Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Ο Νοέμβριος του Χίλια Εννιακόσια Εβδομήντα Τρία. Ο Νοέμβριος του… Του Γιώργου Πήττα

Κυριακή, Νοεμβρίου 17, 2013
Ο Νοέμβριος του Χίλια Εννιακόσια Εβδομήντα Τρία. Ο Νοέμβριος του… Του Γιώργου Πήττα
Ο χρόνος είναι μία έννοια τεχνητή –συγκλίνουν πια φυσικοί και στοχαστές.Αν κάποιος μπορούσε να σταθεί σε μία γωνιά έξω από το σύμπαν, θα έβλεπε όλες τις φάσεις τις ζωής του σαν σταματημένα στην αιωνιότητα καρέ, χωρίς χθες σήμερα και αύριο. Το διάβαζα τις προάλλες αυτό κάπου, σε ένα εξαιρετικά καλογραμμένο άρθρο εκλαϊκευμένης επιστήμης και από τη μια μεριά μου προκαλούσε μέθη για τα πόσα δεν ξέρουμε και δεν καταλαβαίνουμε αλλά, από την άλλη, ταυτόχρονα με έκανε να νιώθω έντονα το συγκεκριμένο σταματημένο καρέ στο οποίο η ζωή μου έχει κάνει pause. Και δεν έχει καθαρή εικόνα αυτό το καρέ.

Είναι γκρίζο με κόκκο διάστικτο και έντονο τόσο, που το αποτυπωμένο στιγμιότυπο είναι θολό και χυμένο.

Σαν κάνω όμως μια ισχυρή  μεγέθυνση θα βρω μέσα στους γκρίζους κόκκους, στα pixels όπως λέμε σήμερα, χρώματα έντονα, χρώματα πυρά και εκτυφλωτικά.

Το βράδυ του Πολυτεχνείου, εκείνο το τελευταίο βράδυ- Παρασκευή ήταν, ακριβώς 40 χρόνια από σήμερα που σημειώνω αυτές τις αράδες ήταν γεμάτο από φώτα αυτοκινήτων σταματημένων, από κίτρινα τρόλεϊ με τις κεραίες κατεβασμένες, από πρόσωπα που έλαμπαν πιο έντονα και από τα φώτα των ασθενοφόρων που  σταματούσαν να μαζέψουν τραυματίες.

Τα φανάρια της τροχαίας στο κόκκινο, όλα με το χρώμα τους να χύνεται ή να αντικατοπτρίζεται στην άσφαλτο για να συναντήσει λίγο μετά, το αίμα.

Ένα πλήθος που κουνιόνταν σε μια φευγαλέα χορογραφία ανάκατοι νέοι και μεσήλικες χαφιέδες και περίεργοι, τραμπούκοι και επίδοξοι αρχηγοί, απορημένοι και συνειδητοί.

Υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν θα ξεχάσω ποτέ και θα με συνοδεύσουν μέχρι το τέλος.
Το ένα, είναι η πορεία του πλήθους που ξεκίνησε αργά το απόγευμα από το Πολυτεχνείο με κατεύθυνση τη Βουλή. Μπορεί τότε να μας φάνηκε μεγάλο το πλήθος, αλλά δεν ήταν, δεν ήταν αυτό που έπρεπε.

Θυμάμαι τους αθηναίους που είχαν βγει σε μπαλκόνια και παράθυρα και χειροκροτούσαν την πορεία, αλλά η πορεία δεν χάρηκε, απάντησε με θυμό, με δικαιολογημένο θυμό με ένα εν χορώ «κατεβείτε κάτω-κατεβείτε κάτω-κατεβείτε κάτω» .

Στο ύψος περίπου του αγάλματος του Κολοκοτρώνη-κατεβείτε κάτω- είχαν παραταχθεί οι αστυνομικές δυνάμεις, ενώ σε ταράτσες ήταν ακροβολισμένοι ελεύθεροι σκοπευτές των μυστικών υπηρεσιών-κατεβείτε κάτω- που άρχισαν να πυροβολούν σε πρώτη φάση στον αέρα και με τα μπαμ-μπουμ τα παράθυρα και οι βεράντες σφάλισαν, -κα-τε-βεί-τε κά-τω- κανένας όμως δεν κατέβηκε κάτω, εξαπέλυσαν την επίθεση οι παραταγμένες δυνάμεις της αστυνομίας και η πορεία υποχρεώθηκε σε άτακτη υποχώρηση.

Στα στενά γύρω, σε σκιερά σημεία, πίσω από πόρτες, σε εσοχές, κρυμμένοι διάφοροι παρακρατικοί εξοπλισμένοι με γκλομπς παραμόνευαν το θήραμα τους. Αν κάποιος περνούσε από μπροστά τους, εμφανίζονταν ταυτόχρονα 2-3 από δαύτους , τον τσάκιζαν στο ξύλο, τον άφηναν ξερό και πήγαιναν βρίζοντας και χαχανίζοντας  για τον επόμενο.

Γύρω στις εννιά το βράδυ, οι έξω ήταν πάλι μέσα, στις ρουτίνες της κατάληψης.

Πολύγραφοι, εκπομπές από τον «σταθμό του Πολυτεχνείου», αποθήκευση τροφίμων και φαρμάκων, πληροφόρηση για το τι γίνεται.

Θυμάμαι, σαν σε όνειρο μια ανώμαλη φάτσα να περιφέρεται και να γαβγίζει πως «πρέπει να πάμε να βάλουμε φωτιά στην… Ακρόπολη».

Λες και με χτύπησε ρεύμα, σκέφτηκα: «εγκάθετος».

Βρήκα μπροστά μου έναν ψηλέα του είπα, το και το, και εκείνος έφυγε ταχέως για να τον εντοπίσει υποθέτω. Ο επίδοξος πυρπολητής πάντως δεν ξαναφάνηκε, με τον ψηλό απαντηθήκαμε ξανά λίγο αργότερα και συστηθήκαμε.

Ήταν ο Αντρέας Νεφελούδης -τον οποίο θαρρώ δεν πρέπει να συνάντησα ποτέ ξανά στη ζωή μου μέχρι που ήρθε το… Facebook και τα χρώματα της ζωής μας αποθηκεύονται δια παντός-ακίνητα και άχρονα σε εκατομμύρια pixels.

Κάπου εκείνες τις ώρες πρέπει να άρχισαν οι δολοφονίες στους γύρω δρόμους.

Κάπου εκείνες τις ώρες πρέπει να άφησε την έσχατη πνοή του ο Διομήδης Κομνηνός φωνάζοντας προς την κάνη που τον σκόπευε «κρατάω τραυματία!».

Στο επόμενο αιώνιο δευτερόλεπτο ίσως να σχεδίασε όλα τα αυτοκίνητα που είχε στο νου του καθώς αυτό ονειρευόταν να γίνει, σχεδιαστής αυτοκινήτων. Θαύμαζε τον  SergioPininfarina.

Μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, σε μια οικογενειακή εκδρομή στο Γαλαξίδι, απομακρυνθήκαμε από τους γονείς, βρήκαμε ένα σχολείο, το παραβιάσαμε και… γράψαμε σε όλους τους μαυροπίνακες των τάξεων «Κάτω η Χούντα» , ζωγραφίσαμε το σήμα της ειρήνης και μετά ξαναβρήκαμε τους δικούς μας για να φάμε τις μαρίδες μας ευχαριστημένοι που κάναμε «κάτι».

Σταματώ εδώ την αναμνηστική φωτογραφία.

Διάβαζα πριν από λίγες μέρες ένα σημείωμα γνωστής συγγραφέως που περιέγραφε την Αθήνα των παιδικών της χρόνων στη δεκαετία του 60, να είναι γεμάτη χρώματα κι’ αρώματα με όλα τα κακά να έρχονται από το 1974 και μετά.

Ίσως η καλή κυρία να έζησε σε μια Αθήνα ενός παράλληλου σύμπαντος.

Έχω την ίδια ηλικία μαζί της- είμαι για την ακρίβεια, ένα χρόνο μεγαλύτερος της.

Η Αθήνα των δικών μου παιδικών χρόνων, ήταν μία μαύρη γκρίζα πόλη προσδιορισμένη από τις στολές των αμέτρητων μπάτσων που κυκλοφορούσαν έτοιμοι να σε αρπάξουν ακόμα και αν έλεγες απλά "δεν είναι ζωή αυτή".

Η Αθήνα των παιδικών μου χρόνων, είναι γεμάτη από τα καφέ στην απόχρωση του σκατού παντελόνια και σακάκια που φορούσαν χαρακτηριστικά οι πάμπολλοι  χαφιέδες της χούντας που ήταν διάσπαρτοι παντού. Α ναι! Πάντα με επίσης καφέ ψαθωτά υποδήματα.

Ο ήχος των παιδικών μου χρόνων, ήταν γεμάτος από υστερικά κλαρίνα, παπάδες,  στρατό της Ελλάδας Ελλήνων Χριστιανών και ιθαγενείς γονυπετείς ή έρποντες κάτω από την εικόνα της μεγαλόχαρης.

Μόνο στο σπίτι, με τα παράθυρα κλειστά, ενίοτε και σφαλιστά, μπορούσαμε να αφεθούμε στις επιλογές μας.

Με ένα πόπολο στην επαρχία να χορεύει πρόθυμα τα τσάμικα του δικτάτορα και να υποδέχεται τα ανθρωπάκια του καθεστώτος με εμετικά λογύδρια ευγνωμοσύνης.

Με ένα άλλο πόπολο στο κέντρο να σιωπά για να δει που θα πάει το πράγμα.

Η χούντα του 1967 κάθισε υπερβολικά εύκολα στον σβέρκο της ιστορίας.

Και λέω της ιστορίας, γιατί ο σβέρκος του λαού, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων μάλλον δεν ταλαιπωρήθηκε. Μερικές εκατοντάδες ήταν όλοι κι’ όλοι εκείνοι που στέναξαν στα χέρια των εγκληματιών και σήκωσαν το βάρος της αξιοπρέπειας ενός έθνους.

Οι μόνες  χαραμάδες από όπου μπήκε φως, ήταν κηδείες. Ελληνικό σύμπτωμα;

Ο αποχαιρετισμός του Γεωργίου Παπανδρέου τον Νοέμβριο του 68 και ακόμα περισσότερο ο αποχαιρετισμός στον Ποιητή Γιώργο Σεφέρη στις 22 Σεπτεμβρίου του 1972 ήταν οι δύο μοναδικές εκδηλώσεις στις οποίες υπήρξε μαζική συμμετοχή.

Το Πολυτεχνείο ήταν κάτι σαν μια στιγμιαία ανάφλεξη.

Η παλέτα του χρόνου βάφτηκε με αποχρώσεις που έμειναν αψηλάφητες και χάθηκαν.

Μπορεί τα μεγάφωνα –κάθε χρόνο- να στριγγλίζουν εμμονικά και ρουτινιάρικα άσματα ηρωικά, με αντιπαθητικές φωνές να κάνουν μονότονα καλέσματα, αλλά εκείνη την Παρασκευή, εκείνου του Νοέμβρη, γύρω στις 10 και 30 το βράδυ σε μία αίθουσα του Κτιρίου Γκίνη κάποιος έπαιζε τζαζ στο πιάνο, ενώ ένας άλλος σήκωνε από το πάτωμα το κόντρα μπάσο-κι ας είχε σπάσει μια χορδή- και θαυματουργά, το «Μπήκαν στην πόλη οι οχθροί» κύλησε αβίαστα σε έναν φρενήρη αυτοσχεδιασμό πάνω στο TakeFiveμε σχεδόν όλους όσους ήταν στον χώρο να μετατρέπουν τραπέζια καρέκλες και μεταλλικά καλάθια αχρήστων σε κρουστά.  Αίθουσα 18 νομίζω, όρκο δεν παίρνω.

Το Πολυτεχνείο του 1973 είχε Αλήθεια.

Στις επετείους- δεν πήγα, παρά μόνο μία φορά.

Σουβλάκια καλαμάκια, λουκάνικα, τσίκνα,  σφυροδρέπανα μπρελόκ, φωνακλάδες πωλητές αναψυκτικών, επαγγελματίες πολιτικοί κι αμέτρητα πλήθη, εκείνα τα πλήθη που χειροκροτούσαν το απόγευμα της Παρασκευής- όταν τα ντουβάρια των κτιρίων αντηχούσαν, κα-τε-βεί-τε κά-τω-,κα-τε-βεί-τε κά-τω… όλοι έγιναν «ήμουν κι εγώ εκεί» ενώ στο μεταξύ κάποιοι πού ήταν πράγματι εκεί, εξαργύρωσαν τη συμμετοχή τους με πολιτικά αξιώματα, σκανδαλώδεις διορισμούς και αργομισθίες δεκαετιών.

Τον συμμαθητή μου τον Αντώνη τον Μπαϊρακτάρη τον ξέρει κανείς; Όχι. Εκεί ήταν κι’ αυτός. Τον συνέλαβαν μπροστά στα μάτια μου νωρίς το πρωί του Σαββάτου. Τώρα περπατούσαμε μαζί, την επόμενη στιγμή μιλούσα στον αέρα. Γύρισα να δω που είναι, και τον έσερναν από τα μαλλιά σε ένα αστυνομικό τμήμα της Λεωφόρου Αλεξάνδρας δίπλα σε ένα ΙΚΑ.

Ο Παύλος, ο Νίκος, η Μαρία, η Ελένη, ο Κώστας, ο Στέλιος, η Παυλίνα, η Στέλλα, ο Γρηγόρης, η Μαριλένα, ο Χριστόφορος.

Αν σταθείς έξω από το σύμπαν θα τους δεις εκεί, ακινητοποιημένους και άχρονους να γεννιούνται, να μεγαλώνουν, να σηκώνουν τη γροθιά, να σιωπούν, να θυμώνουν, να απορούν, να αποσύρονται, κάποιοι να πεθαίνουν.

Κάθε τους κίνηση, κάθε τους πνοή, ένα αιώνιο ακίνητο καρέ στη σύμβαση του χρόνου.
Κανείς τους, κανείς μας δεν φαντάστηκε τίποτα. Ούτε υπήρξε ποτέ κάτι.

Ο χρόνος, είναι μια έννοια τεχνητή. 1973, 3791, 9137, ποιος ξέρει, έτσι μπορεί να βρούμε που κληρώνει το 2013.

40 χρόνια μετά, στην Έρημη Χώρα:

«Ποιός είναι ο τρίτος που περπατεί πάντα
στο πλάι σου;
Όταν μετρώ, είμαι μονάχα εγώ και εσύ και συ μαζί μου
Μα όταν κοιτάζω εμπρός τον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος που περπατεί στο πλάι 
σου
Γλιστρώντας  τυλιγμένος σε καστανό μανδύα,
κουκουλωμένος
Αν είναι άντρας αν είναι γυναίκα δεν το ξέρω
-  Μ’ αυτός εκεί ποιος είναι απ’ τ’ άλλο πλάι σου;» 

ΥΓ: Τα τελευταία λόγια, είναι βεβαίως από την Έρημη Χώρα, το WasteLand του T.S. Elliotστη μετάφραση του Σεφέρη. Για το «Πολυτεχνείο» ούτε έγραψα ποτέ στο παρελθόν, ούτε θα επιχειρήσω να το ξανακάνω. 40 ακριβώς χρόνια μετά, σκεφτόμουν τον Διομήδη και τους παλιούς μου φίλους. Συγχωράτε με.

-----------------------------------
Πηγή: tvxs

Η Μικρή Δεκάτη Εβδόμη Νοεμβρίου Του Γελωτοποιού

Κυριακή, Νοεμβρίου 17, 2013
Η Μικρή Δεκάτη Εβδόμη Νοεμβρίου Του Γελωτοποιού
Ο Αδάμ ήταν ένας μέτριος μαθητής που φρόντιζε να μην προκαλεί φασαρίες. Ανάμεσα στους συμμαθητές του ήταν γνωστός για τα αστεία του (κι αυτό πολύ πριν διαλέξει για ψευδώνυμο το «Γελωτοποιός»).

Πιο πολύ απ’ όλα αγαπούσε τη λογοτεχνία και σε κάποια διαλείμματα καθόταν μόνος σε μια γωνιά του προαυλίου για να διαβάσει Κάφκα, τον οποίο μόλις είχε ανακαλύψει, στην τρίτη λυκείου, και είχε συγκλονιστεί.
Αρχές Νοέμβρη τον πλησίασε η μικρόσωμη καθηγήτρια φιλολογίας και του ζήτησε να απαγγείλει ένα ποίημα στη γιορτή της δεκάτης εβδόμης Νοεμβρίου.
Δεν μπορούσε να της αρνηθεί. Όχι μόνο γιατί είδε το βλέμμα της απόγνωσης (κανείς μαθητής δεν ήθελε να απαγγέλει βαρετά ποιήματα), αλλά γιατί της το χρωστούσε, αφού εκείνη του είχε δανείσει τη «Δίκη» και τον είχε εισάγει στο καφκικό σύμπαν.
Μια πρώτη ματιά στο ποίημα τον έπεισε ότι ήταν ένα ανιαρό καθήκον: Οι στίχοι δεν του έλεγαν τίποτα.
Το άφησε στην άκρη μέχρι την προηγούμενη της γιορτής. Άλλωστε ήταν ένα πολύ μικρό ποίημα (μόλις οκτώ στίχοι) και μπορούσε να το μάθει σε λίγα λεπτά.
Τη μέρα της γιορτής όλοι οι μαθητές κουβάλησαν τις καρέκλες τους στο γυμναστήριο βαριεστημένα.
Άλλη μια σχολική γιορτή, μερικά ακόμα ποιήματα, το πολύ-πολύ και λίγα κακοπαιγμένα τραγούδια από ένα συμμαθητή που μάθαινε κιθάρα.
Ο Αδάμ καθόταν στο πλάι της σκηνής και περίμενε να έρθει η ώρα του. Ένας-ένας ανέβαιναν στη σκηνή, έλεγαν το ποίημα ή το πεζό που τους είχε δοθεί, το «κοινό» χειροκροτούσε βαριεστημένα και όλα εξελίσσονταν ως συνήθως.
Τα παιδιά φώναζαν, γελούσαν, φλυαρούσαν και κοιτούσαν έξω, περιμένοντας να τελειώσει η γιορτή για να βγουν στον ήλιο.
Αν τους ρωτούσες τι έγινε εκείνη τη μέρα, τη δεκάτη εβδόμη Νοεμβρίου, πριν πολλά χρόνια, θα εισέπραττες χασμουρητά και ειρωνικά βλέμματα.
Ο Αδάμ τους παρατηρούσε ή –μάλλον- απλά τους κοιτούσε, ενώ σκεφτόταν τι θα κάνει το απόγευμα.
Όταν ήρθε η σειρά του, και προτού ανέβει στο ικρίωμα, η φασαρία που έκαναν τα παιδιά είχε ξεπεράσει το όριο που μπορούσε να δεχτεί ο διευθυντής.
Έκανε στην άκρη τον Αδάμ, ανέβηκε τις λίγες σκάλες με δυσκολία –ήταν στρογγυλός σαν βαρέλι- και ξεκίνησε να φωνάζει.
Έδειχνε τα παιδιά με το χοντρό του δάκτυλο, τους απειλούσε με αποβολή, τους αποκαλούσε αναίσθητους, άχρηστους και τους προειδοποιούσε ότι ο επόμενος που θα μιλούσε θα έπαιρνε το δρόμο για το γραφείο.
Μόλις τελείωσε κανείς δε μιλούσε. Ο διευθυντής, ικανοποιημένος από τον εαυτό του, γύρισε προς τον Αδάμ.
«Εσύ είσαι μετά;» τον ρώτησε. Εκείνος δε μίλησε, μόνο κούνησε το κεφάλι. «Έλα λοιπόν, τι περιμένεις;» του είπε ο ιδρωμένος διευθυντής.
Ο Αδάμ στήθηκε μπροστά στο μικρόφωνο. Αμίλητος…
Κάτι είχε γίνει μέσα στο μυαλό του, όταν άκουγε εκείνον το «χοντρό» άνθρωπο να φωνάζει.
Κοίταξε το χαρτάκι με το ποίημα του, έπειτα το τσαλάκωσε και το πέταξε πάνω από τον ώμο του.
Τα παιδιά γελάσανε δειλά. Νόμιζαν ότι ήταν ένα ακόμα από τα αστεία του. Αλλά ο Αδάμ δεν αστειευόταν.
Έπιασε το μικρόφωνο με τα δύο του χέρια, έχοντας στο μυαλό του το Μόρισον ή το Σιδηρόπουλο, και μίλησε:
«Σήμερα δε γιορτάζουμε την εξέγερση του Πολυτεχνείου», είπε και όλα τα μάτια καρφώθηκαν πάνω του.
Ο διευθυντής και η καθηγήτρια φιλολογίας τον κοίταξαν απορημένοι.
«Σήμερα γιορτάζουμε την εξέγερση των νέων… Γιατί αυτός ο κόσμος δεν άλλαξε ποτέ από τους γέρους, μόνο από τη γροθιά των νέων.»
Ο διευθυντής πλησίασε τη καθηγήτρια.
«Τι λέει αυτός;» τη ρώτησε.
«Δεν ξέρω, δεν ξέρω, δεν του έδωσα εγώ τέτοιο κείμενο», απάντησε η καθηγήτρια και ξεκίνησε πανικόβλητη να ψάχνει τα χαρτιά της.
Πέρα από το θόρυβο των χαρτιών τίποτα άλλο δεν ακουγόταν στο γυμναστήριο. Τα παιδιά έμοιαζαν να κρατάνε την ανάσα τους.
«Δεν πρέπει να επιτρέπετε σε κανέναν», συνέχισε ο Αδάμ με τα μάτια του βουρκωμένα, «σε ΚΑΝΕΝΑΝ, να σας δείχνει με το δάκτυλο και να σας φωνάζει. Δεν πρέπει να επιτρέπετε σε κανέναν, να σας αποκαλεί άχρηστους… Δεν πρέπει κανέναν να φοβάστε… Και όταν σας προκαλούν να απαντάτε με το μόνο τρόπο που μπορούν να καταλάβουν: Με εξέγερση και γροθιά!»
Κι ενώ ο Αδάμ συνέχιζε οι μαθητές που ήταν κρυμμένοι πίσω από το γυμναστήριο για να καπνίσουν άκουσαν την παράξενη ησυχία και μπήκαν κι αυτοί μέσα.
Κάποιοι καθηγητές που έπιναν ήσυχα το καφεδάκι τους στο προαύλιο σταθήκανε στην πόρτα.
Το θέαμα τους τρόμαξε. Ένας μαθητής μιλούσε από τη σκηνή για το δίκαιο της πυγμής και οι υπόλοιποι τον άκουγαν χωρίς να παίρνουν τα μάτια τους από πάνω του.
Ο διευθυντής πήρε τη καθηγήτρια φιλολογίας μαζί του, πήρε και τους τρομαγμένους καθηγητές και οχυρωθήκαν στο γραφείο.
Ο Αδάμ συνέχιζε να αυτοσχεδιάζει για αρκετή ώρα. Δεν καταλάβαινε τι έλεγε, δεν σκεφτόταν, αλλά η προσήλωση των συμμαθητών του από κάτω τον είχε μαγνητίσει.
Τέλειωσε λέγοντας τα εξής:
«Αυτά είχα να σας πω. Το ξέρω ότι θα χειροκροτήσετε, θα σκεφτείτε για λίγο αυτά που ακούσατε, και μετά θα γυρίσετε στο σπίτι σας για να συνεχίσετε τη ζωή σας… Να θυμάστε μόνο κάτι: Κανείς δεν μπορεί να νικήσει τους νέους όταν σταματήσουν να φοβούνται.»
Και χωρίς να υποκλιθεί ή να κάνει κάτι αστείο γύρισε να φύγει.
Αυτό που συνέβη δεν το περίμενε. Όλα τα παιδιά σηκωθήκαν όρθια και ξεκίνησαν να χειροκροτάνε. Όχι, όμως, όπως το έκαναν πριν, όταν άκουγαν ένα ακόμα ποίημα.
Χειροκροτούσαν με όλη τους τη δύναμη, φώναζαν και κάποιοι χτυπούσαν τις καρέκλες στο δάπεδο.
Δε σήκωσαν τον Αδάμ στους ώμους, αλλά τον χτυπούσαν στην πλάτη και τον ακολούθησαν καθώς εκείνος βγήκε αργά από το γυμναστήριο.
Το προαύλιο γέμισε από αγριεμένα μάτια. Απέναντι τους, κλειδωμένοι μέσα στο γραφείο, ήταν οι καθηγητές, που κοιτούσαν πίσω από τα κάγκελα.
Αρκούσε μια λέξη ακόμα, μια κίνηση, και οι μαθητές θα ορμούσαν. Κάποιοι κράδαιναν τις καρέκλες πάνω από τα κεφάλια τους. Θα τις πετούσαν ευχαρίστως στις τζαμαρίες εκείνου του ιδρύματος που τους είχε μάθει να φοβούνται.
Το μόνο που είπε ο Αδάμ ήταν: «Πάμε να φύγουμε».
Η οργή καταγάλιασε και το προαύλιο σιγά-σιγά άδειασε.
Μέχρι να γυρίσει στο σπίτι του τα νέα είχαν διαδοθεί –και διογκωθεί.
Φίλοι που πήγαιναν σε άλλα σχολεία τον έπαιρναν τηλέφωνο.
«Τι έγινε;» τον ρωτούσαν.
«Τι μάθατε;» απαντούσε αυτός.
«Ότι ο Βελλερεφόντης, ο γιος του αστυνομικού, τα έκανε όλα λίμπα στη γιορτή και ότι ξεσηκωθήκαν οι μαθητές και κυνήγησαν τους καθηγητές και και και…»
Το μεσημέρι γύρισε ο πατέρας του Αδάμ και πήγε κατευθείαν στο δωμάτιο του, με τη στολή όπως ήταν.
«Με πήρε ο διευθυντής», του είπε, όχι θυμωμένος, αλλά πιο πολύ ξαφνιασμένος. «Είπε ότι παρακινούσες τα παιδιά σε εξέγερση.»
«Δεν άντεξα», είπε ο Αδάμ. «Φώναζε στα παιδιά λες και ήταν ζώα, λες και ήταν δούλοι του.»
«Κι εσύ έπρεπε…»
Δεν ήξερε τι να πει. Μάλλον πολλές φορές θα είχε αναρωτηθεί αν ήταν στ’ αλήθεια δικό του παιδί ο Αδάμ.
Γύρισε και έφυγε χωρίς να πει τίποτα.
Εκείνος άνοιξε το ραδιόφωνο. Λόγω της ημέρας παντού –έτσι τουλάχιστον του φάνηκε- έπαιζαν επαναστατικά τραγούδια. Ο Αδάμ το δυνάμωσε και τραγουδούσε μαζί με το Μπιθικώτση: «Σώπα όπου να ‘ναι θα σημάνουν οι καμπάνες.»
Ο πατέρας του έφτιαξε καφέ και άναψε τσιγάρο, ενώ αναρωτιόταν που έκανε λάθος ως γονιός.
Το επόμενο πρωινό όλοι οι μαθητές, λυκείου και γυμνασίου, περίμεναν τον Αδάμ στο προαύλιο.
Ο πρόεδρος του δεκαπενταμελούς τον πλησίασε και του ανακοίνωσε την απόφαση των συμμαθητών του: Άμα αποβάλλανε τον Αδάμ κανείς δε θα έμπαινε στην τάξη του.
Η ατμόσφαιρα, όπως συνηθίζεται να λέγεται, μύριζε μπαρούτι –ή μήπως ήταν βενζίνη; Αρκούσε ένας μικρός σπινθήρας και το σχολείο θα τιναζόταν στον αέρα.
Ο διευθυντής πλησίασε τον Αδάμ και του ζήτησε -τόσο ευγενικά- να τον ακολουθήσει στο γραφείο. Αγνοώντας το κουδούνι όλα τα παιδιά στήθηκαν απέξω και περίμεναν.
Ο διευθυντής έκατσε, έφτιαξε τα μαλλιά που κάλυπταν την καράφλα του, και αναστέναξε.
«Βελλερεφόντη», είπε, «εσύ είσαι καλό παιδί, τι σ’ έπιασε;»
«Τι εννοείτε;» ρώτησε ο Αδάμ.
«Μα… Με αυτά που είπες ήταν σαν να προτρέπεις τους μαθητές σε εξέγερση.»
«Αυτό δεν είναι το νόημα του Πολυτεχνείου;» ρώτησε ο Αδάμ.
«Η εξέγερση;»
«Ναι, τι άλλο; Τα ποιηματάκια και τα τραγούδια; Η εξέγερση.»

Ο διευθυντής ξεροκατάπιε και ξεκίνησε να μιλάει για το ρόλο του εκπαιδευτικού και του σχολείου, και πως προετοιμάζονται οι μαθητές να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο και ότι οι καθηγητές δεν είναι εχθροί των μαθητών, αλλά αρωγοί τους, και πως δεν πρέπει να λέμε και να κάνουμε πράγματα χωρίς σκέψη γιατί μετά μπορεί να μετανιώνουμε για την υπόλοιπη ζωή μας και άλλα πολλά.
Ο Αδάμ έκανε ότι άκουγε, αλλά έβλεπε τα πρόσωπα των συμμαθητών τους απέξω, και τις σηκωμένες γροθιές τους, και ήξερε ότι ένα βήμα τον χώριζε από την ηρωοποίηση.
Αλλά δεν έκανε εκείνο το βήμα.
Ίσως γιατί φοβήθηκε, ίσως γιατί δεν ήθελε να είναι ήρωας, ίσως –πολύ απλά- γιατί δεν ήταν φτιαγμένος από την πάστα των ηγετών.
Δεν άντεχε την πολύ συνάφεια του κόσμου, ήθελε να μείνει μόνος του πάλι και να συνεχίσει να διαβάζει εκείνο το βιβλίο του Κάφκα που είχε αφήσει στη μέση.
Έτσι όταν τον ρώτησε ο διευθυντής, τελειώνοντας τον ανιαρό του μονόλογο, αν θα προσπαθούσε να ηρεμήσει τους συμμαθητές του, εκείνος απάντησε:
«Δεν έχω σκοπό να ξεκινήσω επανάσταση. Απλά είπα αυτά που σκεφτόμουν.»
Βγήκε από το γραφείο και οι μαθητές κρεμόντουσαν από τα χείλη του.
«Σε απέβαλλαν;» ρώτησε ο πρόεδρος του δεκαπενταμελούς, έτοιμος να δώσει το σύνθημα της αποχής και της κατάληψης.
«Δε μου ‘καναν τίποτα», είπε ο Αδάμ, απογοητεύοντας ‘τους όλους.
Μπήκαν στις τάξεις τους, έχοντας χάσει την ευκαιρία να κάνουν τη δική τους εξέγερση.
Και κάπως έτσι πέρασαν τα χρόνια.
Οι νέοι μεγάλωσαν χωρίς ποτέ να εξεγερθούν, έχοντας μόνο τις δικές τους μικρές επαναστάσεις.

Περιμένοντας κάποιον, να σταθεί στη σκηνή και να τους μιλήσει χωρίς προσχέδια και σημειώσεις. Να τους δώσει το σύνθημα, να τους κάνει να πιστέψουν.

Περιμένοντας. Έτσι πέρασαν τα χρόνια…

----------------------

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

Πανεπιστήμια:Το Δημόσιο φεύγει, οι ιδιώτες έρχονται!

Σάββατο, Νοεμβρίου 16, 2013
«Οσο συνεχίζεται η απεργία στα Ιδρύματα είναι ασφαλή. Μόλις λήξει, θα μείνουν αφύλακτα. Οσο υπάρχει προσωπικό ασφαλείας, υπάρχουν και τεχνικοί, συντηρούνται και τα μηχανήματα. Αν ανοίξουν οι υπηρεσίες, θα φύγουν κι αυτοί». Μια οξύμωρη αλλά ρεαλιστική απόδοση της πραγματικότητας που κυκλοφορεί εν είδει (πικρού) ανεκδότου στους κόλπους της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ωστόσο, την ίδια στιγμή όλοι γνωρίζουν καλά πως η επιδείνωση της κατάστασης το ερχόμενο διάστημα θα είναι αυτή που θα επισπεύσει την ιδιωτικοποίηση βασικών λειτουργιών των Πανεπιστημίων, σηματοδοτώντας, έτσι, την επόμενη μέρα. Η αποδιοργάνωση φέρνει την αναδιοργάνωση και με λύσεις οι οποίες έρχονται μόνον απ’ έξω. Κοινοτικά προγράμματα (βλ. ανοιχτά ΕΣΠΑ) που υπόσχονται στα Πανεπιστήμια θεραπεία διά πάσα νόσον, όπως καλή ώρα το παχυλό εγκεκριμένο και πολυαναμενόμενο για τη Διοικητική Αναδιάρθρωση των ΑΕΙ, καθώς και άλλες μορφές, μεταξύ των οποίων δίδακτρα, μεγάλες ή μικρές εργολαβίες, χορηγίες και ό,τι άλλο θα προαιρείται ο κάθε περαστικός ιδιώτης που θα χτυπάει –όχι τυχαία- την πόρτα της ανώτατης δημόσιας εκπαίδευσης.

Στα χέρια των Α.Ε.

Πριν από λίγες ημέρες, μέλος της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αθηνών πρότεινε σε σχετική συνεδρίαση να προσληφθούν με fast track διαδικασίες και δίμηνες συμβάσεις όσοι υπάλληλοι είναι υπό απόλυση. Ποιος θα πληρώνει; Ο Ειδικός Λογαριασμός του Ιδρύματος. Τώρα μπορεί να είναι στεγνός, αλλά το μέλλον του προδιαγράφεται εντυπωσιακά διαφορετικό. Στα χέρια μιας ανώνυμης εταιρείας υπεύθυνης (σύμφωνα με τον νόμο Διαμαντοπούλου 4009/2011) για «την αξιοποίηση των κονδυλίων επιστημονικής έρευνας, εκπαίδευσης, κατάρτισης, τεχνολογικής ανάπτυξης και παροχής σχετικών υπηρεσιών». Τα κονδύλια μπορούν να προέρχονται από «οποιαδήποτε πηγή». Από το 1997 τα κοινοτικά προγράμματα (αρχικά ΕΠΕΑΕΚ, μετά ΕΣΠΑ) κυκλοφορούν στα ΑΕΙ. Και, εν πολλοίς, είχαν θετικά αποτελέσματα. Πραγματοποιήθηκαν πολλά μεγάλα έργα σε τομείς αιχμής. Δημιουργήθηκαν, για παράδειγμα, επιτέλους, στα ελληνικά Πανεπιστήμια κεντρικές βιβλιοθήκες.

Πολύ γρήγορα, όμως, τα ίδια προγράμματα έφεραν και τον ιδιώτη συνεργάτη. Βιβλιοθηκονομικές εταιρείες, τεχνικές εταιρείες για την υποστήριξη των κέντρων δικτύων των Ιδρυμάτων και πολλές άλλες για την κάλυψη άλλων αναγκών άρχισαν να παίρνουν τη μερίδα του λέοντος στο γρήγορα μετατρεπόμενο σε μικτό σύστημα χρηματοδότησης των κοινοτικών προγραμμάτων που έδινε ένα 30% με 40% για αυτεπιστασία (βλ. προσλήψεις) και το υπόλοιπο του λέοντος στον συνέταιρο.

Σήμερα, με την τεχνογνωσία και την ετοιμότητα οι εταιρείες μπορούν να αναλάβουν περισσότερα. Βιβλιοθήκες, γραμματείες, υπολογιστικά κέντρα, φύλαξη, καθαριότητα μπορούν να αναληφθούν εξ ολοκλήρου από ιδιώτες. Καταργήθηκαν οι φύλακες; Οι εργολάβοι που έχουν τις νυχτερινές βάρδιες μπορούν να αναλάβουν και τις πρωινές. Αποψιλώνεται το προσωπικό στις Βιβλιοθήκες; Θα δυσχεραίνεται η συλλογική καταλογογράφηση που μαζί με πολλά άλλα έργα υποστηρίζεται από την περιβόητη «Ψηφιακή Σύγκλιση»; Βιβλιοθηκονομικές εταιρείες, που δημιουργήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια μέσα από τις αναθέσεις των κοινοτικών προγραμμάτων, διαθέτουν πλέον και ενοικιαζόμενο προσωπικό.

Οι λύσεις απελπισίας πάνω στις οποίες θα στηθεί το νέο, μεταλλαγμένο δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι πολλές. Το τρίπτυχο είναι σαφές: επιχειρηματοποίηση, δίδακτρα, αναδιάρθρωση εργασιακών σχέσεων. Στέλεχος μεγάλης γνωστής φαρμακευτικής εταιρείας ρωτούσε αυτές τις ημέρες πότε θ’ ανοίξει η Φαρμακευτική, διότι τρέχουν προγράμματα και θα καθυστερήσουν. Ο πελάτης έχει δώσει παραγγελία, ορθώς έχει και απαιτήσεις. Πολλά τέτοια έργα θα πρέπει προσδιορίσουν την έρευνα στα ελληνικά Πανεπιστήμια προκειμένου να τη σώσουν. Τώρα, αν θα την προαγάγουν κιόλας είναι θέμα απαιτητικής συζήτησης -ειδικά τέτοιους καιρούς. «Η πραγματική πανεπιστημιακή έρευνα στα αγγλικά πανεπιστήμια έχει πεθάνει» λένε οι καλά γνωρίζοντες, δίνοντας ένα ποιοτικό κριτήριο.

Τα δίδακτρα έχουν προαναγγελθεί από τους ίδιους τους πρυτάνεις ως καταναγκαστική λύση, ενώ όσο μειώνεται η χρηματοδότηση τόσο αναζητούνται κι άλλοι τρόποι, ήτοι πάσης φύσεως χορηγίες υποτροφιών, εδρών, ερευνών κ.ο.κ. Δεν αρκεί η μετακύλιση του κόστους στους φοιτητές, που σύντομα θα σηματοδοτηθεί από το υπό κατάρτιση Π.Δ. του υπουργού Παιδείας για τα άτοκα δάνεια. Απαραίτητη προϋπόθεση, φυσικά, για όλα αυτά, οι αναδιαρθρωμένες εργασιακές σχέσεις. Οι μεταπτυχιακοί και υποψήφιοι διδάκτορες πρώτα θα προσφέρουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους μαζί με τους εναπομείναντες διοικητικούς αλλά και τους διδάσκοντες, ώστε να βγαίνει η δουλειά. Οπου υπάρχει ανάγκη και όπως όπως. Μετά, βάσει της πρόσφατης τροπολογίας Αρβανιτόπουλου, τα (ίδια τα) Πανεπιστήμια μπορούν να τους προσλαμβάνουν και «για την επικουρία των μελών ΔΕΠ». Κι αν δεν υπάρχουν αρκετοί καθηγητές, θα αναλαμβάνουν οι ίδιοι τη διδασκαλία. Η οικονομική βάση, φυσικά, των νέου τύπου εργασιακών σχέσεων, αναδιαρθρωμένη επίσης. Ολιγόμηνες συμβάσεις-μικρές αποζημιώσεις ή με το κομμάτι-μπλοκάκι των λίγων ευρώ που θα προβλέπει το κοινοτικό πρόγραμμα.

Απογοητευμένοι οι καθηγητές

«Ο καλύτερός μου μεταπτυχιακός φοιτητής εξαφανίστηκε!» δηλώνει στην «Εφ.Συν.» απογοητευμένος ο καθηγητής και πρόεδρος του Συλλόγου ΔΕΠ της Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευάγγελος Κωνσταντίνου. «Τα παράτησε και πήγε στην Αγγλία, στο Πανεπιστήμιο του Μπράιτον. Πώς να ξαναγυρίσει; Ολα τα καλά μυαλά φεύγουν. Πώς, λοιπόν, θα διασωθεί το ελληνικό Πανεπιστήμιο και μαζί το κύρος και η ποιότητά του;» αναρωτιέται και προσπαθεί να αποδώσει το μέγεθος της ζημιάς που θα καταμετρηθεί άμεσα στη σχολή του.

«Ο ρόλος των διοικητικών υπαλλήλων δεν είναι διακοσμητικός, είναι ουσιαστικός. Η Σχολή μας στην περίπτωση που στερηθεί τις πολύτιμες υπηρεσίες τους θα βρεθεί σε κατάσταση απόλυτης δυσλειτουργίας» επισημαίνει και συνεχίζει: «Ποιοι θα στέλνουν τους εκατοντάδες φοιτητές στα εργαστήρια; Ποιοι θα συνεννοούνται με διευθυντές νοσοκομείων, διοικητές, χειρουργεία; Είχαμε από τις πιο αποτελεσματικές Γραμματείες και τώρα μπορεί να μην έχουμε κανέναν γι’ αυτές τις δουλειές. Πώς, πότε και από ποιους θα αναληφθούν όλα αυτά;» Ο κ. Κωνσταντίνου δεν διστάζει να παραδεχτεί ότι βολέματα και ρουσφέτια δεν έλειψαν ούτε από τα Πανεπιστήμια. «Είναι, όμως, λύση η διάλυση;» αναρωτιέται.

Καταλυτική η περιγραφή και από τον κοσμήτορα της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ, καθηγητή Δημήτρη Τσαμάκη. «Μας προκαλεί δέος η προσπάθεια υποστήριξης των χιλιάδων φοιτητών μας από τη διαλυμένη Γραμματεία μας, αν αρχίσουν από την ερχόμενη εβδομάδα τα μαθήματα» επισημαίνει στην «Εφ.Συν.», προσδιορίζοντας την τάξη μεγέθους ως εξής: «Σήμερα στη σχολή φοιτούν 3.000 ενεργοί προπτυχιακοί και περίπου 900 μεταπτυχιακοί φοιτητές. Εχει 7 τομείς και 25 θεσμοθετημένα εκπαιδευτικά και ερευνητικά Εργαστήρια. Από τους εξειδικευμένους διοικητικούς υπαλλήλους που υποστηρίζουν τις λειτουργίες της Σχολής, περίπου το 80% οδεύει προς κινητικότητα – απολύσεις, ενώ η Γραμματεία της Σχολής κυριολεκτικά διαλύεται καθώς απομένει μόνον 1 (ένας) υπάλληλος! Η Γραμματεία είχε συνολικά 18 υπαλλήλους και τρία τμήματα (Προπτυχιακό, Μεταπτυχιακό, Οικονομικό). Τώρα, συνολικά η σχολή θα μείνει με 16 διοικητικούς!» Σημείωση: Η σχολή είναι από τις καλύτερες διεθνώς. Μόλις πρόσφατα το Ερευνητικό της Ινστιτούτο αξιολογήθηκε από εξωτερικούς αξιολογητές και κατετάγη στις πρώτες θέσεις. «Οι αρνητικές επιδράσεις στην παρεχόμενη εκπαίδευση και έρευνα δεν θ’ αργήσουν να φανούν» προειδοποιεί ο κ. Τσαμάκης.

«Προσπαθούμε να αποδείξουμε στους φοιτητές πως οι υπηρεσίες του Πανεπιστημίου μπορούν να λειτουργούν σωστά και παραγωγικά. Ομως, όλα θα ανατραπούν όταν εξαιτίας των τεράστιων ελλείψεων προσωπικού θα γίνει συνολική αναδιάρθρωση. Κρίσιμος αριθμός υπαλλήλων θα μεταφερθεί σε κεντρικές υπηρεσίες, όπως οικονομικές υπηρεσίες και Διεύθυνση Διοικητικού, ενώ πολλές άλλες θα υπολειτουργούν» επισημαίνουν διοικητικοί υπάλληλοι των δύο κεντρικών Ιδρυμάτων της Αθήνας.

Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια: Σε μια Γραμματεία δεν έχουν όλοι δικαίωμα υπογραφής των εγγράφων που χορηγούνται (βεβαιώσεις, πιστοποιητικά κ.ά.). Μόνον οι προϊστάμενοι και εξουσιοδοτημένοι σχετικώς. Και είναι πολλοί εκείνοι που φεύγουν είτε με διαθεσιμότητα είτε με αργία. Ενα πρόβλημα που δεν λύνεται ούτε με ανοιχτές τις Γραμματείες.
Της Αννας Ανδριτσάκη

------------------------------
πηγή:efsyn


Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Από το “επιχειρηματικό πανεπιστήμιο” στο “πανεπιστήμιο-ΙΕΚ”; του Γ. Π. Τριμπέρη

Πέμπτη, Νοεμβρίου 14, 2013
Πολυτεχνείο 2013
Μέχρι χθες οι αναλύσεις μας επικεντρώνονταν στον μετασχηματισμό του ελληνικού πανεπιστημίου από «αστικό πανεπιστήμιο» σε «πανεπιστήμιο της αγοράς». Ωστόσο, ο ρόλος που επιβάλλεται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, στον ευρωπαϊκό καταμερισμό της εργασίας, της παραγωγής και της οικονομίας, οδηγούν σε δραματικές αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση, αλλαγές που ίσως πρέπει να μας κάνουν να ξανασκεφτούμε την πορεία αυτής της μετάλλαξης ως προς τον τελικό  της στόχο: Οι αλλαγές αυτές, παράλληλα με εκείνες στη μέση εκπαίδευση, οδηγούν σε ένα «επιχειρηματικό πανεπιστήμιο», ικανό να καλύψει την κερδοφορία μονοπωλιακών και άλλων συμφερόντων, όπως ήταν αρχικά ο στόχος των μετασχηματισμών που επέβαλαν η Λευκή Βίβλος για την Εκπαίδευση στα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη; Ή μήπως η σημερινή θέση της χώρας στον ευρωπαϊκό χάρτη οδηγεί το ελληνικό πανεπιστήμιο να ακολουθήσει την υποβάθμιση όλων των άλλων παραγωγικών τομέων ανάπτυξης, σε μια πορεία μετασχηματισμού του σε ένα «πανεπιστήμιο-ΙΕΚ», με ό,τι σημαίνει ο χαρακτηρισμός αυτός;
 
Εδώ και χρόνια στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξυφαίνονται στρατηγικές πλήρους ένταξης της εκπαίδευσης στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, παράλληλα με την εντεινόμενη εμπορευματοποίηση της προσφοράς κατάρτισης. Η εμπορική –και όχι μόνο– εκμετάλλευση του ανθρώπινου δυναμικού, ακόμα και στο στάδιο της «παραγωγής της διανοητικής ειδίκευσης», απετέλεσε διαχρονικά στόχο των επιχειρήσεων. Όμως, παράλληλα με την αναδιανομή των παραγωγικών δυνάμεων και αγορών, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, μπήκαν σε εφαρμογή συγκεκριμένα επιχειρησιακά σχέδια σ’ αυτή την κατεύθυνση.
 
Με την απελευθέρωση της αγοράς της εκπαίδευσης, που συγκαταλέγεται πλέον στο εμπόριο υπηρεσιών, άνοιξε ο δρόμος της επισημοποίησης μιας πολιτικής επενδύσεων κεφαλαίου σε χώρες όπου υπάρχει ζήτηση για τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στο Σιάτλ το 1999, στη σύνοδο του  Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, οι σύνεδροι τόνισαν ότι αυτή η «βιομηχανία εκπαίδευσης» χρειάζεται διαφάνεια, κινητικότητα, ανταλλαξιμότητα, αμοιβαία αναγνώριση και ελευθερία, απουσία κανονισμών, περιορισμών και φραγμών στον ίδιο βαθμό που ζητάνε οι ΗΠΑ για τις άλλες βιομηχανίες.
 
Τη ίδια χρονιά, οι υπουργοί παιδείας της Ε.Ε. υπέγραψαν τη Διακήρυξη της Μπολόνια, που αποβλέπει στην καθιέρωση «ενός ευρωπαϊκού χώρου ανώτατης εκπαίδευσης». Μείζων στόχος της Διακήρυξης είναι να επιβάλει δομές και μεθόδους που έχουν σκοπό τη δυνατότητα σύγκρισης «των διαφορετικών προσφορών εκπαίδευσης», προσκειμένου να εξασφαλιστεί ένας «καλός» συναγωνισμός ανάμεσα σε όλες αυτές τις προσφορές. Η διαδικασία της Μπολόνια εμπεριέχει και άλλους στόχους, όπως ενίσχυση της αυτονομίας των πανεπιστημίων, τους δύο κύκλους σπουδών, το σύστημα πιστωτικών μονάδων και της κινητικότητας.
 
Η επιθυμία για  αυτονομία εκπορεύεται από την εκτίμηση ότι «τα πιο αποκεντρωμένα συστήματα είναι επίσης τα πιο ελαστικά, που προσαρμόζονται πιο γρήγορα και επιτρέπουν να αναπτυχθούν νέα μορφές συνεργασίας».  Η μείωση της διάρκειας των σπουδών  ελαττώνει το κόστος εκπαίδευσης, ενώ ενθαρρύνει τους φοιτητές που θα έχουν  μεγαλύτερη οικονομική ανάγκη να σταματήσουν στο τέλος των τριών ετών, μπαίνοντας στη αγορά λιγότερο απαιτητικοί και περισσότερο εκμεταλλεύσιμοι. Τέλος, η διάσπαση του προγράμματος σπουδών, η διαμόρφωση ενός αριθμού συστήματος επιμέρους πιστωτικών μονάδων δημιουργεί ένα πρόγραμμα τεμαχισμένο σε μικρά πακέτα που εμπορευματοποιούνται ευκολότερα. Δεν υπάρχει αγορά στον «τέλειο ανταγωνισμό» χωρίς πλήρη κινητικότητα των καταναλωτών, προκειμένου να έχουν πρόσβαση στο σύνολο των «παραγωγών». Με τον τρόπο αυτό διασυνδέεται η εναρμόνιση, η ποιότητα και η κινητικότητα που στοχεύει στην ανάπτυξη μιας ανταγωνιστικής αγοράς εκπαίδευσης.
 
Σε ένα προπαρασκευαστικό έγγραφο της συνάντησης των ευρωπαίων πρυτάνεων  στη Σαλαμάνκα, τον Μάρτη του 2001, διαβάζουμε: «Η ανταγωνιστικότητα για τους σπουδαστές, τους ερευνητές και τους καθηγητές, σημαίνει να έχουν πάνω απ’ όλα ζήτηση τόσο σε τοπικό επίπεδο, όσο και  σε διεθνές, μέσα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό φήμης, ταλέντου και πόρων».
 
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της Πράγας, τον Μάη του 2002, οι ευρωπαίοι υπουργοί Παιδείας θυμήθηκαν ότι «η ποιότητα της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας είναι και οφείλει να είναι προσδιοριστική ως προς τη θελκτικότητα  και την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης». 
 
Όλα αυτά ακούγονται σωστά: Ποιος θα ήταν αντίθετος σε μια ανώτατη εκπαίδευση καλής ποιότητας; Όμως, ποιοι παράγοντες καθορίζουν την ποιότητα ενός  πανεπιστημίου; Η δωρεάν πρόσβαση; Η έρευνα στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών; Ο αριθμός των συμβολαίων με εταιρείες για την έρευνα ή το περιεχόμενο των μαθημάτων που ικανοποιούν τις ανάγκες της αγοράς; Ποιος ενδιαφέρεται για την άνιση ανάπτυξη των πανεπιστημίων μέσω του ανταγωνισμού και την δημιουργία πανεπιστημίων β΄ και γ΄ κατηγορίας;  
 
Στις μέρες μας ο αγώνας δρόμου για τεχνολογικές καινοτομίες απαιτεί μια ειδίκευση όλο και πιο έντονη, καθώς και μια εκπαίδευση τεχνοκρατών-ειδικών. Για τον λόγο αυτό, η νεοθετικιστική στάση αντικαθιστά τον κλασικό φιλελευθερισμό. Το μαζικό αστικό πανεπιστήμιο γίνεται μια  «μηχανή διπλωμάτων», ένα εργοστάσιο ειδικεύσεων. Το γεγονός ότι πρόκειται για ειδικεύσεις που όχι μόνο είναι όλο και πιο τεμαχισμένες, αλλά και τροποποιούνται συνεχώς οδηγεί την ίδια την αστική τάξη, για τους δικούς της λόγους, να υποστηρίζει ότι το παραδοσιακό αστικό πανεπιστήμιο γνωρίζει βαθιά κρίση.
 
Στη χώρα μας, οι διοικητικές δομές του πανεπιστημίου, το περιεχόμενο της διδασκαλίας, η καθημερινή λειτουργία και οργάνωσή του δεν ήταν προσαρμοσμένες στις σύγχρονες ανάγκες των επιχειρήσεων ενώ, παράλληλα, είναι κοστοβόρες για το κράτος. Το παραδοσιακό αστικό πανεπιστήμιο δεν μπορούσε πλέον να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της «αγοράς» διατηρώντας τα στοιχεία δημοκρατικότητας και ακαδημαϊκού ελέγχου, ερευνητικής και της διδακτικής «ελευθερίας». Οι τελευταίες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. ανέλαβαν, έτσι, τον μετασχηματισμό του «αστικού πανεπιστημίου» σε «επιχειρηματικό πανεπιστήμιο».
 
Όμως, καθώς η οικονομική κρίση και η εξάρτηση της χώρας βαθαίνουν, φαίνεται ότι ο ρόλος της ανώτατης εκπαίδευσης αλλάζει δραματικά, ξεφεύγοντας από τον παραπάνω σχεδιασμό. Παρά το ότι κάποια στοιχεία των στόχων διατηρούνται, η αποδέσμευση του κράτους από την οικονομική και συνταγματικά κατοχυρωμένη υποχρέωσή του στήριξης της ανώτατης παιδείας κυριαρχεί. Η χώρα έχει χάσει κάθε δυνατότητα συμμετοχής στον ευρωπαϊκό καταμερισμό της «πίτας»  της ανώτατης εκπαίδευσης. Η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης και έρευνας σε ορισμένα πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα στις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί πλέον ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός.
 
Η «αριστεία» αποτελεί όνειρο στον κόσμο της κ. Διαμαντοπούλου, ενώ η εξαγωγή ελληνικής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στις «φτωχές» χώρες των Βαλκανίων φαίνεται γκροτέσκα. Η περικοπή των κρατικών δαπανών σε ποσοστό πάνω από 45%, η παντελής απουσία εθνικών ερευνητικών προγραμμάτων, η μη προκήρυξη  νέων θέσεων μελών ΔΕΠ, τουλάχιστον στη θέση εκείνων που αφυπηρετούν,  η εγκατάλειψη της φοιτητικής μέριμνας οδηγούν το πανεπιστήμιο σε οικονομική, λειτουργική, εκπαιδευτική και ερευνητική ασφυξία και την απόλυτη υποβάθμιση.
 
Η πρόσφατη κυβερνητική απόφαση για διαθεσιμότητα-απόλυση του διοικητικού προσωπικού οκτώ ΑΕΙ της χώρας (με ποσοστά πάνω από το 40% στα δύο παλαιότερα και ιδιαίτερα παραγωγικά, το ΕΚΠΑ και το ΕΜΠ), μαζί με τα παραπάνω, θα οδηγήσουν στη  μετάλλαξη των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε κέντρα κατάρτισης (ΙΕΚ), με ιδιωτικοποιημένες βασικές πλευρές της λειτουργίας τους. Αυτή τη θέση στον ευρωπαϊκό καταμερισμό της ανώτατης εκπαίδευσης φαίνεται ότι μας έχουν «εκχωρήσει» οι ευρωπαίοι εταίροι.
 
Παρατηρούμε ότι η αστική τάξη της χώρας συναινεί σε αυτή τη μετάλλαξη. Μια ενδεχόμενη ερμηνεία είναι ότι θεωρεί λιγοστά τα κέρδη που θα μπορούσε να αποκομίσει πλέον από την εγχώρια δημόσια ανώτατη εκπαίδευσης, και επενδύει πια σε άλλους τομείς, χωρίς βεβαίως να παύει να χρησιμοποιεί αποσπασματικά, όποτε βρίσκει ευκαιρίες κερδοφορίας,  το πανεπιστημιακό δυναμικό προς όφελός της. Παράλληλα, η κυβέρνηση της ανοίγει τεράστιες προοπτικές κερδοφορίας στην ιδιωτική μεταλυκειακή εκπαίδευση.
 
Ως θεσμός το πανεπιστήμιο είναι ενσωματωμένο στο υπάρχον κοινωνικό σύστημα. Χωρίς ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, το πανεπιστήμιο δεν μπορεί να αναλάβει έναν βιώσιμο μακρόχρονα, ριζικό, μετασχηματισμό τους εαυτού του. Όμως, αυτό που είναι αδύνατο για το πανεπιστήμιο ως θεσμό, είναι δυνατό για τους φοιτητές. Και αυτό που είναι δυνατό στους φοιτητές μπορεί, σ’ ένα συλλογικό επίπεδο, να γίνει πρόσκαιρα δυνατότητα για το Πανεπιστήμιο στο σύνολό του. Οι φοιτητές, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, οι διανοούμενοι έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν την κριτική τους στους εργαζόμενους, στην κοινωνία, αφυπνίζοντας πολιτικά συνειδήσεις, δημιουργώντας συμμαχίες με στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Και, σ’ αυτό το επίπεδο, ένα πραγματικά κριτικό, δημόσιο και δωρεάν πανεπιστήμιο μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά. Αυτός για τους κρατούντες είναι ένας επιπρόσθετος, πλην όμως ουσιαστικός, λόγος για να συντριβεί.
 
 
 
Ο Γ. Π. Τριμπέρης διδάσκει Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών

---------------------------

Πηγή:alfavita

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.