίνει στις συσπάσεις των ματιών. Η επιστροφή στην ελαφρότητα, σε αυτό που λέμε μικροσυζήτηση, είναι δεδομένη. Ο λόγος μας δεν είναι αναθεωρητικός των χαμένων αξιών, ούτε καν των γνωστών δεδομένων. Λες και το μόνο που μας ενδιαφέρει, είναι να ξορκίσουμε τη μιζέρια των άλλων, τον πόνο των άλλων.


Ορισμένοι άνθρωποι είναι αποφασισμένοι να κάνουν τα πάντα για να μη συγκινηθούν, γράφει η Σούζαν Σόνταγκ (φωτ.) στο βιβλίο της «Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων». Όπως επίσης μας θυμίζει την κατηγορία εκείνων που επιδιώκουν την αίσθηση της ανωτερότητας από την πολυθρόνα, μακριά από τους πραγματικούς κινδύνους. Η ζωή όμως είναι εδώ, σφριγηλή, ωραία ή ωραιοποιημένη ή φρικτή, ανάλογα πάντα με τις περιστάσεις, την κοινωνική γαλήνη ή τις περιόδους πολέμου και βίας. Και τώρα τι έχουμε; Πόλεμο, μήπως; Μια μορφή πολέμου, ίσως; Ποιος θα ορίσει το πλαίσιο της παρούσας ζωής; Σε τέτοιες περιόδους γίνονται πολλαπλές και πολυεπίπεδες ζυμώσεις προκειμένου όλοι μαζί να γυρίσουμε σελίδα. Αλλά φοβάμαι πως μας διαφεύγει η ουσία. Όλον αυτό τον καιρό θα ’πρεπε να ’χουμε μετρήσει τις εγκαταλελειμμένες ανθρωπιστικές αξίες. Την ανθρωπιά του ανθρώπου, το ρόλο του, τη σύμφυτη με την εσωτερική επάρκεια πορεία του προς το μέλλον, την ευθύνη του ως μονάδα, την ευθύνη του μέσα στο σύνολο, την αναγκαία και ισότιμη συμπόρευση. Μια κοινωνία, για να αντέξει, χρειάζεται πλαίσιο αξιών που θα στοχεύουν στην άοκνη καλλιέργεια και εκγύμναση του νου, στην αξιοπρέπεια, στον αγώνα για την ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Αντ’ αυτού, μετράμε απλώς νούμερα και εκχωρούμε το δικαίωμα για όλα τα παραπάνω σε μικρές πολιτικές μειοψηφίες, με αμφισβητούμενη διαχειριστική ικανότητα.


Στο έργο του «Ρόσμερσχολμ», ο Νορβηγός δραματουργός Ερρίκος Ιψεν (φωτ.) βάζει τον πρωταγωνιστή Ρόσμερ να ρωτήσει τον εξουθενωμένο γερο–Βρέντελ: «Μήπως θα μπορούσα να σε βοηθήσω»; Και απαντά ο Βρέντελ: «Αν μπορούσες να μου διαθέσεις ένα ιδανικό ή ένα ζευγάρι μεταχειρισμένα ιδανικά, θα έκανες καλή πράξη». Ναι, αναζητούμε ένα ζευγάρι ιδανικά. Και ελαφρώς μεταχειρισμένα, δεν θα τα αρνηθούμε. Κυρίως για να τα προσφέρουμε στους νέους ανθρώπους, στα παιδιά μας. Σε αυτούς που έρχονται με νεανική ορμή, αλλά με ψαλιδισμένα φτερά, και αναζητούν μέσα από τις σκόρπιες λέξεις μας την απάντηση για το τι είναι θεμιτό και τι αθέμιτο. Τι είναι ηθικό και τι ανήθικο. Τι θα μπορούσε σε έναν καινούργιο κόσμο να σημαίνει κοινωνική καταξίωση και κοινωνική δικαιοσύνη. Πώς θα μπορούν να διακρίνουν ανάμεσα στην ουσιαστική μοναξιά του ατόμου και τη διάθεση να αποσύρονται για να σκεφτούν, να αναλογιστούν, να βάλουν τάξη στα πρέπει και τα θέλω. Δεν ζούμε πια σε εποχές θυσιών της ζωής μας στο όνομα της επιβίωσης των νεότερων. Γι’ αυτό και αναζητούμε απεγνωσμένα ένα ζευγάρι ιδανικά, έστω και μεταχειρισμένα, για να τα δωρίσουμε στο μέλλον.[1]

***
Να μην ξεχάσω το τεράστιο γεγονός, ότι από σήμερα κυκλοφορεί το βιβλίο «Τα φάγαμε όλοι μαζί» του σιχαμερού  Θ. Πάγκαλου σε ηλεκτρονική μορφή (e-book) στο οποίο περιγράφει το πόσα, πότε και ποιοι «τα φάγανε» και πώς κατανέμεται η ευθύνη από πάνω προς τα κάτω, στους πολιτικούς και στους πολίτες. Πόσο χαμηλά θα πέσουμε ακόμη θεέ μου...!

***
Ένας ιρακινός μετανάστης πέθανε ήδη από μαχαιριές φασιστοχρυσαυγιτών και το δράμα συνεχίστηκε με βίαιες επιθέσεις ενάντια σε μετανάστες σε 3-4 πόλεις σ' όλη την Ελλάδα, σήμερα. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος, το πράγμα να πάρει μεγάλες διαστάσεις και να γίνει ανεξέλεγκτο. Και να μην ξεχάσω να αναφερθώ σε ένα εμετικό άρθρο του αλιτήριου, κομιστή Θέμου Αναστασιάδη στην εφημερίδα του της Κυριακής.

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

 -------------------------------
[1] Πηγή:Καθημερινή - Ρίτσα Μασούρα 11/8/12 (οι υπογραμμίσεις δικές μου)

Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

«Η χρονιά της ερήμου» - του Pedro Mairal

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012
« Η χρονιά της ερήμου» ή το ταγκό της βαρβαρότητας
(του Pedro Mairal, εκδόσεις Πόλις, Λέσχη 12/7/10)

Αρχικά θέλω να κάνω λίγο αυτοκριτική: έχω αποφασίσει εδώ και χρόνια για κάθε βιβλίο που διαβάζω, να γράφω 1-2 σελίδες, κάτι σαν περίληψη ή βιβλιοκριτική, κάτι τέλος πάντων για μένα τον ίδιο, να το θυμάμαι και να το ξαναδιαβάζω, όταν θέλω να το ξαναθυμηθώ μετά από χρόνια. Κάπου όμως το πράγμα ξέφυγε από τον αρχικό στόχο του, έγινε όλο και λιγότερο προσωπικό, λιγότερο υποκειμενικό, κάπου μια κακώς εννοούμενη προσωπική έπαρση μ’ έκανε να νομίζω ότι είμαι κάποιος φτασμένος βιβλιοκριτικός και έτσι, νομίζω κάπου έχασα… την μπάλα! Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις έγινε – όπως πάντα – μια φράση κλειδί, που νομίζω είπε η Χρυσούλα ή η Καλλιόπη, που είπε «εκείνο που μ’ έκανε το κλικ για να ενδιαφερθώ για τη Λέσχη σας, ήταν εκείνη η προσωπική κατάθεση ψυχής στη βιβλιοπαρουσίαση του Παναγιώτη για το «Θολό βυθό» του Ατζακά», πράγμα που κι εμένα μ’ άρεσε τότε. Έτσι λοιπόν τροποποιώ λίγο στο ποιο αυθεντικά προσωπικό το κείμενο που είχα αρχικά γράψει για το τρέχον βιβλίο, κι ελπίζω στο μέλλον – και με τη βοήθεια της ομάδας μας – να… βάλλω μυαλό.
Γενικά πάντως θέλω να πω, πως η συζήτηση που κάναμε την περασμένη Δευτέρα, στο πανέμορφο μπαλκόνι της Εξωραϊστικής, ήταν εξαιρετικά γόνιμη και νομίζω όχι μόνο για μένα. Σημαντικό ρόλο βέβαια έπαιξε το θέμα του βιβλίου σε συνδυασμό με την κατάσταση την οικονομικοπολιτική που περνάει η πατρίδα μας.

Η ηρωίδα του μυθιστορήματος η Μαρία Βαλντές Νέιλαν περιγράφει σε πρώτο πρόσωπο την περιπέτεια που έζησε εκείνη «την χρονιά της ερήμου» και της καταστροφής, στα τέλη του 2001 με αρχές του 2002 στην πατρίδα της την Αργεντινή, όταν κατέρρευσε οικονομικά η χώρα της κάτω από τις προσταγές του ΔΝΤ και της ντόπιας και διεθνούς οικονομικής μαφίας.

Αρχικά το πανύψηλο κτίριο του συγκροτήματος Γκαραι, στους τελευταίους ορόφους του οποίου λειτουργούσε η επενδυτική εταιρεία της «Σουάρες & Μπάιτος» όπου δούλευε η Μαρία σαν γραμματέας και τηλεφωνήτρια, έσφυζε από ζωή. Μετά άρχισαν οι διακοπές του ρεύματος μέχρι που κόπηκε τελείως. Οι υπολογιστές αχρηστεύτηκαν. Η Μαρία αναγκάστηκε να ξαναγυρίσει στην παλιά της γραφομηχανή. Οι εργασίες διακόπηκαν. Οι δρόμοι γέμισαν κόσμο που διαδηλώνει ολημερίς. Η αστυνομία παίρνει τα όπλα και βγαίνει πεζή και έφιππη με τα μαστίγια στους δρόμους να εκφοβίσει τους διαδηλωτές. Μάταια όμως. Μετά έρχεται και ο στρατός. Οι παρακρατικοί επίσης. Πέφτουν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Νεκροί στον δρόμο. Όμως ο κόσμος έχει εξεγερθεί, οι διαδηλώσεις δεν σταματούν. Αστυνομία και στρατός αδυνατούν να σταματήσουν την λαϊκή οργή. Στα σουπερμάρκετ, όσα έχουν ακόμη κάτι στα ράφια τους, οι τιμές αλλάζουν συνεχώς και όσοι διαθέτουν ακόμα λίγα πέσος πέφτουν με τα μούτρα να πάρουν οτιδήποτε έχει τις λιγότερες αλλαγμένες ετικέτες τιμής. Πολλά καταστήματα λεηλατούνται από το εξαγριωμένο πλήθος. Η τηλεόραση στις λίγες ώρες πλέον που εκπέμπει και τα διάφορα ΜΜΕ παραπληροφορούν συστηματικά για τις διαδηλώσεις του κόσμου. Μιλούν για δήθεν δεκάδες κομμουνιστές που διαδηλώνουν, ενώ στην πραγματικότητα, όλος ο κόσμος χωρίς καμία κομματική ή άλλη καθοδήγηση, είναι στους δρόμους και στην πρωτεύουσα και στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας. Το χάος διευρύνεται και με κόσμο που έρχεται από τις επαρχίες στην πρωτεύουσα. Ο κόσμος κάνει επιδρομή στις τράπεζες, όσες απέμειναν ακόμη για να αλλάξει τα τελευταία του δολάρια σχηματίζοντας τεράστιες ουρές. Ύστερα αρχίζει να αυτοοργανώνεται στις πολυκατοικίες που διαμένει. Οργανώνεται ενάντια στην «Κοσμοχαλασιά» που έρχεται από παντού να τον φέρει πίσω στον μεσαίωνα. Το μαρτύριο της Μαρίας έχει αρχίσει. Σαν υπνωτισμένη, προσπαθεί να περπατήσει στους γνωστούς της δρόμους, να συναντήσει τον αγαπημένο της Αλεχαντρο να σώσει την οικογένειά της, τον ίδιο της τον εαυτό. Στο διάβα της αυτό, θα βιώσει την ανθρώπινη βαρβαρότητα, το πλήρη εξευτελισμό, θα αναγκαστεί ακόμη και να σκοτώσει, αφού πρώτα πουλήσει το κορμί της για ένα πιάτο φαί, αλλά στο τέλος θα επιζήσει.

Τελικά μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει τόσο χαμηλά; Μπορεί ένας μέσος άνθρωπος όπως η Μαρία να γίνει άθυρμα του καθενός μόνο και μόνο για να επιζήσει; Η Μαρία από γραμματέας γίνεται άνεργη, πλύστρα, νοσοκόμα, καθαρίστρια στα πλοία, πόρνη, αγρότισσα, σχεδόν χασάπης, άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Και επιστρέφει σε ένα άδειο Μπουένος Άιρες, όπου στέκουν ακόμη ορισμένα ψηλά κτίρια μεταξύ των οποίων και το δικό της όπου δούλευε πριν. Εκεί μπαίνοντας, ενώ πιστεύει ότι τέλειωσε η περιπέτειά της, συναντά την κόλαση του Δάντη κυριολεκτικά: βλέπει εξαθλιωμένους τους παλιούς της εργοδότες και άλλους ανθρώπους στριμωγμένους και φοβισμένους ανάμεσα σε πτώματα κρεμασμένα .απ’ το ταβάνι.

Το βιβλίο δεν είναι πολιτικό, δεν είναι ψυχολογικό, δεν είναι κοινωνιολογικό, δεν είναι φιλοσοφικό, δεν είναι αλληγορικό, δεν είναι απλά λογοτεχνικό, είναι όλα αυτά μαζί στον υπερθετικό βαθμό. Σε καθηλώνει η αφήγηση, σε ΑΝΑΣΤΑΤΩΝΕΙ με την περιπέτεια της ηρωίδας που βιώνει η ίδια και οι γύρω της και σε κάνει να αναρωτιέσαι μέχρι που φτάνει η αντικειμενική εξιστόρηση της κατάστασης και που αρχίζει η μυθοπλασία του συγγραφέα. Αρχίζει να εξιστορεί μια πραγματική κατάσταση όπως το ότι η τηλεόραση εξέπεμπε μόνο 2 ώρες την ημέρα και φτάνει στο εύρημα του άρρωστου πατέρα της που ξυπνούσε μόνο όταν είχε πρόγραμμα η τηλεόραση και καταλήγει στο ότι ζούσε ή πέθαινε με βάση το on off του τηλεκοντρόλ στο νοσοκομείο. Κι αυτό προφανώς για να υπογραμμίσει την τεράστια εξάρτηση που έχουμε από τα ΜΜΕ και ιδιαίτερα από την τηλεόραση (κυρίως στους μεγάλης ηλικίας ανθρώπους) κ.α. Η υπερβολή, η αλληγορία, η μυθοπλασία και συνάμα η επιλεγμένη καταγραφή πραγματικών γεγονότων εκείνης της σκοτεινής περιόδου που πέρασε η χώρα του Pedro Mairal, δοσμένα όλα μαζί λογοτεχνικά με μια απλή και απέριττη γραφή, σε καθηλώνουν, μα το σημαντικότερο σε προτρέπουν λόγω της σημερινής παρόμοιας οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα, να ψάξεις παραπέρα για περισσότερες πληροφορίες για την τότε κατάσταση της Αργεντινής, να ξεδιαλύνεις το δίπολο μυθοπλασία – πραγματικότητα, να μάθεις στο τι πραγματικά συνέβη εκεί τότε.
________________________________
Παρακάτω επισυνάπτω υλικό που βρήκα στο διαδίκτυο που σχετίζεται με το βιβλίο, τον συγγραφέα και την κατάσταση της Αργεντινής τότε:

1.    Το τάνγκο της βαρβαρότητας – Ελευθεροτυπία Επτά, Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

2.    Εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Exanda (Αυγερόπουλος τότε στον Alpha) που γυρίστηκε λίγο μετά τα γεγονότα αρχές του 2002, πολύ κατατοπιστικό.

3.    Σχετικά με την Αργεντινή από την wikipedia.

4.    Αργεντινή 2001-Ελλάδα 2010. Η Ιστορία Επαναλαμβάνεται…Για να ΜΗΝ πάθουμε αυτά που έπαθαν στην Αργεντινή…

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
--------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 14/7/10 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου) 

Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

To F του Ντανιέλ Κέλμαν - Βιβλιοπαρουσίαση

Κυριακή, Δεκεμβρίου 21, 2014
To F του Ντ. Κέλμαν
Μου έμεναν ακόμη καμιά 50ρια σελίδες μέχρι να τελειώσω το βιβλίο και ένα βράδυ αποφασίζουμε (με τη γυναίκα μου) να δούμε την ταινία "Αύγουστος" (του Τζον Γουέλς με τους Μέριλ Στριπ, Τζούλια Ρόμπερτς κ.α.). Η ταινία παρουσιάζει το οικογενειακό δράμα των Γουέστον, μιας οικογένειας που ζει στην Οκλαχόμα και είναι στα πρόθυρα κατάρρευσης. Μια μητέρα -παίζει έξοχα η Μέριλ Στριπ-που σέρνεται ανάμεσα σε διάφορες ουσίες, χάπια και στο αλκοόλ, ο επίσης αλκοολικός πατέρας και συγγραφέας άντρας της την ανέχεται εδώ και 35 χρόνια, και, ενώ την έχει γραπτά προειδοποιήσει ότι θα αυτοκτονήσει, αυτή δεν κάνει το παραμικρό για να το αποσοβήσει: χάνεται κάποια στιγμή και τελικά τον βρίσκουν νεκρό στην βάρκα του. Η μια του κόρη -η υπέροχη Τζούλια Ρόμπερτς-  βρίσκεται αντιμέτωπη με την κρίση μέσα στο γάμο της, η μικρότερη κόρη που ζει ακόμη μαζί τους, αποκαλύπτεται πως είναι ερωτευμένη με τον ξάδελφό της, που τελικά δεν είναι ξάδελφος αλλά παιδί του πατέρα της από τη σχέση του με την αδελφή της μάνας της...Τελικά μετά την εξαφάνιση του πατέρα, που όλη η υπόλοιπη οικογένεια που συγκεντρώνεται στο σπίτι για να στηρίξουν τη μητέρα, αποκαλύπτονται πολύ καλά κρυμμένα μυστικά, μεταξύ των άλλων, ότι η μητέρα έγινε έτσι εξαιτίας της συμπεριφοράς της δικής της μητέρας, που δεν την αγαπούσε και την κακομεταχειρίζονταν. Έτσι η ταινία τελειώνει με την μητέρα να μένει μόνη κι έρημη, την εγκαταλείπουν όλοι, η οικογένεια καταστρέφεται. Γιατί η μητέρα κατέστρεψε την οικογένειά της; Αν η μάνα της της συμπεριφέρονταν σωστά, με αγάπη, θα γίνονταν άλλος άνθρωπος; Γιατί δεν προσπάθησε να σώσει τον άνδρα της απ' την αυτοκτονία ενώ το ήξερε; Πολλά ερωτήματα... Ήταν το πεπρωμένο της να της συμβούν όλα αυτά; Ήταν τυχαία γεγονότα ή ήταν στο dna της;

Μόλις τελείωσε η ταινία, την συνδύασα αυτόματα με το βιβλίο που διάβαζα εκείνη τη στιγμή, το F του Ντανιέλ Κέλμαν:
  • και οι 2 υποθέσεις αναφέρονται σε ουσιαστικά διαλυμένες οικογένειες,
  • στη πρώτη έχουμε 3 κορίτσια, στο βιβλίο έχουμε να κάνουμε με 3 αγόρια, τον Μάρτιν (απ'το πρώτο γάμο του πατέρα) και τους δίδυμους Ιβαν και Ερικ,
  • στη ταινία ο πατέρας παίζει παθητικό ρόλο και στο τέλος αυτοκτονεί, στο βιβλίο ο πατέρας -σε αντιδιαστολή με την ταινία- κοιτάζει μόνο την πάρτη του, εγκαταλείπει τους γιους του, αναζητώντας την "ελευθερία" και την "ολοκλήρωσή" του,
  • και στις 2 περιπτώσεις, τα παιδιά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, επιλέγουν να ζήσουν μια συμβατική αλλά μίζερη ζωή, να κάνουν ένα επάγγελμα ή λειτούργημα που δεν το πιστεύουν, που δεν τους αρέσει, χωρίς να έχουν το θάρρος και τη δύναμη να το αναθεωρήσουν, και τέλος
  • όλα τα παιδιά, εξαιτίας τυχαίων (ή μήπως όχι) συμπτώσεων, αλλά και δικών τους αποφάσεων, οδηγούνται στην καταστροφή ή στο θάνατο (Ιβαν).

Η υπόθεση του βιβλίου

Προβληματίστηκα πολύ για το πως θα περιγράψω την υπόθεση του βιβλίου. Αφού διάβασα πολλές αναφορές στο βιβλίο, θεώρησα πιο σωστό, πιο χρήσιμο και ουσιαστικό, να παραθέσω σχεδόν εξ ολοκλήρου την υπόθεση του βιβλίου όπως την συζήτησε ο δημοσιογράφος Γρηγόρης Μπέκος σε μια συνέντευξη που πήρε το 2014 από τον ίδιο τον συγγραφέα όταν ήρθε στην Ελλάδα:

Στο οικογενειακό αυτό μυθιστόρημα πρωταγωνιστούν οι Φρίντλαντ, ο πατέρας Άρτουρ και οι τρεις γιοι του, οι δίδυμοι Έρικ και Ιβάν και ο ετεροθαλής αδελφός τους Μάρτιν. Η οικογένεια (Familie) του μύθου (Fabel) ονομάζεται Friedland. Ο Κέλμαν δανείζεται το συγκεκριμένο γράμμα από το λατινικό αλφάβητο για να στήσει ένα παιχνίδι αντικατοπτρισμών με το πεπρωμένο (Fatum) του καθενός.
«Για να είμαι ειλικρινής δεν μου αρέσουν τα παραδοσιακά ρεαλιστικά μυθιστορήματα που ασχολούνται με οικογένειες. Ξεκίνησα να γράφω την “Mέτρηση του κόσμου” για ανθρώπους σαν κι εμένα, που δεν τους αρέσουν τα ιστορικά μυθιστορήματα αλλά που θα διάβαζαν κάτι διαφορετικό. Το ίδιο συνέβη και με το τελευταίο, δεν μου αρέσει το οικογενειακό μυθιστόρημα του κοινωνικού ρεαλισμού, ας πούμε, και γι’ αυτό έγραψα το “F”, ακριβώς για τον ίδιο λόγο» είπε ο συγγραφέας.

 Ο «αντι-πάτερ» φαμίλιας και επίδοξος συγγραφέας Άρτουρ, στην αρχή του μυθιστορήματος, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1980, βάζει τα ανήλικα παιδιά του στο αυτοκίνητο και πάνε όλοι μαζί να παρακολουθήσουν την παράσταση του Λίντεμαν, ενός μεγάλου υπνωτιστή. Η εμπειρία θα αποδειχθεί απρόβλεπτα σημαδιακή για όλους στην πορεία του χρόνου. Ο Λίντεμαν λέει ότι «η ύπνωση δεν είναι ύπνος, αλλά ένα είδος αγρύπνιας στραμμένης προς τα μέσα, όχι αβουλία αλλά πρωτοβουλία». Ο Άρτουρ, λοιπόν, αμέσως μετά την ύπνωση αποφασίζει να εγκαταλείψει τις δεσμεύσεις της ζωής του και εξαφανίζεται κυνηγώντας την ελευθερία και την έμπνευση. Κάποια στιγμή στο μέλλον θα γίνει διάσημος για τα εύπεπτα και ευπώλητα βιβλία φιλοσοφίας που γράφει.

Ο άπιστος ιερέας, το «golden boy» και ο παραχαράκτης

Στα επόμενα κεφάλαια, μια εικοσαετία και πλέον αργότερα, μαθαίνουμε τους δρόμους που τράβηξαν στη ζωή τους τα τρία αδέλφια. Παρακολουθούμε μια συγκεκριμένη ημέρα (8/8/08) από την ενήλικη ζωή τους. Ο μεγαλύτερος όλων, ο Μάρτιν, έγινε ένας καθολικός ιερέας που πασχίζει μάταια να πιστέψει στον Θεό. Ο Έρικ έγινε αυτό που λέμε «golden boy», χρηματιστής και σύμβουλος επενδύσεων, ένας υπερχρεωμένος απατεώνας που φοβάται ότι είναι θέμα χρόνου να βρεθεί πίσω από τα κάγκελα και γι’ αυτό το έχει ρίξει στα ψυχοφάρμακα. Τελικώς η πρόσφατη οικονομική κρίση θα τον σώσει! 

Ο Ιβάν, ο τρίτος εξ αυτών που σε συνδυασμό με τον Μάρτιν αποτελούν μια ευθεία αναφορά στους «Αδελφούς Καραμάζοφ» του Φ. Ντοστογιέφσκι, έγινε ένας εστέτ έμπορος τέχνης που πλαστογραφεί τους πίνακες ενός γέρου ζωγράφου και παραπλανά τον καλλιτεχνικό κόσμο. «Ο Έρικ είναι μια φιγούρα της εποχής μας. Ο Μάρτιν όχι και τόσο, αναρωτιόμουν μάλιστα όταν έγραφα ότι μπορεί να ταίριαζε καλύτερα στη δεκαετία του 1950. Εις ό,τι αφορά τώρα τον παραχαράκτη Ιβάν, εντάξει, η παραχάραξη της τέχνης δεν είναι τόσο παλιά όσο η ίδια η τέχνη, αλλά είναι τόσο παλιά όσο και η λατρεία για τον αυθεντικό καλλιτέχνη και το έργο του» απάντησε ο Κέλμαν για τις επιμέρους επιλογές του. Στο μυθιστόρημα αυτό επανεμφανίζεται, κάποια στιγμή, ο κυνικός δημοσιογράφος Σεμπάστιαν Τσέλνερ που γνωρίσαμε στο «Εγώ και ο Καμίνσκι». 

 «Ο Σεμπάστιαν είναι ένας πιεστικός τύπος που δεν έχει και πολλές ικανότητες, είναι μάλλον ανίκανος και προσπαθεί συνεχώς να φορτώνεται στους άλλους. Αντιθέτως ο Ιβάν είναι ένας πολύ ταλαντούχος ζωγράφος, ένας αξιαγάπητος άνθρωπος που επιπλέον συμπεριφέρεται εδώ και ως ήρωας. Είναι μεν παραχαράκτης αλλά αυτό δεν είναι συνώνυμο του κακού χαρακτήρα. Όταν έγραφα το “Εγώ και ο Καμίνσκι” (σ.σ. αυτό είναι το επίθετο του γέρου ζωγράφου που προσπαθεί να εκμεταλλευθεί ο Τσέλνερ εκδίδοντας μια βιογραφία αμέσως μετά τον θάνατό του) ο Σεμπάστιαν δεν μου ήταν καθόλου συμπαθής. Τον χρησιμοποίησα για να γράψω μια σάτιρα για τον συγκεκριμένο μικρόκοσμο της τέχνης. Η σάτιρα είναι υπερβολή. Εν προκειμένω προσπαθώ, έχοντας μιλήσει με πολλούς ανθρώπους, να αποδώσω με πιστότητα τον καλλιτεχνικό χώρο και όσους κινούνται σε αυτόν» συνέχισε ο συγγραφέας.

Το μυθιστόρημα αυτό, είπαμε στον Κέλμαν, έχει και μια έντονη μεταφυσική αγωνία. «Είναι κάθε άλλο παρά μεταφυσικό ως προς τις προθέσεις του. Είναι εναντίον της μεταφυσικής, είναι πολύ σκληρό και αυστηρό απέναντι στην θρησκεία επί παραδείγματι. Από την άλλη βεβαίως εμφανίζονται και φαντάσματα, όντως συμβαίνουν ορισμένα μεταφυσικά πράγματα. Αυτή την αντίφαση όντως την φέρει το βιβλίο, το παρατήρησα αργότερα αυτό που λέτε, αλλά καθώς έγραφα αντί να την αμβλύνω αυτή την κατεύθυνση, την όξυνα, την επέτεινα. Και επειδή μάλλον υπονοείτε κάτι για τις δικές μου μεταφυσικές ανησυχίες, νομίζω ότι το έκανα αυτό επειδή ταιριάζει κάπως με την προσωπικότητά μου: αφ’ ενός δεν πιστεύω καθόλου στα φαντάσματα, αφ’ ετέρου τα φοβάμαι πολύ» είπε. 

Η τέχνη της ψευδαίσθησης 

Στα βιβλία του προσεγγίζει συνεχώς την τέχνη μέσα από την ματαιότητα. «Κάθε τι το ανθρώπινο φέρει κάτι το πεπερασμένο, δεν συμφωνείτε; Αν το δούμε τελείως ψυχρά η τέχνη είναι πεπερασμένη κι αυτή. Όταν κάποιος λατρεύει τον Σαίξπηρ, τον Ρέμπραντ ή τον Μπαχ, έχει την εντύπωση ότι είναι αιώνιες αξίες και ότι, ως τέτοιες, θα κρατήσουν για πάντα. Μπορεί όμως να υπάρξουν εποχές στο μέλλον στις οποίες οι άνθρωποι δεν θα διαβάζουν Σαίξπηρ, δεν θα απολαμβάνουν τον Ρέμπραντ, ούτε θα ακούνε τον Μπαχ. Σε τελική ανάλυση, κάποια στιγμή μπορεί να μην υπάρχουν καν άνθρωποι, πόσο μάλλον τα δημιουργήματά τους» προβληματίστηκε ο Κέλμαν.

Ο Άρτουρ γράφει ένα μυθιστόρημα – μέσα στο μυθιστόρημα του Κέλμαν – υπό τον τίτλο «Οικογένεια». Ο πρωταγωνιστής του ονομάζεται «F» και το βιβλίο σημειώνει τεράστια επιτυχία. Το πρόβλημα είναι ότι όποιος το διαβάσει δεν έχει καλό τέλος, προκαλείται ένα «κύμα αυτοκτονιών». Μπορεί, ρωτήσαμε τον γερμανό συγγραφέα, να γίνει όντως η λογοτεχνία τόσο επικίνδυνη; «Δεν πιστεύω ότι η λογοτεχνία μπορεί να φέρει έναν άνθρωπο στα όριά του, πόσο μάλλον να τον οδηγήσει στην αυτοκτονία. Αυτό είναι ένα παιχνίδι από μέρους μου. Ξέρετε, ακόμη και στην περίφημη περίπτωση του νεαρού Βέρθερου (του Γκαίτε) είναι αμφίβολο αν όντως υπήρξαν άνθρωποι που αυτοκτόνησαν ή αν αυτό ανήκει στη μυθολογία του έργου και του ρομαντισμού. Η λογοτεχνία, υπό αυτή την έννοια, δεν είναι επικίνδυνη και στο κάτω κάτω δεν υπάρχει και λόγος να γίνει» γέλασε ο ίδιος. 

Η κουβέντα ήταν αβίαστη και ενδιαφέρουσα. Περί των πλέον πρόσφατων λογοτεχνικών του αναφορών ο λόγος. «Τα ερεθίσματα δεν τα δέχεται κανείς παθητικά, τα αναζητεί ενεργητικά. Όταν λοιπόν θέλεις να γράψεις, έχεις την ανάγκη να γράψεις, αρχίζεις να τα ψάχνεις. Η πιο ταιριαστή παρομοίωση νομίζω είναι ο ραδιοφωνικός δέκτης τον οποίο βάζεις σε λειτουργία και γυρίζεις το κουμπί προκειμένου να βρεις την κατάλληλη για εσένα συχνότητα. Μου αρέσει πάρα πολύ ο Ρομπέρτο Μπολάνιο για το θάρρος που είχε ως συγγραφέας να αφήνει πράγματα αναπάντητα και ανεξήγητα, να τα αφήνει δηλαδή ανοιχτά. Ως προς αυτό ήταν μια πραγματική έμπνευση για εμένα» είπε ο Κέλμαν.

Ομολογουμένως αυτή η συνθήκη που μεταμορφώνει τη λογοτεχνία σε ψευδαίσθηση, σε κάτι ρευστό που διαχέεται μέσα στη ζωή, διαπερνά το βιβλίο. «Είπατε ψευδαίσθηση και ξέρω ακριβώς τι εννοείτε. Χαίρομαι δηλαδή που το βλέπετε κι εσείς έτσι, επειδή η αίσθησή μου διαβάζοντας τον Μπολάνιο είναι ακριβώς αυτή, ένας κόσμος που αποκλίνει κάπως από τον δικό μας, δεν είναι ακριβώς ο κόσμος που ξέρουμε αλλά δεν είναι τελείως ανοίκειος, είναι κάτι παράλληλο και διαφορετικό» είπε ο Κέλμαν.

Ο έλληνας σοφέρ και η παράνοια

Υπάρχουν όμως και οι λεπτομέρειες. Γιατί επέλεξε ο σοφέρ του Έρικ να είναι Έλληνας, και επιπλέον φωνακλάς και καθόλου ευγενής; «Α, είναι μια σύμπτωση! Δεν έχει καμιά πολιτική ούτε πολιτισμική αναφορά η επιλογή αυτή. Αυτό που ήθελα ήταν να πάω ένα βήμα παραπέρα την τρέλα του Έρικ. Δίπλα σε έναν άνθρωπο που είναι κλεισμένος μέσα σε έναν παρανοϊκό μικρόκοσμο, έβαλα δίπλα του μια ακόμη πιο παρανοϊκή περίπτωση. Αυτό που μ’ αρέσει περισσότερο στον σοφέρ είναι ότι πρόκειται για έναν Έλληνα που έχει το πιο μη ελληνικό όνομα που μπορεί κάποιος να φανταστεί! Ε, δεν γίνεται να σε λένε Κνουτ και να είσαι πραγματικός Έλληνας» απάντησε ο ίδιος που δεν έχει άλλωστε και μεγάλη γνώση της σύγχρονης Ελλάδας, στο μυαλό του η Ελλάδα ταυτίζεται ακόμη με την κλασική αρχαιότητα. Τώρα αυτό είναι καλό ή κακό; Είναι μάλλον παρήγορο… 

Το εκνευριστικό πάντως με τον Έρικ, είπαμε στον Κέλμαν, είναι ότι δεν τιμωρήθηκε, ότι δεν υπέστη τις συνέπειες των πράξεών του. Είστε λίγο «αντιπαιδαγωγικός» κύριε Κέλμαν; «Χμμ, έχετε απόλυτο δίκιο. Είναι τελείως αντιπαιδαγωγικό το μήνυμα. Αλλά αυτό δυστυχώς συμβαίνει στον κόσμο, συνήθως αυτοί που πράττουν τα χειρότερα, τελικά τη γλιτώνουν. Παρ’ όλα αυτά ούτε αυτό πρέπει να είναι το μήνυμα. Έτσι μου βγήκε. Για να σας απαντήσω τελείως σοβαρά αυτό που ήθελα να δείξω με το μυθιστόρημα είναι η πολύ μεγάλη δύναμη του τυχαίου στη ζωή μας. Σε τελική ανάλυση ο Έρικ, αυτός που ήταν εκατό τοις εκατό σίγουρος ότι θα την πατήσει, ήταν και ο μοναδικός που τελικά δεν την πάτησε. Ήταν πεπεισμένος ότι το κακό ήταν προ των πυλών αλλά τη γλίτωσε. Ο Ιβάν την πάτησε ενώ δεν είχε κανέναν λόγο να ανησυχεί. Προσέξτε όμως, μπορεί οι χειρότεροι να τη γλιτώνουν αλλά καταστρέφουν ό,τι αγγίζουν με τα χέρια τους. Η κληρονομιά του Ιβάν για παράδειγμα, την οποία ανέλαβε μετά ο Έρικ, έγινε καπνός» υπογράμμισε ο ίδιος. 

Η αποδοχή της τυχαιότητας είναι προφανώς αποδεκτή από την επιστήμη σήμερα, είναι ένας κοινός τόπος. Αυτό όμως είναι καθησυχαστικό για τους ανθρώπους;
«Χάνει κανείς το έδαφος κάτω από τα πόδια του όταν συνειδητοποιεί την παντοδυναμία του τυχαίου. Παρ’ όλα αυτά πρέπει κανείς να το λαμβάνει υπ’ όψιν του και να το προσέχει, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι είμαστε όντα που δεν μπορούν να ζήσουν διαφορετικά, ότι πρέπει να κατασκευάζουμε οι ίδιοι την αφήγηση της ζωής μας εκ των υστέρων, ότι δεν είμαστε καν σε θέση να αποφύγουμε την σκέψη ότι, αν χάσουμε το τρένο, αυτό είχε κάποιο προκαθορισμένο νόημα για τη ζωή μας»
υπογράμμισε ο Κέλμαν.

Κρίση, Ευρώπη, Γερμανία

Ο Έρικ, το «golden boy», έγινε η αφορμή να συζητήσουμε και για την οικονομική κρίση. «Η γνώση που αποκόμισα τα τελευταία χρόνια, διαβάζοντας όλο και περισσότερο βιβλία που δεν είναι λογοτεχνικά, είναι ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι αμείβονται αδρά για να κάνουν αυτές τις δουλειές, και για τους οποίους επικρατούσε η εντύπωση ότι είναι ειδήμονες, στην πραγματικότητα είναι τελείως άσχετοι, δεν έχουν ιδέα τι κάνουν. Αποκόμισα επίσης και μια σιγουριά: ότι δεν πρέπει να τρέφουμε κανενός είδους σεβασμό προς το πρόσωπό τους». Δεν αναφέρθηκε μόνο στους χρηματοπιστωτικούς παίκτες αλλά και τους οικονομολόγους. «Έχουν διασπείρει ένα σωρό θεωρίες με ένα πολύ σαφές ιδεολογικό υπόβαθρο και λένε ότι η οικονομία εμπεριέχει πάντοτε τις σωστές απαντήσεις. Αυτό σήμερα αποδεικνύεται μια πλάνη. Δεν είναι επιστήμη αυτό το πράγμα» είπε ο Κέλμαν και επεσήμανε ότι «η οικονομική ελίτ και οι τράπεζες φέρουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης επειδή συμπεριφέρθηκαν παντελώς ανεύθυνα».
...

***
Νομίζω ότι οι απαντήσεις του συγγραφέα ήταν καταλυτικές για την κατανόηση (αλλά και για μια εμβάθυνση)  του βιβλίου. Και οι δύο υποθέσεις (η ταινία και το βιβλίο), θέτουν πληθώρα ερωτημάτων στον θεατή ή αναγνώστη αντίστοιχα, χωρίς να δίνουν (πάντα) λύσεις:
  • υπάρχει πεπρωμένο (Fate, Fatum lat.); αν ναι, είναι όλα προδιαγεγραμμένα στη ζωή μας; και τότε που είναι η ελευθερία μας (Freiheit = ελευθερία στα γερμανικά); 
  • πόσο μεγάλη είναι η δύναμη του τυχαίου στη ζωή μας (Η αποδοχή της τυχαιότητας είναι αποδεκτή σήμερα από την επιστήμη);
  • που είναι το ψεύδος (Fake engl., Fälschung γερμανικά) και εντέλει μπορούμε πάντα να ξεχωρίζουμε το ψευδές από το μη ψευδές, το σωστό από το λάθος, τον αυθεντικό ζωγραφικό πίνακα από τον πλαστό; 
  • υπάρχει πάντα το θετικό και το αρνητικό, ή μήπως μπορεί ενίοτε να ισχύει και κάτι άλλο τρίτο, τέταρτο, διαφορετικό; 
Συνηθίσαμε να κραδαίνουμε πάντα την παντιέρα του ορθολογισμού, για να κατανοήσουμε τα πάντα. Όμως η ζωή, η πραγματικότητα, είναι πολύ πιο πολύπλοκη, ίσως δεν θα μάθουμε ποτέ πόσο πολύπλοκη είναι... Κ' ύστερα, πως μπορούμε να κατανοήσουμε (ή να αντιληφθούμε) τις συμπτώσεις, την τυχαιότητα κάποιων συμβάντων, που είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα καθορίζουν την ζωή μας; Η σωστή απάντηση σε κάθε πρόβλημα που μας τίθεται στη ζωή μας, στη δουλειά μας, παντού, δεν είναι σχεδόν ποτέ του τύπου άσπρο - μαύρο, συνήθως βρίσκεται κρυμμένη στο περιθώριο του γκρίζου, κι αυτό είναι πολύ δύσκολο να το βρεις -αν όχι ακατόρθωτο. Υπάρχουν και ερωτήσεις που δεν έχουν απάντηση, όπως π.χ. αυτή για την ύπαρξη του Θεού κλπ. Σ' αυτές τις περιπτώσεις καλείται ο καθένας, να πάρει απόφαση, με γνώμονα το συναίσθημα ή το ένστικτο, ή ίσως την τύχη...

Για όλα αυτά τα ερωτήματα, μπορείς να γράψεις βαθυστόχαστες πραγματείες. Ο Ντάνιελ Κέλμαν (Η μέτρηση του κόσμου, Εγώ και ο Καμίνσκι, Φήμη) προτίμησε να γράψει ένα μυθιστόρημα με τον αινιγματικό τίτλο F, γεμάτο χιούμορ, ειρωνεία και αναπάντητα ερωτήματα. Ίσως όμως και με μια κρυφή απάντηση που πρέπει ο κάθε αναγνώστης να βρει την δική του. Εδώ ο Κέλμαν ανήκει στους κορυφαίους της γενιάς του. Μπορεί κανείς επίσης να το διαβάσει και ως σατιρική καρικατούρα της εποχής. Μπορεί όμως και να το διαβάσει με έναν πολύ πιο προσωπικό τρόπο.

«Ο κόσμος βρίσκεται μέσα σου κι εσύ δεν είσαι εκεί»

Στο μυθιστόρημα υπάρχουν στιγμές όπου αυτό το «κάτι» αποκτάει οντότητα και εν τέλει «μιλάει» στους χαρακτήρες, στον καθένα με τη δική του γλώσσα. Ο Κέλμαν ακατάπαυστα υφαίνει τις ιστορίες του, ώστε η μία να διεισδύει μέσα στην άλλη, οι χαρακτήρες να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται σχεδόν ταχυδακτυλουργικά, τα πεπρωμένα τους να διασταυρώνονται και να αποκλίνουν, με ταυτότητες ρευστές ο ένας διαχέεται μέσα στον άλλο και παρακολουθούμε τις συνέπειες ενός, εν πολλοίς» κατασκευασμένου δράματος.

«Περπατούσαμε σιωπηλοί. Τα φανάρια αναβόσβηναν, τα αυτοκίνητα κόρναραν και στα αυτιά μου έφταναν ξέφτια από τις κουβέντες των περαστικών. Είχα την αίσθηση πως όλοι εκείνοι οι ήχοι ήταν μέρος μιας μυστικής γλώσσας, σαν να μου μιλούσε το σύμπαν με χιλιάδες φθόγγους, αλλά εγώ δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ κι έτσι δεν καταλάβαινα τίποτα».

Ο κάθε χαρακτήρας βιώνει τις συνέπειες του κόσμου που αυτός έχει κατασκευάσει, μια εικονική πραγματικότητα η οποία όμως αποκτάει σάρκα και οστά όταν γίνεται τιμωρητική. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, ο Κέλμαν εξετάζει τη φύση των οικογενειακών δεσμών, την αναπόδραστη αλληεπίδραση μεταξύ των μελών, του πεπρωμένου και της ατομικής ευθύνης αλλά και τη φύση της ίδιας της πραγματικότητας που μεταβάλλεται αναλόγως τη θέση που θα τύχει να βρεθεί ο κάθε χαρακτήρας τη δεδομένη στιγμή.[*]

-------

Υ.Γ.
Την Κυριακή 14/12/2014 συζητήσαμε το βιβλίο στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου.
Εδώ εκφράζω την προσωπική μου άποψη σχετικά με το βιβλίο, που νομίζω -ως ένα βαθμό- εκφράζει τους περισσότερους απ' τους παρευρισκομένους.
Αξίζει όμως να αναφέρω ένα γεγονός που μας συγκίνησε όλους:
Τελευταία μίλησε η Βάσω, η οποία, για πρώτη φορά όπως η ίδια είπε, έγραψε ένα 2σέλιδο χειρόγραφο κείμενο, με σκέψεις της πάνω στο βιβλίο. Της άρεσε, είπε, τόσο πολύ, που στο τέλος αποφάσισε να κάνει το εξής: όπου και αν άνοιγε τυχαία το βιβλίο, πάντα αυτό που διάβαζε το έβρισκε σημαντικό ή της άρεσε πολύ! Αυτό, το έκανε, είπε, 4-5 φορές και πάντα με επιτυχία! Τυχαίο; Διάβαζε λοιπόν τις σκέψεις της για την 1τη παραπομπή και μετά άνοιγε το βιβλίο στη συγκεκριμένη σελίδα και μας διάβαζε το ανάλογο απόσπασμα κοκ. Μόλις τελείωσε, αυθόρμητα την χειροκροτήσαμε όλοι συγκινημένοι!

Απόστολος Μωραϊτόπουλος, To F του Ντανιέλ Κέλμαν - Daniel Kellman

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.