Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιάννης Μακριδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιάννης Μακριδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Επίδομα ματωμένου γάμου Του Γιάννη Μακριδάκη

Παρασκευή, Οκτωβρίου 26, 2012
Όταν είσαι θλιβερός πολιτικάντης εγκλωβίζεσαι στις επιλογές σου. Δεν είναι προσωπικό για τον Κουβέλη αυτό που γράφω, εκείνον αν μη τι άλλο τον σέβομαι ως άνθρωπο, αλλά είναι για όλα αυτά τα πολιτικά ρετάλια που συνευρέθηκαν ανά το πανελλήνιο και σχημάτισαν το μόρφωμα ΔΗΜΑΡ

Τι κάνανε και τι μας είπαν δηλαδή όλους αυτούς τους μήνες;

Πως είναι η Αριστερά της ευθύνης και πως βάζουν πάνω απ’ όλα την πολιτική σταθερότητα της χώρας, την διάσωσή της δηλαδή μέσα από τους όρους που εννοεί διάσωση αυτό το άθλιο σύστημα των Αγορών τοκογλύφων και της ισοπεδωτικής ΕΕ. Και συνεργάστηκαν με τους επικίνδυνους, με τους μαστροπούς της χώρας για να υπηρετήσουν αυτούς τους σκοπούς. Και έβαλαν πλάτη στον φασισμό του κάθε Δένδια, στον ρατσισμό του κάθε χρυσαυγίτη, στην εξαθλιωση των πολιτών από τον κάθε Στουρνάρα, στην εκπόρνευση της πατρίδας από το κάθε πολιτικό απόβρασμα που αντί να συντάξει πρόταση ανόρθωσης με όπλο την παραγωγή, διατυμπανίζει πως ο μόνος δρόμος είναι να ξεπουλήσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε, ακόμα και το μέλλον μας, ακόμα και τη ζωή μας στους δανειστές.

Όταν είσαι θλιβερή πολιτική φιγούρα κι έχεις φτάσει σε ηλικία γάμου με την εξουσία, την έχεις περάσει κιόλας αλλά δεν έχει ευοδωθεί αυτός, αρχίζεις να αγχώνεσαι, να νιώθεις πολιτικό γεροντοπαλίκαρο, αρχίζεις να γελοιοποιείσαι κάνοντας το πολιτικό τζόβενο και συγχρωτίζεσαι με τον κάθε τυχάρπαστο που βρίσκεται μπροστά σου και σου υπόσχεται προξενιό με την ποθητή νύφη, την κυβερνητική καρέκλα.

Η γελοιοποίηση είναι αναπόφευκτη από κει και μετά. Από θλιβερός πολύ εύκολα καταντάς γελοίος. Ιδιαίτερα αν όσο διαρκεί ο γάμος κάνεις πως δεν βλέπεις ότι είναι ματωμένος, μόνο και μόνο για να περνά ο καιρός και να λογίζεσαι παντρεμένος στα μάτια των άλλων, ίσως και στα δικά σου, αναλόγως το πόσο θλιβερός είσαι. Και για να παίρνεις και το επίδομα της παντρειάς.

Στο τέλος όμως, τότε που ξυρίζουν τον γαμπρό δηλαδή, πάντα βγαίνεις ρεντίκολο. Πιάνεσαι απ’ όπου βρεις και γυρεύεις πόρτα να φύγεις. Αλλά η νύφη και οι προξενήτρες σε πιάνουν στο στόμα τους και σε κάνουν να μην ξέρεις πού να κρυφτείς. Πως μόνο το επίδομα γάμου σε ένοιαζε, λένε, γι αυτό έκανες την παντρειά μαζί τους. Πού να καταλάβουν οι άθλιοι το βαθύ σου αίσθημα. Τη γλύκα της ψυχής που νιώθει εταίρα κυβερνητική, που νιώθει πως επιτελεί κορυφαίο έργο. Ας είναι και φασιστικό, ας βγάζει και τη χώρα στην πορνεία.

Πάει κι ο γάμος πάει και το επίδομα θλιβεροί αριστερούληδες της γουολ στριτ. Κι ο πολιτικά ζωντοχήρος, στην πολιτική ηλικία σας, πεθαίνει (πολιτικά) πλέον κατάμονος και μετά από την ελπίδα (του).

------------------------------
Πηγή: Γιάννης Μακριδάκης

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Ο δημαρίτης κι ο χρυσαυγίτης, 2 ακροδεξιά άκρα; (Γ. Μακριδάκης, Βένα Γεωργακοπούλου, Κρυσταλία Πατούλη)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 24, 2012
Στην σημερινή συγκυρία βρίσκω πολύ σημαντική την δημόσια συζήτηση, κυρίως για την Χρυσή Αυγή, αλλά και για το ρόλο που παίζει η Δημαρ. Παρακολούθησα τον "διάλογο" που ξεκίνησε μετά τη δημοσίευση άρθρου από τον συγγραφέα και πολιτικό ακτιβιστή Γ. Μακριδάκη με τίτλο "Ο δημαρίτης κι ο χρυσαυγίτης ή αλλιώς θεωρία και πράξη", όπου θεωρεί και τα 2 αυτά άκρα, ακροδεξιά. Στο άρθρο του αυτό απάντησε με ιταμό, ειρωνικό, απαξιωτικό και εντέλει φασιστικό τρόπο, η μέχρι τώρα ένθερμη οπαδός του λογοτεχνικού του έργου, η Βένα Γεωργακοπούλου.

Προσωπικά αποδέχομαι σε πολύ μεγάλο βαθμό την άποψη του Μακριδάκη, όμως δεν συμφωνώ πλήρως (κυρίως για τη Δημαρ), γιατί πιστεύω ότι η αλήθεια δεν είναι τόσο απλή όσο μερικές φορές φαίνεται.
Τις απόψεις που διατυπώνει κάποιος, είτε είναι συγγραφέας, είτε οτιδήποτε άλλο, ανεξάρτητα αν συμφωνεί κανείς, ή όχι μ' αυτές, είναι θεμιτές και άρα σεβαστές. Δεν αλλάζει κανείς την έως τώρα άποψή του για τη λογοτεχνική του αξία, εξαιτίας κάποιων πολιτικών ή όχι απόψεων.
Εκείνο όμως που είναι εντυπωσιακό εδώ, είναι η μεταμόρφωση του ανθρώπου και συγκεκριμένα της Γεωργακοπούλου, η οποία λέει "όταν με ταυτίζουν, όπως έκανε αυτός, με χρυσαυγίτισσα τα παίρνω στο κρανίο" και φθάνει στο σημείο να λέει ότι "με την τελευταία του, πάντως, άθλια επίθεση στον Κουβέλη, ακούω διάφορους να δηλώνουν ότι θα το ξανασκεφτούν να διαβάσουν τα βιβλία του".
Αλλά ας κρίνετε οι ίδιοι τα γραφόμενα όλων:

1) Το άρθρο του Γ. Μακριδάκη:

Ο δημαρίτης κι ο χρυσαυγίτης ή αλλιώς θεωρία και πράξη

Τελικά η ιστορία αυτή με τα δύο άκρα ισχύει. Μόνο που είναι και τα δύο ακροδεξιά. Η θεωρία και η πράξη.
Ο Δημαρίτης φοράει κοστούμι και έχει μπροστάρη τον θλιβερό Κουβέλη να υποστηρίζει την θεωρία της άκρας δεξιάς, κορδιζόμενος κιόλας ο άθλιος πως δίχως την συμμετοχή τους, αυτή η κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να σταθεί, και ο Χρυσαυγίτης φοράει τις μαύρες μπλούζες και τα άρβυλα, έχει μπροστάρη τον γελοίο Μιχαλολιάκο και κάνει πράξη την θεωρία με στελιάρια και βοθρολύμματα που πηγάζουν από τα έγκατα της ύπαρξής τους.
Όποιος έχει κάποια ένσταση ή αμφιβολία επ’ αυτού ή όποιος το θεωρεί υπερβολική άποψη δεν έχει παρά να σκεφτεί τα εξής:
Η εξαθλίωση μέσω βάρβαρων μέτρων λιτότητας, ο ρατσισμός και το ξεπούλημα των εθνικών πόρων είναι οι τρεις βασικές συνέπειες της εποχής που βιώνουμε.
Ποιος στηρίζει την ακροδεξιά κυβέρνηση Σαμαρά και τους φασίστες με κουκούλα υπουργού, που λέγανε προεκλογικά ότι θα ανακαταλάβουν οι Έλληνες τις πόλεις, ότι οι παιδικοί σταθμοί είναι γεμάτοι παιδιά μεταναστών κι αυτό θα λάβει τέλος και άλλα τέτοια ναζιστικά; Ο Κουβέλης και ο κάθε επώνυμος κι ανώνυμος Δημαρίτης. Ποιος κατόπιν βγαίνει στο δρόμο και χτυπάει μετανάστες, ακόμα και με τα νήπια δεν διστάζει να σχηματίσει λίστα για ρατσιστικές εφόδους; Ο Μιχαλολιάκος και κάθε επώνυμος και ανώνυμος Χρυσαυγίτης
Ποιος στηρίζει τα μέτρα εξαθλίωσης του πληθυσμού, βγαίνοντας πού και πού με θεατρινισμούς αντιστασιακού, οι οποίοι ξεφουσκώνουν σε μερικές ώρες για να επέλθει η συμφωνία; Ο Κουβέλης ο θλιβερός και ο κάθε επώνυμος κι ανώνυμος Δημαρίτης. Ποιος έχει κατονομάσει άχρηστους που χρίζουν ευθανασίας και θα βγει σε λίγο στο κυνήγι τους (για όσους δεν έχει βγει ακόμα), όλους τους άνεργους, άστεγους, ανάπηρους, ομοφυλλόφιλους κ.α. της εξαθλιωμένης κοινωνίας μας; Ο Μιχαλολιάκος ο γελοίος και ο κάθε επώνυμος κι ανώνυμος Χρυσαυγίτης.
Ποιος στηρίζει τα αποικιοκρατικά σχέδια των πολυεθνικών, οι οποίες με μεταλλεία, με ΒΑΠΕ, με εξορύξεις και αντλήσεις διάφορες σε στεριά και θάλασσα έρχονται σαν τα κοράκια να πέσουν πάνω στο πτώμα και καταστρέψουν την Ελλάδα αυξάνοντας μονάχα τα κέρδη τους; Ο Κουβέλης και οι “επιστήμονές” του, αλλά κι ο κάθε επώνυμος κι ανώνυμος Δημαρίτης. Ποιος έχει εμφανιστεί ήδη σε κάποιες περιπτώσεις με στελιάρια και σε λίγον καιρό θα εμφανίζεται συνεχώς απέναντι σε κάθε διαμαρτυρία πολιτών που αντιστέκονται στην καταστροφή του τόπου τους, για να πάρει το μέρος των εταιριών που θα ανοίξουν δήθεν θέσεις εργασίας για Έλληνες κλπ μπούρδες; Να μην το ξαναγράφω και σας κουράζω, ξέρετε ποιος.
Δεν υπάρχει καμία φάση και έκφανση της σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας, κατά την οποία να μην βλέπουμε το δίπολο θεωρία-πράξη να αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στο δίπολο των νεοεισερχόμενων στη Βουλή κομμάτων, της Δημάρ και της Χρυσής Αυγής.
Και ο εκπορνευμένος και ξεπουλημένος συνειδησιακά επιστήμονας και καθώς πρέπει πολίτης, είναι πιο επικίνδυνος από τον κρετίνο που δέρνει και βρίζει.
Ισχύει τελικά η ιστορία αυτή με τα άκρα αλλά είναι τα δυο άκρα του φασισμού που μας κυβερνά. Η υποκρισία της θεωρίας και η ηλιθιότητα της πράξης.
2) Διαβάστε τι δημοσίευεσε στο protagon.gr η κυρία Β. Γεωργακοπούλου:

Ο νεοσσός
της Βένας Γεωργακοπούλου       

Τώρα πάει, πείστηκα. Ο Γιάννης Μακριδάκης κι ας γίνεται όλο και γνωστότερος και πιο εμπορικός ως συγγραφέας (ελπίζω να μη γυρνάει πίσω τα δικαιώματά του στην «Εστία») δεν είναι γιαλαντζί αντιεξουσιαστής. Μπροστά στα πολιτικά του πάθη δεν υπολογίζει καν τους αναγνώστες του, εμένα, ας πούμε, που όταν τον πρωτοανακάλυψα με τα «Ανάμισης ντενεκές» και «Η δεξιά τσέπη του ράσου», μάλλιασε η γλώσσα μου να τον συστήνω. Επισήμως, βέβαια, δεν είμαι Δημαρίτισα. Φίλη, όμως, του Κουβέλη και του πολιτικού του χώρου είμαι και παραείμαι. Κι όταν με ταυτίζουν, όπως έκανε αυτός, με χρυσαυγίτισσα τα παίρνω στο κρανίο.
Πώς το έγραψε στο περίφημο μπλόγκ του, με τη μεγάλη, λέει, επισκεψιμότητα ο Χιώτης οικολόγος και ακτιβιστής του βουνού, του λόγγου και του πελάγου; Ό,τι ,ναι, υπάρχουν, τελικά, τα δύο άκρα. «Μόνο που είναι και τα δυό ακροδεξιά. Ο Δημαρίτης φοράει κοστούμι και έχει μπροστάρη τον θλιβερό Κουβέλη και ο Χρυσαυγίτης φοράει τις μαύρες μπλούζες και τα άρβυλα και έχει μπροστάρη τον γελοίο Μιχαλολιάκο».
Την σύμπτυξα, λίγο, ομολογώ την φράση του, έχει διάφορα κουλτουριάρικα στα ενδιάμεσα περί θεωρίας και πράξης (θεωρία ο Κουβέλης , πράξη ο Μιχαλολιάκος). Σημασία έχει το ζουμί της. Μ’ αυτό θα πορευθούν στο εξής οι νεολαίοι του ΣΎΡΙΖΑ , αφού πρώτα σκίσουν τα πτυχία τους; Διότι τι να σού κάνει πια το μίζερο «Μισθούς και συντάξεις τις κάνατε κουρέλι, άντε και γαμήσου σύντροφε Κουβέλη», πού λάνσαραν; Με λίγη βοήθεια από τον Παπαδιαμάντη της Χίου, πού παίζει τη γλώσσα στα δάχτυλά του, μπορούν, όμως, να συνθέσουν κανένα πιο προχωρημένο και ιντελεκτουέλ συνθηματάκι για τα δυό πολιτικά άκρα. Χωρίς γαμοσταυρίδια και τέτοια για τους πρώην συντρόφους τους. Δεν θα τα ενέκρινε και ο Μακριδάκης, πού όλο για παπάδες και μοναστήρια έγραφε κάποτε.
Βέβαια, ο αντιμνημονιακός πρωτογονισμός του ούτε πρωτότυπος είναι στη χώρα του Τράγκα, ούτε καινούργιος, έχει αρχίσει να ξεδιπλώνεται εδώ κα καιρό. Με την τελευταία του, πάντως, άθλια επίθεση στον Κουβέλη, ακούω διάφορους να δηλώνουν ότι θα το ξανασκεφτούν να διαβάσουν τα βιβλία του. Τόχει αυτό το κουσούρι η ακροδεξιά ΔΗΜΑΡ. Τα μέλη, οι ψηφοφόροι και οι φίλοι της, συχνάζουν σε βιβλιοπωλεία. Δεν τρέχουν στα γυμναστήρια να φουσκώσουν σαν μπαλόνι, όπως οι άλλοι ακροδεξιοί σύντροφοί τους.
Ομολογώ ότι δεν είμαι σίγουρη πώς θα αντιδράσω ως αναγνώστρια. Έχω ένα βιβλίο του μπροστά μου, πάνω πάνω στο σωρό με τα «απολύτως αναγκαία» . Θα το αφήσω να πιάσει σκόνη; ‘Η θα ακολουθήσω τη συμβολή ,που μού δίνει ο σοφός ήρωας του ωραίου μυθιστορήματος, πού διαβάζω τώρα; «Δεν θέλω να σφίξω το χέρι του Ερζέ, όμως μ’ αρέσει ο Τεντέν».
Τώρα, όμως, που το ξανασκέφτομαι, δεν είναι οι πολιτικές απόψεις του σε μπλόγκ, συνεντεύξεις και κείμενα σε ξένες εφημερίδες, που απειλούν να συρρικνώσουν το κοινό του. Αν ήταν έτσι, θα είχα κόψει διά παντός τον λατρεμένο μου Μίκη, που έχει πει και γράψει τα τετραπλάσια από τον νεοσσό στην επανάσταση Μακριδάκη. Είναι τα ίδια τα βιβλία του. Ολοένα και συχνότερα μας κουνάνε το δάχτυλο και μας κάνουν μαθήματα κοινωνικής και πολιτικής συμπεριφοράς. Ξέρω κι άλλους καλλιτέχνες με ακραίες, ασυνάρτητες απόψεις. Ο αγαπημένος μου, ας πούμε, θεατρικός συγγραφέας είναι θαυμαστής του Κουφοντίνα και εχθρός των μεταναστών! Έχει, όμως τη σοφία όταν κάθεται στο γραφειάκι του, να φιλτράρει την οργή του. Ή μήπως το ταλέντο;

3) Τα σχόλια αναγνωστών και στα 2 άρθρα ήταν πάρα πολλά και σημαντικά.
Δείτε εδώ μερικά σχόλια στο άρθρο της Γεωργακοπούλου.
Ξεχωρίζω την απάντηση-άρθρο της Κρυσταλίας Πατούλη, την οποία και παραθέτω:

Κάθε κακοποίηση είναι φασισμός κυρία Βένα. Της Κρυσταλίας Πατούλη

Κακοποιείτε, λοιπόν, κυρία Βένα Γεωργακοπούλου, στο άρθρο σας “Ο νεοσσός“, το όνομα ενός ερευνητή (με 20ετή έργο), ακτιβιστή, ιστορικού συγγραφέα, πολιτικογράφου, και κορυφαίου λογοτέχνη, και μάλιστα, χωρίς ουσιαστικά επιχειρήματα, όπως και με έναν κατάπτυστο τίτλο με εσάνς γελοιοποίησης, που καταδεικνύει στην καλύτερη περίπτωση το θράσος της άγνοιάς σας και στη χειρότερη την κακοήθεια, όπως και την χυδαιότητά σας.
Δεν είμαι… εργολάβος υποστηρικτής κανενός και επίσης δεν με  ενδιαφέρει να υποστηρίξω κανέναν με την ιδιότητα του φόλοουερ.
Είμαι όμως, κατά κάθε είδους φασισμού, με όποιον τρόπο κι αν εκφράζεται και όσο καμουφλάζ κι αν χρησιμοποιεί… με όποια «πολιτισμένη» προβιά κι αν προσπαθεί –μόνο- να καλύπτεται, μια συμπεριφορά, που δυστυχώς είναι ο κανόνας γύρω μας.
Δεν θέλουμε τέτοια Ελλάδα πια.
Αηδιάσαμε, μπουχτίσαμε και ξεράσαμε -εκτός των άλλων- από την υποκρισία, την απαξίωση, την γελοιοποίηση και την διαστρεβλωση:
Τον καμουφλαρισμένο ουσιαστικά φασισμό της μεταπολίτευσης, που σήμερα, μάλιστα, θεριεύει, στο αναγκαστικό κύκνειο άσμα του, μέσα σε μια κρίση που αναγκάζει όλα να επαναπροσδιορίζονται και να αλλάζουν. Και θεριεύει ο κάθε είδους φασισμός, κυρίως από την ανοχή και την αδιαφορία σε φασιστικές συμπεριφορές και εκδηλώσεις κάθε μορφής.
Ο Μακριδάκης έχει δίκιο, λοιπόν, δυστυχώς, σε αυτά που έγραψε: «Ισχύει τελικά η ιστορία αυτή με τα άκρα αλλά είναι τα δυο άκρα του φασισμού που μας κυβερνά. Η υποκρισία της θεωρίας και η ηλιθιότητα της πράξης» , στο άρθρο του «Ο δημαρίτης κι ο χρυσαυγίτης ή αλλιώς θεωρία και πράξη» που δεν κάνετε τον κόπο να το αναπαράγετε.
Όταν δεν έχει δίκιο, κάποιος, και πάντα κατά τη γνώμη μου, έχω το σθένος να το εκφράζω, και το αυτό συνηθίζω και για τον οποιονδήποτε.
Καλώς ή κακώς, πιστεύω όχι το ρητό που λέει “την αλήθεια κι ας πονάει”, αλλά “την αλήθεια για να μην πονάμε”. Κι όποιος το καταλάβει.
Αλήθεια, ξέρετε τι θα πει αλήθεια; Είναι αυτό που θα ‘πρεπε να αισθάνεστε ότι είστε υποχρεωμένη να ψάχνετε και να υποστηρίζετε. Αλλά, ως φαίνεται, το έχετε ξεχασμένο…
Δεν με εκπλήσσει. Ότι καλό, μόνο, εκπλήσσει, σε αυτή την κοινωνία… Κι αυτό, βρίσκεται μόνο σε ειλικρινά έργα και λόγια σαν του κάθε Μακριδάκη.
Όποιος θέλει να μιλά για ελευθερία και δημοκρατία, είναι αναγκαίο επιτέλους να ενδιαφερθεί γι’ αυτό το τέρας που εκκολάπτεται κυρίως με τη βοήθεια της άγνοιας, της αδιαφορίας, της υποκρισίας, όσο και του φόβου, αλλά και του δήθεν χιούμορ και της δειλής ειρωνείας. Αρχίζοντας από μέσα του.

Κρυσταλία Πατούλη

Υγ. Εντελώς συμπτωματικά και πριν γραφτεί το άρθρο του Μακριδάκη, είχα γράψει ένα άρθρο με ανάλογο προβληματισμό. Όμως, δεν εστίασα μόνο στους Δημαρίτες. Διότι, δυστυχώς η πλειοψηφία γύρω μας, φασίστες είναι. Απλά, οι Δημαρίτες, βρίσκονται στην Κυβέρνηση, κι αυτό τους βαραίνει με πολύ μεγαλύτερη ευθύνη.
*Προς την κυρία Βένα Γεωργακοπούλου και όλους ανεξαιρέτως.

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

«Η άλωση της Κωσταντίας», Βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη

Δευτέρα, Οκτωβρίου 08, 2012
Η άλωση της Κωσταντίας βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη

Εισαγωγικά

Φέτος το καλοκαίρι, είναι αλήθεια ότι διάβασα αρκετά ενδιαφέροντα βιβλία νέων Ελλήνων λογοτεχνών, όπως το "Κάτι θα γίνει, θα δεις" του Χρήστου Οικονόμου, το Ο κύριος Επισκοπάκης του Ανδρέα Μήτσου, όμως η αληθινή αποκάλυψη για μένα είναι το "Η δεξιά τσέπη του ράσου", Βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη, όπως και το τελευταίο που τελείωσα και παρουσιάζω σήμερα, το βιβλίο «Η άλωση της Κωσταντίας», επίσης του Γιάννη Μακριδάκη
Ο Γιάννης Μακριδάκης αποτελεί κυριολεκτικά την αποκάλυψη για μένα, φέτος, αν και το πρώτο του μυθιστόρημα το έγραψε το ήδη το 2008 (Ανάμισης ντενεκές). Δεν είχα την τύχη να τον διαβάσω νωρίτερα, αν και συμμετέχω σε λέσχη βιβλίου και γενικά είμαι λάτρης του καλού βιβλίου. Στο βιβλίο του "Η δεξιά τσέπη του ράσου", με συνεπήρε η λογοτεχνική περιγραφή της ασκητικής ζωής του μοναχού Βικέντιου, που μ' έκανε σχεδόν να θυμηθώ παπαδιαμάντια μαεστρία. Στο βιβλίο του αυτό με τίτλο «Η άλωση της Κωσταντίας» η γραφή του είναι χείμαρρος, χωρίς κεφάλαια και με ελάχιστες τελείες (και πάρα πολλές άνω τελείες) όπου οι προτάσεις είναι σιδηρόδρομοι -θυμίζουν Σαραμάγκου και κάπου Καρυστιάνη- κι όμως, το διαβάζεις κυριολεκτικά απνευστί. Σε μαγεύει η αμεσότητα της περιγραφής, η μίξη του τρίτου και πρώτου ενικού στην ίδια πρόταση δεν σε κουράζει, αντίθετα, σε απογειώνει, σε μεταφέρει αλλού, στα αληθινά μονοπάτια της λογοτεχνίας, που σπάνια συναντάς στη νεότερη ελληνική βιβλιογραφία. Αληθινά πιστεύω πως ο Μακριδάκης -αν και είναι μόλις 41 χρονών- αποτελεί ήδη ένα μεγάλο ταλέντο για την ελληνική λογοτεχνία.

Ιδού ένα απόσπασμα από το βιβλίο:

«η Κωσταντία κουνούσε το κεφάλι της σαν να 'χει απέναντί της έναν τρελό, δε σε το ΄πα εγώ ότι δεν είναι με τα καλά του, ότι τον αρέσουνε οι παλιατσαρίες, τη διάκοψε απότομα, εκείνη τη μέρα μ΄έφερε κάτι αρχαία λυχνάρια θεοβρόμικα, και κάτι κουταλάκια που σιχαινόσουνα να τα διείς όχι να τα πιάσεις και είχε την απαίτηση να τα χρηιμοποιώ κιόλας, παρ' τα ν' ανακατεύεις το τσάι σου να με σκέφτεσαι, με είπε ο αδικιωρισμένος, σιγά όμως μη τα κρατούσα, εγώ στην κόρη μου τα 'δωσα, από δω μέσα να φύγουνε, σιγά μη βάλω μέσα στο σπίτι μου ό,τι άχρηστο πετάνε οι Τούρκοι, μα είμαστε με τα καλά μας, ας τα πάρει η Άννα που πήρε και του λόγου του, και να τονε χαίρεται, σταμάτησε απότομα, κάπως τσαντισμένη. Η Βαγγελία είχε ένα συγκαταβατικό χαμόγελο στο στόμα της, στέναξε σα να της έλεγε δίκιο έχεις καημένη, έμπλεξες, τί να κάνεις κι εσύ, δε φταίς, η κόρη σου τα φταίει όλα, δεν άρθρωσε όμως λέξη, ξαναγύρισε στα χαρτιά και διάβασε παρακάτω, εκείνη τη μέρα ήτανε που σου πήρα δώρο τα κουταλάκια, Κωσταντία μου, και το λυχναράκι»(σελ. 72-73).

Περιττό να πω, ότι αρχίζει και τελειώνει με άνω τελεία. Όπως προανέφερα, αρχίζει με περιγραφή στον τρίτο ενικό "η Κωσταντία κουνούσε το κεφάλι της..." και στην ίδια πρόταση, βάζει ένα κόμα και συνεχίζει σε πρώτο ενικό "δε σε το ΄πα εγώ ότι δεν είναι με τα καλά του..." κ.ο.κ. Στην παρακάτω πρόταση "Η Βαγγελία είχε...", κάνει αρχικά ακριβώς το ίδιο όπως και πρίν και τελειώνει με το "εκείνη τη μέρα ήτανε που σου πήρα δώρο τα κουταλάκια, Κωσταντία μου, και το λυχναράκι", που πλέον συνεχίζει την αφήγηση του γράμματος! Δηλαδή σε μία πρόταση -που τελειώνει σε άνω τελεία ("στο λυχναράκι")- έχουμε 3 λεκτικά σχήματα μαζί: τρίτο, πρώτο ενικό και αφήγηση (του γράμματος) μαζί..! Καταπληπτικό!. Τέλος χρησιμοποιεί αυθεντική ντοπιολαλιά, που προσδίδει αμεσότητα και προφορική σχεδόν περιγραφή.

Η υπόθεση του βιβλίου όπως την περιγράφει ο ίδιος ο συγγραφέας

«Τον Οκτώβριο του 2005 η 60χρονη Κωσταντία, Ρωμιά της Κωνσταντινούπολης, λαμβάνει ένα ογκωδέστατο γράμμα από τη Χίο. Αποστολέας είναι ο Γιάννης, ο γαμπρός της, ο οποίος ζει στο νησί μαζί με τη μοναχοκόρη της την Άννα και με την επιστολή αυτή τής καθιστά γνωστά (για να μην τα μάθει από άλλους) τα όσα έζησε και τα όσα έμαθε σχετικά με τον εαυτό του κατά την πρόσφατη επίσκεψη του ζεύγους στην Πόλη. Ιστορίες και καταστάσεις οι οποίες ξεκίνησαν από ένα τυχαίο περιστατικό και βήμα προς βήμα τού αποκάλυψαν το άγνωστο και σοκαριστικά ανατρεπτικό προσωπικό του παρελθόν. Διότι ο Γιάννης δεν είναι αυτός που νόμιζε ότι ήταν, μέχρι τα 35 χρόνια του. Ο γαμπρός της Κωσταντίας είναι Τούρκος από τη μεριά του πατέρα του αλλά υιοθετήθηκε όταν ήταν βρέφος από ανάδοχη ελληνική και χριστιανική οικογένεια στη Χίο. 

Η Κωσταντία λοιπόν, όπως κάθε Ρωμιά που σέβεται τον εαυτό της και την καταγωγή της, νιώθει τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια της καθώς διαβάζει αυτή την πληροφορία, δεν μπορεί να το διανοηθεί, δεν μπορεί να το πιστέψει, η κόρη της πήρε Τούρκο τελικά, πήγε στην Ελλάδα να παντρευτεί αλλά της βγήκε τουρκόσπορος, τρελαίνεται η Κωσταντία και είναι έτοιμη να σκάσει με αυτό το ύπουλο χτύπημα της μοίρας. Μετά το πρώτο σοκ επιστρατεύει όση ψυχραιμία της απέμεινε και ξεκινά, μαζί με την κουτσομπόλα φίλη της τη Βαγγελία να διαβάζουν όλη νύχτα εναλλάξ μεγαλοφώνως το ογκωδέστατο αυτό γράμμα του γαμπρού της, να περιπλανιούνται μαζί του στο Κουρτουλούς, στο Ντολάπντερε, στην Αντιγόνη, στο Μπαλουκλή, να μένουν άφωνες με αυτά που άκουσε ο ίδιος από Τούρκους και Ρωμιούς συγγενείς των πραγματικών του γονιών, να σχολιάζουν άλλοτε σαρκαστικά και άλλοτε με πίκρα τα γραφόμενά του, να ξαναζούν και να αναβιώνουν με διαφορετική ματιά γεγονότα και καταστάσεις που είχαν ζήσει παραλλήλως κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Πόλη, τέλος δε να απορούν και να βάζει ο νους τους ακόμη πολλά και διάφορα. Ο αναγνώστης παρακολουθεί αυτήν ακριβώς την ολονυκτία ανάγνωσης και τις αντιδράσεις των δύο φιλενάδων, καθώς ξεδιπλώνεται μπροστά τους λέξη προς λέξη η υπόθεση. 

Η άλωση της Κωσταντίας είναι ένα μυθιστόρημα βασισμένο στην ιδέα του «Αλλου», στο πώς αντιμετωπίζει ο καθένας τον «Αλλον», τον εθνικά και θρησκευτικά διαφορετικό, αλλά και τον «Αλλο του εαυτό» μέσα από τους πολλούς άλλους. Είναι εμπνευσμένο από τον τρόπο με τον οποίον η πλειονότητα των μελών της ελληνικής μειονότητας της Πόλης (αλλά και κάθε μειονότητας) αντιμετωπίζει το μέγα ζήτημα των μικτών γάμων αλλά και από τις ψυχολογικές αναταράξεις που συμβαίνουν σε έναν άνθρωπο όταν βλέπει να καταρρέουν ξαφνικά όλα όσα είχε βέβαια και δεδομένα για την ύπαρξή του τόσα χρόνια, όταν από τη μια στιγμή στην άλλη νιώθει ένας άλλος μέσα στον ίδιο του τον εαυτό. 

Η Κωσταντία αλώθηκε ψυχολογικά από τον πορθητή γαμπρό της, με σύγχρονο δούρειο ίππο έναν ογκωδέστατο φάκελο που έκρυβε εντός του μια ιστορία απίστευτη και γεμάτη εκπλήξεις από την αρχή ώς το τέλος της» (στο Τυπωθείτω της παλαι ποτέ Ελευθεροτυπίας στις 29/4/2011) 

Σχολιασμός πάνω στην υπόθεση του βιβλίου

Το κλειδί της υπόθεσης είναι βέβαια η επιστολή του Γιάννη προς την πεθερά του Κωσταντία. Το μεγαλύτερο μέρος της δράσης ενσωματώνεται στο γράμμα του Γιάννη Γιασάρ Φρατζεσκάκη προς την πεθερά του, το οποίο διαβάζουν φωναχτά η ίδια και η φίλη της Βαγγελία, αναλαμβάνοντας εναλλάξ τον ρόλο της αναγνώστριας και της ακροάτριας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία ο συγγραφέας πετυχαίνει μια σταθερή αντίστιξη λόγων (ο απολογητικός λόγος του Γιάννη για την τουρκική καταγωγή του και ο εξοργισμένος λόγος των δύο γυναικών για τη συνταρακτική παραδοχή του), που συμπλέκονται με έναν ασθματικό, σχεδόν παραληρηματικό ρυθμό, προσδίδοντας στην αφήγηση μια σπάνια ζωντάνια. 
Εκείνο που ενδιαφέρει είναι το παιχνίδι του συγγραφέα µε την έννοια της αλήθειας,  κι όπως λέει ο ίδιος ο συγγραφέας, με την ιδέα του «Αλλου», στο πώς αντιμετωπίζει ο καθένας τον «Αλλον», τον εθνικά και θρησκευτικά διαφορετικό, αλλά και τον «Αλλο του εαυτό» μέσα από τους πολλούς άλλους. Διότι άλλη είναι η αλήθεια όταν ο Γιάννης εστιάζει στα γεγονότα ως ερευνητής του οικογενειακού παρελθόντος του και άλλη όταν τα παρακολουθεί ως εν δυνάµει µυθιστοριογράφος. Η αλήθεια είναι λοιπόν θέµα οπτικής γωνίας και ανάλογα µε την οπτική της γωνία µπορεί να τρελάνει ή να λυτρώσει. Έτσι όµως ο Μακριδάκης καταφέρνει και κάτι άλλο: να µιλήσει µε ανάλαφρο και ταυτόχρονα σοβαρό τρόπο για τις εθνικές µας εµµονές, αποφεύγοντας τόσο την ιερή τους εξαΰλωση, που καταργεί κάθε ιστορική αίσθηση της πραγµατικότητας, όσο και τη στεγνή ιδεολογική τους αποµυθοποίηση, που αγνοεί το φορτίο του ιστορικού τους βιώµατος (η Κωσταντία είναι παιδί του πογκρόµ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης το 1955). Με αυτή την έννοια, το βιβλίο είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρο παρά ποτέ, αν λάβουμε υπόψη τα πογκρόμ κατά των μεταναστών της εγχώριας τρόικα και κυρίως των φασιστών της Χρυσής Αυγής. Έτσι ανάλαφρα, σαν σε παραμύθι, ο Μακριδάκης σε οδηγεί αριστοτεχνικά εκεί που θέλει, στο να γκρεμίσει δηλαδή τις φυλετικές διακρίσεις αφήνοντας την Κωσταντία να της ξεφύγει:«Ναι μεν Τούρκος, αλλά είναι γιατρός!». Άρα οι εθνικές/θρησκευτικές διαφορές είναι μόνο για τους φτωχούς; Ή μήπως χρειάζεται ένα άλλοθι για να πνεύσει αέρας δημοκρατικότητας και εκσυγχρονισμού; Ο συγγραφέας επικαλείται την ισότητα των ανθρώπων, προσθέτοντας πως πατρίδα του καθενός είναι η παιδική του ηλικία και πως την ταυτότητά του την αποκτά από την κοινωνία στην οποία μεγάλωσε με γεννήτορες αυτούς που τον ανέθρεψαν και όχι απαραίτητα τους φυσικούς του γονείς.

Ο Γιάννης Μακριδάκης με δυναμική και νοσταλγική γραφή κατακτά τον αναγνώστη και ξεκλειδώνει για μια ακόμη φορά το λαογραφικό σεντούκι της Χίου, ελευθερώνοντας τους πόνους και τις ρίζες του κοινωνικού της ιστού. Και όχι μόνο. 

Τέλος, ο από μηχανής θεός δίνει τη λύση. Ένα μυθιστόρημα είναι! Είναι;

«Η άλωση της Κωνσταντίας» θα παίζεται σύντομα και στο θέατρο με την Άννα Βαγενά και την Ελένη Γερασιμίδου, σε σκηνοθεσία του Χρήστου Βαλαβανίδη.

Τέλος συνιστώ να διαβάσετε οπωσδήποτε και την συνέντευξη του Γιάννη Μακριδάκη για το βιβλίο.

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

---------------------------------------
Αναφορές: 

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

'Η δεξιά τσέπη του ράσου', Βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 24, 2012
Η δεξιά τσέπη του ράσου του Γιάνη Μακριδάκη (ΕΚΔ. ΕΣΤΙΑ ΑΘΗΝΑ 2009 ΣΕΛ. 143)

Κάτι σαν πρόλογος

Ότι πιο όμορφο, λογοτεχνικό, νοσταλγικό, ευαίσθητο έχω διαβάσει φέτος, ήταν "Η δεξιά τσέπη του ράσου", το δεύτερο βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη.
Τον συγγραφέα γνώριζα ήδη σαν ευαίσθητο, ανήσυχο και προοδευτικό πολιτικό σχολιαστή από άρθρα του σε μπλογκς και είχα ήδη θετική άποψη γι' αυτόν. Ώσπου στην τελευταία συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης Εξωραϊστικής του Βόλου, μια φίλη μας συνέστησε τα 2 τελευταία του πονήματα, "Η δεξιά τσέπη του ράσου" και το βιβλίο "Η άλωση της Κωσταντίας", τα οποία και δανείστηκα. Όχι τυχαία, αλλά επειδή μου άρεσε ο πρωτότυπος τίτλος, πήρα και διάβασα το πρώτο. Μέσα σε μια μέρα το ρούφηξα όλο και το χάρηκα αφάνταστα.

Η υπόθεση του βιβλίου

Σ’ ένα ξεχασμένο κι απομακρυσμένο μοναστήρι σε κάποιο νησί του Αιγαίου ζει ένας μοναχός, ο Βικέντιος. Είναι μόνος του σ' ολόκληρο το μοναστήρι. Μόνη του συντροφιά είναι η σκυλίτσα του η Σίσσυ, που την υπεραγαπά. "Ο καλόγερος αυτός είναι υπόδειγμα της κατά Παπαδιαμάντη χριστιανορθόδοξης λαϊκής ευσέβειας. Αγαθός, αθώος, απέραντα ταπεινόφρων, πράος, με απλοϊκή αλλά βαθιά ριζωμένη θρησκευτική πίστη, με αγάπη για όλα τα πλάσματα του Θεού, έμψυχα και άψυχα. Τηρεί ευλαβικά τους κανόνες της μοναστικής ζωής, αλλ΄ αφήνεται και στις μικρές, άδολες εγκόσμιες χαρές- το αγνάντεμα της θάλασσας, τους περίπατους στην εξοχή γύρω από το μοναστήρι για το μάζεμα τριφυλλιών, την κουβέντα με τους σποραδικούς επισκέπτες του μοναστηριού και, φυσικά, την τρυφερή σχέση με τη σκυλίτσα Σίσσυ ή, αργότερα, με τα κουτάβια της" (γράφει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ στα Νέα).

Κάποια στιγμή μένει έγκυος η Σίσσυ και αφού γεννάει 3 κουτάβια πεθαίνει. Συμπτωματικά αυτό συμβαίνει την ίδια μέρα, το πρωί που πεθαίνει και ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Αυτό είναι και το καταπληκτικό εύρημα του Μακριδάκη εδώ, η σύμπτωση του θανάτου του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστόδουλου (ξημερώματα 28ης Ιανουαρίου 2008, που το μαθαίνει ο Βικέντιος από το ραδιοφωνάκι του), και του θανάτου της σκυλίτσας του Σίσσυς πάνω στη γέννα. Αφού ενταφιάζει την Σίσσυ κοντά στον ιστο της σημαίας, μετά κατεβάζει την σημαία μεσίστια, περισσότερο για την σκυλίτσα του, παρά για τον αρχιεπίσκοπο. Μετά, μέσα σε έντεκα ημέρες, δηλαδή όσες μεσολάβησαν από τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου μέχρι την ανακοίνωση του διαδόχου του, παίζεται το όλο δράμα στο μοναστήρι με τα 3 ορφανά κουταβάκια. Ουσιαστικά, όμως, η αφήγηση περιορίζεται στις επτά πρώτες ημέρες, συμπλέκοντας όσα συμβαίνουν στο χιώτικο μοναστήρι με τα τεκταινόμενα στην Εκκλησία της Ελλάδος: Τρεις οι επικρατέστεροι διάδοχοι του Αρχιεπισκόπου, τρία τα ορφανά κουτάβια που χαροπαλεύουν. Την ημέρα που η αρχιεπισκοπική σορός εκτίθεται για προσκύνημα, πεθαίνει το θηλυκό κουτάβι. Την ημέρα της κηδείας του Αρχιεπισκόπου, πεθαίνει το ένα από τα δύο αρσενικά. Την ημέρα της εκλογής του Ιερώνυμου, το τρίτο κουτάβι ανοίγει τα μάτια του και βαφτίζεται προς τιμήν του Ρώνυ.

Σχολιασμός

Εδώ έχουμε τον συγγραφέα να παίζει με τις αντιθέσεις: 
  • ένας μοναχός από τη μια, κι ένας αρχιεπίσκοπος από την άλλη. 
  • Η ταπεινή όψη της θρησκείας στη μορφή του αγαθού Βικέντιου από τη μιά και η δημόσια, επιβλητική της έκφραση (αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος), βαδίζουν παράλληλα,
  • την αμφιταλάντευση ανάμεσα στη θρησκευτική πίστη και την εκκοσμίκευσή της,
  • η σκληρή ζωή του μοναχισμού από τη μιά και η ανάγκη για συντροφικότητα από την άλλη,
  • ο αγώνας μεταξύ ζωής και θανάτου,
  • ο σιωπηλός πόνος, για ένα πλάσμα ταπεινό και άκακο όπως η μικρή σκυλίτσα, σε αντιδιαστολή με ένα δημόσιο πένθος, όπως αυτό του θανάτου του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου,
  • το δόσιμο χωρίς ανταπόδοση.
Θα περίμενε κανείς από τα παραπάνω, το βιβλίο να είναι γεμάτο από νουθεσίες και διδάγματα για μια καλύτερη ζωή. Τίποτα απ' αυτά δεν υπάρχει. Ο αναγνώστης πλημμυρίζεται από αφτιασίδωτο συναίσθημα, πληθώρα εικόνων και εντέλει ονειρικών καταστάσεων που τον συνεπαίρνουν. Γιατί και με απλά, απέριττα, φυσικά και καθημερινά "υλικά" μπορείς να "ζωγραφίσεις" μαγικές εικόνες και να δώσεις ζωή στην αφήγηση:
«Γονάτισε στα σανίδια και ακούμπησε το χέρι του στη σακουλιασμένη της κοιλίτσα. Ανάσα καμιά. Η καρδιά του τρεμόπαιξε μες στα στήθια. Εσκυψε βαθιά κι έχωσε το κεφάλι του μες στην ψαροκασέλα, ακούμπησε τ’ αυτί του στο κορμάκι της. Και τότε, έτσι γονατιστός, ανασηκώθηκε, κοίταξε τον ουρανό κι έβγαλε μια κραυγή ο δόλιος, που έσκισε πέρα για πέρα την παγερή βουή του βοριά. Σήκωσε τα χέρια ψηλά σε παράκληση κι έμεινε κάμποση ώρα εκεί ασάλευτος. Από τα μάτια του κυλούσανε καυτά ποτάμια κι η μύτη του άρχισε να πλημμυρίζει». Έτσι περιγράφει ο συγγραφέας τον αφόρητο πόνο και την οδύνη του μοναχού Βικέντιου για τον θάνατο όχι ενός ανθρώπου, αλλά για τη σκυλίτσα του, τη Σίσσυ, τη μόνη του συντροφιά του εδώ και χρόνια. 

Εκείνο όμως που θέλει να δείξει ο συγγραφέας δεν είναι τον πόνο του θανάτου ή την προσήλωση στην πίστη. Δείχνει τον αγώνα του μοναχού Βικέντιου που αφοσιώνεται στο να διασώσει τα τρία κουτάβια της Σίσσυς. Αγωνίζεται ψυχή τε και σώματι να καταφέρει να τα μεγαλώσει μέσα στις αντίξοες συνθήκες του κρύου, του παλιού μοναστηριού. Για να το καταφέρει, για να νιώθουν τη ζεστασιά του σώματος, ο Βικέντιος τα κουβαλάει τυλιγμένα σε μια κάλτσα στη δεξιά τσέπη του ράσου του στη διάρκεια της μέρας. «Εχωσε το χέρι του στην τσέπη και το ανασήκωσε, έβγαλε τα μπροστινά του ποδαράκια έξω και πέρασε το τσεπόχειλο κάτω από τις μασχαλίτσες του. Απόμεινε αυτό να, κρεμάμενο, με το κορμάκι του μέσα στην τσέπη και τα τυφλά ματάκια του κατάφατσα στον πρωινό ήλιο».
Γιατί το νόημα της ζωής είναι το τι διαλέγουμε να… φυλάμε και να προστατεύουμε μέσα στο δεξί ημισφαίριο του εγκεφάλου μας, στην ψυχή μας δηλαδή.

Επίλογος

Το βιβλίο αυτό αποτελεί για μένα καθαρά λογοτεχνικό γεγονός. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Ανυπομονώ να διαβάσω και άλλα βιβλία του Γιάννη Μακριδάκη, όπως το "Ανάμισης ντενεκές", το δε "Η άλωση της Κωσταντίας" το έχω δανειστεί ήδη.

O Γιάννης Μακριδάκης

O Γιάννης Μακριδάκης (akridaki@gmail.com) γεννήθηκε το 1971 στη Xίο και σπούδασε Mαθηματικά. Το 1997 ίδρυσε το Kέντρο Xιακών Mελετών Πελινναίο.

Για το βιβλίο του αυτό λέει στην Συνέντευξή του στην Κρυσταλία Πατούλη:
"Το ράσο είναι το χαϊδεμένο μου, γιατί εκτός των άλλων το έχει αγαπήσει πολύ ο κόσμος. Μου ξύπνησε μέσα μου το μοναστήρι που από μικρό παιδί μου άρεσε και με ενέπνεε όλη αυτή η φύση εκεί, και άρχισα να πηγαίνω κάθε μέρα επί τρεις μήνες και να μαζεύω ήχους, ομιλίες, λόγους, μυρωδιές, εικόνες για να γράψω το βιβλίο. Και όταν ένιωσα έτοιμος ότι έχω πολύ υλικό μαζέψει μέσα μου, αποσύρθηκα και πήγα και σκεφτόμουν ποια θα είναι η ιστορία που θα μπει για να τα συνδέσει όλα αυτά τα πράγματα που είχα μαζέψει, και ξαφνικά πέθανε ο Χριστόδουλος και μού δωσε τη φλασιά! Το ράσο είναι το βιβλίο, άλλωστε, που με έχει σημαδέψει σε σχέση με την εικόνα που έχουν για μένα οι αναγνώστες και σήμερα είναι στην 11η χιλιάδα ή στην 12η.

Στη… δεξιά τσέπη του ράσου του ο Μακριδάκης τι έχει φυλαγμένο; 

Την ψυχή μου φαντάζομαι ότι έχω φυλαγμένη εκεί. Την ψυχή μου, την αφέλειά μου και το πάθος μου. Αυτά, που δεν με αφήνουν να συμμορφωθώ με την κοινωνία. Που είμαι 40 χρονών και δεν θυμάμαι ποτέ να είδα μια διαφήμιση στην τηλεόραση και να είπα ότι με αφορά. Μα ποτέ. Τα ‘βλεπα όλα σαν ένας παρατηρητής που βλέπει πράγματα που αφορούν μόνο τους άλλους. Και όχι μόνο στις διαφημίσεις. Σε όλα. Λες και είμαι αλλού. Αυτό. Φυλάω τη μοναχικότητά μου. Ύμνος στη μοναχικότητα είναι το ράσο. Και στην αγνή αγάπη. Στην αγνή πίστη,"

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2012) Το ζουμί του πετεινού, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2011) Η άλωση της Κωσταντίας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2010) Ήλιος με δόντια, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2010) Λαγού μαλλί, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2010) Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι· όλοι, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2009) Η δεξιά τσέπη του ράσου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2008) Ανάμισης ντενεκές, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(2007) 10.516 μέρες, Πελινναίο
(2006) Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι· όλοι, Πελινναίο



#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

-------------------------------


Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

«Η άλωση της Κωσταντίας» συνέντευξη του Γιάννη Μακριδάκη

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 15, 2012
Μια αφήγηση – παρουσίαση από την Κρυσταλία Πατούλη για την εμπειρία ανάγνωσης του μυθιστορήματος «Η άλωση της Κωσταντίας», το νέο βιβλίο του συγγραφέα Γιάννη Μακριδάκη που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εστία.

«Εμείς οι χριστιανοί», έλεγε η Κωνσταντία, «δεν βάζουμε γαμπρούς Οθωμανούς ή νύφες Τούρκισσες στα σπίτια μας, πεντακόσια χρόνια το βαστούσαμε αυτό, από παππούδες μας το βρήκαμε να μην παίρνουμε από αυτούνους». Η ίδια, από κείνες τις Πολίτισσες, που παρέμειναν αναγκαστικά και για πάντα εκτός συνόρων της πατρίδας τους, αλλά όπως και όλοι οι έλληνες στη συνοικία του Τζιχάνγκιρ, συντηρεί με νύχια και με δόντια τα «σύνορά» της στις πεποιθήσεις, τη θρησκεία, τη γλώσσα, τις... συνταγές και κυρίως τα όνειρα για το μέλλον της κόρης της.

Παραδοσιακή Κωνσταντινοπολίτισσα, λοιπόν, -όχι τυχαία- η Κωσταντία γιατί, δεν έχει να… ανατρέψει. Ακόμη και οι λέξεις της «βγαίνουν σαν ψυχές» από το παρελθόν, ανάμεσα σε… βαριές ανάσες, καθώς διαβάζει απνευστί το σοκαριστικό γράμμα του γαμπρού της, που συλλαβίζει… μόνο ανατροπές.

Η κόρη της, έκανε το λάθος (τώρα το βλέπει!) και τον παντρεύτηκε πριν ένα χρόνο τον Γιάννη, έναν χιώτη -τάχα μου δήθεν- στην καταγωγή (όπως συνειδητοποιεί επίσης τώρα) και φιλόλογο στο επάγγελμα (στο μόνο που δεν την κορόιδεψε ο... αθεόφοβος, αλλά που ξέρεις μ' αυτόν!).
«Ις there anybody out there?» μοιάζει να φωνάζει από την άλλη πλευρά ο Γιάννης, δραπετεύοντας από το... The Wall, ενώ εξομολογείται στην πολυσέλιδη επιστολή που έστειλε από την Χίο εν έτη 2005 στην 65χρονη πεθερά του, την πραγματική ιστορία της καταγωγής του, ξετυλίγοντας βασανιστικά το νήμα που τον δένει με τις ρίζες του, το πολύπλοκο όσο και τρομακτικό γενεόγραμμά του.

Και η αφήγηση προχωράει με συναρπαστική αγωνία, σε δύο σκηνικά, ένα αυτό του γράμματος του Γιάννη, και ένα εκείνο της Κωσταντίας με τη φίλη της Βαγγελία που το διαβάζουν όλη τη νύχτα, χάνοντας τον ύπνο τους, σχολιάζοντάς το γραμμή προς γραμμή.

Η αφήγηση, άλλωστε, είναι και η λέξη κλειδί αυτού του μυθιστορήματος που η «Άλωση της Κωσταντίας» όχι μόνο την ανανοηματοδοτεί αλλά και την προστατεύει ως κόρη οφθαλμού... καθώς μέσω αυτής, ο ήρωάς του ανακατασκευάζει το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον, και μάλιστα, όχι μόνο το δικό του μα και του κάθε εν δυνάμει «άλλου», του κάθε εν δυνάμει «διαφορετικού» (υιοθετώντας τις πολλές, πολύπλοκες και ιδιοσυγκρασιακές "φωνές" τους κατά Μιχαήλ Μπακτίν) εντός και εκτός μας.

Σταθείτε στην σκηνή που ο Γιάννης αντικρίζει για πρώτη φορά τον πατέρα του. Αριστουργηματική και απίστευτα αληθινή στιγμή. Είναι, όμως άραγε η αλήθεια; Το μόνο σίγουρο είναι ότι μένει ανεξίτηλα σαν αποτύπωμα στο μυαλό του αναγνώστη επαναλαμβάνοντας ότι τελικά, τις «Ιθάκες» μας τις κατασκευάζουμε εμείς οι ίδιοι και όχι μόνο ως προορισμό, μα κυρίως ως αφετηρία.

Η επινόηση είναι η μεγαλύτερη αλήθεια; Είμαστε άραγε μόνο ότι κάθε φορά επιλέγουμε να αφηγούμαστε; Ο τρόπος, η συνήθεια, ο σκοπός της αφήγησής μας; Είμαστε οι... λέξεις μας; Τα σύνορα; Τα τείχη που διαλέγουμε να φυλάμε σαν... Θερμοπύλες;

Με ανάλογα αναπάντητα ερωτήματα (ο Μακριδάκης άλλωστε, δεν συνηθίζει να δίνει απαντήσεις, να κάνει διδαχές, να καταδεικνύει, ή να χειραγωγεί) και ενώ ο ένας επαναπροσδιορισμός σαν ντόμινο συμπαρασέρνει τον επόμενο καταρρίπτοντας μοιραία όλες τις προηγούμενες... αλήθειες, η αφήγηση φτάνει στο τέλος της και παρόλα τα σασπένς, την ανεπανόρθωτη... έκθεση των ηρώων, την τραγωδία και την συγκίνηση συγχρόνως με την κωμωδία και το ξεκαρδιστικό γέλιο, ξαφνικά το σκηνικό, οι πρωταγωνιστές και οι ιστορίες τους δείχνουν απελπιστικά απαράλλακτοι. Κι όμως, ΟΛΑ, έχουν αλλάξει.

Το ευφυέστερο σύγγραμμα του Μακριδάκη και ένα βιβλίο, αναμφισβήτητα χωρίς σύνορα.

συγγραφέας Γιάννης Μακριδάκης γεννήθηκε το 1971 στη Χίο και σπούδασε μαθηματικά. Από το 1997, που ίδρυσε το Κέντρο Χιακών Μελετών με σκοπό την έρευνα, αρχειοθέτηση, μελέτη και διάδοση των τεκμηρίων της Χίου, οργανώνει τα ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα του Κέντρου, επιμελείται τις εκδόσεις του και διευθύνει το τριμηνιαίο περιοδικό “Πελινναίο”. Έχει γράψει τα βιβλία “Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι, όλοι. Χιώτες πρόσφυγες και στρατιώτες στη Μέση Ανατολή: Μαρτυρίες 1941 – 1946″ (εκδ. Κ.Χ.Μ., Πελινναίο 2006) και “10.516 μέρες: Ιστορία της νεοελληνικής Χίου 1912 -1940″, ιστορικό αφήγημα (εκδ. Κ.Χ.Μ., Πελινναίο 2007), το πρώτο μυθιστόρημά του “Aνάμισης ντενεκές” (Eστία 2008) κυκλοφόρησε τον επόμενο χρόνο (2009) και στα τουρκικά, “Η δεξιά τσέπη του ράσου”, νουβέλα (Εστία 2009), “Ήλιος με δόντια”, μυθιστόρημα (Εστία 2010), “Λαγού μαλλί”, νουβέλα (Εστία 2010), “Η άλωση της Κωσταντίας”, μυθιστόρημα (Εστία 2011), “Το ζουμί του πετεινού”, νουβέλα (Εστία 2012).

Διαβάστε ακόμη για την προσεχή μεταφορά του βιβλίου στο σανίδι του θεάτρου Μεταξουργείο:
---------------------------------------
Πηγή: tvxs.gr

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.