Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Logicomix - Του Απόστολου Δοξιάδη

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012

Είναι αλήθεια ότι από μικρός δεν τα πήγαινα και τόσο καλά με τα κόμικς, σε αντίθεση με άλλους συνομηλίκους μου. Αν δεν είχα διαβάσει τον “θείο Πέτρο…” σίγουρα με δυσκολία αν όχι με άρνηση θα αντιμετώπιζα το νέο βιβλίο του Δοξιάδη. Ακόμη και κατά τη διάρκεια που διάβαζα το βιβλίο πολλές φορές αναρωτήθηκα αν θα ήυαν καλύτερα να μην ήταν σε μορφή κόμικς. Προς το τέλος του βιβλίου και ιδιαίτερα όταν διάβασα τον επίλογο και το σημειωματάριο και ξαναέφερα στη φαντασία μου τις μορφές των μεγάλων μαθηματικών στους οποίους αναφέρονταν το βιβλίο σαν σε καλοφτιαγμένο φιλμ, μπόρεσα να βρω την ομορφιά, την πρωτοτυπία και την δυσκολία του όλου εγχειρήματος.
Ναι τώρα μπορώ να πω πως ήταν τολμηρό το εγχείρημα, μα άξιζε ο κόπος. Μας έβγαλε απο την πεπατημένη, μας οδήγησε στα μονοπάτια της φωτογραφίας, της εικόνας και του παραμυθιού με φινέτσα, απλότητα και χάρη.

Με λίγα λόγια το βιβλίο αναφέρεται στη ζωή του μαθηματικού και φιλοσόφου Μπερτραντ Ράσελ, ο οποίος 3 μέρες μετά την έναρξη του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, ευρισκόμενος στην Αμερική σε ένα πανεπιστήμιο για να κάνει μια ομιλία του, πολιορκήθηκε από πλήθος “απομονωτιστές” Αμερικανούς που ήταν ενάντιοι στο να συμμετάσχει η Αμερική στον πόλεμο για να βοηθήσουν του Ευρωπαίους φίλους τους. Έτσι αναγκάστηκε να αλλάξει την ομιλία του για να τους μεταπείσει ή καλύτερα να τους προβληματίσει, αναφερόμενος στο ρόλο που έπαιξε στη ζωή του η Λογική, τα Μαθηματικά και οι κανόνες που ακολούθησε στη ζωή του. Έτσι μαθαίνουμε απλά και παραστατικά την πολυτάραχη ζωή του, τον αγώνα του για την κανονικοποίηση των Μαθηματικών και έτσι γνωρίσαμε όλη την αφρόκρεμα των επιφανών Μαθηματικών του 19ου και των αρχών του 20 αιώνα. Κυρίαρχη άποψη των συγγραφέων είναι ότι όσο πιο μεγαλοφυής είσαι τόσο πιο κοντά είσαι στην τρέλα την δικιά σου ή παιδιών σου. 

Η ανάγνωση είναι πολύ ευχάριστη και αποδοτική, επειδή γνωρίζεις σαν σε παραμύθι επιφανείς Μαθηματικούς όπως τον Φρέγκε, τον Καντορ, τον Ουάiντχεντ, το Γκέντελ, τον Βιτγκεσταιν και τόσους άλλους, μαθαίνει για το “παράδοξο του Ρασελ” και την περίφημη θεωρία της μη πληρότητας του Γκέντελ, που τάραξε το έως τότε οικοδόμημα των μαθηματικών και ανάγκασε τον περίφημο Φρέγκε να πάρει πίσω το υπο έκδοση βιβλίο του. Επίσης μαθαίνουμε τον κοπιαστικό δρόμο της Λογικής και των Μαθηματικών τόσων επιφανών επιστημόνων, που για πολλούς το τέλος τους περίμενε η τρέλα ή η μελαγχολία. Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι τα πράγματα όχι μόνο στη ζωή και στο κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά ακόμα και στις επιστήμες όπως τα Μαθηματικά. δεν είναι απλά όπως το 1+1=2, αλλά όπως η περίφημη θεωρία της μη πληρότητας απέδειξε, πιο πολύπλοκα έως μη αποδείξιμα. 

Η πλοκή του όλου εγχειρήματος διανθίζεται από τους διάλογους των συγγραφέων – δημιουργών, που και οι ίδιοι φαίνεται να αναρωτιούνται για το ρίσκο του εγχειρήματος με τα κόμικς. Επίσης είναι εντυπωσιακό το κλείσιμο του έργου με την τριλογία του Αισχύλου την Ορέστεια, η οποία προφανώς επιλέχθηκε επειδή ταιριάζει γάντι στο όλο περίεργο – πολύπλοκο – τρελό εγχείρημα των Μαθηματικών και της Λογικής όπως εξελίχθηκε έως σήμερα, παρά τις τόσες νίκες που επιτεύχθηκαν.
Τελειώνοντας νομίζω ότι σύντομα θα ξαναδιαβάσω τα κόμικς του βιβλίου, και ήδη άρχισα να ενδιαφέρομαι να μάθω περισσότερα για τον Γκέντελ, τον Φρέγκε κ.α.

Απο το ΒΗΜΑ 19/12/2008 (συνέντευξη του Α. Δοξιάδη):

Στο «Logicomix» του Απόστολου Δοξιάδη ήρωες είναι οι διασημότεροι μαθηματικοί και φιλόσοφοι της ιστορίας, οι περισσότεροι από τους οποίους κατέληξαν σε ψυχιατρεία, αυτοκτόνησαν ή πέθαναν υπό μυστηριώδεις συνθήκες Οταν τα μαθηματικά γίνονται κόμικ GRAPHIC NOVEL ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΦΕΡΜΟΥ | Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2008
Στα 15 του εισήχθη στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, στο δεύτερο έτος των Μαθηματικών. Μετά το Μεταπτυχιακό στην Ecole des Hautes Etudes στο Παρίσι (αποφοίτησε σε ηλικία 20 ετών) γύρισε στην Ελλάδα και αφοσιώθηκε στο γράψιμο. Με το διάσημο βιβλίο του Ο θείος Πέτρος και η θεωρία του Γκόλντμπαχ ο Απόστολος Δοξιάδης κατοχύρωσε νέο λογοτεχνικό είδος: το μαθηματικό μυθιστόρημα. Σκηνοθέτησε δύο αξιόλογες ταινίες. Μετέφρασε Σαίξπηρ και Ο' Νιλ, έγραψε και σκηνοθέτησε θεατρικά έργα.
Μία από τις σημερινές ασχολίες του είναι η διερεύνηση της σχέσης μαθηματικών και αφήγησης ως μορφών νοητικής λειτουργίας - μια διερεύνηση «στα όρια της γνώσης». Αυτή πραγματοποιείται από την ομάδα «Θαλής και Φίλοι» (www.thalesandfriends.org) που διοργανώνει διεθνή συνέδρια με συμμετέχοντες γνωστούς μαθηματικούς, φιλοσόφους, αφηγηματολόγους και ιστορικούς της επιστήμης. Ο Δοξιάδης σε συνεργασία με τον Μπάρι Μαζούρ (καθηγητής στο Harvard, μείζων μαθηματικός) θα επιμεληθούν τον τόμο (Cambridge University Press) με τα πορίσματα των συνεδρίων. Είναι αναντίρρητα ένα ανεξερεύνητο πεδίο και ο Δοξιάδης πάλι καινοτομεί.
Το ευρύ κοινό ωστόσο θα γοητευθεί περισσότερο από το νέο έργο του, ένα «γραφιστικό μυθιστόρημα» («graphic novels» αποκαλούνται τα μυθιστορήματα σε μορφή κόμικ) με τίτλο «Logicomix», το οποίο σύντομα θα εκδοθεί από τον οίκο Bloomsbury. Προ καιρού η εφημερίδα «International Herald Tri-bune» σημείωσε: «Ο Βlοomsbury, τώρα χωρίς τον “Χάρι Πότερ” ως ναυαρχίδα, εκδίδει το “Logicomix”, ένα βιβλίο που ο “Independent” θεώρησε συνέχεια του “Κόσμου της Σοφίας”».
Το βιβλίο αφηγείται μια ιστορία ανθρώπινη, γοητευτική και τραγική: την ανάπτυξη της σύγχρονης μαθηματικής λογικής αλλά και της αναλυτικής φιλοσοφίας. Είναι ουσιαστικά η ιστορία των ανθρώπων της. Κύρια ονόματα σε αυτή την πορεία είναι οι Γκέτλομπ Φρέγκε, Μπέρτραντ Ράσελ, Αλφρεντ Γουάιτχεντ, Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν, Ντάβιντ Χίλμπερτ, Κουρτ Γκέντελ και Αλαν Τιούρινγκ. Επειδή είναι μυθιστόρημα, ο Ράσελ γίνεται κεντρικός αφηγητής.
Παρά το θέμα του, το βιβλίο απευθύνεται στον μέσο αναγνώστη, ενώ οι εικόνες μεταφέρουν την αίσθηση και την ατμόσφαιρα της εποχής. Τα κόμικς δημιουργούν ο Αλέκος Παπαδάτος και η Αννί Ντι Ντονά. Γράφεται σε συνεργασία με τον Χρίστο Παπαδημητρίου από το Berkeley, έναν από τους κορυφαίους θεωρητικούς των ηλεκτρονικών υπολογιστών. «Το βασικό παράδοξο που διηγείται το “Logicomix” είναι ότι μια καθαρά φιλοσοφική αναζήτηση γύρω από τη φύση της αλήθειας που καταλήγει σε προσωπικές τραγωδίες έχει ως επίλογο την πιο πρακτική εφεύρεση του 20ού αιώνα, τον ηλεκτρονικό υπολογιστή» εξηγεί ο Απόστολος Δοξιάδης.
Στο επίκεντρο βρίσκεται ο βιεννέζος μαθηματικός Κουρτ Γκέντελ, ο «νέος Αριστοτέλης», όπως ονομάζεται. Ηταν ο άνθρωπος που ψάχνοντας να αποδείξει την πληρότητα εφηύρε το θεώρημα της μη πληρότητας, που κατοχύρωσε τα όρια της λογικής: ακόμη και στο πιο λογικό σύστημα, στα μαθηματικά (την κορωνίδα των επιστημών), θα υπάρχουν πάντα κομμάτια που θα ξεφεύγουν από τα εργαλεία της λογικής. Η λογική δεν είναι ποτέ πλήρης. Το θεώρημα της μη πληρότητας - που επηρέασε τα μαθηματικά λιγότερο απ' όσο την ιστορία της επιστήμης - ήταν τόσο ριζοσπαστικό όσο οι θεωρίες του Δαρβίνου, του Μαρξ, του Φρόιντ, του Αϊνστάιν… Στο υπόβαθρό του ανιχνεύεται ένα επίμαχο ερώτημα: Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με τη Μαθηματική Λογική κατέληξαν σε ψυχιατρεία, αυτοκτόνησαν ή πέθαναν σε ασύλληπτα μυστήριες συνθήκες; Τις απαντήσεις στα ερωτήματα δίνει ο συγγραφέας στη συνέντευξη που ακολουθεί. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΔΟΞΙΑΔΗΣ «Οταν γράφω ξεχνάω τις θεωρίες»
Ο Απόστολος Δοξιάδης εξηγεί πώς γίνονται τέχνη τα μαθηματικά, πώς ένα κόμικ μπορεί να μοιάζει με τραγωδία.
- Θα αποδεχόσασταν τον χαρακτηρισμό homo universalis;
«Φοβάμαι πως ό,τι κερδίζει κανείς σε πλάτος το χάνει σε βάθος. Με έχει ταλαιπωρήσει χρόνια αυτός ο διχασμός - μαθηματικά, κινηματογράφος, λογοτεχνία. Τελικά όμως νομίζω ότι συμβαίνει διότι μονίμως ψάχνω κάτι κοινό σε όλα. Αρχίζω να νιώθω ότι υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής, ότι όλα είναι διερευνήσεις ενός τρόπου να αντιμετωπίζει κανείς την πραγματικότητα. Με ενδιαφέρει η επικάλυψη όλων αυτών των πραγμάτων παρά η διαφοροποίησή τους, εξ ου και η διερεύνηση της σχέσης μαθηματικών και αφήγησης».
- Η τέχνη όμως δεν προσεγγίζεται μόνο εγκεφαλικά. Εννοείται πρώτα σε συναισθηματικό επίπεδο.
«Το συναίσθημα είναι το υπέδαφος επάνω στο οποίο λειτουργώ. Οταν γράφω ξεχνάω τις θεωρίες. Τις θυμάμαι ξανά όταν προσπαθώ να βάλω σε τάξη τα πράγματα που έχω γράψει, όταν μια πιο συστηματική μεθοδολογία μετράει. Αλίμονο όμως σε εκείνον που πάει να γράψει με κανόνες. Δεν μπορεί να γίνει ούτε στη μουσική. Η φούγκα, που είναι ίσως η πιο μαθηματικά περιγράψιμη μορφή μουσικής, έχει το παράδοξο ότι ο Μπαχ που κατάλαβε καλύτερα από όλους θεωρητικά την αυστηρή φόρμα της φούγκας είναι και ο μόνος που έγραψε πραγματικά μεγάλες φούγκες. Οι άλλοι κατάφεραν να μιμηθούν τέλεια τα μαθηματικά της αλλά καθόλου την έμπνευσή της. Ακριβώς το ίδιο ισχύει στα μαθηματικά. Το να καταλάβει κανείς λογικά τα μαθηματικά δεν σημαίνει ότι γίνεται μεγάλος μαθηματικός. Οι μεγάλες ανακαλύψεις και ανατροπές γίνονται με τα άλματα της έμπνευσης και της φαντασίας».
- Αυτό όμως δεν αντιφάσκει με τη βασική ιδέα του «Logicomix», ότι υπάρχει σχέση μεταξύ ψυχασθένειας και Μαθηματικής λογικής, σαν να γίνεται ένα πάντρεμα λογικού και παραλόγου;
«Λέω ότι στην ιστορία των μαθηματικών δεν υπάρχει ψύχωση, εκτός από αυτόν τον συγκεκριμένο τομέα. Η μαθηματική λογική είναι ένας μικρός κλάδος των μαθηματικών. Στα πρώτα 50 χρόνια η κύρια ιστορία του κλάδου αυτού γράφτηκε από δέκα ανθρώπους. Οι πέντε από αυτούς νοσηλεύτηκαν σε ψυχιατρικά ιδρύματα και οι άλλοι δύο είχαν έντονο ψυχιατρικό ιστορικό. Και σε κάνει να αναρωτηθείς: Γιατί δεν υπάρχει τρέλα στα μαθηματικά και υπάρχει ειδικά εκεί; Η σκέψη που αναπτύσσω είναι ότι ορισμένες προσωπικότητες με έντονα σημάδια ψυχοπαθολογίας προσελκύστηκαν από τον συγκεκριμένο τομέα γιατί εκείνη την εποχή προσέφερε κάποια στοιχεία βεβαιότητας που λειτούργησαν ψυχοθεραπευτικά επάνω τους. Ετσι ο λόγος που φτιάχτηκε η Μαθηματική Λογική ήταν από τις νευρώσεις των δημιουργών της. Αρα, αν θέλετε, με κάποια έμμεση έννοια - σχεδόν δαρβινική - το υποκειμενικό στοιχείο μπαίνει και στα μαθηματικά. Δαρβινική, διότι διαλέγονται από τη νεύρωσή τους».
- Με τον Κουρτ Γκέντελ έχετε σταθερή σχέση: γράψατε ένα θεατρικό («Δέκατη έβδομη νύχτα») με αυτόν ως κεντρικό πρωταγωνιστή αλλά κάνει και ένα πέρασμα από τον «Θείο Πέτρο». Τώρα είναι βασικός χαρακτήρας στο «Logicomix».
«Αυτό είναι ένα παράξενο κλείσιμο του λογαριασμού μου μαζί του. Είναι το τέλος μιας τριλογίας. Πέθανε το 1978 στα 72 του χρόνια από ασιτία. Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο για ασήμαντο πρόβλημα και πέθανε 17 ημέρες αργότερα διότι αρνιόταν να φάει πιστεύοντας ότι οι γιατροί ήθελαν να τον δηλητηριάσουν. Δηλαδή, δεν τρως επειδή φοβάσαι μη σε δηλητηριάσουν και άρα πεθαίνεις από ασιτία. Αυτό δεν είναι απλώς παράλογο, ειδικά όταν μιλάμε για τον “νέο Αριστοτέλη”».
- Το θεώρημα της μη πληρότητας μας οδηγεί στη μεταφυσική;
«Τείνω να πω ναι με την έννοια ότι ερωτήματα αβεβαιότητας και αμφιβολίας συναντάμε παντού στη ζωή μας. Η ζωή μας είναι γεμάτη από πράγματα που δεν θα γνωρίσουμε ποτέ ούτε θα αποδείξουμε. Ισως είναι πολύ πιο δύσκολο να καταλάβουμε ότι δεν θα τα γνωρίσουμε και δεν θα τα αποδείξουμε ποτέ. Το θεώρημα μπορεί να οδηγήσει κάποιον στον Θεό ή σε υπαρξιακή κρίση… Με αυτή την έννοια αποκαλώ το “Logicomix” τραγωδία: για κάποιους ανθρώπους η περιπέτεια της αναζήτησης της πληρότητας ήταν και η περιπέτεια της αναζήτησης του νοήματος της ζωής που τελικά τελείωσε τραγικά». 

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

---------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 5/11/09 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου)  

«ΓΕΝΙΑ XNET» του Κόρι Ντοκτορόου, Εκδ. Πατάκη (11/2009)

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012
«ΓΕΝΙΑ XNET» του Κόρι Ντοκτορόου.
Μετάφραση: Ισιδώρα Γενούζου.
Εκδ. «Πατάκη», σελ. 480, € 19.

Το βιβλίο το διάβασα τον Νοέμβρη του 2009 που λόγω και της ειδικότητάς μου αποτέλεσε για μένα πολύ ενδιαφέρον θέμα. Αποτελεί μια σύγχρονη έκδοση του «1984» του Οργουελ. Ο συγγραφέας το έγραψε με αφορμή την 11η Σεπτεμβρίου και το πογκρόμ που ακολούθησε η τότε Αμερικανική κυβέρνηση στο όνομα της δήθεν καταπολέμησης των τρομοκρατών.
Μια έκρηξη βόμβας στην γέφυρα Μπέι του Σαν Φραντσίσκο με χιλιάδες νεκρούς αποτελεί την απαρχή της περιπέτειας για εκατοντάδες κατοίκους που κυνηγιούνται αμείλικτα από το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, στον όνομα δήθεν της καταπολέμησης της τρομοκρατίας.  Κάπου εκεί αρχίζει η περιπέτεια του 17χρονου Μάρκους Γιάλου και των φίλων του, οι οποίοι κατά την διάρκεια της αναμπουμπούλας και του πανικού, ενώ ψάχνουν για ασθενοφόρο για τον τραυματισμένο από το πλήθος φίλο τους, συλλαμβάνονται και οδηγούνται στο δικό τους Γκουντάναμο σε ένα νησί κοντά στην πόλη. Όταν μετά από λίγες μέρες απελευθερώνεται, ενώ οι γονείς του τον θεωρούν νεκρό, διαπιστώνει πως η πόλη του δεν είναι πια η ίδια: άνθρωποι του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας είναι παντού, παρακολουθούν τους πάντες και τα πάντα, κάμερες παντού, ακόμη και στις αίθουσες των σχολείων, τα πάντα ελέγχονται στο όνομα της ασφάλειας των πολιτών.
Ο Μάρκους όμως δεν είναι διατεθειμένος να απεμπολήσει τα συνταγματικά του δικαιώματα και ελευθερίες, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Σαν φανατικός χρήστης της τεχνολογίας των υπολογιστών, ξεκινάει τον δικό του ηλεκτρονικό ανταρτοπόλεμο, με βάση την τεχνολογία που γνωρίζει πολύ καλά: δημιουργεί με βάση μια παιχνιδομηχανή την XBOX, της οποίας την ασφάλεια είχε «σπάσει» κάποιος τελειόφοιτος το ΜΙΤ και ένα κλώνο του Linux το ParanoidLinux, ένα ελεύθερο δίκτυο υπολογιστών, μη ανιχνεύσιμο από την ασφάλεια. Δημιουργεί επιπλέον ένα μπλογκ που το ονομάζει Ανοικτή Εξέγερση, έρχεται διαμέσου αυτών σε επαφή με πολλούς νέους της ηλικίας του και μαζί προσπαθούν σαν συνωμοτική ομάδα, να παραπλανήσουν τους διώκτες τους και να δείξουν έτσι, ότι όσα ακόμα πιο ανόητα, σκληρά και καταπιεστικά μέτρα και αν πάρουν τα διάφορα Υπουργεία Ασφάλειας ή Υπουργεία Προστασίας Πολιτών κατά το ελληνικότερο, τελικά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μα κυρίως με τον αγώνα ακόμα και μιας έστω μειοψηφίας φωτισμένων  πολιτών, στο προκείμενο, με τον αγώνα μιας ομάδας νέων ανθρώπων, η ελευθερία και τα συνταγματικά δικαιώματα θα υπερισχύσουν και θα νικήσουν.
Η πλοκή του βιβλίου σε καθηλώνει. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι απλή και κατανοητή. Χρησιμοποιεί ελάχιστους τεχνικούς όρους. Οι μυημένοι στην πληροφορικοί βεβαίως καταλαβαίνουν περισσότερα, μα προπάντων διαπιστώνουν, ότι συγγραφέας βασίζεται σε υπαρκτές δυνατότητες της τεχνολογίας και της πληροφορικής. Υπ’ αυτή την έννοια αποτελεί κατά κάποιο τρόπο ένα εγχειρίδιο εναλλακτικής δικτυακής τεχνολογίας, ένα πρακτικό οδηγό ηλεκτρονικού αντάρτικου, που ίσως ήδη σήμερα μπορούν να χρησιμοποιήσουν ευφυείς χάκερ.
Όμως δεν είναι αυτός ο στόχος. Θέλει να δείξει όπως λέει, την αυταπάτη της ασφάλειας: «Φαντάσου ότι έχεις στην κατοχή σου κάτι πολύτιμο», εξηγεί ο Κόρι, «και ότι το κλείνεις σε ένα ατσάλινο χρηματοκιβώτιο. Όμως αρχίζεις να πιστεύεις ότι το χρηματοκιβώτιο δεν είναι αρκετό. Έτσι βάζεις και μια πρόσθετη κλειδαριά ασφάλειας. Και μετά ακόμα μια. Τελικά αντί να αισθάνεσαι ασφάλεια, εξοργίζεται καθώς οι κλειδαριές σε εμποδίζουν να πάρεις το αντικείμενο, τη στιγμή που το χρειάζεσαι. Αυτή είναι η μεγάλη αυταπάτη σε ό,τι αφορά την ασφάλεια. Το κράτος σού προσφέρει ασφάλεια, όταν είσαι τρομοκρατημένος. Εσύ δέχεσαι όλους τους περιορισμούς μπροστά στον φόβο μιας νέας επίθεσης. Και ύστερα παλεύεις από την αρχή να προασπίσεις τα δικαιώματα που επέτρεψες να σου καταπατήσουν».
Το βιβλίο σε καθηλώνει, δεν μπορείς να το αποχωριστείς μέχρι να φθάσεις στο τέλος. Αποτελεί ύμνο στην ελευθερία και στα δικαιώματα του πολίτη, σου δείχνει ότι το σκότος θα το διαδεχθεί πάντα το φώς, αρκεί να μη το βάλεις κάτω και καθίσεις παθητικός στον καναπέ σου. Απευθύνεται ιδιαίτερα στους νέους εκκολαπτόμενους πολίτες, αλλά αποτελεί και για τους υπόλοιπους ερεθιστικό και συνάμα χρήσιμο ανάγνωσμα.


Κόρυ Ντοκτορόου (από Πηγή)

O Κόρυ Ντοκτορόου gεννήθηκε στο Τορόντο του Καναδά, και ανατράφηκε σε ένα σπιτικό με εβραίους ακτιβιστές, που εργαζόταν στο κίνημα ενάντια στην πυρηνική ενέργεια, και συμμετείχε σε καμπάνιες της GREENPEACE σαν παιδί. Το 1999 βρέθηκε σε μια εταιρεία software. Το 2006 μετακόμισε στο Λος Άντζελες Born από το Λονδίνο, όπου εργαζόταν σαν συντονιστής για την Ευρώπη βοηθώντας να δημιουργηθεί το Open Rights Group, πριν παραιτηθεί το 2006 και αρχίσει να ασχολείται αποκλειστικά με τη συγγραφή. Τις ακαδημαϊκές χρονιές 2006-7, δίδαξε σαν επισκέπτης καθηγητής στο University of Southern California στο Τορόντο. Μετά γύρισε στο Λονδίνο. Είναι αρχισυντάκτης στο διάσημο blog Boing Boing. Γράφει τακτικά στα περιοδικά Popular Science και Make και σε άλλα γνωστά περιοδικά και εφημερίδες και είναι συχνά ομιλητής για τα πνευματικά δικαιώματα.

Το πρώτο του μυθιστόρημα δημοσιεύτηκε το 2003, και ήταν το πρώτο που κυκλοφόρησε έντυπα και ταυτόχρονα και σε ηλεκτρονική μορφή με μια ειδική άδεια (Creative Commons licenses) που επέτρεπε στους αναγνώστες του να το διαβάζουν ή/και να αν το διακινούν χωρίς να πληρώνουν δικαιώματα αρκεί να μην το χρησιμοποιούσαν για κέρδος.

Κέρδισε το βραβείο Campbell για τον καλύτερο νέο συγγραφέα το 2000, και το βραβείο Locus για το πρώτο καλύτερο μυθιστόρημα, και άλλα λιγότερα γνωστά βραβεία. Βρίσκεται στη λίστα του περιοδικού "Forbes" ανάμεσα στους είκοσι πέντε ανθρώπους του διαδικτύου με τη μεγαλύτερη επιρροή, ενώ το World Economic Forum τον συμπεριέλαβε στους Νέους Παγκόσμιους Ηγέτες. Κυκλοφόρησε το βιβλίο Little Brother το 2008 (ΓΕΝΙΑ Χnet) με το οποίο και κέρδισε άλλα δυο βραβεία.

Εργογραφία :

    * (2000) The Complete Idiot's Guide to Publishing Science Fiction
    * (2003) Down and Out in the Magic Kingdom
    * (2003) Truncat 2003
    * (2008) Little Brother

Στα ελληνικά κυκλοφορούν :

    * (2009) Γενιά Xnet, Πατάκη

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
---------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 14/7/10 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου)  

«ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΡΟΔΕΡΕΡ» του Γκιγέρμο Μαρτίνες, Εκδ. Πατάκη (08/2009)

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012
«ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΡΟΔΕΡΕΡ» του Γκιγέρμο Μαρτίνες
Μετάφραση: Τιτίνα Σπερελάκη,
Εκδ. «Πατάκη», σελ. 137, τιμή: 16 ευρώ.

Το «Σχετικά με τον Ροδέρερ» (Acerca de Roderer, 1992) είναι το πρώτο μυθιστόρημά του Μαρτινες που εγκωμιάστηκε πολύ στη χώρα του και έδειξε το ταλέντο του συγγραφέα.
Τα βασικά πρόσωπα του βιβλίου είναι δύο, ο αφηγητής - ίσως ο ίδιος ο συγγραφέας - και ο συμμαθητής του με τη ξεχωριστή ευφυΐα o Ροδερερ. Το όλο σκηνικό εκτυλίσσεται σε ένα χωριό της αργεντίνικης επαρχίας, όπου σκιαγραφείται η μιζέρια της ζωής των νέων στα στενά πλαίσια ενός τυπικού χωριού του Πουέντο Βιέχο: ένα μπάρ όλο κι όλο για τη νεολαία, όπου οι περισσότεροι παίζουν τυχερά παιχνίδια μέσα σε ακατάσχετη οχλαγωγία και κάποιοι ελάχιστοι στο βάθος του μαγαζιού πότε - πότε παίζουν και κανένα σκάκι. Και οι δυο τους είναι άτομα μεγάλης ευφυΐας, ο αφηγητής, πρώτος μαθητής στο σχολείο, ο Ροδερερ σκοτεινός, κλειστός τύπος, με πολλά εξωσχολικά βιβλία παραμάσχαλα, παρατάει το σχολείο και το ρίχνει στη μελέτη απομονωμένος από τον κόσμο και τη κοινωνία.
Υπάρχουν σύμφωνα με τον καθηγητή τους Ράγο «δύο κύριοι τύποι ευφυΐας»:
«Η πρώτη, είναι η αφομοιωτική. Η ευφυΐα που δρα σαν σφουγγάρι και απορροφά αμέσως ό,τι της προσφέρεται, που προχωράει με αυτοπεποίθηση και βρίσκει φυσικές, προφανείς τις σχέσεις και τις αναλογίες που άλλοι προηγουμένως έχουν καθορίσει, που είναι προσανατολισμένη σύμφωνα με τον κόσμο κι αισθάνεται στο στοιχείο της σε οποιοδήποτε τομέα της σκέψης». Η ευφυΐα, ακριβώς, του αφηγητή.
«Όσο για τον άλλο τύπο ευφυΐας, πιο σπάνιος, πιο δυσεύρετος, είναι μια ευφυΐα που βρίσκει παράξενα και πολλές φορές εχθρικά τα πιο κοινά δεσμά της λογικής, τα πιο τετριμμένα επιχειρήματα, το γνωστό και αποδεδειγμένο. Τίποτα δεν είναι γι’ αυτήν
«φυσικό», τίποτε δεν αφομοιώνει χωρίς να νιώσει ταυτόχρονα κάποια απόρριψη: ναι, είναι γραμμένο, παραπονιέται, κι όμως δεν είναι έτσι, δεν είν’ αυτό».
«Η ευφυΐα που διατρέχει τον κίνδυνο να περάσει για αβουλία ή για ηλιθιότητα. Την απειλούν κι αυτή δύο κίνδυνοι, πολύ πιο τρομεροί: η τρέλα και η αυτοκτονία. Πώς θ’ αντέξει αυτή την επίπονη διαμαρτυρία ενάντια σ’ όλα, αυτή την αίσθηση πως δεν
ταιριάζει με τον κόσμο, αυτό το βλέμμα που δε διακρίνει παρά ανεπάρκεια κι αδυναμία στους δεσμούς που όλοι οι υπόλοιποι βρίσκουν αναγκαίους».

Την πρώτη ευφυΐα την έχει ο αφηγητής που με την προτροπή του Ροδερερ σπουδάζει Μαθηματικά στη πρωτεύουσα και μετά ετοιμάζεται για διδακτορικό στην Αγγλία, είναι «Η ευφυΐα που τα πάει καλύτερα με τη ζωή», «η ευφυΐα των λεγόμενων ταλαντούχων, ή ικανών, που ο κόσμος διαθέτει κατά χιλιάδες», την άλλη την έχει ο αινιγματικός Ροδερερ, που παρατάει τα πάντα για να ανακαλύψει την αλήθεια, την αλήθεια του, και, εκεί που πίστεψε ότι τη βρήκε, χάνει τα πάντα: πρώτα την μητέρα του, μετά τον χτυπάει η σπάνια ασθένεια Λύκος, η οποία τον εξουθενώνει και λίγο πριν προλάβει να διηγηθεί την Αλήθεια του στον φίλο του πεθαίνει. Αυτό θυμίζει κάπου την περίπτωση του θείου Πέτρου από το βιβλίο "Ο θείος Πέτρος και η εικασία του Γκόλντμπαχ" του Δοξιάδη,που λίγο πριν πεθάνει ο μεγάλος μαθηματικός θείος Πέτρος, ειδοποίησε τον ανιψιό του ότι βρήκε τη λύση του προβλήματος, μα μέχρι αυτός να έρθει είχε πεθάνει.

Είναι ένα όμορφο μυθιστόρημα με στρωτή αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, που σκιαγραφεί μια σπάνια και αινιγματική μα και προικισμένη προσωπικότητα, τον Ροδερερ, με ένα καταθλιπτικό τέλος γι’ αυτόν. Είναι άραγε αυτή η μοίρα τέτοιων προικισμένων ανθρώπων;

---------------------------------
Βλέπε επιπλέον και εδώ


#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
---------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 14/7/10 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου)  

«Η χρονιά της ερήμου» - του Pedro Mairal

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012
« Η χρονιά της ερήμου» ή το ταγκό της βαρβαρότητας
(του Pedro Mairal, εκδόσεις Πόλις, Λέσχη 12/7/10)

Αρχικά θέλω να κάνω λίγο αυτοκριτική: έχω αποφασίσει εδώ και χρόνια για κάθε βιβλίο που διαβάζω, να γράφω 1-2 σελίδες, κάτι σαν περίληψη ή βιβλιοκριτική, κάτι τέλος πάντων για μένα τον ίδιο, να το θυμάμαι και να το ξαναδιαβάζω, όταν θέλω να το ξαναθυμηθώ μετά από χρόνια. Κάπου όμως το πράγμα ξέφυγε από τον αρχικό στόχο του, έγινε όλο και λιγότερο προσωπικό, λιγότερο υποκειμενικό, κάπου μια κακώς εννοούμενη προσωπική έπαρση μ’ έκανε να νομίζω ότι είμαι κάποιος φτασμένος βιβλιοκριτικός και έτσι, νομίζω κάπου έχασα… την μπάλα! Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις έγινε – όπως πάντα – μια φράση κλειδί, που νομίζω είπε η Χρυσούλα ή η Καλλιόπη, που είπε «εκείνο που μ’ έκανε το κλικ για να ενδιαφερθώ για τη Λέσχη σας, ήταν εκείνη η προσωπική κατάθεση ψυχής στη βιβλιοπαρουσίαση του Παναγιώτη για το «Θολό βυθό» του Ατζακά», πράγμα που κι εμένα μ’ άρεσε τότε. Έτσι λοιπόν τροποποιώ λίγο στο ποιο αυθεντικά προσωπικό το κείμενο που είχα αρχικά γράψει για το τρέχον βιβλίο, κι ελπίζω στο μέλλον – και με τη βοήθεια της ομάδας μας – να… βάλλω μυαλό.
Γενικά πάντως θέλω να πω, πως η συζήτηση που κάναμε την περασμένη Δευτέρα, στο πανέμορφο μπαλκόνι της Εξωραϊστικής, ήταν εξαιρετικά γόνιμη και νομίζω όχι μόνο για μένα. Σημαντικό ρόλο βέβαια έπαιξε το θέμα του βιβλίου σε συνδυασμό με την κατάσταση την οικονομικοπολιτική που περνάει η πατρίδα μας.

Η ηρωίδα του μυθιστορήματος η Μαρία Βαλντές Νέιλαν περιγράφει σε πρώτο πρόσωπο την περιπέτεια που έζησε εκείνη «την χρονιά της ερήμου» και της καταστροφής, στα τέλη του 2001 με αρχές του 2002 στην πατρίδα της την Αργεντινή, όταν κατέρρευσε οικονομικά η χώρα της κάτω από τις προσταγές του ΔΝΤ και της ντόπιας και διεθνούς οικονομικής μαφίας.

Αρχικά το πανύψηλο κτίριο του συγκροτήματος Γκαραι, στους τελευταίους ορόφους του οποίου λειτουργούσε η επενδυτική εταιρεία της «Σουάρες & Μπάιτος» όπου δούλευε η Μαρία σαν γραμματέας και τηλεφωνήτρια, έσφυζε από ζωή. Μετά άρχισαν οι διακοπές του ρεύματος μέχρι που κόπηκε τελείως. Οι υπολογιστές αχρηστεύτηκαν. Η Μαρία αναγκάστηκε να ξαναγυρίσει στην παλιά της γραφομηχανή. Οι εργασίες διακόπηκαν. Οι δρόμοι γέμισαν κόσμο που διαδηλώνει ολημερίς. Η αστυνομία παίρνει τα όπλα και βγαίνει πεζή και έφιππη με τα μαστίγια στους δρόμους να εκφοβίσει τους διαδηλωτές. Μάταια όμως. Μετά έρχεται και ο στρατός. Οι παρακρατικοί επίσης. Πέφτουν οι πρώτοι πυροβολισμοί. Νεκροί στον δρόμο. Όμως ο κόσμος έχει εξεγερθεί, οι διαδηλώσεις δεν σταματούν. Αστυνομία και στρατός αδυνατούν να σταματήσουν την λαϊκή οργή. Στα σουπερμάρκετ, όσα έχουν ακόμη κάτι στα ράφια τους, οι τιμές αλλάζουν συνεχώς και όσοι διαθέτουν ακόμα λίγα πέσος πέφτουν με τα μούτρα να πάρουν οτιδήποτε έχει τις λιγότερες αλλαγμένες ετικέτες τιμής. Πολλά καταστήματα λεηλατούνται από το εξαγριωμένο πλήθος. Η τηλεόραση στις λίγες ώρες πλέον που εκπέμπει και τα διάφορα ΜΜΕ παραπληροφορούν συστηματικά για τις διαδηλώσεις του κόσμου. Μιλούν για δήθεν δεκάδες κομμουνιστές που διαδηλώνουν, ενώ στην πραγματικότητα, όλος ο κόσμος χωρίς καμία κομματική ή άλλη καθοδήγηση, είναι στους δρόμους και στην πρωτεύουσα και στις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας. Το χάος διευρύνεται και με κόσμο που έρχεται από τις επαρχίες στην πρωτεύουσα. Ο κόσμος κάνει επιδρομή στις τράπεζες, όσες απέμειναν ακόμη για να αλλάξει τα τελευταία του δολάρια σχηματίζοντας τεράστιες ουρές. Ύστερα αρχίζει να αυτοοργανώνεται στις πολυκατοικίες που διαμένει. Οργανώνεται ενάντια στην «Κοσμοχαλασιά» που έρχεται από παντού να τον φέρει πίσω στον μεσαίωνα. Το μαρτύριο της Μαρίας έχει αρχίσει. Σαν υπνωτισμένη, προσπαθεί να περπατήσει στους γνωστούς της δρόμους, να συναντήσει τον αγαπημένο της Αλεχαντρο να σώσει την οικογένειά της, τον ίδιο της τον εαυτό. Στο διάβα της αυτό, θα βιώσει την ανθρώπινη βαρβαρότητα, το πλήρη εξευτελισμό, θα αναγκαστεί ακόμη και να σκοτώσει, αφού πρώτα πουλήσει το κορμί της για ένα πιάτο φαί, αλλά στο τέλος θα επιζήσει.

Τελικά μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει τόσο χαμηλά; Μπορεί ένας μέσος άνθρωπος όπως η Μαρία να γίνει άθυρμα του καθενός μόνο και μόνο για να επιζήσει; Η Μαρία από γραμματέας γίνεται άνεργη, πλύστρα, νοσοκόμα, καθαρίστρια στα πλοία, πόρνη, αγρότισσα, σχεδόν χασάπης, άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Και επιστρέφει σε ένα άδειο Μπουένος Άιρες, όπου στέκουν ακόμη ορισμένα ψηλά κτίρια μεταξύ των οποίων και το δικό της όπου δούλευε πριν. Εκεί μπαίνοντας, ενώ πιστεύει ότι τέλειωσε η περιπέτειά της, συναντά την κόλαση του Δάντη κυριολεκτικά: βλέπει εξαθλιωμένους τους παλιούς της εργοδότες και άλλους ανθρώπους στριμωγμένους και φοβισμένους ανάμεσα σε πτώματα κρεμασμένα .απ’ το ταβάνι.

Το βιβλίο δεν είναι πολιτικό, δεν είναι ψυχολογικό, δεν είναι κοινωνιολογικό, δεν είναι φιλοσοφικό, δεν είναι αλληγορικό, δεν είναι απλά λογοτεχνικό, είναι όλα αυτά μαζί στον υπερθετικό βαθμό. Σε καθηλώνει η αφήγηση, σε ΑΝΑΣΤΑΤΩΝΕΙ με την περιπέτεια της ηρωίδας που βιώνει η ίδια και οι γύρω της και σε κάνει να αναρωτιέσαι μέχρι που φτάνει η αντικειμενική εξιστόρηση της κατάστασης και που αρχίζει η μυθοπλασία του συγγραφέα. Αρχίζει να εξιστορεί μια πραγματική κατάσταση όπως το ότι η τηλεόραση εξέπεμπε μόνο 2 ώρες την ημέρα και φτάνει στο εύρημα του άρρωστου πατέρα της που ξυπνούσε μόνο όταν είχε πρόγραμμα η τηλεόραση και καταλήγει στο ότι ζούσε ή πέθαινε με βάση το on off του τηλεκοντρόλ στο νοσοκομείο. Κι αυτό προφανώς για να υπογραμμίσει την τεράστια εξάρτηση που έχουμε από τα ΜΜΕ και ιδιαίτερα από την τηλεόραση (κυρίως στους μεγάλης ηλικίας ανθρώπους) κ.α. Η υπερβολή, η αλληγορία, η μυθοπλασία και συνάμα η επιλεγμένη καταγραφή πραγματικών γεγονότων εκείνης της σκοτεινής περιόδου που πέρασε η χώρα του Pedro Mairal, δοσμένα όλα μαζί λογοτεχνικά με μια απλή και απέριττη γραφή, σε καθηλώνουν, μα το σημαντικότερο σε προτρέπουν λόγω της σημερινής παρόμοιας οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα, να ψάξεις παραπέρα για περισσότερες πληροφορίες για την τότε κατάσταση της Αργεντινής, να ξεδιαλύνεις το δίπολο μυθοπλασία – πραγματικότητα, να μάθεις στο τι πραγματικά συνέβη εκεί τότε.
________________________________
Παρακάτω επισυνάπτω υλικό που βρήκα στο διαδίκτυο που σχετίζεται με το βιβλίο, τον συγγραφέα και την κατάσταση της Αργεντινής τότε:

1.    Το τάνγκο της βαρβαρότητας – Ελευθεροτυπία Επτά, Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

2.    Εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Exanda (Αυγερόπουλος τότε στον Alpha) που γυρίστηκε λίγο μετά τα γεγονότα αρχές του 2002, πολύ κατατοπιστικό.

3.    Σχετικά με την Αργεντινή από την wikipedia.

4.    Αργεντινή 2001-Ελλάδα 2010. Η Ιστορία Επαναλαμβάνεται…Για να ΜΗΝ πάθουμε αυτά που έπαθαν στην Αργεντινή…

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
--------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 14/7/10 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου) 

Πυθαγόρεια εγκλήματα - Τεύκρος Μιχαηλίδης, εκδόσεις Πόλις (Αύγουστος 2010)

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2012

Τεύκρος Μιχαηλίδης, εκδόσεις Πόλις
  • Υπάρχουν όρια στην επιστημονική σκέψη;
  • Επιτρέπεται η χειραγώγησή της για να μην διαταραχθεί η “υπάρχουσα τάξη πραγμάτων”;
  • Η επιστημονική σκέψη ανήκει σε ένα κλειστό κύκλο μυημένων ανθρώπων, ή πρέπει να γίνεται αμέσως κτήμα ολόκληρης της κοινωνίας;
Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που θέτει το βιβλίο -εκτός των άλλων- και αφήνει στον αναγνώστη την απάντηση. Για τον σκοπό αυτό αναφέρεται σε 2 συγκεκριμένα εγκλήματα, που έγιναν με αφορμή την χειραγώγηση και τη παρεμπόδιση γνωστοποίησης της επιστημονικής σκέψης σε 2 συγκεκριμένες περιπτώσεις:

1)Το πρώτο «καθαρό» Πυθαγόρειο έγκλημα, που ήταν η αποπομπή - ή κατ’ άλλους δολοφονία - του Ιππασου, ενός από τους παλαιότερους μαθητές του Πυθαγόρα, γιατί τόλμησε να δημοσιοποιήσει την σκέψη του, αν η σχέση της διαγώνιου ενός τετραγώνου με μοναδιαία πλευρά (που είναι η ρίζα 2) είναι ένας κανονικός (πραγματικός) αριθμός ή κάτι άλλο.[παρένθεση: σήμερα ξέρουμε ότι κάθε πραγματικός αριθμός ο οποίος δεν είναι δυνατό να εκφραστεί ως κλάσμα δυο ακέραιων, μη μηδενικών αριθμών (μ/ν, όπου μ και ν είναι μη μηδενικοί ακέραιοι αριθμοί), σε αντίθεση με τους ρητούς αριθμούς, οι οποίοι μπορούν να εκφραστούν ως κλάσμα ακεραίων, είναι άρρητος αριθμός. Οι άρρητοι αριθμοί έχουν άπειρο αριθμό, μη επαναλαμβανόμενων περιοδικά, δεκαδικών ψηφίων: παραδείγματα άρρητων αριθμών είναι το π ή το e η τετραγωνική ρίζα του 2 κ.α.(πηγή wikipedia)] και
2)Η δολοφονία ενός εκ των πρωταγωνιστών του μυθιστορήματος, του μαθηματικού Στέφανου Κανταρτζή, για να αποτραπεί έτσι η γνωστοποίηση δικής του μεθόδου ελέγχου οποιουδήποτε αξιωματικού συστήματος έτσι ώστε να μπορεί να αποφαίνεται για την πληρότητα και μη αντιφατικότητά του. Αυτό θεωρήθηκε ως ταφόπλακα της περαιτέρω εξέλιξης των μαθηματικών με αυθόρμητη και πηγαία έμπνευση κοκ. Τελικά αποδείχθηκε πως μάταια δολοφονήθηκε, γιατί και τη μέθοδό του αυτή είχε ήδη προλάβει να κοινοποιήσει στην Μαθηματική Κοινότητα (η οποία αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν λανθασμένη), μέχρι που τελικά ήρθε η ιδιοφυΐα του Γκεντελ με το περίφημο θεώρημά του “Περί της μη πληρότητας” να φέρει τρικυμία στον κόσμο των Μαθηματικών και όχι μόνο.

Για τους λάτρεις λοιπόν του μαθηματικού μυθιστορήματος τα “Πυθαγόρεια εγκλήματα” αποτελούν μια ακόμη πολύ ευχάριστη έκπληξη. Ο συγγραφέας έκανε μια πολύ ωραία μυθοπλασία, βασιζόμενος σε πραγματικά γεγονότα, όπως τις απόψεις των Πυθαγόρειων για τους αριθμούς και την αδυναμία τους να κατανοήσουν τους άρρητους αριθμούς, τις απόψεις της μαθηματικής κοινότητας στις αρχές του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα αυτές που παρουσιάσθηκαν σε ένα συνέδριο των Μαθηματικών το 1900 στο Παρίσι από τον Hilbert και στην “μυθοπλαστική” φιλία των 2 βασικών ηρώων του βιβλίου, που γνωρίστηκαν στο συνέδριο αυτό και έκτοτε συνδέθηκαν με βαθιά φιλία.
Έτσι το όλο σκηνικό του βιβλίο στήνεται περίτεχνα με βάση αυτούς τους 2 βασικούς ήρωες, λάτρεις των μαθηματικών, τον λαϊκής καταγωγής Στέφανο Κανταρτζή που περί το 1900 σπουδάζει στην Γαλλία και τον μεγαλοαστό Μιχάλης Ιγερινό που σπουδάζει στο Goettigen της Γερμανίας, με δάσκαλο τον περίφημο Hilbert. Έτσι το πρωί πηγαίνουν στο Συνέδριο των Μαθηματικών και τα βράδια πηγαίνουν τη μιά στο Moulen Rouge, όπου γνωρίζουν τον Ζωγράφο Toulouse Lautrec, την άλλη στο κακόφημο Ζυτ, όπου γνωρίζουν τους Παμπλο Ρουίθ (Πικάσο), τον Μανουέλ Παλέρες, τον Κάρλος Κατσαχέμας κ.α. Ο αναγνώστης γνωρίζει έτσι και μερικά ιστορικά πρόσωπα, όπως τα πρώτα βήματα της μποέμικης ζωής του Πικάσο, αλλά και την πορεία του μέσω και των Μαθηματικών προς τον κυβισμό (στο Ζυτ είχε κάνει τα πρώτα σκίτσα για τον περίφημο πίνακα “Οι κόρες της Αβινιον”) αλλά και άλλων μεγάλων καλλιτεχνών και μαθηματικών της εποχής εκείνης.

Σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα, το 1930 και αφού πολέμησαν -άλλος στην πρώτη γραμμή κι άλλος στα γραφεία- στον 1ο και στον 2ο βαλκανικό πόλεμο, κι απελευθερώθηκε ολόκληρη η Ελλάδα, τους βρίσκουμε να συναντιούνται τακτικά κάθε βδομάδα παίζοντας σκάκι και ανταλλάσοντας σκέψεις και απόψεις γύρω από τα μαθηματικά. Ξαφνικά ο Στέφανος βρίσκεται δολοφονημένος στο σπίτι του και ο Μιχάλης καλείται για την αναγνώριση.

Ο Τεύκρος Μιχαηλίδης στο βιβλίο του αυτό περισσότερο, νομίζω, από το προγενέστερο «Αχμες ο γιος του φεγγαριού», συνδυάζει περίτεχνα τη λογοτεχνία με τα Μαθηματικά – χωρίς να χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να τα κατανοήσει – όπως και την παράθεση ιστορικών γεγονότων και επιστημονικής σκέψης. Είναι αξιοθαύμαστο, πώς ο συγγραφέας κατάφερε να μπολιάσει τόσο ετερόκλητο υλικό και να το αποδώσει με τέτοιο ωραίο αφηγηματικό και απλό τρόπο, έτσι που και να διαβάζεται ευχάριστα, αλλά και να δίνει έναυσμα για περαιτέρω σκέψεις.


Υστερόγραφο:
1) Αφού διαβάστε το βιβλίο κάντε οπωσδήποτε τον κόπο να δείτε αυτή την Εξαιρετική συνοπτική εικονογραφημένη παρουσίαση του βιβλίου!
2) Όποιος ενδιαφέρεται να πάρει μια γεύση απο ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΘΕΩΡΗΜΑ ΤΗΣ ΜΗ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑΣ Kurt Godel (1931)‏


#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#

---------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 15/8/10 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου) 

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

O «Κάιν» του Ζοζέ Σαραμάγκου

Πέμπτη, Απριλίου 12, 2012
«Επινοώντας τον Θεό σκλαβωθήκαμε σ' αυτόν»
Το να διαβάζεις βιβλία του νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου, ακόμα και για εθισμένους βιβλιοαναγνώστες, δεν είναι κάτι που μπορείς να το κάνεις στα πεταχτά, αναπαυόμενος στην ξαπλώστρα της παραλίας όπου κάνεις την καλοκαιρινή σου άδεια.Ο τρόπος γραφής είναι ιδιαίτερος, οι προτάσεις είναι σιδηρόδρομοι, οι διάλογοι των ηρώων είναι ενσωματωμένες με την αφήγηση στην ίδια πρόταση, σχεδόν δεν υπάρχουν παράγραφοι και γενικά ο τρόπος γραφής είναι πολύ πυκνός και μερικές φορές στρυφνός (Παρακάτω θα δώσω ένα παράδειγμα αυτής της γραφής από τον "Κάιν", που είναι χαρακτηριστικός).

Αρχές του χρόνου δανείστηκα το "περί τυφλότητας" του Ζοζέ Σαραμάγκου, και αφού διάβασα περί τις 30 σελίδες - ίσως λόγο της παραπάνω ιδιομορφίας της γραφής του συγγραφέα, το άφησα για αργότερα.Ώσπου ήρθε στα χέρια μου ο "Κάιν".Ένα μικρό σχετικά βιβλίο, που ήταν και το τελευταίο του βιβλίο, το έγραψε το 2009, ένα χρόνο πριν πεθάνει.
Το βιβλίο αυτό διαβάζεται πραγματικά απνευστί: ο λόγος του είναι χειμαρρώδης και συνάμα ειρωνικός και παιγνιώδης, αναφέρεται σε διάφορα γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης της Βίβλου με κεντρικό ήρωα τον Κάιν, που αφού σκοτώνει τον αδελφό του Άβελ, έρχεται σε επικοινωνία με τον θεό για αυτό -με πρωτοβουλία του δευτέρου-, έτσι σιγά - σιγά αναπτύσσονται απολαυστικοί διάλογοι μεταξύ τους, όπου ο Κάιν κάνει αυστηρή κριτική στον θεό και στις πράξεις του, με αποτέλεσμα ο Κάιν να γίνει ο πρώτος αντάρτης που τα βάζει με τις πράξεις του θεού όπως αναφέρονται στο βιβλίο αυτό της Βίβλου. Με άλλα λόγια ο συγγραφέας με περισσό κέφι και οίστρο, ανακατώνοντας τα διάφορα περίεργα έως απίθανα γεγονότα που περιγράφονται στη Βίβλο, θέλει να πει ότι στην περίπτωση του πρώτου φονιά, ο δολοφόνος ουσιαστικά δεν ήταν ο Κάιν αλλά αυτός ο ίδιος ο θεός.Εδώ αξίζει να παραθέσουμε την παρακάτω πρόταση που είναι χαρακτηριστική και για τον τρόπο γραφής του συγγραφέα, αλλά και για το ίδιο το βιβλίο:

"Θέλησα να σε δοκιμάσω, Και ποιος είσαι εσύ για να δοκιμάζεις αυτό που δημιούργησες, Είμαι ο υπέρτατος άρχων όλων των πραγμάτων, Και όλων των όντων, θα πεις, όχι όμως δικός μου και της ελευθερίας μου, Ελευθερία για να σκοτώνεις, Όπως εσύ ήσουν ελεύθερος να επιτρέψεις να σκοτώσω τον άβελ ενώ ήταν στο χέρι σου να το αποτρέψεις, αρκεί για μια στιγμή να είχες εγκαταλείψει το ματαιόδοξο αλάθητο που μοιράζεσαι με όλους τους άλλους θεούς, αρκεί για μια στιγμή να ήσουν πραγματικά ευσπλαχνικός, να δεχόσουν την προσφορά μου με ταπεινότητα, απλώς και μόνο γιατί δεν έπρεπε να τολμήσεις να την αρνηθείς, οι θεοί, κι εσύ όπως όλοι οι άλλοι, έχετε υποχρεώσεις απέναντι σ’ εκείνους που λέτε πως δημιουργήσατε, Ο λόγος αυτός είναι αντάρτικος, Πιθανόν να είναι, σε διαβεβαιώ όμως πως, αν ήμουν θεός, κάθε μέρα θα έλεγα Ευλογημένοι ας είναι όσοι διάλεξαν την ανταρσία γιατί σε αυτούς ανήκει η βασιλεία της γης, Ιεροσυλία, Μπορεί, πάντως μεγαλύτερη από τη δική σου δεν είναι, που επέτρεψες να πεθάνει ο άβελ, Εσύ τον σκότωσες, Ναι, είναι αλήθεια, εγώ ήμουν το εκτελεστικό όργανο, αλλά η καταδίκη υπαγορεύτηκε από σένα, Το αίμα που βρίσκεται εδώ δεν το έχυσα εγώ, ο κάιν μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα στο κακό και στο καλό, αφού επέλεξε το κακό θα το πληρώσει, Όσο κλέφτης είναι αυτός που μπαίνει στο αμπέλι άλλο τόσο είναι κι αυτός που φυλάει τσίλιες, είπε ο κάιν, Και το αίμα αυτό απαιτεί εκδίκηση, επέμεινε ο θεός, Αφού είναι έτσι, θα εκδικηθείς ταυτόχρονα έναν πραγματικό θάνατο κι έναν που δεν έχει ακόμα γίνει, Εξηγήσου, Δεν θα σ’ αρέσει αυτό που θ’ ακούσεις, Μη σε νοιάζει εσένα, μίλα, Είναι απλό, σκότωσα τον άβελ, γιατί δεν μπορούσα να σκοτώσω εσένα, στην πρόθεση είσαι νεκρός."

Εδώ βλέπουμε χαρακτηριστικά τον τρόπο γραφής του Σαραμάγκου: μεγάλες προτάσεις, όπου οι διάλογοι των ηρώων είναι ενσωματωμένοι (στο παραπάνω κείμενο βέβαια δεν έχουμε παρά μόνο διαλόγους μεταξύ του θεού και του Κάιν) και ξεχωρίζονται από την αφήγηση με το ότι αρχίζουν με κεφαλαίο γράμμα (εδώ θα ήθελα να ξέρω αν το κεφαλαίο γράμμα είναι εφεύρημα της καλής μεταφράστριας Αθηνάς Ψυλλιά, ή είναι έτσι και στο αυθεντικό πορτογαλικό κείμενο του συγγραφέα).Επίσης ο παραπάνω διάλογος (πρόταση) αποτελεί και την περίληψη της θεματικής ολόκληρου του βιβλίου.

Μετά από την πράξη του αυτή ο Κάιν καταδικάζεται από τον θεό να άγεται και να φέρεται στο χρόνο και στο ιστορικό γίγνεσθαι της Βίβλου - μια γνωστή τακτική του Σαραμάγκου να χρησιμοποιεί αναχρονισμούς - και έτσι τη μια να βρίσκεται στη θυσία του Αβραάμ, μετά στα Σόδομα και τα Γόμορρα και την άλλη βρίσκεται μέσα στην Κιβωτό του Νώε κ.ο.κ. Έτσι ο αναγνώστης μένει καθηλωμένος από την πλοκή, την εναλλαγή γνωστών γεγονότων, ιδωμένων όμως από μια εντελώς άλλη ματιά, από τα μάτια και την κριτική του πρώτου αντάρτη της ιστορίας του ανθρώπου στις πράξεις του θεού. Φαίνεται πως το βιβλίο αυτό διασκεδάζει πολύ τον συγγραφέα, για αυτό και η αφήγηση δεν στηρίζεται σε κάποια πρότυπα, πηγαίνει μια μπροστά και μια πίσω, μιας και ο κύριος σκοπός του συγγραφέα είναι να παρουσιάσει έναν εγωπαθή, παρανοϊκό, άδικο και τυραννικό θεό, χειρότερο από αυτόν τον ίδιο τον Κάιν και τις πράξεις του.

Ο ίδιος ο συγγραφέας λέει ότι άρχισε να σκέπτεται να γράψει ένα βιβλίο για τον Κάιν πριν από πολλά χρόνια, αλλά μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο άρχισε να το γράφει και το ολοκλήρωσε σε τέσσερις μήνες.Ο ίδιος λέει για το βιβλίο:
«Ημουν σε μια κατάσταση έκστασης. Ποτέ άλλοτε δεν μου είχε συμβεί, τουλάχιστον με τέτοια ένταση, με τόση δύναμη». Και ότι
«Κάποιοι θα με σταυρώσουν όπως συνέβη και με το "Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον", αλλά τώρα το θέαμα θα είναι λιγότερο ενδιαφέρον. Ο Θεός των χριστιανών δεν είναι ο Ιεχωβά. Οι περισσότεροι καθολικοί δεν έχουν διαβάσει την Παλαιά Διαθήκη. Πώς είναι δυνατόν να διαβάσεις ένα τόσο μεγάλο βιβλίο; Ούτε εγώ το έχω διαβάσει όλο. Αν οι Εβραίοι αντιδράσουν, δεν θα με εκπλήξει. Είμαι συνηθισμένος, με έχουν χαρακτηρίσει αντισημίτη. Αλλά δυσκολεύομαι να κατανοήσω πως ο εβραϊκός λαός έχει ως ιερό του βιβλίο την Παλαιά Διαθήκη. Εμπεριέχει μια σειρά παραλογισμών που θα ήταν αδύνατον να τους επινοήσει ένας μόνο άνθρωπος. Χρειάστηκαν γενιές και γενιές για να δημιουργήσουν αυτό το προϊόν».

Μετά από τον "Καιν", όπως καταλαβαίνει κανείς, ξαναέπιασα (και τελείωσα) το "Περί τυφλότητας", στο οποίο θα αναφερθώ διεξοδικότερα σε ξεχωριστό άρθρο, γιατί πρόκειται για εξαιρετικό βιβλίο (που αξίζει επίσης να διαβάσει κανείς, πριν ή μετά τον "Καιν", δεν έχει σημασία).

Τέλος λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε το 1922 στην Πορτογαλία. Το πραγματικό του επίθετο ήταν de Piedade. Το σαραμάγκο (Saramago) είναι ένα φυτό που είναι γνωστό σ’ εμάς σαν άγριο ραδίκι και ήταν το παρατσούκλι του πατέρα του που προστέθηκε από λάθος στο δικό του στη ληξιαρχική πράξη γέννησής του. Μετά τη μετακόμιση της οικογένειας στην πρωτεύουσα και το θάνατο του αδελφού του, οι γονείς του τον έστειλαν σε τεχνικό σχολείο γιατί δεν άντεχαν οικονομικά να τον έχουν στο άλλο σχολείο - των γραμμάτων. Εργάστηκε ως μηχανικός αυτοκινήτων για δυο χρόνια, ως μεταφραστής και αργότερα ως δημοσιογράφος. Εγκατέλειψε τη θέση του βοηθού αρχισυντάκτη με τα πολιτικά γεγονότα του 1975. Εργάστηκε για λίγο ακόμα ως μεταφραστής και τελικά κατάφερε να ζει από τη συγγραφή. Παντρεύτηκε το 1944 την Ilda Reis. Απέκτησαν ένα παιδί το 1947. Από το 1988 ο Σαραμάγκου είναι παντρεμένος με την Ισπανίδα δημοσιογράφο Pilar del Rio, που είναι και η επίσημη μεταφράστρια του έργου του στα ισπανικά.  Έγινε παγκόσμια γνωστός μετά τα πενήντα του. Είναι μέλος του κομουνιστικού κόμματος από το 1969, αθεϊστής και αυτοχαρακτηρίζεται απαισιόδοξος. Προκάλεσε αντιδράσεις με βιβλία του -από την εκκλησία-, αλλά και με τις δηλώσεις του ενάντια στη δράση των Ισραηλινών στην Παλαιστίνη και το Λίβανο. [πηγή ]

#Απόστολος Μωραϊτόπουλος#
---------------------------------
(Το πρωτοδημοσίευσα στις 2/9/11 στη Λέσχη Ανάγνωσης Εξωραϊστικής Βόλου)

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Ολιγαρχικές συμμορίες. - Tου Γιώργου Κοντογιώργη

Τρίτη, Απριλίου 10, 2012
Επαναστατήσαμε, για να απελευθερωθούμε από τους Οθωμανούς, και υποβληθήκαμε σε ένα κράτος εσωτερικής κατοχής που το ενορχηστρώνουν οι ολιγαρχικές συμμορίες». Ο Γιώργος Κοντογιώργης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου, με αφορμή το πρόσφατο βιβλίο του «Κομματοκρατία και Δυναστικό Κράτος».

Το βιβλίο σας, κυκλοφόρησε πριν μία εβδομάδα από τις εκδόσεις Πατάκη και βρίσκεται στην τρίτη του έκδοση. Θα μας πείτε περισσότερα για το περιεχόμενό του;
Ο τίτλος δείχνει ακριβώς τι διαπραγματεύομαι σε αυτό το βιβλίο και υπό ποιό πρίσμα. Η έννοια της κομματοκρατίας ορίζει το μετασχηματισμό του Ελληνικού πολιτικού συστήματος  -που μολονότι είναι όπως κάθε άλλο Ευρωπαϊκό, ως προς τον τύπο- σε μία άλλη πραγματικότητα, την οποία δεσπόζει το κόμμα και προφανώς δεν έχει καμιά αντιστοιχία με το συλλογικό υποκείμενο που λέγεται Ελληνική κοινωνία.
Επειδή λοιπόν, το πολιτικό σύστημα έχει κατακτηθεί από το κομματικό σύστημα, το οποίο έχει τοποθετηθεί στη θέση του πολιτικού συστήματος, το κόμμα αντί να λειτουργεί ως διαμεσολαβητής της κοινωνίας και αυτού, μετέβαλε το κράτος από θεσμό στην υπηρεσία της κοινωνίας και του έθνους, σε δυνάστης επί της κοινωνίας. Με δύο λόγια, το κομματικό κατεστημένο χρησιμοποιεί το κράτος για να ιδιοποιείται το δημόσιο αγαθό, όπως και οι πέριξ αυτού ομάδες συμφερόντων που υφαίνει και, κυριολεκτικά, για να λεηλατείται η κοινωνία.
Στο πλαίσιο αυτό, οι δημόσιες πολιτικές, ενώ θα έπρεπε να αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση του κοινωνικού συμφέροντος, μεταβάλλονται σε προσωπικές πολιτικές. Δηλαδή, είτε πολιτικές εξυπηρέτησης των μελών του "κομματικού σωλήνα", είτε των ομάδων που υφαίνουν τα συμφέροντά τους γύρω από την εξουσία και το κράτος, είτε επιμέρους ομάδων της κοινωνίας, για να τις προσκυρώσουν στο άρμα τους.
Συγχρόνως, οι πολιτικές δυνάμεις για να αποκτούν νομιμοποίηση, στοχεύουν και καταφέρνουν την διάλυση του κοινωνικού ιστού της κοινωνίας, διαχειριζόμενες την πολιτική εξουσία με όρους ατομικότητας. Δηλαδή, απευθύνονται στα μέλη ή στις ομάδες της κοινωνίας χωριστά, και όχι στην κοινωνική συλλογικότητα.
Προσπαθώ λοιπόν, να δώσω την ερμηνεία του ελληνικού αυτού φαινομένου. Να εξηγήσω, γιατί στην Ελλάδα και όχι αλλού στην Ευρώπη, μεταλλάχθηκε σε πελατειακό σύστημα με όχημα την κομματοκρατία. Οι νεοτερικοί στοχαστές θεωρούν ότι το πελατειακό σύστημα αποτελεί παρέκκλιση από τον κανόνα, δηλαδή από τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις, που θα έπρεπε να βασίζονται στην ταξική πάλη, όπως λέγεται.
Εδώ λοιπόν, συμβαίνει το αντίθετο. Δηλαδή, το πελατειακό σύστημα δεν είναι η εξαίρεση στην πολιτική συμπεριφορά, αλλά ο κανόνας, το σύστημα το ίδιο. Χαρακτηρίζει τον τρόπο που συγκροτείται η σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής.
Η πολιτική δεν συναντιέται με την κοινωνία ως ολότητα, αλλά με επιμέρους ομάδες ή και άτομα με σκοπό αμοιβαίες εξυπηρετήσεις, εις βάρος του συνόλου.


Αυτό το σύστημα επομένως, έχει δύο χαρακτηριστικά:
  1. Το ένα είναι ότι όπως όλα τα συστήματα της νεοτερικότητας, είναι ολιγαρχικό.
  2. Το δεύτερο, είναι ότι, παρόλ'αυτά το Ελληνικό σύστημα έχει υπερβεί τους αξιωματικούς κανόνες της ολιγαρχίας, και έχει μεταβληθεί σε ολιγαρχική συμμορία. Σε ένα σύστημα δηλαδή, που υποδομεί το σύνολο του κράτους σε επάλληλες ομάδες, που εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα, λειτουργώντας λεηλατικά εις βάρος της σύνολης κοινωνίας και του δημοσίου αγαθού.
Και το νέο ντοκυμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου έχει τίτλο "Οligarchy"... Όχι τυχαία προφανώς. Λέτε, δηλαδή, ότι η Ελληνική κοινωνία, εξουσιάζεται, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, από ολιγαρχικές συμμορίες;

Ναι. Αυτό είναι το σύστημα που εγκαθιδρύθηκε στην Ελληνική κοινωνία του κράτους – έθνους. Επαναστατήσαμε, δηλαδή, για να απελευθερωθούμε από τους Οθωμανούς, και υποβληθήκαμε σε ένα κράτος εσωτερικής κατοχής που το ενορχηστρώνουν οι ολιγαρχικές συμμορίες.

Από πότε ξεκίνησε, δηλαδή, η παραμόρφωση αυτή του ελληνικού πολιτικού συστήματος;

Μετά τον Καποδίστρια. Από τη δεκαετία του 1830, που άρχεται η Βαυαρική δυναστεία. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον και μοναδικό φαινόμενο, που σηματοδοτεί την ολοκληρωτική οπισθοδρόμηση της ελληνικής κοινωνίας. Ο ελληνικός κόσμος πριν την απελευθέρωση, είχε διαμορφώσει προτάγματα για την απελευθέρωσή του, τα οποία ήταν άκρως δημοκρατικά, διότι προσιδίαζαν στις συνθήκες υπό τις οποίες ζούσε στο εσωτερικό των κοινών, παρόλες τις στρεβλώσεις που επέβαλε η οθωμανική κατοχή.
Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, λοιπόν, λόγω του τρόπου που απελευθερωθήκαμε, διότι η απελευθέρωση ήταν μια ήττα -όπως έγινε- του ελληνικού κόσμου, επέβαλαν την απόλυτη μοναρχία. Δηλαδή, την οπισθοδρόμηση μας.

Υπήρχαν δύο οράματα (ή προτάγματα) για την απελευθέρωση. Το ένα είχε διαμορφωθεί από τους έλληνες φαναριώτες και το άλλο από τους δυτικοθρεμένους;

Αυτό είχε να κάνει σε σχέση με τον τρόπο της απελευθέρωσης. Εάν, δηλαδή, θα γινόταν με επανάσταση ή με διαδοχή, όπως υποστήριζαν κάποιοι, εκτιμώντας ότι θα ήταν δυνατόν να συμβεί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως άλλοτε με τη Ρώμη.
Δεν είχε να κάνει με το πολιτικό σύστημα. Το πολιτικό σύστημα, στο οποίο συμφωνούσαν όλοι, λίγο πολύ, για τη μετά την απελευθέρωση εποχή, δεν μπορούσε να είναι απολυταρχικό. Όπως ήταν απολυταρχικά τα συστήματα της Ευρώπης.
Ο Ελληνικός κόσμος, ήταν κόσμος της ελευθερίας και αντίστοιχα ήταν τα συστήματα που είχαν κατά νουν όλες οι δυνάμεις του ελληνισμού για να οικοδομηθεί η χώρα μετά την απελευθέρωση.
Αυτό, λοιπόν, το σύστημα που εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα, ήταν δεσποτικό και εξακολουθεί να είναι προ-πολιτειακό. Δεν συμπεριλαμβάνει στους κόλπους του την κοινωνία. Όμως, η ελληνική κοινωνία, έχοντας κληρονομήσει μια υψηλή πολιτική ανάπτυξη, συμπεριφέρεται διαφορετικά από μία πολιτικά υπανάπτυκτη κοινωνία που μόλις βγαίνει από τη φεουδαρχία. Όπως ένας οικονομικά αναπτυγμένος άνθρωπος, ή μια ανεπτυγμένη οικονομικά κοινωνία, έχει άλλες συμπεριφορές από ότι μία υπανάπτυκτη κοινωνία, έτσι και μία πολιτικά αναπτυγμένη κοινωνία, έχει άλλες συμπεριφορές από μία υπανάπτυκτη πολιτικά κοινωνία.
Η ελληνική κοινωνία λοιπόν, ποδηγετήθηκε από το απολυταρχικό ή κυρίαρχο, όπως αποκλήθηκε αργότερα σύστημα. Αφού κατάργησε τη θεσμική της συλλογικότητα, το δήμο, όπως ήταν κατά κανόνα μέσα στα κοινά, βρέθηκε να αναζητά το νέο κάτοχο της πολιτικής, τον πολιτικό, για να διαπραγματευθεί εφεξής την ψήφο του.
Έτσι λοιπόν, στο σύστημα αυτό, η κοινωνία έχασε τον προσανατολισμό της, χειραγωγήθηκε, ενώ οι κάτοχοί του, ελεύθεροι από κάθε έλεγχο, οδήγησαν σε διαρκείς καταστροφές τον ελληνικό κόσμο.

Μπορείτε να εξηγήσετε καλύτερα, τι σημαίνει το ότι «καταργήθηκε η θεσμική της συλλογικότητα» της κοινωνίας;

Καταργήθηκε η θεσμική της υπόσταση ως δήμου. Ο Ελληνικός κόσμος, ήταν οργανωμένος από την αρχαιότητα μέχρι και την απελευθέρωση, δηλαδή και στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, κατά το σύστημα των πόλεων, των κοινών. Αυτό που λέμε κοινότητες, είναι τα κοινά που προέρχονται από τις πόλεις-κράτη. Δεν είναι αυτοδιοίκηση. Έχουν την δική τους πολιτεία, τις δικές τους εσωτερικές πολιτικές, κλπ.
Στα περισσότερα από αυτά τα κοινά οι κοινωνίες τους είναι συγκροτημένες σε δήμους.
Δήμος τι σημαίνει; Ότι τα μέλη του κοινού συγκεντρώνονται κάτω από τον πλάτανο, σε μία πλατεία, οπουδήποτε, και παίρνουν αποφάσεις. Εάν λοιπόν ένα μέλος αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα ή είχε να διατυπώσει ένα αίτημα το έθετε ενώπιον του κοινού λαού, για να το λύσουν όλοι μαζί. Στο εθνικό κράτος εκαλείτο ο πολίτης να το θέσει στον πολιτικό καμματάρχη.

Με άμεση δημοκρατία;

Κυριολεκτικά με δημοκρατία. Διότι, όπως ξέρουμε δεν υπάρχει διαχωρισμός έμμεσης ή άμεσης δημοκρατίας. Ή είναι δημοκρατία ή δεν είναι. Οπωσδήποτε, δεν συνέβαινε παντού έτσι. Όμως, η θεσμική συμμετοχή στα δρώμενα της πολιτικής και της οικονομίας προίκιζε τα μέλη της κοινωνίας με ανάλογη εμπειρία.

Η κοινωνία των πολιτών, λοιπόν, λειτουργούσε δημοκρατικά, οπότε και όλες οι αποφάσεις ήταν των πολιτειών.

Ήξεραν ότι η πολιτική συμμετοχή γι’ αυτούς ήταν ανάλογη π.χ. με τη συμμετοχή ενός βουλευτή στη βουλή. Δεν συμμετείχε κάποιος στα κοινά με το να κατέβει στους δρόμους ως διαμαρτυρόμενος, αλλά προσερχόταν στον οικονομικό ή πολιτικό δήμο για να πάρει αποφάσεις!

Σαν κοινωνία των πολιτών δηλαδή.

Ως δημοκρατική κοινωνία πολιτών. Από τη στιγμή λοιπόν που η ελληνική κοινωνία ανασυγκροτήθηκε στο περιβάλλον του κράτους – έθνους, δηλαδή σε μη αντιπροσωπευτικές και προφανώς μη δημοκρατικές βάσεις, τι απέμεινε; Η συνήθεια που είχαν να πολιτεύονται. Ήξεραν να πολιτεύονται, δεν χρειαζόταν να τους διδάξει κανείς, όπως τις λοιπές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Και αφού τα προβλήματά τους, πλέον, δεν μπορούσαν να τα θέσουν στο δήμο, τα έθεταν στον πολιτικό. Γιατί αυτός είχε την αρμοδιότητα πια. Η πολιτικά αναπτυγμένη κοινωνία, αντιμετωπίζει τον εαυτό της, όχι ως μάζα, που κατεβαίνει στους δρόμους ή προσκυρώνεται σε ένα συνδικάτο ή σε ένα κόμμα, που θα διαμεσολαβήσει τα συμφέροντά της. Λειτουργεί με όρους πολιτικής ατομικότητας: Ο καθένας υπό το δικό του πρίσμα μετέχει ως αυτουργός στην πολιτική διαδικασία. Για να λειτουργήσει λοιπόν συλλογικά η πολιτικά αναπτυγμένη κοινωνία πρέπει να γίνει θεσμός. Ώστε, αυτό που προσάπτουμε στους Έλληνες, ότι έχουν ισχυρή ατομικότητα, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής τους χειραφέτησης, που όμως διαστρεβλώνει τα πράγματα, επειδή καταργήθηκε η θεσμική του υποστασιοποίηση μέσα στην οποία μπορεί να λειτουργήσει.

Η Γερμανική κοινωνία, για παράδειγμα, δεν γνωρίζει τι σημαίνει θεσμικό συλλογικό υποκείμενο (πολιτειακή συλλογικότητα). Ξέρει, ότι θα νομιμοποιήσει το συνδικάτο, το κόμμα, για να τη διαμεσολαβήσει στο επίπεδο της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας. Ο Έλληνας πολίτης θεωρεί ότι είναι ο ίδιος συντελεστής της πολιτικής, δεν χρειάζεται τη διαμεσολάβηση. Αφού, όμως, του πήραν την αρμοδιότητα, προσφεύγει να διαπραγματευτεί ο ίδιος με τον πολιτικό το πρόβλημά του. Αντιμέτωπος με τον πολιτικό, εντούτοις περιέρχεται σε πολιτική αδυναμία. Διότι ο πολιτικός, τον βλέπει μία φορά κάθε τόσο, ενώ αντίθετα, συναλλάσσεται με τον κάθε ισχυρό κάθε μέρα, ανταλλάσοντας συμφέροντα.
Προσπαθώ, λοιπόν, να φωτίσω στο βιβλίο τα εξής:
  1. Πρώτον, να αναδείξω το ελληνικό πρόβλημα, για να καταδείξω ότι η σημερινή κρίση είναι βαθιά πολιτική κρίση.
  2. Και να επισημάνω, επίσης, ότι δεν είναι μοναδική, αλλά είναι η τελευταία στην αλυσίδα των κρίσεων που προκάλεσε αυτό το πολιτικό σύστημα, από τη δεκαετία του 1830 μέχρι σήμερα, και οδήγησε σε σημαίνουσες καταστροφές την ελληνική κοινωνία.
Ακριβώς, λοιπόν, αυτό είναι το πρώτο μέρος του βιβλίου. Το οποίο το εστιάζω, βεβαίως, στη σημερινή κρίση. Γι αυτό και συμπεριλαμβάνω στο πρώτο κεφάλαιο και την απάντηση που έδωσα για την έρευνά σας στο tvxs.g για το «Τι πρέπει να κάνουμε» όπως και με την ιδέα της περικύκλωσης της βουλής, προκειμένου να δείξω, πώς θα μπορέσει η ελληνική κοινωνία, να λειτουργήσει ως πραγματικός δήμος και να υπερβεί την κρίση. Πώς δηλαδή θα επανέλθει στα πολιτικά πράγματα μέσω των οποίων θα ανατρέψει την ανισορροπία που έχει επικρατήσει μεταξύ κοινωνίας, κράτους και αγοράς.

Θέλετε να επαναλάβετε με λίγα λόγια, αυτή την πρότασή σας, για το
«τι πρέπει να κάνουμε;»
Δεν πρέπει να περιμένουμε από την πολιτική τάξη να αφουγκρασθεί το συμφέρον της κοινωνίας. Έχει πια γίνει ιδεολογικά και πολιτικά όμηρος και ουσιαστικά θεραπαινίδα του συμφέροντος των αγορών. Πρέπει, επομένως, να βρούμε τον τρόπο να δράσουμε για να γίνουμε αποτελεσματικοί, αφού οι συνηθισμένοι τρόποι (π.χ. πορείες, διαμαρτυρίες) δεν επαρκούν πια. Η λύση εκτιμώ ότι διέρχεται από την πολιτειακή συγκρότηση της κοινωνίας των πολιτών. Για την ώρα στα πράγματα, να κινηθεί δηλαδή συντεταγμένα γύρω από τη βουλή, περικυκλώνοντάς την. Και στο πλαίσιο αυτό, να επεξεργασθεί συγκεκριμένα με σαφήνεια αιτήματα που θα δημιουργούν τους όρους μιας αντιπροσωπευτικής προσομοίωσης της πολιτείας. Να εξαναγκάσει με διαφορετική διατύπωση την πολιτική τάξη να νομοθετήσει την υποχρεωτική της εναρμόνιση με το συλλογικό συμφέρον. Αυτά τα μέτρα τα αναφέρω με σαφήνεια όπως ξέρετε στο ενλόγω κείμενο.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, μέσα στο ίδιο πνεύμα, ασχολούμαι με θέματα, όπως η κρίση του Δεκέμβρη, με την εξέγερση των νέων, όπως επίσης, περιέχονται και ειδικά θέματα όπου εξηγώ γιατί η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται υπό διπλή κατοχή, εσωτερική και εξωτερική.
Στο τρίτο κεφάλαιο, εξετάζω «τι είναι το  πολιτικό σύστημα» υπό το πρίσμα της δικής μου προσέγγισης, ότι δεν είναι ούτε δημοκρατικό, ούτε αντιπροσωπευτικό. Δίνω μεγάλη σημασία στο ζήτημα αυτό διότι εκτιμώ πως ο μη αντιπροσωπευτικός χαρακτήρας του πολιτικού συστήματος είναι η αιτία του κακού…
Κατόπιν, εισέρχομαι σε ένα άλλο ζήτημα, που το θεωρώ πάρα πολύ σημαντικό, που έχει να κάνει με τη συζήτηση για τα ιδεολογικά θεμέλια της δυναστικής κομματοκρατίας. Εξηγώ δηλαδή, πώς χρειάστηκε να εργασθεί συστηματικά η κρατική διανόηση για να αποδομήσει ιδεολογικά την ελληνική κοινωνία, να μην πιστεύει στον εαυτό της, και να αποδυναμώσει τη συλλογικότητά της, ώστε να αποδεχθεί την καθυπόταξή της κομματοκρατία και στο δυναστικό κράτος.
Η κομματοκρατία και η κρατική διανόηση, έδωσαν μεγάλη μάχη προς την κατεύθυνση αυτή, από τη δεκαετία του ’80 και μετά, όπου βέβαια βρέθηκα στο μάτι του κυκλώνα, όταν αποφάσισα να αποκαλύψω τις σκοπιμότητες και την άγνοια των ισχυρισμών τους, με ένα κείμενο στην Ελευθεροτυπία, στο οποίο αντέκρουα τον άγγλο ιστορικό Χόμπσμπάουμ. Εκτός από την ιδεολογική αποδόμηση της συλλογικότητας της ελληνικής κοινωνίας, το εγχείρημά τους απέβλεπε επίσης στη νομιμοποίηση του πελατειακού κράτους, των ολιγαρχικών συμμοριών και της κομματοκρατίας, αποδίδοντας την ευθύνη για την κακή του λειτουργία, στην κοινωνία και στις κληρονομιές της.
Στο βιβλίο μου αναλύω ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα για το πως διαχειρίστηκε η κομματοκρατία τα εξωτερικά θέματα για να τα καταστρέψει: τον πόλεμο του 1897, τη Μικρασιατική εκστρατεία, την περίοδο της αποστασίας, το κυπριακό και το σκοπιανό ζήτημα και το σημερινό πρόβλημα της οικονομικής μετανάστευσης. Από τα παραδείγματα αυτά προκύπτει νομίζω αβίαστα η καθολική αποστασιοποίηση της πολιτικής τάξης και του κράτους από το συμφέρον της κοινωνίας και του έθνους.
Η κοινωνία, χωρίς αμφιβολία, είναι εχθρός αυτού του πολιτικού συστήματος. Γιατί εάν η κοινωνία αναπτύξει τη συλλογικότητά της, θα πάψουν οι νομείς του συστήματος να έχουν τη δυνατότητα να ιδιοποιούνται το δημόσιο αγαθό, να διαθέτουν ασυλία για τη διαφθορά, για τη διαπλοκή, κλπ.
Και για να επανέλθω στο σημερινό πρόβλημα, είναι πέραν από κάθε αμφιβολία ομολογημένο ότι ήταν επιλογή της πολιτικής τάξης να μας ρίξουν βορά στον καιάδα των αγορών, παίρνοντας μέτρα εναντίον της κοινωνίας, προκειμένου να μην αγγίξουν κάποιους συγκεκριμένους πυλώνες που μας οδήγησαν στην καταστροφή ιστορικά μέχρι σήμερα:
  1. Την κομματοκρατική λογική του πολιτικού συστήματος,
  2. Τη δημόσια διοίκηση και, υπό μια έννοια, τη δικαιοσύνη,
  3. Τη νομοθεσία, που θεσμοθετεί αυτό το σύστημα και, επομένως, την διαπλοκή και την διαφθορά.
Η εισαγωγή και ο επίλογος, συμπυκνώνουν ακριβώς τη θεμέλια αυτή αιτία της κρίσης και τις λύσεις οι οποίες θα πρέπει να δοθούν για να βγει η χώρα από την κατάντια που την έχουν οδηγήσει δυνάστες της.

Αυτές οι λύσεις βρίσκονται στα χέρια του λαού; Στα χέρια της κοινωνίας πολιτών; Μπορεί, δηλαδή, ο κόσμος κατά το συγκεκριμένο βιβλίο, να αλλάξει τα πράγματα, και με ποιόν τρόπο;

Ο κόσμος μπορεί, αρκεί να συνειδητοποιήσει πώς πρέπει να δράσει. Και τι πρέπει να αξιώσει. Να πάψει να κατεβαίνει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί (σαν το παιδάκι προς τον προστάτη μπαμπά του) και να αξιώσει το πολιτικό σύστημα να μεταλλαχθεί έτσι, ώστε να εξαναγκάζεται να λειτουργεί προς την κατεύθυνση της κοινωνίας και όχι προς την κατεύθυνση των αγορών και των επιμέρους συμφερόντων των ολιγαρχικών συμμοριών.
Να φερθεί, δηλαδή, ως σώμα κοινωνίας πολιτών και όχι ως αγέλη. Ουσιαστικά, να επιβάλει, κατά μικρόν, την αντιπροσωπευτική μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος. εξού και θεωρώ ότι έχει σημασία αυτό που επιχειρώ να καταδείξω: ότι το σημερινό σύστημα, άρα και το πολιτικό Ελληνικό σύστημα, δεν είναι ούτε αντιπροσωπευτικό, ούτε δημοκρατικό.
Διότι, εάν η κοινωνία δεν αντιληφθεί ότι τελείωσε η εποχή που κατεβαίνοντας στους δρόμους επηρέαζε τα πράγματα, και αν δεν καταλάβει ότι για να μπορέσει να τα επηρεάσει, να αλλάξει τους συσχετισμούς, θα πρέπει να είναι μέσα στην πολιτεία και όχι απ’ έξω, (δηλαδή, μέσα στο πολιτειακό σπίτι και όχι να χτυπάει απ’ έξω την πόρτα!), αν δεν το αντιληφθεί αυτό, δεν έχει μέλλον!

Για παράδειγμα, την 25η Μαρτίου τι θα πρέπει να κάνει η κοινωνία πολιτών κατά τη γνώμη σας;

Να μην είχε πατήσει κανείς απολύτως στην παρέλαση, αλλά να ήταν οι εκπρόσωποι της κομματοκρατίας, και ο στρατός, μόνοι τους!
Αφού επιμένουν να διατηρούν ένα σύστημα κατοχικό, να τους απονομιμοποιήσουν οι πολίτες με την πανηγυρική απουσία τους. Από ποιούς θέλουν άραγε να προστατευθούν οι κύριοι αυτοί και στήνουν παρελάσεις προσωπικές, χωρίς την κοινωνία; Αφού θεωρούν ότι αυτοί που τους κατέβασαν από τις εξέδρες είναι μικρές ομάδες, γιατί δεν ερωτάται δημοσκοπικά η κοινωνία, για να έχουν έτσι τη βεβαιότητα της γνώμης της για τα συμβαίνοντα;

Και οι εκλογές αναβάλλονται συνεχώς…

Όχι, δεν είναι θέμα εκλογών. Οι εκλογές δεν δίνουν λύση. Το πρόβλημα δεν είναι η εναλλαγή στην εξουσία των φορέων της κομματοκρατίας, αλλά η κατάλυσή της. Διότι όλοι είναι σύμφωνοι να μην αγγίξουν τους πυλώνες της καταστροφής και στη διαπίστωση ότι η κοινωνία είναι ο μείζων αντίπαλός τους. Η κοινωνία έχοντας αντιληφθεί το φαινόμενο αυτό τους απορρίπτει όλους συλλήβδην. Διερωτώμαι όμως: αφού αγνοούν οι πολιτικοί την κοινωνία και μάλιστα την περιφρονούν δημόσια ή την καθυβρίζουν, αποκαλώντας την όχλο ή ορδή βαρβάρων, από την άλλη επιδιώκουν την αναγκαστική νομιμοποίησή τους από αυτήν;

Και της επιτίθενται επιπλέον…
Εχετε προσέξει πως ορίζεται το πολιτικό κόστος από την κομματοκρατία; Αφορά στο τι θα πουν οι συγκατανευσιφάγοι των πρυτανείων σίτισης και όχι τι θέλει ή σκέπτεται η κοινωνία.

Αυτό που είπατε, ολιγαρχικές συμμορίες…

Έχω μία φράση από την αρχή του βιβλίου, που είναι του Θουκυδίδη:
«ὀλιγαρχία δὲ τῶν μὲν κινδύνων τοῖς πολλοῖς μεταδίδωσι,͵τῶν δ΄ ὠφελίμων οὐ πλεονεκτεῖ μόνον, ἀλλὰ και ξύμπαντα αφελομένη έχει». Που σημαίνει, ότι οι μεν ζημιές και οι κίνδυνοι μεταφέρονται στην κοινωνία, τα δε ωφελήματα τα μονοπωλούν τα μέλη της.

Αυτό είναι η ολιγαρχία λοιπόν…

Η ολιγαρχική πολιτεία ναι. Όμως, η δομή και η λογική της ολιγαρχίας στην Ελλάδα, είναι συμμοριακή.

Ακόμα χειρότερα δηλαδή. Δεν υπάρχει κανένα αξιακό σύστημα.

Κανένα. Και καμία αξιακή βάση. Γι αυτό και το κράτος σταματάει το ρόλο του εκεί που έπρεπε κανονικά να αρχίζει. Διότι από εκεί και πέρα εργάζεται γι αυτούς.... Είναι λάφυρο. Αυτό το σύστημα λοιπόν, συγκροτείται σε επάλληλους κύκλους, από την κορυφή, όπου τοποθετείται το ίδιο το πολιτικό προσωπικό, μέχρι την τελευταία βαθμίδα της διοικητικής ιεραρχίας. Μην ξεχνάμε πώς γίνεται η  διαχείριση των σκανδάλων. Συγκαλύφθηκαν όλα. Το ίδιο και η ασυλία, η οποία καλύπτει ακόμη και τις ιδιωτικές τους υποθέσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ίδιο το Σύνταγμα το έφτιαξαν με διακομματική συμφωνία, και έχει τόσα αναχώματα προστασίας ώστε να μην μπορεί να τους πιάσει κανείς ότι αδίκημα ή έγκλημα κι αν κάνουν. Είναι αλαζόνες διότι δεν φοβούνται.
Ακριβώς αυτά τα θέματα δείχνω στο βιβλίο.
-------------------------------
(Πηγή: εδώ )

Το μέλλον μπορεί να εφευρεθεί του Αντρέ Γκορζ

Τρίτη, Απριλίου 10, 2012
Οι δρόμοι του παραδεισου του Αντρε Γκορζ
Οι περίοδοι κρίσης είναι περίοδοι μεγάλης ελευθερίας. Ο κόσμος αποδιαρθρώνεται, οι κοινωνίες αποσυντίθενται, οι αξίες και οι ελπίδες με τις οποίες ζήσαμε καταρρέουν. Το μέλλον παύει να είναι η προέκταση των προηγούμενων τάσεων. Η κατεύθυνση της εξέλιξης των πραγμάτων είναι συγκεχυμένη, η πορεία της ιστορίας μένει μετέωρη. Επειδή η παλιά τάξη πραγμάτων δεν μπορεί να συνεχιστεί και καμία διαφορετική δεν είναι έτοιμη να γεννηθεί, το μέλλον μπορεί να εφευρεθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από πριν.
Δεν είναι πια δυνατό να καταδικάζονται, στο όνομα του ρεαλισμού, όσοι προτείνουν μια θεμελιακά διαφορετική κοινωνία.
Αντίθετα, ρεαλισμός σημαίνει να διαπιστώνει κανείς ότι ο «βιομηχανισμός» έχει φτάσει σε ένα στάδιο πέρα από το οποίο η ανάπτυξή του δεν μπορεί να συνεχιστεί: ανακόπτεται από εμπόδια που έχει γεννήσει ο ίδιος.
Αν τίποτα δεν μπορεί να συνεχιστεί όπως πριν, αυτό οφείλεται ακριβώς σε ό,τι δεν έχει γίνει πριν.
Τα μπλοκαρίσματα δεν μπορούν να ξεπεραστούν με μεμονωμένα μέτρα.
Θα ξεπεραστούν μονάχα με μια συνολική αλλαγή και μετασχηματισμό.
Η έννοια αυτής της αλλαγής και αυτού του μετασχηματισμού δεν είναι προκαθορισμένη, μολονότι διαγράφονται ήδη κάποιες τάσεις του.
Πολλές «έξοδοι από την κρίση» είναι δυνατές, όπως και πολλές μετακαπιταλιστικές και μετασοσιαλιστικές κοινωνίες.
Ο προσανατολισμός σύμφωνα με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η έξοδος από την κρίση είναι το βασικό ζητούμενο.
Εξαρτάται από τις πολιτικές , τεχνολογικές, πολιτιστικές επιλογές που γίνονται σήμερα.
Να δούμε την κρίση
Η παρούσα κρίση, αλλά όχι και η ημερομηνία κατά την οποία θα ξέσπαγε, μπορούσε να προβλεφθεί ήδη από την εποχή κατά την οποία ο πρόεδρος Τζόνσον πανηγύριζε για ην ικανότητα του καπιταλισμού να εξασφαλίζει την αέναη επέκταση και ευημερία.
Μπορούσε να προβλεφθεί όχι μόνο γιατί κανένα σύστημα δεν μπορεί να αναπτύσσεται επ’ άπειρο αλλά και γιατί, ήδη από εκείνη την εποχή, ήταν προφανείς οι δυσκολίες που συναντούσε η αμερικάνικη οικονομία στις προσπάθειές της να εξασφαλίσει την κατανάλωση μιας ολοένα αυξανόμενης παραγωγής.
Η εμπλοκή των Αμερικανών στο Βιετνάμ έπαιξε ένα ρόλο «συγκυριακής στήριξης» που δεν κατανοήθηκε πάντα σωστά.
Ωστόσο η ιδεολογία της αέναης ανάπτυξης ήταν τόσο βαθιά ριζωμένη ώστε το να αμφισβητήσει κανείς τόσο το εφικτό όσο και το ευκταίο αυτής της ανάπτυξης, για μεν τη δεξιά υποδήλωνε έναν καταστροφισμό κακής ποιότητας για δε την αριστερά ήταν ένα δείγμα εχθρότητας στην «πρόοδο».
Από τότε, τόσο η αριστερά όσο και η δεξιά δεν έπαψαν να διαχειρίζονται την κρίση σαν να επρόκειτο για μια περαστική διαταραχή.
Σε τρεις μήνες ή σε ένα χρόνο, προβλέπανε, η «ανάκαμψη» της οικονομίας θα διασφάλιζε την επιστροφή στην ανάπτυξη και θα περιόριζε την ανεργία. […]
Ο τρόπος κατανόησης της παρούσας κρίσης είναι αυτός καθαυτός ένα από τα ζητούμενα.
Πράγματι, αυτή η κρίση, μόνο και μόνο από την υπόστασή της, βάζει σε αμφισβήτηση την ορθότητα των προηγούμενων πολιτικών, την προτεραιότητα της οικονομικής διάστασης, τη νομιμότητα της κυρίαρχης ιδεολογίας και του κυρίαρχου πολιτικού προσωπικού, είτε αυτό είναι δεξιό είτε αριστερό.
Γιατί η κρίση κάνει πρόδηλο ότι η λειτουργία της οικονομίας όχι μόνο δεν ελέγχεται αλλά ούτε καν γίνεται κατανοητή από τους ηγέτες και τους διεκπεραιωτές της.
Οι κοινωνίες μας δεν κυριαρχούν πάνω στο μέλλον τους.
Ενώ ζούμε την αποδιάρθρωση αυτού του μέλλοντος, ταυτόχρονα μας υπόσχονται πως αύριο θα ξαναβρούμε τις ελπίδες της προηγούμενης δεκαπενταετίας, που στο μεταξύ έχουν διαψευσθεί.
Όλες οι κυρίαρχες ιδεολογίες συνασπίζονται για να μας εμποδίσουν να δούμε την κρίση σαν το τέλος της βιομηχανιστικής εποχής και την ενδεχόμενη αρχή μιας άλλης, θεμελιωμένης σε κάποια διαφορετική ορθολογικότητα, διαφορετικές αξίες, σχέσεις, ζωή.

Ν' αλλάξουμε σοσιαλισμό
Όταν μιλάμε για βιομηχανιστικό πολιτισμό δε σημαίνει ότι αρνούμαστε ή ότι αγνοούμε τον ουσιαστικά καπιταλιστικό χαρακτήρα του.
Το γεγονός ότι ο βιομηχανισμό είναι κοινός στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό αποκαλύπτει τη δύναμη και τη σημασία αυτής της έννοιας.
Πράγματι, και η κρίση επίσης είναι κοινή στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό. […]
Ο σοσιαλισμός του μέλλοντος ή θα είναι μεταβιομηχανικός και αντιπαραγωγικός ή δεν θα υπάρξει.
Ο προσδιορισμός του αποτελεί άλλο ένα θεμελιακό ζητούμενο, σε παγκόσμια κλίμακα, δηλαδή πέρα από τα σύνορα που χωρίζουν τους τρεις κόσμους.

Να αλλάξουμε ανάπτυξη

Όπως ο καπιταλισμός, έτσι και ο σοσιαλιστικός βιομηχανισμός, που θέλησε να αποτελέσει το ορθολογικοποιημένο αντίγραφο του πρώτου, δεν διαθέτει την απάντηση στην παρούσα κρίση, ούτε το φάρμακο κατά της πείνας και της εξαθλίωσης[…]
Ούτε ο ένας ούτε ο άλλος μπορούν να ξαπλωθούν σε πλανητική κλίμακα, μια και είναι το ίδιο καταστροφικοί για τους πεπερασμένους φυσικούς πόρους και τις ισορροπίες, τις απαραίτητες στη συνέχιση της ζωής.
Η λύση στα ιδιαίτερα προβλήματα του κόσμου της πείνας απαιτεί από τον βιομηχανοποιημένο κόσμο να υιοθετήσει ένα μοντέλο κατανάλωσης και παραγωγής λιγότερο σπάταλο, λιγότερο επιδεικτικό, που να γεννάει λιγότερο την εξάρτηση και την ανικανότητα να παράγουμε αυτά που καταναλώνουμε. […]
… η πείνα και η εξαθλίωση […] δεν προκύπτουν ούτε από την «καθυστέρηση» ούτε από την ανεπάρκεια των παραγωγικών δυνάμεων. Προκύπτουν από:
  1. Τις αφαιμάξεις που διενεργούν οι βιομηχανοποιημένες καπιταλιστικές χώρες πάνω στους πόρους τους.
  2. Τα πολιτικά και κοινωνικά εμπόδια (για τα οποία ο αποικισμός και στη συνέχεια ο νέο-αποικισμός των πολυεθνικών φέρουν τεράστια ευθύνη) που παρεμβάλλονται στη χρησιμοποίηση των δικών τους παραγωγικών δυνάμεων.
Αρκεί να ξέρουμε ότι σε όλες τις χώρες της πείνας το ποσοστό ανεργίας κυμαίνεται ανάμεσα στο 20% και το 60% (εκτίμηση που κατά γενικό κανόνα είναι κατώτερη από την πραγματικότητα μια και δεν παίρνει υπόψη την υποαπασχόληση […]), για να εντοπίσουμε το πρωταρχικό πρόβλημα: να επιτραπεί στους πληθυσμούς να παράγουν τα μέσα διαβίωσής τους με εργαλεία που μπορούν να παράγονται άμεσα και να χρησιμοποιούνται επί τόπου – και όχι να πουλιούνται με πίστωση στις κυβερνήσεις τους ετοιμοπαράδοτα εργοστάσια που θα πληρώνουν μισθούς δυτικού επιπέδου σε τεχνικούς εκπαιδευμένους στη Δύση και θα προσφέρουν σε ένα μηδαμινό ποσοστό του ενεργού πληθυσμού την πρόσβαση στη μισθωτή εργασία και στο αμερικάνικο μοντέλο (αλλά όχι και επίπεδο) κατανάλωσης.
Η ιδέα ενός «ευρωπαϊκού σχεδίου Μάρσαλ» που θα διοχέτευε στον τρίτο κόσμο βιομηχανικά πλεονάσματα που δεν μπορούν να πουληθούν αλλού είναι μια ηλίθια απάτη: προκειμένου, δηλαδή, να «προσφέρει εργασία» (ευχαριστούμε, ω, αφέντες!) στους ευρωπαίους εργάτες, θα μπορούσε να εφοδιάσει χώρες – στις οποίες το 20, 40 ή 60% του πληθυσμού δεν διαθέτει ούτε γη, ούτε εργασία, ούτε μέσα εργασίας- με μηχανές και εργαλεία που επιτρέπουν την εξοικονόμηση εργατικού δυναμικού.
Και αυτές οι μηχανές και τα εργαλεία, τι θα παράγουν και για ποιους αγοραστές;
Καταναλωτικά προϊόντα πάνω απ’ όλα, αυτό εννοείται, για τους καταναλωτές (συμπεριλαμβανομένων και των ανέργων) του πλούσιου κόσμου.
Γιατί στον φτωχό κόσμο δεν υπάρχουν αξιόχρεοι καταναλωτές, ούτε καν για τα προϊόντα των εδαφών που έχουν υφαρπάξει οι γαιοκτήμονες και οι πολυεθνικές.
Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί βοήθειας και ανάπτυξης (ΟΗΕ, UNESCO, UNICEF, Διεθνής Τράπεζα κλπ.) υποχρεώθηκαν να παραδεχτούν την προφανή διαπίστωση:
Η πείνα και η εξαθλίωση δεν πρόκειται να εξαλειφθούν μέσα από την οικονομική ανάπτυξη βιομηχανιστικού τύπου αλλά μέσα από ειδικού τύπου πολιτικές που θα προσφέρουν στον πληθυσμό τη μεγαλύτερη δυνατή πρόσβαση στα μέσα αυτοπαραγωγής (και συγκεκριμένα στη γη) και επομένως στην ίδια την αυτοπαραγωγή. […]
Ένα από τα κεντρικά ζητούμενα της κρίσης είναι το κατά πόσον θα δοθεί ή όχι η δυνατότητα στον προ-βιομηχανικό κόσμο να φτάσει σε ένα μεταβιομηχανικό και μετακαπιταλιστικό τρόπο παραγωγής δίχως να περάσει μέσα από τη γενίκευση των μισθωτών και εμπορευματικών σχέσεων που χαρακτηρίζουν τον βιομηχανισμό.

-----
Η ανεργία δεν είναι παρά η ορατή εκδήλωση μιας πολύ πιο ριζικής μείωσης της εργασίας στη σύγχρονη κοινωνία. Αυτή η τάση είναι πια αμετάκλητη. Ποια προοπτική απομένει; Που μας οδηγεί η κατάργηση της εργασίας;
Ραλφ Νταρεντορφ
Δ/ντής της London School of Economics

Πριν εκδιωχθούν από τον Παράδεισο, ο Αδάμ και Εύα απολάμβαναν, δίχως να εργάζονται, ένα ψηλό βιοτικό επίπεδο. Μετά την εκδίωξή τους, υποχρεώθηκαν να ζήσουν μέσα στη φτώχεια και να δουλεύουν από το πρωί ως το βράδυ.
Η ιστορία της τεχνικής προόδου των τελευταίων διακοσίων ετών είναι η ιστορία της πεισματικής προσπάθειας να ξαναβρεθεί ο δρόμος του Παραδείσου.
Ωστόσο, τι θα γινόταν αν όλα τα πλούτη προσφέρονταν δίχως να χρειάζεται να δουλεύουμε με αντίτιμο ένα μισθό; Οι άνθρωποι θα πέθαιναν από πείνα στον Παράδεισο εκτός και αν απαντήσουμε με μια νέα εισοδηματική πολιτική στη νέα τεχνολογική κατάσταση.

Βασίλι Λεοντιεφ
Βραβείο Νόμπελ της Οικονομίας

Να δουλεύουμε λιγότερο, να δουλεύουμε όλοι – και να ζούμε καλύτερα
C.F.D.T.
(Γαλλική δημοκρατική Συνομοσπονδία Εργαζομένων)
-----
*Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αντρέ Γκορζ , Οι δρόμοι του παραδείσου , Εναλλακτικές Εκδόσεις , 2007.

----
Ο Αντρέ Γκορζ γεννημένος στη Βιέννη τον Φεβρουάριο του 1923, ως Γκέραρντ Χορστ, ήταν γιος ενός Εβραίου εμπόρου και μιας καθολικής γραμματέως, γόνου καλλιεργημένης οικογένειας.
Αν και οι γονείς του δεν διέθεταν μια έντονη αίσθηση εθνικής ή θρησκευτικής ταυτότητας, επειδή μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον αντισημιτικό, ο πατέρας του οδηγήθηκε στο να ασπαστεί τον καθολικισμό, το 1930.
Το 1939, η μητέρα του τον στέλνει σε ένα καθολικό ίδρυμα της Λοζάνης, για να αποφύγει την επιστράτευσή του στον γερμανικό στρατό.
Το 1945, αποφοιτά από τη Σχολή Μηχανικών του πανεπιστημίου της Λοζάνης με πτυχίο χημικού μηχανικού.
Δείχνει ενδιαφέρον για τη φαινομενολογία και για το έργο του Σαρτρ.
Η γνωριμία του με τον Σαρτρ, την επόμενη χρονιά, σηματοδοτεί τη διανοητική του διαμόρφωση.
Ξεκινώντας την επαγγελματική του δραστηριότητα ως μεταφραστής αμερικανικής λογοτεχνίας σε έναν Ελβετό εκδότη, δημοσιεύει επίσης τα πρώτα του άρθρα στην εφημερίδα ενός συνεταιριστικού κινήματος.
Τον Ιούνιο του 1949, μετακομίζει στο Παρίσι.
Η είσοδός του στο Paris-Presse σηματοδοτεί το ντεμπούτο του στη δημοσιογραφία, με το ψευδώνυμο Μισέλ Μποσκέ.
Ο Ζαν-Ζακ Σερβάν-Σρεμπέρ, το 1955, τον προσλαμβάνει ως οικονομικό συντάκτη στο LExpress.
Παράλληλα, πλησιάζει την ομάδα των σαρτρικών και υιοθετεί μια υπαρξιστική προσέγγιση του μαρξισμού, που τον οδηγεί στο να παραχωρήσει μια κεντρική θέση στα ζητήματα της αλλοτρίωσης και της απελευθέρωσης, και όλα αυτά μέσα στο πλαίσιο μιας συλλογιστικής όπου η κατευθυντήρια αρχή είναι η προσήλωση στην υπαρξιακή εμπειρία και στην ανάλυση των κοινωνικών συστημάτων από τη σκοπιά του ατομικού βιώματος.
Αυτές οι αναφορές στην φαινομενολογία και στον μαρξισμό υπαρξισμό αποτελούν τα φιλοσοφικά θεμέλια των πρώτων του βιβλίων, τα οποία υπογράφει πλέον ως Αντρέ Γκορζ: Le Traitre (Le Seuil, 1958), La Morale de lhistoire (Le Seuil, 1959), Les fondements pour une morale (Galilee, 1977).
Στον πυρήνα της σκέψης του κυριαρχεί λοιπόν το ζήτημα της αυτονομίας του ατόμου.
Συνάγει λοιπόν μια αντίληψη βαθύτατα χειραφετιστική του κοινωνικού κινήματος, όπου η έννοια της ανάπτυξης της ατομικής αυτονομίας προσλαμβάνεται ως η προϋπόθεση εκ των ουκ άνευ για τη μετατροπή της κοινωνίας.
Αυτή την ιδέα, πως ατομική και συλλογική απελευθέρωση αλληλοκαθορίζονται αμοιβαία, τη μοιράζεται με τον Χέρμπερτ Μαρκούζε, προσωπικό φίλο, αλλά κυρίως μεγάλη μορφή της Σχολής της Φρανκφούρτης. Επηρεασμένος από την τάση της φρανκφουρτιανής προσέγγισης – να ξεπεραστεί ο οικονομισμός της παραδοσιακής μαρξιστικής ανάλυσης της κοινωνίας -, κριτικάρει την υποταγή της κοινωνίας στις επιταγές της οικονομικής λογικής.
Ο στρουκτουραλισμός, εξ αιτίας της ίδιας της αφετηρίας του (κεντρικότητα της δομής) και της άρνησης του υποκειμένου και της υποκειμενικότητας, γίνεται επίσης το αντικείμενο βίαιης κριτικής.
Η θέση του, ταυτόχρονα αντιθεσμική, αντιστρουκτουραλιστική και αντι-αυταρχική, βρίσκεται και στη γραμμή που δίνει στην επιθεώρηση Les Temps Modernes, με την είσοδό του στη συντακτική της επιτροπή (1961).
Βρίσκεται λοιπόν στο ίδιο μήκος κύματος με Ιταλούς ριζοσπάστες όπως ο Γκαραβάνι, ο νεοκεϊνσιανιστής κομμουνιστής Μπρούνο Τρεντίν ή ο ελευθεριακός συνδικαλιστής Βιτόριο Φόα.
Ως επικεφαλής της ομάδας των διανοουμένων της «ιταλικής» τάσης της νέας Αριστεράς, ασκεί αρκετή επιρροή πάνω στους αγωνιστές της UNEF και της CFDT, ιδιαίτερα στους Ζαν Οζέρ, Μισέλ Ρολάν και Φρεντό Κρουμνόφ.
Με το βιβλίο του Εργατική Στρατηγική και νεοκαπιταλισμός (Le Seuil, 1964), αναφέρεται στα συνδικαλιστικά κινήματα και τις στρατηγικές που τους προσφέρονται, ενώ προβαίνει σε μια αυστηρή κριτική του μοντέλου της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Την ίδια χρονιά, εγκαταλείπει το LExpress μαζί με τους Σερζ Λαφορί, Ζακ-Λοράν Μποστ, Κ.Σ. Καρόλ και Ζαν Ντανιέλ, για να ιδρύσει το Noubel Observateur.
Ενώ συνεχίζει να επεξεργάζεται μια θεωρία επαναστατικών μεταρρυθμίσεων, με τα έργα του Le Socialisme Difficele (Le Seuil, 1967) & Reforme et Revolution (Le Seuil, 1969), το κύμα αμφισβήτησης που ξεσηκώνει ο Μάης του ’68 τον επηρεάζει βαθιά.
Η υπαρξιστική του σκοπιά του σοσιαλισμού έρχεται σε σύγκλιση με εκείνον τον αριστερίστικο αυθορμητισμό που καταγγέλλει το πώς οι διάφορες μορφές των θεσμών (το κράτος, το σχολείο, η οικογένεια, η επιχείρηση, κλπ) περιορίζουν την ελευθερία του ανθρώπου.
Οι θέσεις του Ιβάν Ίλιτς πάνω στην εκπαίδευση, την ιατρική ή την κατάργηση της μισθωτής εργασίας, τίθενται πλέον στο επίκεντρο της συλλογιστικής του.
Όμως η εξέλιξή του έχει αντίκτυπο στις συνεργασίες του.
Στο Temps Modernes έχει την ευθύνη της έκδοσης από το 1969, αλλά από το 1974, μια διαφωνία ως προς το τεύχος το αφιερωμένο στην ιταλική οργάνωση Λότα Κοντίνουα προκαλεί την παραίτησή του.
Αν και παραμένει επί μακρόν παραίτηση στα χαρτιά και μόνο, αντικατοπτρίζει την απομάκρυνσή του από τν Ζαν – Πολ Σαρτρ.
Παράλληλα στον Nouvel Observateur, μπαίνει στο περιθώριο του οικονομικού τμήματος, προς όφελος πιο κλασικών οικονομολόγων.
Η εκστρατεία του κατά της πυρηνικής βιομηχανίας, είχε ως συνέπεια να ασκηθούν ισχυρές πιέσεις στην εφημερίδα από τη γαλλική ΔΕΗ και να περικοπούν οι διαφημίσεις.
Η άρνηση της διεύθυνσης του περιοδικού να του παραχωρήσει ένα ειδικό τεύχος πάνω στο θέμα, τον οδηγεί να δημοσιεύσει το αφιέρωμά του στο Que Choisir?, που σημειώνει μεγάλη επιτυχία.
Η εξέλιξή του αυτή πάει χέρι χέρι με τη στράτευσή του στους κόλπους ενός ρεύματος της ριζοσπαστικής οικολογίας, όπου αναδεικνύεται με τα δοκίμιά του σε εξέχουσα φυσιογνωμία.
Δημοσιεύει μια συλλογή άρθρων και δοκιμιών, με τον τίτλο, Ecologie et Politique (Galilee 1975, Οικολογία και Πολιτική, έκδοση, Λιβάνης), ανάμεσά τους το δοκίμιο Οικολογία και Ελευθερία, που συνιστά αφ’ εαυτού «ένα από τα θεμελιώδη κείμενα της οικολογικής προβληματικής».
Έρχεται σε ρήξη με την ελευθεριακή παράδοση, στο εσωτερικό της οποίας τοποθετούσε έως τότε τη συλλογιστική του .
Σε μια λογική υπονόμευσης του καπιταλιστικού συστήματος και σε μια απόπειρα σύζευξης του μαρξισμού με την οικολογία, επιχειρεί να φέρει μια οικολογική απάντηση στις ανάγκες του συστήματος, καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τις καταστροφικές προεκτάσεις του παραγωγίστικου υποδείγματος πάνω στις οικολογικές και κοινωνικές ισορροπίες.
Μέσω μιας σκέψης θεμελιωδώς αντι-οικονομίστικης, αντιχρησιμοθηρικής και αντι-παραγωγίστικης, συνδυάζει την απόρριψη της καπιταλιστικής λογικής της συσσώρευσης πρώτων υλών, ενέργειας και εργασίας, με μια κριτική του διευρυμένου καταναλωτισμού, μετά τη μελέτη της έκθεσης του Κλαμπ της Ρώμης σχετικά με τα όρια της κατανάλωσης.
Στη συνέχεια, φαίνεται να επηρεάζεται από τον Λουί Ντιμόν, υιοθετώντας την οπτική του ότι η μαρξιστική παράδοση, όπως η φιλελεύθερη παράδοση, απορρέει από μια οικονομίστικη λογική.
Η αντίθεσή του προς τον ηδονιστικό και χρησιμοθηρικό ατομικισμό, καθώς και προς τον παραγωγίστικο και υλιστικό κολεκτιβισμό, αντανακλά τη σπουδαιότητα που έχει γι’ αυτόν η διεκδίκηση των αξιών του ανθρώπου.
Μετά το Οικολογία και Ελευθερία, η αντίληψή του για την οικολογία σαν ένα εργαλείο ριζικού και μετωπικού κοινωνικού μετασχηματισμού του καπιταλισμού, αντικατοπτρίζει μια αντίληψη σαφώς πιο αντικαπιταλιστική.
Τονίζοντας την ενδογενή σχέση μεταξύ παραγωγισμού, ολοκληρωτισμού και λογικής του κέρδους, επιβεβαιώνει, κατ’ εξοχήν, τη δομική σχέση μεταξύ οικολογικής κρίσης και καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης.
Καλεί λοιπόν σε μια «επανάσταση οικολογική, κοινωνική και πολιτισμική, που θα καταργήσει τους καταναγκασμούς και τις πιέσεις του καπιταλισμού».
Όμως προσβλέπει πάντα στη σύνθεση αυτού του οικολογικού προτάγματος με τη σοσιαλιστική ουτοπία της κατάργησης της μισθωτής εργασίας.
Αυτό είναι ορατό και στο έργο του Adieux au proletariat (Galilee, 1980, Ελλ. Εκδ. Αποχαιρετισμός στο Προλεταριάτο), σφοδρή αμφισβήτηση του μαρξισμού και της λατρείας του προλεταριάτου.
Η αρχή της δεκαετίας του ’80 σηματοδοτεί τη ρήξη του με τα διάφορα ρεύματα με τα οποία είχε συνδεθεί.
Κατ’ αρχής, με το σαρτρικό κίνημα, μια και παύει να συνεργάζεται στο περιοδικό, μετά του θάνατο του ιδρυτή του (1980).
Κατόπιν, με τις διάφορες μαρξιστικές ευαισθησίες, στις επιθέσεις των οποίων απαντά με το les Cemins du Paradis (Galilee, 1983. Οι δρόμοι του Παραδείσου, πρώτη ελληνική έκδοση, Κομμούνα 1985).
Διάκειται ευνοϊκά προς την ιδέα ενός κοινωνικού εισοδήματος, ανεξάρτητου από την εργασία, αναπτύσσει τους προβληματισμούς του κυρίως γύρω από τη διαφορά μεταξύ πλούτου και ανταλλακτικής αξίας.
Δίνει τέλος στη ζωή του σε ηλικία 84 χρονών, μαζί με τη γυναίκα του Ντορίν, που έπασχε από ανίατη ασθένεια, στις 24 Σεπτεμβρίου του 2007. Αυτήν που, το 2006, της είχε αφιερώσει το βιβλίο Lettre a D.Histoire dun amour, Μια ωδή στην Ντορίν. (ελλ. Εκδ. Γράμμα στη Ντ. , Ποταμός).
Ένα απόσπασμα: « […] θα γίνεις ογδόντα δύο χρονών. Έχεις ζαρώσει έξι εκατοστά, ζυγίζεις μόλις σαράντα έξι κιλά και είσαι πάντα όμορφη, χαριτωμένη και επιθυμητή. Πάνε πενήντα οχτώ χρόνια που ζούμε μαζί και σ’ αγαπώ πιο πολύ από ποτέ.
Πρόσφατα, σε ξαναερωτεύτηκα για μια ακόμα φορά και με κατακλύζει και πάλι ένα τεράστιο κενό, που το καλύπτει μόνο το σώμα σου, σφιγμένο πάνω στο δικό μου […] θα θέλαμε να μη ζήσει κανείς μας τον θάνατο του άλλου. Έχουμε συχνά πει ότι, αν παρ’ ελπίδα, είχαμε μια δεύτερη ζωή, θα θέλαμε να τη ζήσουμε μαζί».
(Τα στοιχεία για τον Γκορζ και το έργο του προέρχονται από τη γαλλική έκδοση της Wikipedia)

-------------
(Πηγή: tvxs)

Copyright © 2014-15 Απόψεις επώνυμα™ is a registered trademark.

Designed by Templateism. Hosted on Blogger Platform.